Toυ Μανώλη Στεφανίδη
Eπιμονή, υπομονή και αξιοσημείωτες αντοχές επιδεικνύουν οι ανατιμήσεις οι οποίες ναι μεν φαίνεται να κόβουν ταχύτητα μετά τα νέα μέτρα που άρχισαν να εφαρμόζονται την 1η Μαρτίου αλλά σε καμία περίπτωση οι καταναλωτές… δεν oνειρεύονται μαζικές και απότομες μειώσεις τιμών.
Πάντως μειώσεις στις αρχικές τιμές ή τιμές χονδρικής (οι τιμές δηλαδή που πληρώνουν τα σούπερ μάρκετ στους προμηθευτές) γίνονται ορατές μέχρι στιγμής με το μεγάλο στοίχημα που θα κρίνει την τύχη ακρίβειας, κυβέρνησης και εισοδημάτων να έχει να κάνει με την πολυπόθητη αποσυμπίεση των τιμών στο ράφι.
Αν επιχειρηθεί μία πρώτη αποτίμηση της νέας πραγματικότητας που διαμορφώνουν η μείωση των παροχών-εκπτώσεων κατά 30% των προμηθευτών προς τους λιανεμπόρους (αφορά κυρίως απορρυπαντικά, αφρόλουτρα και όχι τρόφιμα) και η απαγόρευση των προσφορών σε προϊόντα που έχουν ανατιμηθεί το τελευταίο τρίμηνο, διαπιστώνουμε πως σε μερίδα προϊόντων έχουν μειωθεί οι τιμές στα ράφια, όχι σε μεγάλο βαθμό πάντως. Βέβαια αυτό αναμένεται να συμβεί σταδιακά μέχρι η αγορά να προσαρμοστεί στο νέο τοπίο με την εικόνα να ξεκαθαρίζει έως τον Απρίλιο. Θετικό είναι πως πολλές εταιρείες μπλόκαραν εξαγγελθείσες ανατιμήσεις για να μην ρισκάρουν να χάσουν τη δυνατότητα προσφορών.
Όσες παρεμβάσεις έχουν δοκιμαστεί μέχρι στιγμής ελάχιστα απτά αποτελέσματα απέφεραν (καλάθια νοικοκυριού, πρόστιμα) ενώ η πλέον δραστική ρύθμιση με το υπουργείο Ανάπτυξης να υποχρεώνει τους προμηθευτές να κόψουν κατά 30% παροχές και εκπτώσεις στα σούπερ μάρκετ, μειώνοντας ισόποσα τις αρχικές τιμές τιμοκαταλόγου, έχει σοβαρές πιθανότητες να πετύχει τον στόχο της χωρίς να αποκλείεται βέβαια, όπως εκτιμούν παράγοντες της αγοράς, να γυρίσει και μπούμερανγκ.
Κυνηγός τιμών, όχι προσφορών
Δηλαδή και οι προσφορές να κοπούν μαχαίρι και οι τιμές που πληρώνουν οι καταναλωτές να μη μειωθούν ή ακόμα και να αυξηθούν λίγο. Αν εξαφανιστούν τα περίφημα «1+1», πολλές φορές βέβαια παραπλανούσαν με τις προσφορές να εφαρμόζονται επί αυξημένων τιμών, που έχουν εισχωρήσει για τα καλά στο DNA της αγοράς εδώ και πολλά χρόνια και παράλληλα δεν μειωθούν οι τιμές τότε τα μέτρα θα έχουν αποτύχει.
Αν όμως έχουμε καθαρές και προπάντων φθηνότερες τιμές και παράλληλα πιο περιορισμένες αλλά πιο δυνατές προσφορές επί μειωμένων τιμών, ο καταναλωτής θα κερδίσει χωρίς να περιμένει θαύματα. Εκεί θα κερδηθεί ή θα χαθεί το στοίχημα των νέων μέτρων.
Το πιθανότερο σενάριο πάντως μιλά για ένταση του ανταγωνισμού καθώς κανείς δεν είναι διατεθειμένος να χάσει μερίδιο αγοράς και κατά συνέπεια πτώση των τιμών που θα πληρώνει ο καταναλωτής εκτιμάται πως θα υπάρξει. Μένει να διαφανεί πόσο έντονη θα είναι αυτή με δεδομένο πως από το 2020 μέχρι σήμερα οι τιμές έχουν πάρει τον ανήφορο χωρίς σταματημό.
Επί της ουσίας, στόχος των νέων μέτρων είναι ο καταναλωτής να στραφεί στο κυνήγι των τιμών και όχι των προσφορών, παραπλανητικών ή μη, όπως έκανε μέχρι σήμερα όντας εκπαιδευμένος στην συγκεκριμένη νοοτροπία επί δεκαετίες.
Ένα ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι το γιατί η κυβέρνηση, αφού εκτιμά πως τα νέα μέτρα θα αλλάξουν δραστικά τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς, δεν τα έλαβε νωρίτερα αλλά αδράνησε και περίμενε μέχρι να φτάσει η κατάσταση στο μη περαιτέρω για να παρέμβει με δεδομένο πως τα περίφημα καλάθια του νοικοκυριού και τα πρόστιμα πιο πολύ έχουν συμβολικό παρά ουσιαστικό αντίκτυπο στον περιορισμό των ανατιμήσεων.
Κανείς δεν θα χαρίσει κάστανα…
Τα μεγάλα ψάρια, δηλαδή οι πολυεθνικές που φιγουράρουν στα ράφια, δεν θα χαρίσουν κέρδη και μερίδια αγοράς και ως εκ τούτου οι διαπραγματεύσεις με τα σούπερ μάρκετ (τον «χαμένο» των νέων κανόνων με δεδομένο πως κόβονται δραστικά οι παροχές των προμηθευτών) έχουν ήδη πάρει φωτιά με τις δύο πλευρές να έχουν συμφέρον να καταλήξουν σε κοινό τόπο. Οι πολυεθνικές που κάνουν κουμάντο στην αγορά, αν λάβουμε υπόψιν, πως από την πανδημία και μετά συσσωρεύουν κέρδη διαρκώς προφανώς και έχουν την ευχέρεια και τιμές να μειώσουν και τις προσφορές να συνεχίσουν.
Η μόνη καθαρή εικόνα που υπάρχει προς ώρας είναι οι μειωμένες τιμές στα βρεφικά γάλατα από την εφαρμογή της ρύθμισης για πλαφόν στο περιθώριο μεικτού κέρδους των εταιρειών, προσαυξημένο κατά 7% επί των καθαρών πωλήσεων. Και με δεδομένο ότι το βρεφικό γάλα πωλείται χωρίς προωθητικές ενέργειες, οι μειώσεις αυτές έχουν περάσει άμεσα στην τιμή στο ράφι.
Το υπουργείο Ανάπτυξης εκτιμά ότι οι τιμές στα ράφια σε περισσότερα από 3.000 προϊόντα θα μειωθούν έως και 15%, ενώ επίσης 15% θα είναι η μείωση στις αρχικές τιμές στα περισσότερα προϊόντα βρεφικού γάλακτος 1ης (0-6 μήνες) και 2ης (6-12 μήνες) βρεφικής ηλικίας, που θα περάσουν άμεσα στην τιμή στο ράφι.
Πού μειώθηκαν οι αρχικές τιμές
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Ανάπτυξης, οι μειώσεις των αρχικών τιμών ξεκινούν από 4,9% και φτάνουν έως και 41,9%, ανάλογα με την ένταση των προωθητικών ενεργειών (εκπτώσεις και προσφορές) που έκανε κάθε εταιρεία το 2023.
Με βάση το ΥΠΑΝ, η μέση μείωση τιμής ανά κατηγορία διαμορφώνεται ως εξής:
- Βρεφικές και παιδικές πάνες -18,1%
- Σαμπουάν, αφρόλουτρα και conditioner -17,0%
- Απορρυπαντικά πιάτων -16,0%
- Καθαριστικά παντός είδους -15,8%
- Απορρυπαντικά ρούχων στο -15,6%
- Οδοντόκρεμες -15,1%
- Σαπούνια -12,7%
Ωστόσο απορρυπαντικά ρούχων, απορρυπαντικά πιάτων, βρεφικές-παιδικές πάνες, καθαριστικά παντός είδους, οδοντόκρεμες, σαμπουάν-αφρόλουτρα-conditioner και σαπούνια, τα οποία περιλαμβάνει το μέτρο της μείωσης των συνολικών εκπτώσεων-παροχών των προμηθευτών προς τα σούπερ μάρκετ κατά 30% με αντίστοιχη μείωση των αρχικών τιμών των προϊόντων αυτών στα ράφια, αποτελούν μόνο το 25% όσων γεμίζουν το καλάθι των καταναλωτών.
Στα επώνυμα απορρυπαντικά, καθαριστικά, και προϊόντας φροντίδας σώματος και μαλλιών όπου κυριαρχούν οι πολυεθνικοί προμηθευτές, σε παραπάνω από τους μισούς κωδικούς στα ράφια των σούπερ μάρκετ οι καταναλωτές είδαν ήδη μείωση τελικών τιμών από 0,05% έως 32%, αν και το μεγαλύτερο ποσοστό των μειώσεων δεν ξεπέρασε το 5%. Την ίδια στιγμή ωστόσο, χωρίς αλλαγή έμειναν οι τιμές το σύνολο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στις εν λόγω κατηγορίες. Μεγαλύτερες είναι οι μειώσεις που καταγράφονται στις βρεφικές και παιδικές πάνες, φθάνοντας ακόμη και το 50%.
Προς επέκταση και στα τρόφιμα
Το υπόλοιπο 75% του καλαθιού περιλαμβάνει τρόφιμα, τα οποία «τρώνε» τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών. Υπό αυτό το πρίσμα, αν πετύχει το εγχείρημα δεν αποκλείεται η επέκταση του μέτρου της μείωσης κατά 30% των παροχών επί του τιμολογίου και στα τρόφιμα, τη μεγάλη χαίνουσα πληγή που καταπίνει τα εισοδήματα αν και στα τρόφιμα τα περιθώρια παρέμβασης είναι στενά καθώς έτσι κι αλλιώς οι προσφορές είναι περιορισμένες.
Σε κάθε περίπτωση, ζητούμενο είναι το κατά πόσο φθηνότερα θα αγοράζει ο καταναλωτής τα συγκεκριμένα προϊόντα (απορρυπαντικά, αφρόλουτρα, κ.τ.λ.). Αν, όπως εκτιμούν στελέχη της αγοράς, μειωθούν οι ονομαστικές τιμές, αλλά ταυτόχρονα περιοριστούν και οι προσφορές προκειμένου να καλυφθεί η χασούρα των εταιρειών οι παρεμβάσεις του υπουργείου Ανάπτυξης δεν θα έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στους καταναλωτές.
Χωρίς ταβάνι οι αυξήσεις στα τρόφιμα με την Ελλάδα να κερδίζει το χρυσό μετάλλιο
Bάσει στοιχείων που δημοσίευσε την περασμένη Πέμπτη το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), προκύπτουν αυξήσεις σε μία σειρά από προϊόντα πρώτης ανάγκης μέχρι της τάξης του 12,98% και μειώσεις μέχρι 6,12%.
Το ΙΕΛΚΑ κάνει λόγο για συγκρατημένη αύξηση τιμών την οποία αποδίδει σε μια σειρά από λόγους, μεταξύ των οποίων στο «αυστηρό θεσμικό πλαίσιο» μέσα στο οποίο λειτουργούν τα σούπερ μάρκετ.
Πιο συγκεκριμένα, από την έρευνα προέκυψαν τα ακόλουθα συμπεράσματα:
1) Η εμφανής συγκράτηση του δείκτη εξέλιξης τιμών αλυσίδων σουπερμάρκετ τον Ιανουάριο 2024 δείχνει ότι ο πληθωρισμός στις αλυσίδες σούπερ μάρκετ είναι της τάξης του 3,00%.
2) Για την κατηγορία των τροφίμων καταγράφεται άνοδος κατά 3,39% τον Ιανουάριο 2024. Όσον αφορά τις κατηγορίες με λοιπά ταχυκίνητα είδη παντοπωλείου μη τροφίμων καταγράφεται πληθωρισμός της τάξης του 0,81%.
3) Μεγαλύτερες μειώσεις τιμών καταγράφονται στις κατηγορίες:
- Χαρτικά, πάνες & σερβιέτες: -6,12%
- Γάλα και χυμοί: -4,15%
- Γιαούρτια και λοιπά γαλακτοκομικά: -4,11%
- Αλλαντικά: -2,11%
- Τυροκομικά: -1,79%
Σημειώνεται ότι στα γαλακτοκομικά, οι μειώσεις που καταγράφονται είναι αποτέλεσμα τόσο της ομαλοποίησης της αγοράς και της μείωσης στις τιμές παραγωγού.
4) Μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται στις κατηγορίες:
- Τροφές και είδη για κατοικίδια: +12.08%
- Νερά και αναψυκτικά: +10,48%
- Φρέσκα φρούτα και λαχανικά: +9,59%
- Έτοιμα γεύματα: +8,20%
- Βρεφικές και παιδικές τροφές: +6,98%
«Άξια» πρωταθλήτρια…
Τον υψηλότερο πληθωρισμό τροφίμων, όχι μόνο μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, αλλά και μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ είχε τον Ιανουάριο η Ελλάδα, με βάση τα πλέον πρόσφατα στοιχεία.
Πιο συγκεκριμένα, ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 8,3% τον Ιανουάριο έναντι 5,4% στην Ευρωζώνη και 5,1% στην ΕΕ, ενώ πολύ υψηλές αυξήσεις τιμών καταγράφηκαν στην Ελλάδα σε ετήσια βάση σε σειρά βασικών ειδών διατροφής. Στο ελαιόλαδο καταγράφηκε αύξηση τιμής τον Ιανουάριο σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2023 κατά 67,4%, η δεύτερη υψηλότερη μετά την Πορτογαλία (69,1%). Στα λαχανικά παρατηρήθηκε η τέταρτη μεγαλύτερη αύξηση στην Ευρωζώνη, 14%, ενώ στα φρούτα καταγράφηκε αύξηση επίσης 14%, η δεύτερη υψηλότερη μετά την Κύπρο (15,3%).
Δεν γλίτωσαν ούτε ψάρια και κρεατικά. Η τιμή του κρέατος στην Ελλάδα αυξήθηκε τον Ιανουάριο σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2023 κατά 6%, που αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη αύξηση στην Ευρωζώνη, ενώ στα ψάρια η αύξηση της τιμής ήταν 7,7%, επίσης η τρίτη υψηλότερη στην Ευρωζώνη.
Δεν βγαίνει ο μήνας για τους ευάλωτους
Αξίζει να σημειωθεί πως ο πληθωρισμός στην κατηγορία των τροφίμων διατηρήθηκε σε πολύ υψηλά επίπεδα και το 2023 (11,6% από 11,7% το 2022), επιβαρύνοντας ιδιαίτερα τον προϋπολογισμό νοικοκυριών που ανήκουν στα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια, καθώς τα «βάρη» των τροφίμων σε αυτά τα νοικοκυριά είναι κατά πολύ υψηλότερα σε σύγκριση με τα νοικοκυριά που ανήκουν σε υψηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια, «καθιστώντας αναγκαίες τις στοχευμένες παρεμβάσεις εκ μέρους των ασκούντων την οικονομική πολιτική», βάσει πρόσφατης ανάλυσης της Eurobank.
Οι κατηγορίες της διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών ήταν εκείνες στις οποίες καταγράφηκαν οι υψηλότερες σωρευτικές αυξήσεις των τιμών την 4ετία 2020-2023, φθάνοντας στο 28,5%, κατά μέσο όρο. Πλήθος βασικών ειδών για την καθημερινή διατροφή των νοικοκυριών παίρνει διαρκώς τον ανήφορο.
Βέβαια για να γίνει αντιληπτή η δυσμενής εικόνα που διαμορφώνεται για τα φτωχότερα νοικοκυριά από τον ατελείωτο εφιάλτη των διαρκών ανατιμήσεων αρκεί να σταθούμε στην περίπτωση του ελαιολάδου. Με την ακρίβεια να ακολουθεί τρελούς ρυθμούς με το πόδι μονίμως στο γκάζι, η τιμή του ελαιολάδου έχει αυξηθεί κατά 135,5% σε μέσο όρο από τον Ιούνιο του 2021 μέχρι και τον Ιανουάριο του 2024. Αλλά δεν είναι μόνο το λάδι καθώς μία σειρά βασικών προϊόντων έχει «ξεφύγει» σε πολύ μεγάλο βαθμό, δυσκολεύοντας ολοένα και περισσότερο τους πολίτες, ιδίως τα φτωχότερα νοικοκυριά που έχουν και τις μεγαλύτερες ανάγκες και δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε μία καθημερινότητα-πατίνι.
Από τα νωπά λαχανικά (+52%) και τα τυριά (+41,5%) μέχρι τα κρέατα +30,7%), τα αυγά (+28,7%) το γιαούρτι (+27,6) και το ψωμί (+33,4%), οι αυξήσεις τιμών υπερκαλύπτουν και νικούν… πανηγυρικά τις όποιες αυξήσεις μισθών με το ταμείον να είναι μείον στο τέλος του μήνα για τα πλέον ευάλωτα νοικοκυριά.
Θυσία στον βωμό της ακρίβειας ένας μισθός
Αν ανοίξουμε την εικόνα βλέπουμε το μέγεθος της ζημιάς από την λαίλαπα της ακρίβειας. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο μέσος ετήσιος μισθός σε σταθερές τιμές, ήτοι μετά τη συμπερίληψη του πληθωρισμού, μειώθηκε από τα 17.220 ευρώ το 2021 σε 16.174 ευρώ το 2022. Η απώλεια λόγω του πληθωρισμού, που έφτασε στο 9,6%, είναι της τάξης των σχεδόν 129 ευρώ ανά μήνα σε ετήσια βάση. Οι απώλειες αυτές οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον πληθωρισμό και τις αυξήσεις των τιμών, καθώς σε τρέχουσες τιμές ο μισθός αυξήθηκε από τα 16.086 ευρώ στα 16.174 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεδομένου ότι σε 14μηνη βάση ο μέσος μισθός σε σταθερές τιμές του 2022 είναι (σύμφωνα με τη μεθοδολογία του ΟΟΣΑ 1.155 ευρώ), προκύπτει πως το 2022 ο μέσος μισθωτός έχασε έναν μισθό λόγω του πληθωρισμού.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.03.2024