«Ξεναγός» μας για αυτήν την εβδομάδα ο Γιώργος Τσολάκης, που μιλά για τις πόλεις που έζησε, το Λονδίνο, την Οξφόρδη και το Σαουθάμπτον, και τους λόγους που τον κάνουν να μη σκέφτεται την επιστροφή του στην Ελλάδα -παρότι του λείπει ο ήλιος και δεν μπορεί έπειτα από δέκα χρόνια να συνηθίσει την αγγλική κουζίνα.
«Αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα το 1993, για να σπουδάσω πληροφορική. Με δέχτηκαν τέσσερα πανεπιστήμια στην Αγγλία και διάλεξα το Brunel University για δύο λόγους. Ο πρώτος ήταν ότι εκεί αναφερόταν ως Professor ο Igor Alexander, που θεωρούνταν και θεωρείται ακόμα ένας από τους πρωτοπόρους στα νευρωνικά δίκτυα και την τεχνητή νοημοσύνη. Ο δεύτερος ότι το πανεπιστήμιο είχε πολύ καλό πρόγραμμα σε ό,τι αφορά την εργασιακή απασχόληση των φοιτητών του.
Το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση όταν ήρθα στην Αγγλία ήταν η ομοιογένεια των σπιτιών και η έλλειψη «τετραγώνων». Αρχικά είχα σοβαρό πρόβλημα να προσανατολιστώ, αλλά με τον καιρό συνήθισα. Επίσης η ευγένεια του κόσμου. Ως Έλληνες, εκείνα τα χρόνια δεν λέγαμε συχνά «παρακαλώ». Εδώ ήταν σχεδόν υποχρεωτικό!
Στην αρχή, που ακόμη ανακάλυπτα το Λονδίνο, μου άρεσε να πηγαίνω με τον υπόγειο σε διάφορα μέρη του. Ως πόλη έχει σχεδόν τα πάντα. Μετά από καιρό άρχισε να με κουράζει η πολυκοσμία.
Όταν μετακόμισα στην Οξφόρδη, την ερωτεύτηκα. Είναι για μένα η τέλεια πόλη. Ούτε μικρή ούτε μεγάλη. Μπορείς να μείνεις σε ένα παραδοσιακό γραφικό μεσαιωνικό χωριό στα περίχωρά της και παράλληλα να βγαίνεις στο κέντρο της και να γνωρίζεις νέους ανθρώπους από όλον τον κόσμο. Είναι μια πόλη στην οποία ξαναγυρίζω με κάθε ευκαιρία.
Όταν έρχονται οι φίλοι μου από Ελλάδα, συνήθως τους πηγαίνω στο Salisbury, που έχει καθεδρικό ναό και πιο δίπλα το Stonehenge. Από την άλλη, η φυσική ομορφιά της επαρχίας της Αγγλίας είναι αξιοθέατο από μόνη της, κυρίως την άνοιξη. Σε ένα από τα σπίτια όπου έμενα πριν από περίπου οκτώ χρόνια, είχα συχνά επισκέψεις από ελάφια στον κήπο μου, ενώ στο τωρινό σπίτι μου στο West End του Σαουθάμπτον έρχονται αλεπούδες, ασβοί και ένα σωρό παράξενα πουλιά καθώς και σκίουροι από τα δίπλα δέντρα.
Ως Έλληνας ήταν δύσκολο να συνηθίσω την αγγλική κουζίνα. Μέχρι που συνειδητοποίησα ότι ούτε οι ίδιοι οι Άγγλοι την έχουν συνηθίσει. Γι’ αυτό και τρώνε ξένα φαγητά. Έχω εργαστεί σε πολλές άλλες χώρες. Δεν έχω βρει όμως πουθενά αλλού τόσο καλά κινέζικα και ινδικά εστιατόρια.
Ένα καλό παράδειγμα της αστικής ζωής εδώ είναι τα πολλά πάρκα και οι παιδικές χαρές. Μπορεί ς να αφήσεις τα παιδιά σου να τρέξουν και να παίξουν ελεύθερα στο πράσινο. Είναι το αντίστοιχο της δικιάς μας παραλίας, αλλά με πολύ λιγότερο συνωστισμό και ευκολότερη πρόσβαση. Δύο ή τρείς φορές το χρόνο ο δήμος οργανώνει εντυπωσιακά φεστιβάλ πυροτεχνημάτων σ’ αυτά τα πάρκα. Ιδιαίτερα την Πρωτοχρονιά, όταν μαζί με το δήμο, το κάθε σπίτι συναγωνίζεται το άλλο για τα καλύτερα βεγγαλικά, η πόλη μοιάζει με ένα τεράστιο πάρτι του φωτός.
Φυσικά υπάρχουν και κάποια πράγματα που δεν μου αρέσουν. Το χειμώνα η νύχτα εναλλάσσεται με νύχτα. Μου λείπει ο ήλιος. Από την άλλη, τα συστήματα υγείας και εκπαίδευσης, κυρίως για παιδιά με ειδικές ανάγκες, είναι λίγο αργά σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη. Επίσης πρόσφατα με πείραξε πολύ το Brexit. Το Σαουθάμπτον ψήφισε «ναι» στην έξοδο, κάτι που με έκανε να νιώσω ξένος και ανεπιθύμητος για πάνω από τους μισούς πολίτες εδώ. Πριν από αυτό, η ιδέα του να μείνω για πάντα εδώ δεν με ξένιζε. Πλέον δεν είμαι σίγουρος. Βέβαια το Λονδίνο όπου εργάζομαι και η αγαπημένη μου Οξφόρδη ψήφισαν με μεγάλη διαφορά «όχι», κάτι που ψυχολογικά με βοηθάει αρκετά.
Πάντως ακόμα και με το Brexit, θα μου ήταν αρκετά δύσκολο να γυρίσω πίσω στη Θεσσαλονίκη, αν και μου λείπει η Ελλάδα. Η απασχόλησή μου δεν έχει εφαρμογή σε εταιρείες με λιγότερους από 1-2 εκατομμύρια πελάτες. Δυστυχώς τέτοιες εταιρείες υπάρχουν μόνο στην Αθήνα και όχι πολλές. Η εταιρεία που εργάζομαι τώρα είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο σε διαχείριση θεάτρων και θεατρικών παραγωγών. Έχουμε μερικά εκατομμύρια πελάτες και ηγούμαι του τμήματος διαχείρισης των δεδομένων των πελατών μας ως υπεύθυνος για δημιουργία αλγορίθμων τεχνητής νοημοσύνης, που προβλέπουν τι θα αρέσει και τι δεν θα αρέσει στους πελάτες μας. Αυτός είναι και ο κύριος λόγος που επέλεξα να παραμείνω εδώ μετά το πανεπιστήμιο. Υπάρχει αξιοκρατία αλλά και ευκαιρία και όρεξη για καινοτομίες και, αν δουλεύεις σκληρά, μπορείς να φτάσεις ψηλά ακόμα και αν είσαι «ξένος».
O Γιώργος Τσολάκης (φωτ.) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Το 1993 βρέθηκε στο Uxbridge, ένα περίχωρο του Λονδίνου για σπουδές. Εκεί πέρασε τα φοιτητικά του χρόνια και μετέπειτα πήγε στην Οξφόρδη, όπου τελικά έπιασε δουλειά σε μία εταιρεία παραγωγής παιχνιδιών για ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Από εκεί μετακόμισε κοντά στο Salisbury και τελικά κατέληξε, πριν από περίπου δέκα χρόνια, στο West End του Σαουθάμπτον, όπου έκανε οικογένεια.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13 Ιανουαρίου 2019