Ωστόσο, όπως ενημερώνει το ευρωπαϊκό δικαστήριο, στις 20 Οκτωβρίου, κατόπιν κοινής επιχείρησης επαναπατρισμού μεταξύ του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (‘’Frontex’’) και της Ελλάδας, οι ενάγοντες επέστρεψαν στην Τουρκία και πλέον διαμένουν στο Ιράκ.
Τον Ιανουάριο 2017, οι ενάγοντες υπέβαλαν την πρώτη καταγγελία στον υπεύθυνο Προστασίας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Frontex σχετικά με την επανεισδοχή τους στην Τουρκία μετά την επιχείρηση επιστροφής τους στις 20 Οκτωβρίου. Αυτή κρίθηκε παραδεκτή και προωθήθηκε στον Εκτελεστικό Διευθυντή της Frontex και στον Συνήγορο του Πολίτη. Κατόπιν, η Frontex τους ενημέρωσε ότι η καταγγελία τους είχε μεταφερθεί στην Ελληνική Αστυνομία, διότι ο Συνήγορος του Πολίτη δεν είχε εντολή να την εξετάσει.
Οι ενάγοντες έχουν υποβάλει, επίσης, καταγγελία κατά της Ελλάδας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), η οποία εκκρεμεί.
Τον Ιούλιο 2018, οι ενάγοντες υπέβαλαν δεύτερη καταγγελία εναντίον της Frontex σχετικά με τον χειρισμό της πρώτης καταγγελίας, η οποία έγινε δεκτή από τον υπεύθυνο Προστασίας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Frontex και ο οποίος τους είχε ενημερώσει για τα μέτρα που ελήφθησαν σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές για τον χειρισμό της πρώτης καταγγελίας
Αναλυτικά η ανακοίνωση του δικαστηρίου:
«Δικαίωμα ασύλου – Αρχή της μη επαναπροώθησης»
Οι ενάγοντες είναι Σύριοι υπήκοοι που έφτασαν στο νησί της Μήλου σε μία ομάδα 114 προσφύγων, στις 9 Οκτωβρίου 2016. Στις 14 Οκτωβρίου, οι ενάγοντες και άλλοι 85 πρόσφυγες μεταφέρθηκαν στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης Λέρου (ΚΥΤ), όπου δήλωσαν ότι ενδιαφέρονται για υποβολή αίτησης διεθνούς προστασίας. Στις 20 Οκτωβρίου, κατόπιν κοινής επιχείρησης επαναπατρισμού μεταξύ του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (‘’Frontex’’) και της Ελλάδας, οι ενάγοντες επέστρεψαν στην Τουρκία και πλέον διαμένουν στο Ιράκ.
Τον Ιανουάριο 2017, οι ενάγοντες υπέβαλαν την πρώτη καταγγελία στον Υπεύθυνο Προστασίας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Frontex σχετικά με την επανεισδοχή τους στην Τουρκία μετά την επιχείρηση επιστροφής τους στις 20 Οκτωβρίου. Αυτή κρίθηκε παραδεκτή και προωθήθηκε στον Εκτελεστικό Διευθυντή της Frontex και στον Συνήγορο του Πολίτη. Κατόπιν, η Frontex τους ενημέρωσε ότι η καταγγελία τους είχε μεταφερθεί στην Ελληνική Αστυνομία, διότι ο Συνήγορος του Πολίτη δεν είχε εντολή να την εξετάσει.
Οι ενάγοντες έχουν υποβάλει, επίσης, καταγγελία κατά της Ελλάδας ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), η οποία εκκρεμεί.
Τον Ιούλιο 2018, οι ενάγοντες υπέβαλαν δεύτερη καταγγελία εναντίον του Frontex σχετικά με τον χειρισμό της πρώτης καταγγελίας, η οποία έγινε δεκτή από τον Υπεύθυνο Προστασίας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Frontex και ο οποίος τους είχε ενημερώσει για τα μέτρα που ελήφθησαν σε συνεργασία με τις ελληνικές αρχές για τον χειρισμό της πρώτης καταγγελίας. Τον Νοέμβριο 2018, ο τελευταίος τους ενημέρωσε ότι ο Frontex ανέμενε το πόρισμα της εσωτερικής έρευνας της Ελληνικής Αστυνομίας ως προς την πρώτη καταγγελία. ‘Έναν χρόνο μετά, ο υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων τους πληροφόρησε ότι η Ελ. Αστυνομία είχε περατώσει την εν λόγω έρευνα και είχε αποφασίσει να μη δημοσιοποιήσει την αναφορά της διεξαχθείσας εσωτερικής έρευνας, λόγω απορρήτου.
Στις 6 Οκτωβρίου 2020, ο υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων έστειλε στους ενάγοντες την τελική του έκθεση σχετικά με τις καταγγελίες και περάτωσε τη διαδικασία καταγγελίας. Κατόπιν, οι τελευταίοι έστειλαν μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον Υπεύθυνο Θεμελιωδών Δικαιωμάτων επισημαίνοντας ότι η τελική έκθεση δεν αναφερόταν στον ρόλο της Frontex στην επιχείρηση επιστροφής τους ή στη δεύτερη καταγγελία που υποβλήθηκε κατά της Frontex. Τέλος, στις 13 Οκτωβρίου 2020, απαντώντας σε αυτό το μήνυμα, ο υπεύθυνος Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ενημέρωσε τους ενάγοντες ότι η Frontex είχε συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του σχετικά με τον χειρισμό των καταγγελιών τους.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, οι ενάγοντες κατέθεσαν αγωγή στο ΓΔΕΕ και ζήτησαν:
· να διαπιστώσει ότι η Frontex ευθύνεται για τη ζημία που προκάλεσε στους ενάγοντες,
· να τον υποχρεώσει να πληρώσει αποζημίωση στους ενάγοντες ποσού 96 212.55 ευρώ για την υλική ζημία που υπέστησαν πλέον τόκου και 40 000 ευρώ για μη υλική ζημία πλέον τόκου,
· να τον καταδικάσει στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν οι ενάγοντες σε σχέση με την παρούσα δικαστική διαδικασία πλέον τόκων,
· να τον υποχρεώσει να καταβάλει τα ως άνω ποσά εντός δύο εβδομάδων από την έκδοση της αποφάσεώς του πλέον τόκων για κάθε ημέρα καθυστέρησης της καταβολής.
Προς στήριξη της αγωγής τους, οι ενάγοντες προβάλλουν ότι η Frontex:
1. δεν προέβη σε αξιολόγηση κινδύνου,
2. δεν έλαβε μέτρα τα οποία θα αναμένονταν ευλόγως να μειώσουν τον κίνδυνο σοβαρής προσβολής θεμελιωδών δικαιωμάτων,
3. παρέλειψε να καταρτίσει (αρκούντως λεπτομερές) επιχειρησιακό σχέδιο,
4. διεξήγαγε την επιχείρηση επιστροφής κατά τρόπο που δεν ήταν εφικτή ούτε η καταγραφή ούτε η επισήμανση των προσβολών θεμελιωδών δικαιωμάτων,
5. δεν έλαβε κανένα μέτρο ως απάντηση στις πρόδηλες παραβάσεις του άρθρων 1, 4 και 24 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ,
6. δεν διασφάλισε αποτελεσματική παρακολούθηση των κοινών επιχειρήσεων επιστροφής,
7. δεν προέβη σε αξιολόγηση της επιχειρήσεως επιστροφής,
8. δεν προέβη σε δέουσα εξέταση της καταγγελίας που υπέβαλαν οι ενάγοντες στο πλαίσιο του μηχανισμού υποβολής ατομικών καταγγελιών.