Ο 49ος διάπλους του Τορωναίου κόλπου. Τα 29 χιλιόμετρα από την Καλλιθέα της Κασσάνδρας στη Νικήτη της Σιθωνίας. Που πραγματοποιήθηκε στις 13 Ιουλίου. Που στις 7.58 δόθηκε η εκκίνηση για τους 19 κολυμβητές… και που έπειτα από 8 ώρες και 21 λεπτά τερμάτισε ένας… δικός μας άνθρωπος! Ένας full time δικηγόρος, full time οικογενειάρχης, ένας full time επαγγελματίας και τελικά… full time κολυμβητής! Υπό την έννοια που θέλει τον Στρατή Μαυραγάνη να κολυμπάει οκτώ ώρες και 21 λεπτά –μια εργάσιμη μέρα…- για να τερματίσει τον διάπλου του Τορωναίου, αλλιώς το «Άγιο Δισκοπότηρο της Μαραθώνιας Κολύμβησης»…
Ο Στρατής Μαυραγάνης πάντα αγαπούσε τη θάλασσα. Από παιδί κολυμπούσε στις θάλασσες της Λέσβου, από την οποία κατάγεται, και πάντα ήθελε να πιάσει έναν στόχο! Λογικό, καθώς μόνο έτσι μπορεί κάποιος να κατακτήσει από τον Όλυμπο και τον Τορωναίο Κόλπο μέχρι οτιδήποτε στη ζωή του. Έναν στόχο τον οποίο συστηματικά και μεθοδικά τον κατακτάς! Κάπως έτσι συνέβη και με τον ίδιο, ο οποίος ξεκίνησε πιο συστηματικά να κολυμπά το 2012 στο δημοτικό κολυμβητήριο της Καλαμαριάς και στο τμήμα της Μαραθώνιας Κολύμβησης, που προπονεί ο Νικόλας Ρεπανάς. Τότε, θυμάται ο Στρατής Μαυραγάνης, «βγήκα ασθμαίνοντας από την πισίνα έχοντας κολυμπήσει 500 μέτρα σε είκοσι λεπτά…». Τότε δεν σκεφτόταν την περίπτωση του διάπλου. Ο προπονητής του όμως, όπως συμβαίνει με τους αδελφούς Ρεπανά, του πέρασε το… «μικρόβιο» της ενέργειας, του στόχου, του καλώς εννοούμενου αθλητισμού, που βάζει τον αθλούμενο να προσπαθεί για το καλύτερο, για να βελτιωθεί, για να πετύχει το στόχο –όποιος στόχος και να είναι αυτός- για τη συμμετοχή σε αγώνες και για την καλή παρέα καθώς όλα αυτά γίνονται με παρέα και ωραίο δέσιμο!
Από το 2012 όμως στο 2019… Και σε μία προσπάθεια που είχε προπονήσεις τρεις φορές την εβδομάδα – από τις 9.30 μέχρι τις 11.00 το βράδυ – αλλά όχι πάντα λόγω των υποχρεώσεων –επαγγελματικών τε και οικογενειακών– και η οποία τελικά απέδωσε και με τον καλύτερο τρόπο! Γιατί; Διότι από αυτόν τον αγώνα κερδίζει πάντα κάτι αυτός που συμμετέχει. Τι; Είναι ένας αγώνας γεμάτος «πολύ έντονα συναισθήματα, με φοβερή ταχύτητα εναλλαγής τους. Σε αυτές τις 8 ώρες 21 λεπτά ένιωσα ενθουσιασμό και αγάπη για τον κόσμο -κάποια στιγμή μάλιστα νόμιζα πως πετούσα- αισθάνθηκα πάρα πολύ χαρούμενος μέχρι και την απογοήτευση και την απελπισία… Σκέφτηκα «πού έμπλεξα πάλι, γιατί το κάνω αυτό αντί να πίνω καφέ… και φυσικά στο τέλος τρομερή ικανοποίηση και μία ολοκλήρωση, μια πληρότητα επειδή το κατάφερα» ανέφερε ο Στρατής Μαυραγάνης.
Ο διάπλους του Τορωναίου προφανώς και δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πώς προετοιμάστηκε; Σκεπτόμενος πως εκείνη την ημέρα «η δουλειά μου θα είναι το κολύμπι». Το makthes.gr τον ρώτησε πώς πέρασαν αυτές οι ώρες «Πολλές φορές ένιωσα ότι δεν θα τα καταφέρω, σκέφτηκα να ανέβω πάνω στη βάρκα, να πω τα παρατάω όλα, αν όμως το δουλέψεις στο μυαλό σου, μπορείς να το νικήσεις». Στο σημείο αυτό ήρθε στο μυαλό του συνομιλητή μας το βιβλίο «Περί Σφύρας και Αλιάκμονος» του Γιώργου Σκαμπαρδώνη, που ξεκινάει με ένα διήγημα για τον διάπλου του Τορωναίου, στο οποίο αναφέρεται σε έναν κολυμβητή που αισθάνθηκε κι αυτός την απογοήτευση, τη χαρά και τον ενθουσιασμό να εναλλάσσονται σε πολύ γρήγορο ρυθμό. Και αναφέρεται κάπου ήρωας του διηγήματος ότι ο σερ Πίτερ Μάικλ Ριντ, ο κολυμβητής που έχει περάσει 33 φορές τη Μάγχη κι έχει γίνει επίτιμος δημότης στη Νικήτη, πως είχε πει ότι πρέπει πρώτα να περάσεις τον Τορωναίο με το μυαλό σου και μετά να τον κολυμπήσεις».
Συνεχίζοντας, ο Στρατής Μαυραγάνης ανέφερε πως «ο διάπλους ήταν κάτι που δεν είχα στο μυαλό μου. Ήρθε σιγά σιγά με την πρόοδο, με τη συμμετοχή αρχικά σε μικρούς αγώνες και αργότερα σε μεγαλύτερους – εξάλλου, η συμμετοχή στον Τορωναίο προϋποθέτει να έχει τερματίσει κάποιος έναν αγώνα 10 χιλιομέτρων κολύμβησης. Και τελικά είναι τρομερή η αίσθηση να αρπάξεις το «Άγιο δισκοπότηρο της Ελληνικής Μαραθώνιας Κολύμβησης» όπως έγραψε κι ο δημοσιογράφος Αντώνης Ρεπανάς. «Φυσικά για να τα καταφέρεις έχει σημασία και πόσο πολύ το θέλεις. Εμένα η θάλασσα είναι μεγάλη μου αγάπη, ξεκινάει από τα χρόνια μου τα παιδικά στη Λέσβο και τις άγριες, κρύες και ταραχώδεις θάλασσές της. Πάντα μου άρεσε αυτού του είδους η επαφή με το νερό, με τη θάλασσα, με τη φύση, με το γαλάζιο. Και τελικά το κολύμπι στα νερά του Τορωναίου είναι κάτι ξεχωριστό. Είναι το χρώμα τους, το ότι τα έχουμε κολυμπήσει πάρα πολλές φορές ως παραθεριστές. Αλλά το να περάσεις από τη μια άκρη στην άλλη σε αυτό το βαθύ γαλάζιο, σε αυτήν την ηρεμία, σε αυτή την αίσθηση που σου προσφέρει ο Τορωναίος είναι κάτι το μοναδικό νομίζω».
Θα το πρότεινες στα παιδιά σου;
Είναι το όνειρό μου να κολυμπήσω μαζί με τον γιο μου, ο οποίος είναι και αυτός λάτρης του υγρού στοιχείου -παίζει πόλο στον Όμιλο Φίλων Θαλάσσης- κι αν όχι να κολυμπήσουμε μαζί, τουλάχιστον να είμαι κοντά του ως συνοδεία όταν μεγαλώσει λίγο παραπάνω, γιατί τώρα είναι 12 χρόνων. Αυτό είναι ακόμη μεγαλύτερο όνειρο από το να κολυμπήσω εγώ.
Θα πρότεινες σε κάποιον μεγαλύτερο να το κάνει;
Είναι θέμα απόφασης. Για μένα ήταν και κάτι άλλο. Μία προσωπική πορεία προς την ελευθερία, στην απελευθέρωση από τους φόβους μου, από τις ανησυχίες μου για το αν θα καταφέρω. Πολλές φορές είχα διστάσει. Μου λέγανε διάφοροι 'τι πας να κάνεις; Τρελός είσαι; Αυτά δεν είναι για σένα γιατί μπορεί να πάθεις κάτι'. Έσπερναν μέσα μου το σπόρο της αμφιβολίας και του φόβου. Δεν φοβήθηκα τόσο κατά τη διάρκειαόσο πριν.
Αισθάνθηκες το «μαύρο τείχος» που αισθάνονται οι μαραθωνοδρόμοι στο 35ο - 38ο χιλιόμετρο;
Ναι… εκεί στη Μεσαριά, που λέμε, δηλαδή στη μέση περίπου του Τορωναίου και χρονικά γύρω στις τέσσερις ώρες κολύμβησης. Είχα πάει αρκετά γρήγορα –ήταν η συμβουλή του Νικόλα που είχε πει πως πρέπει να κολυμπήσω γρήγορα τις πρώτες ώρες, να έχω περάσει στο τετράωρο τη Μεσαριά. Πράγματι το κατάφερα –ήμουν στις τρεις ώρες και 55 λεπτά στη μέση, στα 13 χιλιόμετρα. Εκεί κάπου άρχισα να κουράζομαι και ένιωσα ότι δεν προχωράω. Είχε αρχίσει κιόλας να φρεσκάρει λίγο ο καιρός και είχε μικρά κυματάκια, τα οποία έγιναν πολύ μεγάλα αργότερα… Γιατί μετά τις 12.00 είχαμε 4-5 Μποφόρ... Εκεί νόμιζα ότι δεν προχωρούσα. Ότι κολυμπούσα, αλλά έμενα στο ίδιο σημείο. Το ξεπέρασα με τη βοήθεια των συνοδών μου, τη Σοφία Μουζάκη και τον Βασίλη Τζίκα. Είναι πάρα πολύ σημαντικό σε αυτόν τον αγώνα να έχεις συνοδούς που έχουν περάσει αντίστοιχες εμπειρίες, που τους εμπιστεύεσαι. Που έχεις κολυμπήσει μαζί και νιώθεις ασφάλεια μαζί τους. Μου είπαν 'δεν πειράζει που κουράστηκες, συνέχισε να κολυμπάς, έχεις πάει πολύ καλά μέχρι στιγμής και αυτό με ηρέμησε'. Και μετά από αυτό έκανε ένα κλικ το μυαλό και άρχισα να κολυμπάω κανονικά πήρα πάλι τον ρυθμό μου».
Και κάπως έτσι ολοκληρώθηκε ένας αγώνας ο οποίος άφησε ενθουσιασμό, πληρότητα, ικανοποίηση στον Στρατή Μαυραγάνη. Σε ό,τι δεν αφορά τη συνέχεια… Αν θα είναι το πέρασμα του στενού του Γιβραλτάρ ή της Μάγχης… Κάτι θα μπει ως στόχος αν και προς το παρόν είναι υπό σκέψη.