Έλκη στα κάτω άκρα εμφανίζουν 50.000 ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη στη χώρα μας και αν αυτά δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο του ακρωτηριασμού.
Παγκοσμίως κάθε 20 δευτερόλεπτα γίνεται ένας ακρωτηριασμός κάτω άκρου στους διαβητικούς ενώ στη χώρα μας παλαιότερα γίνονταν ετησίως 3000 ακρωτηριασμοί στα πόδια διαβητικών.
Εκείνο που συνιστάται στα άτομα με διαβήτη είναι να προσέχουν εάν έχει εμφανιστεί κάποια πληγή ή κάποια σχισμή στα πόδια τους ή εάν έχει αλλάξει χρώμα κάποιο δάχτυλο και να απευθύνονται αμέσως στο γιατρό.
Τα παραπάνω επισήμανε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο παθολόγος με εξειδίκευση στον σακχαρώδη διαβήτη και πρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης Παθήσεων Διαβητικού Ποδιού (ΕΜΕΔΙΠ) Χρήστος Μανές, με την ευκαιρία του 7ου Πανελληνίου Συμποσίου της ΕΜΕΔΙΠ που διεξάγεται 2-5 Φεβρουαρίου στη Θεσσαλονίκη.
«Στην Ελλάδα έχουμε περίπου 1.200.000 διαβητικούς. Όταν στα πόδια των διαβητικών εμφανιστεί κάποια πληγή ή έχει αρχίσει να αλλάζει το χρώμα του ποδιού ή ενός δαχτύλου, τότε μιλάμε για το διαβητικό πόδι. Σήμερα έχουμε μετρήσει 50.000 άτομα με διαβήτη που έχουν πληγές στα κάτω άκρα. Αυτό σημαίνει ότι αυτά τα άτομα, αν δεν τύχουν έγκαιρης και έγκυρης θεραπευτικής αντιμετώπισης, θα βρεθούν αντιμέτωπα με τον κίνδυνο ακρωτηριασμού των δακτύλων ή τμήματος του κάτω άκρου.
Εκείνο που πρέπει να δούμε είναι πώς μπορούμε να αποτρέψουμε αυτή τη μάστιγα του ακρωτηριασμού. Σύμφωνα με στοιχεία που έχουμε, παλαιότερα γίνονταν 3000 ακρωτηριασμοί ετησίως στην Ελλάδα, δηλαδή 3000 διαβητικοί χάνανε το πόδι τους. Με τη λειτουργία των Ιατρείων Διαβητικού Ποδιού στα δημόσια νοσοκομεία ο αριθμός αυτός άρχισε να μικραίνει. Όταν ιδρύθηκε η ΕΜΕΔΙΠ, το 2006, είχαμε μόνο δύο Ιατρεία Διαβητικού Ποδιού σε όλη την Ελλάδα και αυτά στη συνέχεια έγιναν 16 και δημιουργήθηκαν από συναδέλφους που είχαν ειδική εκπαίδευση στο διαβητικό πόδι», επισήμανε ο κ. Μανές.
Παράλληλα υπογράμμισε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 300.000 διαβητικοί οι οποίοι έχουν μια επιπλοκή του διαβήτη, τη διαβητική νευροπάθεια, δηλαδή έχουν χάσει την προστατευτική αίσθηση του πόνου.
Αυτοί οι ασθενείς, όπως σημείωσε ο κ. Μανές μπορεί πχ να πατήσουν μια καρφίτσα ή ένα καρφί, να μην το καταλάβουν επειδή δεν πόνεσαν, να δημιουργηθεί μια πληγή που γίνεται πύλη εισόδου μικροβίων και να πάθουν λοιμώξεις. Αυτοί οι ασθενείς πρέπει να προσέχουν να μην τραυματιστούν τα πόδια τους ώστε να αποφευχθεί η κακή έκβαση.
«Εκείνο όμως που θέλουμε από τα διαβητικά άτομα, κυρίως, είναι να προσέχουν τα πόδια τους κι αν δούνε ότι το πόδι τους έχει μία πληγούλα, μια σχισμή, ότι έχει κάπου αλλάξει χρώμα ή ότι δεν το αισθάνονται είναι καλό να απευθυνθούν αμέσως το γιατρό τους. Η πληγή είναι η πύλη εισόδου μικροβίων τα οποία προκαλούν λοιμώξεις. Όσο πιο βαθιές είναι, γίνονται πιο σοβαρές , πιάνουν κόκαλα , πιάνουν τους τένοντες και αν δεν αντιμετωπιστούν όλα αυτά έγκαιρα, μπορεί να οδηγηθούν σε ακρωτηριασμό», επισήμανε ο κ. Μανές.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση του διαβητικού έλκους, ο κ. Μανές, ανέφερε ότι υπάρχουν ουσίες οι οποίες βοηθάνε την επούλωση, όπως η θειϊκή ηπαράνη, οι οποίες πρέπει να εφαρμόζονται από ιατρό πάνω σε καθαρό έλκος.
«Είναι ένα σπρέι το οποίο κατά κάποιο τρόπο δημιουργεί ένα δίκτυο πάνω στο οποίο ο οργανισμός εφαρμόζει τα νέα στοιχεία και δημιουργείται δέρμα, επιδερμίδα κλπ και κλείνει η πληγή. Επίσης βοηθάνε πολύ τα ειδικά υποδήματα των διαβητικών από τα οποία αφαιρείται το πρόσθιο μέρος και μπορούμε κάνουμε μία οπή εκεί, όπου υπάρχει μια πληγή, η οποία δεν πρέπει να πιέζεται. Όπου υπάρχει πληγή και πιέζεται δεν μπορεί να κλείσει. Δημιουργεί δηλαδή έναν κάλο ο οποίος αποτρέπει την επούλωσή της», επισήμανε ο κ. Μανές.