Στις σχολικές αίθουσες και τα φοιτητικά έδρανα επιστρέφουν αύριο 24 Απριλίου μαθητές και φοιτητές, μετά τις διακοπές του Πάσχα, με τον χρόνο να μετρά πλέον αντίστροφα για την ολοκλήρωση των μαθημάτων, προκειμένου να διεξαχθούν οι ενδοσχολικές εξετάσεις και οι Πανελλαδικές που θα ανοίξουν τον δρόμο της φοιτητικής ζωής. Ο προγραμματισμός του υπουργείου Παιδείας για τις ημερομηνίες διεξαγωγής των εξετάσεων έχει ανακοινωθεί ήδη από τον Σεπτέμβριο ενώ φέτος, για δεύτερη χρονιά, θα πραγματοποιηθούν και οι εξετάσεις PISA, σε μαθητές της έκτης δημοτικού και της τρίτης γυμνασίου. Διαδικασία στην οποία αντιτίθενται γονείς και εκπαιδευτικοί.
Ο σχεδιασμός έχει ήδη γίνει και για τους νεοεισαχθέντες φοιτητές στα ανώτατα ακαδημαϊκά ιδρύματα της χώρας, καθώς τη Μεγάλη Εβδομάδα το υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε τον αριθμό των εισακτέων ανά Πανεπιστημιακή Σχολή/Τμήμα για το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024. Όπως προκύπτει, οι αριθμοί αυτοί είναι σημαντικά αυξημένοι συγκριτικά με τις θέσεις που ζήτησαν οι πρυτανικές Αρχές με αποτέλεσμα να έρχονται από νωρίς στην επιφάνεια τα προβλήματα που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν με την έναρξη του νέου ακαδημαϊκού έτους.
Οι ημερομηνίες
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του υπουργείου, οι Πανελλαδικές για ημερήσια και εσπερινά ΓΕΛ θα πραγματοποιηθούν από την Παρασκευή 2 Ιουνίου, όπου οι μαθητές θα εξεταστούν στη Νεοελληνική Γλώσσα και τη Λογοτεχνία και θα ολοκληρωθούν στις 12 του μηνός με τα μαθήματα Ιστορίας, Φυσικής και Οικονομίας. Στα ΕΠΑΛ οι Πανελλήνιες ξεκινούν 1 Ιουνίου με Νέα Ελληνικά και ολοκληρώνονται στις 16 του μήνα. Παράλληλα από 17/06 έως και 29/06 θα διαρκέσουν οι εξετάσεις σε ειδικά και μουσικά μαθήματα. Σύμφωνα με τον γ.γ. του υπουργείου Παιδείας, Αλέξανδρο Κόπτση τα αποτελέσματα των πανελλαδικών εξετάσεων αναμένεται να ανακοινωθούν μέσα στον Ιούλιο, όπως και πέρσι.
Όσον αφορά στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τα τελευταία μαθήματα στα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά θα πραγματοποιηθούν στις 15 Ιουνίου. Η ημερομηνία λήξης των μαθημάτων για τα Γυμνάσια ορίζεται η Τρίτη 30 Μαΐου 2023, όπου οι εξετάσεις θα διαρκέσουν από την 1η έως τη 15η Ιουνίου και τα αποτελέσματα πρέπει να έχουν εκδοθεί το αργότερο μέχρι την Τρίτη 20 Ιουνίου 2023. Στα Λύκεια, τα μαθήματα θα ολοκληρωθούν στις 18 Μαΐου. Οι εξετάσεις για τους μαθητές της Α’ και Β’ λυκείου θα διεξαχθούν από 23 Μαΐου έως 15 Ιουνίου. Η ημερομηνία έκδοσης των αποτελεσμάτων ορίζεται η Πέμπτη 22 Ιουνίου. Οι ενδοσχολικές εξετάσεις για τους μαθητές της Γ’ λυκείου θα πραγματοποιηθούν πριν από την έναρξη των Πανελλαδικών, από 23 έως 30 Μαΐου, όπου η ημερομηνία έκδοσης των αποτελεσμάτων ορίζεται η Τετάρτη 31 Μαΐου.
«Με έγκαιρο, ορθό προγραμματισμό και αίσθημα ευθύνης και συνέπειας απέναντι στους μαθητές μας θεσμοθετήσαμε και ανακοινώσαμε από την αρχή της σχολικής χρονιάς τις ημερομηνίες των πανελλαδικών εξετάσεων. Ήδη ανακοινώσαμε και τις ημερομηνίες λήξης των μαθημάτων καθώς και τις ημερομηνίες προαγωγικών και απολυτηρίων εξετάσεων και είμαστε πανέτοιμοι για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Όπως και πέρσι, η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων θα γίνει πολύ νωρίς και πολύ νωρίς επίσης οι μαθητές μας και μελλοντικοί φοιτητές μας θα γνωρίζουν με SMS σε ποια σχολή εισάγονται ώστε έγκαιρα να προγραμματίζουν τη ζωή τους», περιγράφει στη «ΜτΚ» ο γ.γ. του υπουργείου Παιδείας, Αλέξανδρος Κόπτσης.
Εξετάσεις PISA
Φέτος διεξάγονται για δεύτερη χρονιά και οι εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα («ελληνική PISA») για μαθητές δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων, της ΣΤ’ τάξης Δημοτικού και Γ’ τάξης του Γυμνασίου στη Νεοελληνική Γλώσσα και τα Μαθηματικά. Θα πραγματοποιηθούν την Τετάρτη 10 Μαΐου και η συμμετοχή των σχολικών μονάδων που έχουν επιλεγεί είναι υποχρεωτική.
Σε αυτές θα συμμετάσχουν οι μαθητές της ΣΤ’ Δημοτικού από 300 Δημοτικά Σχολεία της χώρας και της Γ’ Γυμνασίου από 300 Γυμνάσια της χώρας. Στη Θεσσαλονίκη θα λάβουν μέρος 18 Δημοτικά και 24 Γυμνάσια. Σκοπός των εθνικών αυτών εξετάσεων, όπως επισημαίνει το υπουργείο, είναι η εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικά με την πορεία υλοποίησης των Προγραμμάτων Σπουδών και τον βαθμό επίτευξης των προσδοκώμενων μαθησιακών αποτελεσμάτων, «με ζητούμενο την έγκυρη και αξιόπιστη αποτύπωση των γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων των μαθητών. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων είναι ανώνυμα και δεν συνεκτιμώνται από τους εκπαιδευτικούς κατά την αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών στα συγκεκριμένα μαθήματα», επισημαίνει το υπουργείο.
«Για δεύτερη χρονιά διεξάγουμε τις εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα. Στόχος είναι, με βάση τα αποτελέσματα που θα προκύψουν, να χαράξουμε την εκπαιδευτική μας πολιτική αναλαμβάνοντας συγκεκριμένες και στοχευμένες πρωτοβουλίες για την αναβάθμιση της εκπαίδευσής μας. Είναι στην ουσία η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος», εξηγεί ο κ. Κόπτσης.
Αντιδράσεις από γονείς και εκπαιδευτικούς
Η εκπαιδευτικός και πρόεδρος της Α’ ΕΛΜΕ, Δήμητρα Τραγάκη τονίζει στη «ΜτΚ» ότι οι εξετάσεις PISA ήδη εφαρμόζονται σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Αγγλία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ «με καταστροφικά αποτελέσματα για τη δημόσια παιδεία, όπου υπάρχει πλέον ταξική διαφοροποίηση». Σημειώνει ότι στις χώρες όπου εφαρμόστηκαν οι εξετάσεις αυτές σε μαθητές Δημοτικού, «καθόρισαν σε ποιο σχολείο θα πάει το παιδί. Στην Ελλάδα αυτό ακόμα δεν φαίνεται όμως, σταδιακά θα οδηγηθούμε σε κατηγοριοποίηση, μέσω της αξιολόγησης των σχολικών μονάδων, των εκπαιδευτικών και των μαθητών».
Περιγράφει ότι στη Γερμανία, οι εξετάσεις που δίνουν οι 11χρονοι μαθητές «καθορίζουν σε ποιον από τους τρεις τύπους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης θα οδηγηθούν». Επισημαίνει δε πως «αν το υπουργείο ήθελε να ανεβάσει το επίπεδο, θα έπρεπε να πάρει ουσιαστικά μέτρα. Καταργήθηκαν τα παλιά σχολικά προγράμματα και μπήκαν νέα, εξίσου απαράδεκτα. Το 2006 στα βιβλία του δημοτικού, το ποίημα του Σικελιανού ‘Ηχήστε οι σάλπιγγες’ αντικαταστάθηκε από συνταγή μαγειρικής! Η επιστήμη δεν μπορεί να λειτουργήσει με συνταγές».
Συμπληρώνει δε πως «Αν θέλουν να βοηθήσουν τα σχολεία, θα πρέπει να φτιάξουν σχολεία, να προσλάβουν εκπαιδευτικούς και να φτιάξουν αναλυτικά προγράμματα και βιβλία, κατάλληλα για παιδιά». Αντίστοιχη θέση εκφράζει και ο πρόεδρος της Ένωσης Γονέων και Κηδεμόνων Κεντρικής Μακεδονίας, Θανάσης Κοκονάς.
«Ενθαρρύνεται ένας στείρος ανταγωνισμός που τελικά οδηγεί στην υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης και στην κατηγοριοποίησή της. Είναι ένας θεσμός που όχι μόνο δεν απευθύνεται σε όλα τα παιδιά αλλά προσπαθούν να μετατρέψουν τη γνώση και την αξία της, σε μία μετρήσιμη δεξιότητα πολλαπλής επιλογής», τονίζει στη «ΜτΚ».
Ο ίδιος συμπληρώνει ότι τα παιδιά μπαίνουν σε μία διαδικασία πίεσης από τις τάξεις του δημοτικού. «Το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας τονίζει εδώ και χρόνια πως οι Πανελλήνιες είναι ένα σύνθετο θέμα που οδηγεί τους μαθητές σε μεγάλη πίεση και θα έπρεπε να μειωθούν. Αντ’ αυτού, βάζουμε εξετάσεις και σε μαθητές δημοτικού». Θα έπρεπε, σύμφωνα με τον ίδιο «να δοθεί βαρύτητα στο να υπάρχουν οι απαιτούμενοι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, που τελειώνει η χρονιά κι έχουμε ακόμα ελλείψεις. Δεν υπάρχουν χώροι άθλησης και η σχολική στέγη αποτελεί πρόβλημα χρόνιο. Πρώτα λοιπόν πρέπει να λυθούν τα βασικά», επισημαίνει.
Από την πλευρά του ο γ.γ. του υπουργείου Παιδείας, Αλέξανδρος Κόπτσης ξεκαθαρίζει ότι: «Οι εικασίες για κατηγοριοποίηση σχολείων είναι στη σφαίρα της φαντασίας ή σκόπιμη διαστρέβλωση της αλήθειας. Και αυτό διότι η επιλογή των σχολείων γίνεται με στρωματοποιημένη δειγματοληψία και τα σχολεία αυτά αποτελούν αντιπροσωπευτικό δείγμα των σχολείων της χώρας και με στόχο να συμμετέχουν μαθητές από διαφορετικά εκπαιδευτικά περιβάλλοντα. Επιπλέον, οι απαντήσεις των μαθητών είναι ανώνυμες και περιέχουν μόνο την πληροφορία της περιφέρειας και όχι του κάθε σχολείου. Τέλος, εκτός από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν στοιχεία για συγκεκριμένα σχολεία το αποτέλεσμα απεικονίζει μόνο ποιες γνώσεις κατέκτησαν οι μαθητές. Αυτό θα αποτελέσει πυξίδα για βελτιωτικές κινήσεις. Δε δημιουργείται λίστα κατάταξης», καταλήγει.
Οι νεοεισαχθέντες και οι αυξημένες ανάγκες που θα προκύψουν
Χωρίς σημαντικές διαφορές, σε σύγκριση με πέρσι είναι φέτος ο συνολικός αριθμός των εισακτέων στα ΑΕΙ της χώρας, που ανέρχεται στους 68.574. Κοινή παραδοχή των πρυτανικών Αρχών είναι πως δεν υπάρχει κάποια πρόβλεψη για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών που θα προκύψουν σε υποδομές αλλά και μέλη ΔΕΠ, μετά την αύξηση του φοιτητικού δυναμικού. Επιπλέον, σύμφωνα με τις θέσεις που ανακοίνωσε το υπουργείο, δεν υπάρχει κάποια μεταβολή στον σχεδιασμό όσον αφορά τις σχολές με αυξημένη ζήτηση στην αγορά εργασίες και αυξημένη… ανεργία αντίστοιχα.
Συγκεκριμένα, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ζήτησε 4.187 θέσεις και έλαβε 5.851, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας ζήτησε 1.135 θέσεις και πήρε 1.732 ενώ το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδος έλαβε 5.066 θέσεις, όσες είχαν δοθεί και πέρσι. Ενδεικτικά, το ΑΠΘ με έγγραφό του προς το υπουργείο Παιδείας, είχε ζητήσει μόλις 60 θέσεις στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών και έλαβε 108. Στο τμήμα Ιατρικής ζητήθηκαν 70 θέσεις και δόθηκαν 155, ενώ στη Νομική ζητήθηκαν 225 θέσεις νεοεισαχθέντων και δόθηκαν 370.
Ο Δημήτρης Κωβαίος, αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας στο ΑΠΘ σημειώνει στη «ΜτΚ» ότι, ο μεγάλος αριθμός ενδιαφερόμενων υποψηφίων για τα κεντρικά πανεπιστήμια, «σχετίζεται με τη φήμη τους και την ποιότητα των σπουδών που παρέχουν, καθώς και τις εξαιρετικές υποδομές που διαθέτουν».
Όπως τονίζει, αποτέλεσμα αυτού και άλλων κοινωνικών και οικονομικών αιτίων είναι να υπάρχει ένα μεγάλο ενδιαφέρον για Τμήματα των κεντρικών Πανεπιστημίων και πολύ μικρότερο για αντίστοιχα Τμήματα των περιφερειακών. «Ο αριθμός των φοιτητών μας στο ΑΠΘ, μετά και από τις μετεγγραφές, πολλαπλασιάζεται σε σχέση με τον αρχικό αριθμό που ζητούν τα τμήματα. Έτσι, δημιουργούνται τεράστια προβλήματα στη λειτουργία μας, διότι δεν αυξάνονται ανάλογα οι υποδομές που διαθέτουμε καθώς και τα μέλη ΔΕΠ. Η πολιτεία θα πρέπει να φροντίσει για νέες κτηριακές υποδομές, διαδικασία όμως που απαιτεί χρόνο και δαπάνη. Θα πρέπει επίσης να δέχεται την άποψη των Πανεπιστημίων ως προς τον αριθμό των φοιτητών που προτείνονται για εισαγωγή από τα τμήματα», τονίζει ο κ. Κωβαίος.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα που δημιουργείται από τον μεγάλο αριθμό εισαγόμενων φοιτητών είναι και ο αντίστοιχος μεγάλος αριθμός αποφοίτων, δυσανάλογος με τις ανάγκες της χώρας μας σε επιστημονικό προσωπικό. «Αυτό με τη σειρά του, οδηγεί πολλούς αποφοίτους του δημόσιου Πανεπιστημίου να φεύγουν και να εργάζονται στο εξωτερικό. Παράγοντας που θα έπρεπε να είναι αλληλένδετος, με τις θέσεις που δίνονται και τον σχεδιασμό της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας», τονίζει.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Κωβαίος στη σύνοδο των Πρυτάνεων που διεξήχθη στην Κέρκυρα, πριν από έναν μήνα, για κάθε 100 φοιτητές που εισέρχονται στο ΑΠΘ με γενικές εξετάσεις, άλλοι 56 προστίθενται με διαφορετικούς τρόπους. Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Μονάδας Διασφάλισης Ποιότητας (ΜΟΔΙΠ) του ΑΠΘ, το ακαδημαϊκό έτος 2021–22, σε σχέση με τον αριθμό των φοιτητών που ζήτησαν τα τμήματα, η Ιατρική Σχολή, παρουσίασε αύξηση 589% στο σύνολο των εισακτέων, 399% αύξηση είχε το τμήμα Ψυχολογίας, 387% αύξηση η σχολή Οδοντιατρικής, 265% αύξηση η Νομική και 342% αύξηση η Κτηνιατρική. Μεγάλες αντίστοιχες αυξήσεις παρουσιάζονται σε όλα σχεδόν τα Τμήματα του ΑΠΘ.
Ο κ. Κωβαίος εξηγεί ότι, λόγω του μεγάλου αριθμού φοιτητών σε σχέση με τις διαθέσιμες υποδομές και δυνατότητες, δημιουργούνται σημαντικά προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία του ΑΠΘ, όπως το ότι δεν επαρκούν οι αίθουσες και τα αμφιθέατρα, υπάρχει αδυναμία πραγματοποίησης ικανοποιητικού αριθμού εργαστηριακών ασκήσεων, επαρκούς πρακτικής άσκησης και ασκήσεων πεδίου, ενώ παράλληλα καταλήγει να είναι ανεπαρκής ο αριθμός διδασκόντων.
Οι λύσεις που παρουσιάστηκαν από τον ίδιο στο πλαίσιο της Συνόδου ήταν: η αυστηρή τήρηση από την πολιτική ηγεσία των προτάσεων των Τμημάτων ως προς τον αριθμό των εισερχόμενων φοιτητών (ιδιαίτερα στα κεντρικά πανεπιστήμια), ο δραστικός περιορισμός ή και μηδενισμός των μετεγγραφών και των κάθε είδους εγγραφών στα κεντρικά πανεπιστήμια, η οικονομική ενίσχυση για παραμονή των φοιτητών στα περιφερειακά πανεπιστήμια και τέλος, ο περιορισμός των ομοειδών Σχολών με αποφυγή συμπερίληψης Σχολών κεντρικών πανεπιστημίων.
Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετωπίζει και το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Ο πρύτανης, καθηγητής Στυλιανός Δ. Κατρανίδης εξηγεί στη «ΜτΚ» ότι: «Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας δημιουργήθηκε με άλλα δεδομένα και προδιαγραφές, με πρόβλεψη για πολύ μικρότερο αριθμό φοιτητών.
Το φαινόμενο των υπεραρίθμων έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτελεσθεί με τον τρόπο που πρέπει η διδακτική λειτουργία. Οι φοιτητές που έχουμε είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που θα αντιστοιχούσαν στις υποδομές του Πανεπιστημίου, με αποτέλεσμα ακόμη και τα μεγαλύτερα αμφιθέατρα του Ιδρύματος να μη χωράνε τους φοιτητές του κάθε έτους». Φέτος το ΠΑΜΑΚ ζήτησε συνολικά για τα τμήματά του 1.135 νέους εισακτέους, δέκα περισσότερους σε σχέση με πέρσι.
Το υπουργείο Παιδείας ενέκρινε φέτος 1.732 όσους ακριβώς και πέρσι, αριθμό σημαντικά υψηλότερο από τις δυνατότητες του Ιδρύματος. «Το πρόβλημα των υπεράριθμων θέσεων που εγκρίνει το Υπουργείο επιδεινώνεται στη συνέχεια ακόμη περισσότερο, από τις μεταγραφές που ακολουθούν. Έτσι, ο αρχικός αριθμός, που είναι ήδη μεγάλος, αυξάνεται επιπλέον κατά περίπου 20%, ανάλογα με κάθε τμήμα. Το πρόβλημα λοιπόν διαιωνίζεται και μπορεί φέτος να μην έχουμε αύξηση των θέσεων σε σχέση με πέρσι, όμως τα τελευταία δέκα χρόνια ο αριθμός των φοιτητών έχει αυξηθεί κατά περίπου 15% με 20%, επιβαρύνοντας σωρευτικά τη λειτουργία του Πανεπιστημίου», καταλήγει ο κ. Κατρανίδης.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23.04.2023