Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, σε αποκλειστική συνέντευξη στη γαλλική εφημερίδα «Liberation», χαιρετίζει το ενιαίο μέτωπο που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει διατηρήσει στο Ουκρανικό και θεωρεί ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να παραδώσουν τον στρατιωτικό εξοπλισμό που είναι απαραίτητος για την εκδίωξη των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία, ενώ καλεί επίσης την ΕΕ «να ανοίξει τα μάτια της στον αμερικανικό προστατευτισμό και να λάβει μέτρα για την καταπολέμησή του».
Κατά τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ουκρανία δεν μπορεί να αποδεχθεί την απώλεια μεγάλου μέρους του εδάφους της, ενώ απαντώντας στην ερώτηση αν είναι υπέρ της παράδοσης πολεμικών αεροσκαφών, αναφέρει ότι εναπόκειται στα ευρωπαϊκά κράτη να λάβουν τις αποφάσεις. Υποστηρίζει ότι χρειάζεται αναβάθμιση της βοήθειας, Ο Μισέλ χαρακτηρίζει «πιστοποιητικό γέννησης της ευρωπαϊκής άμυνας», το γεγονός, ότι μετά την εισβολή της Ρωσίας, στις 24 Φεβρουαρίου, ακόμη και οι ουδέτερες χώρες τάχθηκαν υπέρ της παράδοσης οπλισμού στην Ουκρανία. Επισημαίνει επίσης ότι ο Πούτιν αναφορικά με του Ουκρανικό έκανε λάθος εκτιμήσεις:«Στην αρχή πίστευε ότι η Ουκρανία θα κατέρρεε, αλλά εκείνη αντιστάθηκε και η εθνική της συνείδηση έγινε πιο δυνατή από ποτέ. Πίστευε ότι η ΕΕ θα διαλυόταν, έγινε το αντίθετο. Τελικά, ενώ ήθελε να αποδυναμώσει το ΝΑΤΟ, κατάφερε να ενισχύσει τον δεσμό μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης όσο ποτέ άλλοτε.»
Ως προς το αν η υιοθέτηση του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA) από τις Ηνωμένες Πολιτείες κινδυνεύει να αποδυναμώσει το δυτικό μέτωπο έναντι της Ρωσίας, παραδέχεται ότι αρχικά τα κράτη μέλη δεν είχαν ομόφωνη αντίδραση, επισημαίνοντας ωστόσο τη συμφωνία στη σύνοδο κορυφής της 9ης Φεβρουαρίου, ως προς την παρουσίαση ενός σχεδίου αντίδρασης. Δέχεται ότι ο IRA περιέχει στοιχεία προστατευτισμού, που είναι επικίνδυνα για τις οικονομίες των χωρών της ΕΕ, εξ ου, όπως τονίζει, και η απόφαση για ένα είδος ευρωπαϊκού IRA, απελευθερώνοντας το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων. «Σε αντάλλαγμα αυτής της εθνικής βοήθειας, θέλουμε να κινητοποιήσουμε τα δημοσιονομικά μέσα της ΕΕ που δεν έχουν ακόμη χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να βοηθήσουμε τις χώρες που δεν μπορούν να επιδοτούν τις εταιρείες τους», τονίζει και προσθέτει: «Θα εργαστούμε σε άλλους μοχλούς, ιδίως προωθώντας τη χρήση του ιδιωτικού κεφαλαίου όπου χρειάζεται, πράγμα που σημαίνει επιτέλους ολοκλήρωση της ένωσης κεφαλαιαγορών, της αχιλλείου πτέρνας μας σε σύγκριση με τους Αμερικανούς.»
Ως προς τον κίνδυνο, με την ευρεία έγκριση των κρατικών ενισχύσεων, να ευνοηθούν εταιρείες σε χώρες που έχουν τα μέσα να τις επιδοτήσουν, ιδίως στη Γερμανία, και αυτό να οδηγήσει σε κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς, αναφέρει ότι «αυτό είναι ένα κεντρικό ερώτημα και η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει ότι αυτό το νέο καθεστώς είναι προσωρινό, στοχευμένο και κυρίως δεν θέτει σε κίνδυνο την εσωτερική αγορά», αποφεύγοντας τη δημιουργία επιζήμιου ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών και δημιουργώντας παράλληλα τις προϋποθέσεις για θεμιτό ανταγωνισμό με τρίτες χώρες.