Ποια είναι η δική σας σχέση με τον συγγραφέα;
Τον ήξερα περισσότερο από το σινεμά και την ταινία. Όταν αποφάσισα να παίξω το συγκεκριμένο ρόλο, διάβασα το μυθιστόρημα και διάφορα άλλα έργα του. Αν πιάσεις ένα βιβλίο του, δεν το αφήνεις εύκολα, σε κερδίζει. Οι ιστορίες του σε κρατάνε. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει φανατικούς αναγνώστες.
Υποδύεστε έναν κόντρα σ’ εσάς ρόλο. Πώς λειτουργεί όλο αυτό;
Πράγματι, ο χαρακτήρας αυτός είναι αντίθετος στο δικό μου κι αυτό είναι ενδιαφέρον και με κέντρισε από την αρχή. Ήταν μία μεγάλη πρόκληση. Η ηρωίδα είναι νεότερη, πιο γραμμωμένη, πολύ δυνατή σωματικά, όπως γράφει κι ο Κινγκ. Δεν έχω τέτοιο σωματότυπο. Αυτό όμως δεν είναι το κύριο ενδιαφέρον του χαρακτήρα. Όταν ο συγγραφέας έγραψε το συγκεκριμένο έργο, περνούσε μία προσωπική κρίση. Ήθελε να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό. Έτσι γεννήθηκε η Άνι Γουίλκς, ένας άγγελος - σωτήρας. Αγαπάει και θαυμάζει τόσο πολύ ως αφοσιωμένη θαυμάστρια το συγγραφέα Πολ Σέλντον, που τελικά μεταβάλλεται σε δαίμονά του.
Η αγάπη, το μίσος, η καταπίεση πόσο κοντινές έννοιες είναι;
Είναι πολύ κοντινές στις παθιασμένες σχέσεις. Εδώ όμως τα όρια ξεπερνιούνται, γιατί συναντούμε μία παθολογική κατάσταση, μία ψύχωση που φτάνει σε ακραία μορφή. Γίνεται δηλαδή βασανισμός, εγκλεισμός…
Για το ρόλο της στην ταινία η Κάθι Μπέιτς κέρδισε Όσκαρ. Πόσο εύκολο είναι μια επιτυχημένη ταινία να γίνει και επιτυχημένη παράσταση;
Δεν είναι εύκολο, αλλά στη δική μας περίπτωση υπάρχει η χρονική απόσταση. Δεν είδα ξανά το φιλμ, παρά μόνο κάποια στιγμή όταν είχαν ήδη προχωρήσει πολύ οι πρόβες. Επίσης, σε άλλες βάσεις στηρίζεται το σινεμά και άλλους τρόπους έχει το μυθιστόρημα ή το θεατρικό κείμενο. Τα εξωτερικά πλάνα, ο φακός έχουν άλλη λογική. Στη δική μας παράσταση επιλέξαμε η Άνι Γουίλκς να μην είναι μια σίριαλ killer, αλλά η γυναίκα της διπλανής πόρτας που δεν την πιάνει το μάτι σου, δεν εντυπωσιάζεσαι μαζί της.
Θα σκεφτόσασταν ποτέ να αφήσετε το θέατρο;
Όσο υπάρχει το «δόλωμα» που είναι κάποια συνεργασία, ένας ρόλος, ένας συνδυασμός πραγμάτων, μια πρόταση, δεν θα το αφήσω. Αν και οι συνθήκες είναι πάρα πολύ δύσκολες και συχνά φτάνει κανείς στο σημείο να αναρωτιέται αν πρέπει να δουλεύει ή να μη χάνει τη σύνταξή του. Θέλω να δουλεύω, γιατί αυτό με κρατάει. Απλώς στην εποχή μας δεν υπάρχουν πάντα οι όροι και οι προϋποθέσεις, για να συμβεί αυτό.
Ενώ παλιότερα υπήρχαν;
Στο περιβάλλον του Κουν που μεγάλωσα αισθανόμασταν μια σιγουριά. Βέβαια τα πράγματα ήταν πολύ μαζεμένα οικονομικά. Είχα το προνόμιο όμως να έχω ένα σπίτι που μπορούσε να με υποστηρίξει. Τότε πολλοί έφευγαν για να κάνουν ραδιόφωνο, σινεμά γιατί είχαν ανάγκες και δεν μπορούσαν να καλυφθούν από τις οικονομικές απολαβές του θεάτρου. Είχες ένα μικρό εισόδημα αλλά σε ένοιαζε να δουλεύεις, να δοκιμάζεις πολύ διαφορετικά πράγματα. Αργότερα, όταν έφυγε ο Κουν, είχα συνεργασίες και με άλλους ανθρώπους. Βλέπω όμως ότι τα τελευταία χρόνια γίνεται χαμός.
Μέσα σ’ αυτόν τι θα συμβουλεύατε τους νέους που θέλουν να ασχοληθούν με το θέατρο;
Δεν δίνω συμβουλές, αλλά όταν βλέπω ότι κάποιος θέλει πολύ κάτι, τον προτρέπω να το παλέψει. Δεν θα αποθάρρυνα ποτέ ένα νέο παιδί.
Πώς βλέπετε όλα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα;
Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξη. Όταν πήρα τη σύνταξή μου, θεωρούσα ότι θα μπορούσα να έχω μια ποιότητα ζωής. Ποτέ δεν ήμουν της κατανάλωσης, αλλά κάποιες φορές μπορεί να θες και κάτι παραπάνω. Όταν δεν μπορείς να το έχεις, αναρωτιέσαι τι γίνεται σ’ αυτήν τη χώρα ή μ’ αυτούς που μας κυβερνούν. Και βλέπεις παντού την κρίση, όχι μόνο την οικονομική, αλλά την ουσιαστική.
Infο
Θέατρο Αυλαία
24 - 28 Σεπτεμβρίου στις 9 μ.μ.
Σκηνοθεσία: Τάκης Τζαμαργιάς