Με σταθερό βηματισμό μέσα σε έναν κόσμο στον οποίο κυριαρχεί η αστάθεια, κινείται η ελληνική οικονομία την ώρα που οι κρίσεις διαδέχονται η μία την άλλη και οι συνθήκες εκ των πραγμάτων καθίστανται εχθρικές.
Προφανώς και η οικονομία δεν είναι η άτρωτη, προφανώς και το παραγωγικό και επενδυτικό κενό, απόρροια των μνημονιακών χρόνων, δεν έχουν εκλείψει με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας να φωνάζει για την ανάγκη ριζικού μετασχηματισμού. Δεν πρέπει να παραβλέπεται και το μόνιμο αγκάθι του εμπορικού ελλείμματος (οι εισαγωγές ξεπερνούν τις εξαγωγές) με τη χώρα διαρκώς εκτεθειμένη στις διεθνείς κρίσεις ενώ οι προβληματικές συνθήκες στην ελληνική αγορά (μικρή σε μέγεθος με τον ανταγωνισμό σχεδόν ανύπαρκτο) «θρέφουν» και το τέρας της ακρίβειας.
Στο πλαίσιο αυτό, με μόνη βεβαιότητα… την αβεβαιότητα και τη σύρραξη στο Ισραήλ να μη δείχνει σημάδια εκτόνωσης, η ανησυχία γενικεύεται για τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ, κυρίως από μία νέα έκρηξη ακρίβειας σε βασικά είδη και μίας πιθανής ανάφλεξης στο κόστος ενέργειας από την αναζωπύρωση του Μεσανατολικού.
Δυνατά χαρτιά της ελληνικής οικονομίας στην οποία προσδίδουν τεράστια αναπτυξιακή δυναμική, σε ένα διόλου ευνοϊκό πλαίσιο, είναι οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, η τουριστική μηχανή που φόρτσαρε για τα καλά φέτος και η εξαιρετική πορεία της καρδιάς του δευτερογενούς τομέα, της μεταποίησης. Απρόσμενος σύμμαχος είναι και οι… ανατιμήσεις που τονώνουν τα έσοδα τα οποία εισπράττει το κράτος από φόρους (άμεσους και έμμεσους), κρατώντας σε ικανοποιητικά επίπεδα τα ταμειακά διαθέσιμα.
Ταμείο Ανάκαμψης
Τις καλύτερες επιδόσεις στον τομέα των επενδύσεων από το 2010 θα παρουσιάσει το 2024, με βάση το προσχέδιο του προϋπολογισμού, η ελληνική οικονομία, με καθοριστική τη συνεισφορά των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι επενδύσεις θα είναι ο κύριος παράγοντας που θα υποστηρίξει την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης στο 3%.
Η ανάπτυξη προσδοκάται να έρθει με την… ευγενική συμβολή του Ταμείου, που θα φέρει το 2024 στην οικονομία επιδοτήσεις που αντιστοιχούν στο 1,8% του ΑΕΠ (από 0,8% το 2023) και φθηνά δάνεια που αντιστοιχούν σε 1,5% του ΑΕΠ (από 0,9% το 2023). Αυτή η ώθηση στις επενδύσεις θα επιτρέψει να αυξηθεί ο ρυθμός ανάπτυξης από το 2,3% φέτος στο 3%, παρά το γεγονός ότι το 2024 το δημοσιονομικό ζωνάρι σφίγγει.
Τουρισμός
Με υψηλό ποσοστό «έτρεξαν» τα τουριστικά έσοδα τους πρώτους οκτώ μήνες της χρονιάς, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Όπως προκύπτει, η συνολική εικόνα είναι καλύτερη από τη χρονιά-ρεκόρ του 2019.
Συγκεκριμένα οι τουριστικές εισπράξεις υπολογίζονται σε 14,6 δισ. ευρώ στο διάστημα Ιανουαρίου – Αυγούστου 2023, έναντι 13,22 δισ. την τελευταία χρονιά πριν την πανδημία. Ειδικά για τον Αύγουστο τα έσοδα ήταν 4,35 δισ. ευρώ, έναντι 4,1 δισ. το 2019 με τον ρυθμό αύξησης να περιορίζεται στο 6%.
Στο προσχέδιο ενσωματώνεται και η εκτίμηση για περαιτέρω άνοδο των εσόδων από τον τουρισμό κατά τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ μέσα στο 2024.
Μεταποίηση
Όρθια κρατά την «σημαία» της οικονομίας ο δευτερογενής τομέας με τη μεταποίηση (η διαδικασία μετατροπής μιας πρώτης ύλης σε βιοτεχνικό -βιομηχανικό προϊόν), μετά τη μεγάλη ύφεση της περιόδου 2008-2013, να διαγράφει την δικιά της ανοδική πορεία.
Βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ παρατηρείται ότι ανάμεσα σε 11 συγκεντρωτικούς κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, ο κλάδος της μεταποίησης είναι ο μόνος που σε όρους πραγματικής ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας έχει πλησιάσει σε σημαντικό βαθμό τα προ κρίσης χρέους επίπεδα (2007).
Αξίζει να σημειωθεί ότι το β’ τρίμηνο του 2023 η συνολική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, δηλαδή η αξία που παράγεται κατά την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, που παρήχθη στην ελληνική οικονομία (€42,6 δισεκ. σε σταθερές τιμές, εποχικά διορθωμένα στοιχεία) υπολειπόταν άνω των 20 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με το αντίστοιχο μέγεθος του β’ τριμήνου του 2007. Η αντίστοιχη απόκλιση για τη μεταποίηση ήταν μόλις -2,6 ποσοστιαίες μονάδες.
Ο πήχης της ανάπτυξης, με βάση το προσχέδιο του προϋπολογισμού, αναθεωρείται προς τα πάνω στο 2,3% για φέτος έναντι αρχικής πρόβλεψης για 1,8% ενώ για το 2024 προβλέπεται άλμα στο 3% με αιχμές του δόρατος τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν κατά 12,1% τον επόμενο χρόνο από 8,3% το 2023.
Η εκτίμηση για μια τέτοια ώθηση του ΑΕΠ βασίζεται, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι θα έπρεπε, σε αισιόδοξες προβλέψεις για μεγάλη αύξηση των εξαγωγών κατά 6,3% (από 2,7% το 2023, πολύ πάνω από 100%), πολύ μεγαλύτερη από την αντίστοιχη αύξηση των εισαγωγών κατά 4,5% (από 2,2% το 2023).
«Ανυψώνουν» τη χώρα οι διαρκείς αναβαθμίσεις
Την ίδια στιγμή, η Ελλάδα πλέον παίζει… μπάλα σε άλλο επίπεδο καθώς βρίσκεται και ουσιαστικά σε καθεστώς investment grade (επενδυτική βαθμίδα), δεδομένου ότι έχει προηγηθεί η αναβάθμιση από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor’s αλλά και τον καναδικό οίκο DBRS.
Αξίζει να σημειωθεί πως απαιτείται η αξιολόγηση σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας από τουλάχιστον δύο από τους τρεις «κορυφαίους» οίκους αξιολόγησης (S&P, Moody’s και Fitch) που λαμβάνουν υπόψιν επενδυτές και αγορές, προκειμένου να αρχίσουν να περιλαμβάνονται τα ελληνικά κρατικά ομόλογα σε ορισμένους από τους δείκτες ομολόγων.
Υπό αυτό το πρίσμα, όσον αφορά την κεφαλαιαγορά, η επενδυτική βαθμίδα θα οδηγήσει σε μεγάλη επέκταση της επενδυτικής βάσης για τα ελληνικά ομόλογα και τις μετοχές, ενώ θα προσελκύσει νέους υψηλής ποιότητας επενδυτές μακροπρόθεσμου ορίζοντα, οι οποίοι προηγουμένως δεν ήταν σε θέση να επενδύσουν στην Ελλάδα.
Mε την επενδυτική βαθμίδα πλέον δεδομένη, δεν είναι καθόλου τυχαία η εξαγορά του ποσοστού του ΤΧΣ στην Alpha Bank από τον ιταλικό κολοσσό Unicredit σε μια κίνηση - ορόσημο η οποία στέλνει ισχυρότατα επενδυτικά σήματα στις αγορές, «ανεβάζοντας επίπεδο» το πιστοληπτικό προφίλ της χώρας.
Η επενδυτική βαθμίδα που έδωσε στη χώρα μας η S&P ανοίγει τον δρόμο και στον «αυστηρό» συνήθως οίκο Fitch να κινηθεί ανάλογα στην αξιολόγηση του Δεκεμβρίου για την ελληνική οικονομία.
Το πιο απτό όφελος από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα είναι η περαιτέρω πτώση των αποδόσεων των ομολόγων, μειώνοντας έτσι το κόστος δανεισμού και βελτιώνοντας τις συνθήκες ρευστότητας για το κράτος, τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28-29.10.2023