Τελικά σε αυτήν την χώρα, δε θα μάθουμε ποτέ να συζητάμε σαν λογικοί και πολιτισμένοι άνθρωποι.
Αναφέρομαι στην υπόθεση με τους εγκληματίες -κατηγορούμενους για πάμπολλα ποινικά αδικήματα- που με μια σειρά κόλπα (ποινικά ελεγχόμενα και αυτά) πέτυχαν να διαμένουν στις φοιτητικές εστίες και να αποφεύγουν τους ελέγχους εκμεταλλευόμενοι την διστακτικότητα της αστυνομίας να πλησιάζει τους χώρους του πανεπιστημιακού ασύλου.
Οι άνθρωποι αν και δεν είχαν καμιά σχέση με τα πανεπιστήμια, αν και δεν επιλέχτηκαν με τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που ισχύουν για την διάθεση των λιγοστών δωματίων των φοιτητικών εστιών σε δικαιούχους, εξασφάλισαν δωμάτια και κυκλοφορούσαν ανενόχλητοι χρησιμοποιώντας αυτά ως ορμητήρια για σωρεία άνομων πράξεων.
Ληστείες, όπλα, εμπόριο ναρκωτικών, σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και τόσα ακόμη, είναι προφανές ότι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της αστυνομίας και μάλιστα των επίλεκτων τμημάτων της.
Είναι δική της δουλειά να αναζητεί τους εμπλεκόμενους σε εγκληματικές πράξεις που δεν έχουν διαλευκανθεί και όταν βρεθεί στα ίχνη τους, να τους τσακώσει, να τους δέσει με αποδεικτικά στοιχεία και να τους στείλει στον εισαγγελέα για τα περαιτέρω.
Γι’ αυτό και μου δημιουργεί τεράστια έκπληξη η συσχέτιση αυτής της ιστορίας με την όλη συζήτηση για την πανεπιστημιακή αστυνομία.
Από πού κι ως πού, χρησιμοποιείται η αποκάλυψη αυτής της υπόθεσης ως επιχείρημα για να δικαιολογήσει την ύπαρξη των ΟΠΠΙ;
Πώς βγαίνουν οι κυβερνητικοί και χρησιμοποιούν την ιστορία για να αιτιολογήσουν την ύπαρξη των ΟΠΠΙ, και πώς δεν ντρέπονται οι πολέμιοί τους να μιλούν για «γιουρούσια» και να καταγγέλλουν την βία που ασκήθηκε κατά την επέμβασή των ειδικών δυνάμεων για την σύλληψη κι εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης;
Ούτε ο ισχύων νόμος, ούτε οι παλιότεροι, προσφέρουν προστασία σε παράνομους που βρίσκονται μέσα σε χώρους του πανεπιστημιακού ασύλου με την τυπική ή και με την διασταλτική ερμηνεία του όρου.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα, όταν αποκαλύπτεται -ελπίζω να μην αποδειχθεί αληθές- ότι η δυσώδης αυτή υπόθεση είναι γνωστή στις αρχές προ έτους, αλλά μόλις τώρα διατάχτηκε η επέμβαση- ενδεχομένως για να στηριχτεί η κυβερνητική επιχειρηματολογία περί πανεπιστημιακής αστυνομίας.
Ας βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά:
Οι χώροι του πανεπιστημίου, δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να μετατρέπονται σε άντρο παράνομων. Τα ποινικά αδικήματα διώκονται και οι κατηγορούμενοι για αυτά, κυνηγούνται. Για τις κακουργηματικές πράξεις λοιπόν, ούτε υπάρχει, ούτε υπήρχε άσυλο.
Το πανεπιστημιακό άσυλο υπάρχει εθιμικά και καλύπτει την διακίνηση των ιδεών, τις συνδικαλιστικές και τις ατομικές ελευθερίες των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας- φοιτητών, διδασκόντων.
Από την στιγμή που λόγω στρέβλωσης -συνειδητής ή ασυνείδητης- το άσυλο θεωρήθηκε πως καλύπτει μη σύννομες δραστηριότητες μειοψηφικών ομάδων που συγχέουν την πολιτική- κοινωνική δράση με ασκήσεις βίας, μολότοφ, καταλήψεις χώρων έτσι τσαμπουκά, παρεμπόδιση διδασκαλίας κι έρευνας, οι αρχές οφείλουν να πάρουν μέτρα ώστε να διασφαλίσουν τη νομιμότητα, την ελευθερία και τα δικαιώματα όλων.
Το αν για να επιτευχθεί αυτό χρειάζονται σεκιουριτάδες, κάμερες, τουρνικέ, άοπλοι αστυνόμοι, πάνοπλοι αστακοί, ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα ή οτιδήποτε άλλο, θα πρέπει να καθοριστεί από τα πανεπιστήμια και την κυβέρνηση.
Οι αποφάσεις τους, θα πρέπει να λαμβάνονται αφού προηγουμένως έχουν προσμετρηθεί τα υπέρ και τα κατά κάθε επιλογής. Το αν οι μέχρι τώρα αποφάσεις κι ενέργειες λύνουν το πρόβλημα ή δημιουργούν μια πρόσθετη κι αχρείαστη εστία αναταραχής στα πανεπιστήμια, θα πρέπει να αξιολογηθεί.
Όλα στη ζωή κάτι προσθέτουν και κάτι αφαιρούν. Μια κοινωνία προχωρά, όταν σε κάθε απόφασή της το όφελος είναι μεγαλύτερο από την ζημία. Και οι ιθύνοντες κρίνονται από την διορατικότητά τους να λαμβάνουν αποφάσεις που εκ του αποτελέσματος κρίνονται θετικού ισοζυγίου.
* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 02.10.2022