Χρονιά - ορόσημο είναι το 2021 για την ελληνική οικονομία, με κυβέρνηση και επιχειρήσεις να αναμένουν να καλυφθεί ένα μεγάλο μέρος της χασούρας του 2020. Η ταχεία ανάρρωση της βαθιά τραυματισμένης πραγματικής οικονομίας εξαρτάται άμεσα από την επιτυχή και έγκαιρη ολοκλήρωση του εμβολιασμού, η πορεία ωστόσο μέχρι τον Απρίλιο, που προσδοκάται να έχει αρχίσει μία αποκλιμάκωση της πανδημίας, είναι γεμάτη νάρκες, παγίδες και ρίσκα τα οποία μπορούν να ανατρέψουν τα πάντα.
Η πρόκληση
Κεντρικός στόχος του οικονομικού επιτελείου είναι να επιτευχθεί η αναθέρμανση της οικονομικής δραστηριότητας (σε αυτή την κατεύθυνση στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί μέτρα στήριξης 7,5 δισ. ευρώ), χωρίς να απειληθεί περαιτέρω η δημοσιονομική σταθερότητα. Με το πρωτογενές έλλειμμα φέτος να προβλέπεται να κινηθεί κοντά στο 7%, αν το 2021 δεν επανέλθει περίπου στο 4%, η χώρα θα το βρει μπροστά της τα επόμενα χρόνια.
Οι δαπάνες υπολογίζεται να μείνουν αμετάβλητες στα 67,2 δισ. ευρώ, ενώ άγνωστο παραμένει αν θα χρειαστούν και νέες παρεμβάσεις στήριξης. Ο προϋπολογισμός έχει μαξιλάρι ύψους 3 δισ. ευρώ, για την κάλυψη έκτακτων αναγκών. Οι ισορροπίες είναι λεπτές, από τη μία απαιτείται να πέσει χρήμα για να επιβιώσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, από την άλλη τα κεφάλαια δεν είναι απεριόριστα.
Η πορεία του κορονοϊού και η ταχύτητα με την οποία θα τεθεί υπό έλεγχο θα κρίνει τα πάντα. Από τις διαθέσεις της COVID επηρεάζονται άμεσα κατανάλωση, τουρισμός, εξαγωγές και ξεπάγωμα επενδυτικών σχεδίων. Αν ενισχυθεί η ζήτηση στην αγορά και οι πολίτες αρχίσουν να ταξιδεύουν ξανά οι βασικοί πυλώνες και τροφοδότες ανάπτυξης της οικονομίας (τουρισμός και κατανάλωση), θα είναι σε θέση να της δώσουν και πάλι την αναγκαία ώθηση που χρειάζεται για να βγει από το υφεσιακό τούνελ.
Το στοίχημα
Παράλληλα, η δυναμική ανάκαμψη των εξαγωγών (οι οποίες κρατήθηκαν όρθιες σε μία δυσμενέστατη συγκυρία, καταγράφοντας ελάχιστες απώλειες) σε συνδυασμό με νέες επενδύσεις και την αποτελεσματική αξιοποίηση των πρώτων κεφαλαίων που θα εισρεύσουν από το ταμείο ανάκαμψης, μπορούν να πυροδοτήσουν μία αναπτυξιακή έκρηξη, ικανή να επουλώσει τις πληγές της πανδημίας, ανορθώνοντας τη χώρα.
Η Ελλάδα με τους πόρους του ταμείου έχει μία ανεπανάληπτη ευκαιρία να αφήσει πίσω της τις εποχές της «μιζέριας» και της στασιμότητας των μνημονίων και με την προώθηση ενός συνεκτικού και κοστολογημένου σχεδίου μετασχηματισμού που θα βασίζεται στην προώθηση μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας, να αλλάξει οριστικά σελίδα.
Ο γρίφος
Βασικό ζητούμενο για το ΥΠΟΙΚ είναι να επιτύχει το νέο έτος, ρυθμό ανάπτυξης, όπως καταγράφεται στον προϋπολογισμό, 4,8%, ήτοι μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 8,1 δισ. ευρώ (να διαμορφωθεί δηλαδή στα 171,9 δισ. ευρώ), έπειτα από την τρομακτική βουτιά περίπου 18 δισ. ευρώ που προβλέπεται να σημειώσει φέτος (από 180 σε 162,8 δισ. ευρώ). Η ύφεση φέτος, με συντηρητικές εκτιμήσεις, υπολογίζεται σε 10,5%, με την αγορά «σφραγισμένη» ωστόσο και τον Δεκέμβρη, δεν αποκλείεται να ξεφύγει πάνω από αυτό το νούμερο…
Οι υποθέσεις αυτές είναι πολύ υψηλού ρίσκου, την ώρα που ο κορονοϊός δεν δείχνει σοβαρές τάσεις υποχώρησης. Την ίδια στιγμή, η ένταση, το μέγεθος και η διάρκεια των παρενεργειών της COVID στο σώμα της πραγματικής οικονομίας δεν είναι δυνατόν ακόμα να εκτιμηθούν με ακρίβεια, μόνο σενάρια μπορούμε να κάνουμε. Μέσα σε ένα περιβάλλον που θυμίζει κινούμενη άμμο, είναι πολύ πιθανόν να πέσουν έξω.
Οι παγίδες
H παράταση του lockdown στο μεγαλύτερο μέρος του λιανεμπορίου και την εστίαση, αν και απολύτως αναγκαία βάσει των επιδημιολογικών δεδομένων, προκαλεί έντονο προβληματισμό για τις επιπτώσεις και στους κλάδους αυτούς καθ’ αυτούς αλλά και στα έσοδα του κράτους.
Η πολύ μεγαλύτερη διάρκεια του δεύτερου lockdown ιδίως σε ό,τι αφορά την εστίαση ενδέχεται να φέρει τον κλάδο αντιμέτωπο με τσουνάμι λουκέτων, με πολλές επιχειρήσεις να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στο «βουνό» των υποχρεώσεων. Ταυτόχρονα και οι εργαζόμενοι, θα βρεθούν επί ξύλου κρεμάμενοι.
Ο όγκος των νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών (υπερβαίνουν τα 106 δισ. ευρώ με αυξητικές τάσεις) και οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις που βρίσκονται σε αναστολή χτυπούν ηχηρές καμπάνες κινδύνου, προδιαγράφοντας τα τεράστια προβλήματα με τα οποία θα τεθεί αντιμέτωπη η πραγματική οικονομία, μετά το τέλος της υγειονομικής περιπέτειας. Υπερχρέωση, λουκέτα και αύξηση της ανεργίας δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα που απειλεί την κοινωνική συνοχή.
Ο δρόμος της επιστροφής στην κανονικότητα θα είναι μακρύς, δύσβατος με τους κινδύνους να καραδοκούν σε κάθε στροφή.
Ανάσα από την επιστρεπτέα
Με τις πόρτες του τραπεζικού συστήματος ερμητικά κλειστές, οι επιχειρήσεις εστίασης συμμετείχαν σε μεγάλο βαθμό στον τελευταίο, 4ο κύκλο της επιστρεπτέας προκαταβολής. Ο τελευταίος κύκλος ξεπέρασε τα 2 δισ. ευρώ (υπολογίζεται ότι θα φτάσει τα 2,1 δισ. ευρώ), έναντι προϋπολογισμού 1,2 δισ. ευρώ. Συνολικά, το μέτρο της επιστρεπτέας προκαταβολής διοχέτευσε στην αγορά μέχρι στιγμής 5,5 δισ. ευρώ. Κατά την πηγή, συνολικά ενισχύθηκε το 60% των επιχειρήσεων. Κατά μέσον όρο οι επωφελούμενοι εισέπραξαν 7.500 - 8.000 ευρώ, ενώ τα νομικά πρόσωπα έφτασαν τα 18.000 ευρώ.
Στο υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζουν ήδη τον 5ο κύκλο της επιστρεπτέας προκαταβολής, ο οποίος θα προκηρυχθεί τον Ιανουάριο, με προϋπολογισμό που εκτιμάται ότι θα κινηθεί μεταξύ 1 και 1,5 δισ. ευρώ.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Δεκεμβρίου 2020