«Η Θεσσαλονίκη είναι φτιαγμένη από στρώματα μνήμης και η πρόκληση είναι να βρούμε συλλογική μνήμη που μας φέρνει κοντά», ανέφερε κατά την ομιλία του στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης ο καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο Κολούμπια Μαρκ Μαζάουερ, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της Διεθνούς και Εθνικής Ημέρας Εβραίων Μαρτύρων και Ηρώων.
Ο συγγραφέας του βιβλίου «Θεσσαλονίκη πόλη των Φαντασμάτων» κάλεσε το κοινό να σκεφτεί τι έχασε η πόλη, με τον αφανισμό των Εβραίων: δυο τρεις γενιές ανθρώπων που δεν μεγάλωσαν να κάνουν τα δικά τους παιδιά κι αυτά τα δικά τους. «Το καθήκον της μνήμης πέφτει σε μας. Ο χρόνος μετασχηματίζει το τι θυμόμαστε και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να σκεφτούμε τι πρέπει να θυμόμαστε και ποιοι είμαστε εμείς που θυμόμαστε» είπε, σημειώνοντας ότι είναι στη φύση της ιστορίας να αλλάζει και αλλάζουν και τα ερωτήματα.
Αναφέρθηκε στον εκτοπισμό των 45.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης, οι περισσότεροι εκ των οποίων οδηγήθηκαν αμέσως στους θαλάμους αερίων, αλλά και σε ότι συνέβαινε την ίδια ώρα πίσω στη γενέτειρά τους.
Τον ρόλο που είχε ο δήμος, η εκκλησία και οι τοπικές τοπικές οργανώσεις στην καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου και στα αναρίθμητα αιτήματα στους Γερμανούς για να τους παράσχουν τα σπίτια και καταστήματα των Εβραίων συμπολιτών τους.
Όταν έφτασε στη Θεσσαλονίκη πριν από 40 χρόνια
Ο ίδιος έφτασε για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη πριν από 40 χρόνια, στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Είχαν περάσει 40 χρόνια από τον αφανισμό των Εβραίων αλλά υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που είχαν την ανάμνηση της κοινής ζωής μαζί τους. Ο κ. Μαζάουερ θυμήθηκε τις διηγήσεις μιας γυναίκας που ήταν παιδί κατά τη διάρκεια της Κατοχής και από τις Σαράντα Εκκλησιές όπου έπαιζε στη γειτονιά της, έβλεπε την καταστροφή του νεκροταφείου. Όταν επισκέφτηκε την περιοχή του παλιού εβραϊκού συνοικισμού 151 συνάντησε δυο άνδρες που θυμόταν τους Εβραίους της γειτονιάς, μεταξύ αυτών και συμμαθητές τους να αναγκάζονται να φύγουν για το γκέτο του Βαρώνου Χιρς και ως παιδιά ο ένας προκάλεσε τον άλλο να μπουν μέσα στα εγκαταλελειμμένα σπίτια και να εξερευνήσουν. Όλοι άνω των 60 είχαν κάποια γνώση των γεγονότων και δεν το συζητούσαν, σχολίασε ο κ. Μαζάουερ. Ο καθηγητής θυμήθηκε ακόμη την έκπληξή του όταν του έδειξαν έναν σκονισμένο σάκο με έγγραφα. Ήταν όλα τα αρχεία με τα αιτήματα Θεσσαλονικέων και μη για να πάρουν τα σπίτια ή τα καταστήματα των Εβραίων που μόλις είχαν σταλεί στα ναζιστικά στρατόπεδα. Όπως σχολίασε ο κ. Μαζάουερ, η ακαδημαϊκή ιστορία έχανε κάτι, η τελική λύση δεν σταματούσε στο Άουσβιτς…
Όλο και λιγότεροι έχουν αναμνήσεις
Ογδόντα χρόνια μετά το Ολοκαύτωμα, όλο και λιγότεροι έχουν αναμνήσεις είπε ο Μαζάουερ, προσθέτοντας ότι η αναγνώριση της Διεθνούς Ημέρας από τον ΟΗΕ ήταν ένα προσκλητήριο για να ενδυναμωθεί και να έχει διάρκεια η μνήμη ακόμα και όταν φύγουν από τη ζωή αυτοί που είχαν αναμνήσεις. Σημείωσε βέβαια ότι ιστορία και αναμνήσεις είναι δυο διαφορετικά πράγματα, καθώς ενώ η μνήμη είχε ρίζες στην παράδοση και την πίστη η ιστορία έχει επιχειρήματα, εξηγεί και νοηματοδοτεί. «Οι αναμνήσεις είναι κάτι προσωπικό, μας συνδέουν με τον εαυτό μας ενώ η ιστορία είναι για να συζητάμε και να επιχειρηματολογούμε». Ο ίδιος είπε ότι τον ενδιαφέρει ένα μοντέλο συλλογικής μνήμης που «περιλαμβάνει παρά αποκλείει». Έφερε ως παράδειγμα τα αρχεία του 1943 με τα αιτήματα πολιτών, τα οποία είναι γεμάτα ιστορίες, των Εβραίων που κατείχαν τα σπίτια και τα καταστήματα μέχρι την Κατοχή και αυτών που ζητούσαν τα προσεταιριστούν μετά τον εκτοπισμό των συμπολιτών τους.
Καταλήγοντας τόνισε ότι η πρώτη υποχρέωση είναι να θυμόμαστε αυτούς που χάθηκαν, το νόημα αυτής της απώλειας.
Προλογίζοντάς τον καθηγητή, ο πρόεδρος της ΙΚΘ Δαυίδ Σαλτιέλ σημείωσε ότι η Ελλάδα και ειδικότερα η Θεσσαλονίκη έχουν ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του και ότι στάθηκε διπλα στην Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης για το Μουσείο Ολοκαυτώματος.
«Το Ολοκαύτωμα παραμένει ανοικτή πληγή» σημείωσε προσθέτοντας ότι η παιδεία θέτει τον θεμέλιο λίθος για ένα καλύτερο αύριο.
Ολόκληρη η ομιλία του Μαρκ Μαζάουερ