Προτίμησε να μην μπει στο γήπεδο
H κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι έκανε μεταρρυθμίσεις. Μπερδεύει λίγο τις μεταρρυθμίσεις με τις παροχές. Δεν είναι μεταρρύθμιση το επίδομα γέννας, η μείωση του ΕΝΦΙΑ και των φορολογικών συντελεστών ή οι προσλήψεις 1.500 ειδικών φρουρών. Και από αυτές που είναι όντως μεταρρυθμίσεις, σχεδόν όλες είναι ανώδυνες. Η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου και η επανασύσταση της ομάδας «Δίας» δεν θέτουν σε κίνδυνο τις σχέσεις με τους ψηφοφόρους ή τους δυνητικούς ψηφοφόρους της. Αντιθέτως την ενισχύουν. Και με αυτόν τον τρόπο βγάζει την υποχρέωση των δύσκολων μεταρρυθμίσεων, από τις οποίες θα κριθεί και η πολιτική της αποφασιστικότητα. Όπως, για παράδειγμα, την αξιολόγηση στο δημόσιο. Η οποία είχε αποτελέσει προεκλογική της εξαγγελία, έστω και σε ultra soft μορφή. Αξιολόγηση χωρίς συνέπειες.
Βεβαίως, κανένας δεν έπεσε από τα σύννεφα ακούγοντας από την υπουργό Παιδείας ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών μένει για αργότερα. Στρεβλώσεις δεκαετιών και κατανάλωση ληγμένης ιδεολογικής τροφής διαμόρφωσαν μία κοινωνία, η οποία αισθάνεται ότι έχει μόνο δικαιώματα, όχι υποχρεώσεις. Το δημόσιο αποτελεί τον κατ’ εξοχήν προνομιακό χώρο, όπου δεσπόζει αυτή η αντίληψη. Ο μισθός πρέπει να προκαταβάλλεται κάθε 13 και 27 του μηνός, αλλά κανένας δεν επιτρέπεται να ελέγχει την ποιότητα της δουλειάς σου. Δουλεύεις ή κοροϊδεύεις την κοινωνία, ενημερώνεσαι για το διδακτικό σου αντικείμενο ή έμεινες σε όσα έμαθες πριν από τριάντα χρόνια στο πανεπιστήμιο του «δημοκρατικού πέντε», είναι το ίδιο και το αυτό. Ακόμη χειρότερα, στη δημόσια εκπαίδευση μπορείς να μπαίνεις στην τάξη με προβλήματα αρμοδιότητος ψυχιάτρου, να το ξέρουν μαθητές, γονείς, σύλλογος διδασκόντων, ο κόσμος όλος και κανένας να μην μπορεί να επέμβει. Και αν κάποιος λυκειάρχης προτείνει και κάποιος διευθυντής Εκπαίδευσης σε βάλει σε κάποιο γραφείο χωρίς τη συγκατάθεσή σου, θα βρουν τον μπελά τους.
Είναι ανήθικο να πληρώνεσαι με χρήμα των φορολογουμένων αλλά να αρνείσαι να αξιολογηθείς. Ακόμη πιο ανήθικο είναι να επενδύεις την άρνηση με ιδεολογικά επιχειρήματα. Ο συνδικαλισμός στο δημόσιο δεν αρνείται κάποια συγκεκριμένη πρόταση αξιολόγησης. Δεν λέει «δεν μας αρέσει αυτή η μέθοδος, να βρούμε κάποιαν άλλη». Να βάλουμε κάτω όλα τα συστήματα που εφαρμόζονται στον πολιτισμένο κόσμο και κάπου να συμφωνήσουμε. Η θέση του είναι «όχι στην αξιολόγηση - χειραγώγηση». Νιώθει τόσο ισχυρός, όχι μόνο έναντι των μελών του αλλά και έναντι της χωρίς αντανακλαστικά κοινωνίας, ώστε δεν προσπαθεί καν να υπεκφύγει. Προφανές είναι ποιος πλήττεται από αυτήν την πολτοποίηση. Πλήττονται οι φιλότιμοι εκπαιδευτικοί που ασφυκτιούν και συχνά απολογούνται για τις ευθύνες άλλων. Πλήττονται οι νέοι άνθρωποι που τελείωσαν καθηγητικές σχολές με άριστα, που βράζει το αίμα τους να μπουν στην τάξη και να κάνουν θαύματα, αλλά μένουν εκτός της δημόσιας εκπαίδευσης, επειδή θεωρείται κεκτημένο δικαίωμα ότι άπαξ και κάποτε διορίστηκες, και μάλιστα με την επετηρίδα, εξασφάλισες και τη σύνταξη. Πολύ δε περισσότερο πλήττεται το δημόσιο σχολείο. Για το οποίο όλοι κόπτονται, αλλά ελάχιστοι ενδιαφέρονται. Και, πάντως, όχι η ΟΛΜΕ, για την οποία η έννοια του δημόσιου σχολείου αρχίζει και τελειώνει εκεί όπου οριοθετούνται τα συμφέροντα των μελών της.
Για το συνδικαλισμό των εκπαιδευτικών και μόνο η σκέψη κάποιας αξιολόγησης αποτελεί αιτία πολέμου. Ανεξαιρέτως! Από τη ΔΑΚΕ της Νέας Δημοκρατίας μέχρι την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που στις εκλογές των δασκάλων έχει δεκαπέντε φορές υψηλότερο ποσοστό από το αντίστοιχο πανελλαδικό της (γιατί οι δάσκαλοι είναι ιδιαιτέρως οργισμένοι με το παλιό πολιτικό σύστημα), οι θέσεις είναι μια κοψιά. Και προκειμένου να τα βάλει με αυτόν το συνδικαλισμό η κυβέρνηση, προτίμησε να μην μπει καν στο γήπεδο. Στο ποδόσφαιρο αυτό λέγεται 0-2 άνευ αγώνος.
*Δημοσιεύθηκε στης "ΜτΚ" στις 16 Φεβρουαρίου 2020