Με τα πινέλα τους ανά χείρας, γεμάτοι φαντασία αλλά και οργή, σπουδαστές και σπουδάστριες του εικαστικού τμήματος της σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου ζωγράφισαν μία νέα Guernica στην Πρυτανεία, η οποία εκείνη την περίοδο τελούσε υπό κατάληψη.
Το νέο έργο τέχνης παραπέμπει ως τεχνοτροπία στο πρωτότυπο αλλά οι φιγούρες είναι προσαρμοσμένες στο σήμερα με μία από αυτές φοράει κράνος και μία ακόμα να φοράει μάσκα. Όπως εξηγεί και η κ. Λουίζα Αυγήτα, επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του ΑΠΘ, το έργο «είναι μια κραυγή απόγνωσης και αντίστασης, είναι μια γροθιά στο στομάχι» και οι φοιτητές δεν επέλεξαν τυχαία να το αναβιώσουν.
«Τα Πανεπιστήμια είναι εδώ και έναν χρόνο κλειστά, και καμία προσπάθεια δεν έγινε από την κυβέρνηση για να ανοίξουν, κανένα υγειονομικό μέτρο δεν έχει ούτε καν συζητηθεί όλον αυτόν τον καιρό προκειμένου να επιστρέψουμε στη δουλειά μας, προκειμένου οι φοιτήτριες και οι φοιτητές μας να επιστρέψουν στις αίθουσες και στα εργαστήριά τους. Με τις εικαστικές παρεμβάσεις τους στον τοίχο της Πρυτανείας οι φοιτητές και οι φοιτήτριες του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών που συμμετείχαν στην κατάληψη οικειοποιήθηκαν τον νεκρωμένο χώρο του Πανεπιστημίου, αυτόν που θα πρέπει να’ ναι ο δικός τους χώρος και όχι ο χώρος της αστυνομίας, με στόχο να τον ζωντανέψουν, να του δώσουν πνοή, να τον μετατρέψουν σε τόπο ελεύθερης δημιουργίας, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα τις τεράστιες ευθύνες των πρυτανικών αρχών για τις βίαιες επεμβάσεις της αστυνομίας, τις συλλήψεις των φοιτητών και των φοιτητριών μας και το γεγονός ότι το Πανεπιστήμιο βρίσκεται πλέον υπό αστυνομική επιτήρηση» αναφέρει η κ. Αυγήτα.
Στρέφοντας το βλέμμα στο πρωτότυπο έργο του Ισπανού ζωγράφου εύκολα καταλαβαίνει κανείς τί ήταν εκείνο που παρακίνησε τους σπουδαστές να το οικειοποιηθούν και να το τροποποιήσουν ώστε να εκφράσουν την αντίθεσή τους στο νομοσχέδιο που μεταξύ άλλων ιδρύει την πανεπιστημιακή αστυνομία.
«Η Γκερνίκα του Πάμπλο Πικάσο, έργο του 1937 για τον βομβαρδισμό της ομώνυμης Βάσκικης πόλης από τις φασιστικές και ναζιστικές δυνάμεις κατά τον Ισπανικό εμφύλιο, είναι ένα παγκόσμιο αντιφασιστικό και αντιπολεμικό σύμβολο, είναι μια κραυγή απόγνωσης και αντίστασης, είναι μια γροθιά στο στομάχι. Καθόλου τυχαία, οι φοιτήτριες και οι φοιτητές επέλεξαν να οικειοποιηθούν αυτό το σύμβολο, προσαρμόζοντάς το στη δεδομένη συνθήκη που βιώνουμε εδώ και 20 περίπου μέρες στο ΑΠΘ, αυτή της συστηματικής καταστολής που στόχο έχει να προετοιμάσει το έδαφος για την άμεση επιβολή του νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοϊδη. Πρόκειται για έναν νόμο που επιδιώκει την πλήρη αναδιαμόρφωση του ελληνικού Πανεπιστημίου με όρους αγοράς, που αποκλείει όσες και όσους δεν θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στους νέους όρους φοίτησης, που εξισώνει τη μόρφωση με την κατάρτιση, και όλα αυτά υπό την επιτήρηση της μόνιμα εγκατεστημένης αστυνομικής δύναμης εντός του χώρου του Πανεπιστημίου» επισημαίνει η καθηγήτρια.
Υπάρχουν και άλλες «Γκερνίκες»
Εκτός από τη νέα Guernica όμως οι σπουδαστές προχώρησαν και σε άλλες εικαστικές παρεμβάσεις οι οποίες «συνομιλούν» με την τοιχογραφία όπως αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους. Παράλληλα, τονίζουν πως «η δική μας “Γκερνίκα” εξ αρχής ήταν μια μεταπαραγωγή του γνωστού σε όλους μας θέματος (βία της εξουσίας) . Οι Γκερνίκες όμως, δεν μοιάζουν πάντα με Γκερνίκες. Αυτό μας μαθαίνουν στις σχολές μας άλλωστε, να παράγουμε λόγο, τέχνη και ιδέες που να μην μένουν δέσμιες σε καθιερωμένα πρότυπα». Aναφορικά με αυτές τις παρεμβάσεις η κ. Αυγήτα εξηγεί πως δεν είναι μόνο μία κραυγή αγωνίας αλλά και μία υπόσχεση ενότητας:
«Η τοιχογραφία στο ισόγειο του κτιρίου της Διοίκησης περιλαμβάνει, μαζί με αυτή την αναφορά στη Γκερνίκα, και άλλες εικαστικές παρεμβάσεις οι οποίες παρουσιάστηκαν από κάποια ΜΜΕ ως “βανδαλισμοί”. Οι ημιτελείς αυτές εικόνες είναι, πάνω απ’ όλα, συλλογικές βιωματικές μεταγραφές που, στο σύνολό τους, δεν αποτελούν μόνο μια κραυγή ενάντια στην καταστολή, ενάντια στο παρόν και στο μέλλον που επιφυλάσσεται για το ελληνικό Πανεπιστήμιο για τους φοιτητές και τις φοιτήτριες, τις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους αλλά είναι ταυτόχρονα και μια υπόσχεση ότι τίποτα δεν ξεχνιέται και ότι θα είμαστε όλες και όλοι παρούσες και παρόντες για να διεκδικήσουμε όσα μας ανήκουν, όπως κάναμε όλον αυτόν τον καιρό και όπως φάνηκε και στις μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις και πορείες των τελευταίων ημερών.»