Η λέξη «ιχνηλάτηση» μπήκε στη ζωή μας στα τέλη του περασμένου Φλεβάρη, όταν επιβεβαιώθηκε το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη. Στη συνέχεια, ενσωματώθηκε στην καθημερινότητα μας και αφομοιώθηκε ως έννοια από το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας, καθώς αποτελεί βασική διαδικασία για τον περιορισμό της διασποράς του ιού. O εντοπισμός των ανθρώπων που ήρθε σε επαφή ένα κρούσμα, είναι μία μάχη που δίνει από την αρχή της πανδημίας η Πολιτική Προστασία σε συνεργασία με τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ).
Το «στρατηγείο» της ιχνηλάτησης έχει έδρα στο κτίριο της Πολιτικής Προστασίας στο Μαρούσι, γνωστό ως «Φάρος». Τα γραφεία βρίσκονται σε δύο επίπεδα -στο ισόγειο και τον πρώτο όροφο- καθώς πλέον στελεχώνεται από 190 άτομα, ενώ είχε ξεκινήσει με 16.
Ποιοι είναι οι «ιχνηλάτες»
Η ομάδα των ιχνηλατών αποτελείται από υπαλλήλους της Πυροσβεστικής, της Αστυνομίας, του Λιμενικού αλλά και μέλη του ΕΟΔΥ και του υπουργείου Υγείας. Πολλοί αποκαλούν την συγκεκριμένη ομάδα ως… CSI ή FBI του κορονοϊού, καθώς η ιχνηλάτηση πρόκειται για δύσκολη διαδικασία και απαιτεί πολλές φορές ιδιαίτερα έμπειρο προσωπικό σε περιπτώσεις όπου οι πολίτες δεν δείχνουν διάθεση να συνεργαστούν. Εκεί επεμβαίνουν οι «ειδικοί» της ομάδας, για να λάβουν τις απαραίτητες απαντήσεις.
Ανάμεσα στους ιχνηλάτες υπάρχουν έμπειροι ανακριτικοί των σωμάτων ασφαλείας, για να διευκολύνουν με την εμπειρία και τις ερωτήσεις τους τη διαδικασία. «Οι ανακριτές ήταν τα πρώτα άτομα που στελέχωσαν το τμήμα ιχνηλάτησης, γιατί μπορούν με τις ερωτήσεις τους να λάβουν απαντήσεις από κάποιον πολίτη που αντιστέκεται και δεν θέλει να δώσει πληροφορίες» δηλώνει στη «ΜτΚ» ο αντιπύραρχος και εκπρόσωπος Τύπου της Πολιτικής Προστασίας Σπύρος Γεωργίου. Σε κάθε περίπτωση πάντως, οι πολίτες πρέπει να αντιλαμβάνονται ότι η ιχνηλάτηση γίνεται για να προστατευτούν οι ίδιοι και οι άνθρωποι που ήρθαν σε επαφή και δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα με την επιβολή καραντίνας.
Η ομάδα των 190 ατόμων χωρίζεται σε τρία τμήματα. Το πρώτο ασχολείται με την ιχνηλάτηση του κρουσμάτων, το δεύτερο με την είσοδο τουριστών στη χώρα και το τρίτο με την καταγραφή κρουσμάτων και ενημέρωσης πολιτών. Το «στρατηγείο» λειτουργεί 24 ώρες και σε κάθε βάρδια εργάζονται περίπου 60 άτομα.
Όλα γίνονται μέσα σε 24 ώρες
«Κάθε απόγευμα στις 6.30 μ.μ. ο ΕΟΔΥ μας δίνει τη λίστα με όλα τα επιβεβαιωμένα κρούσματα. Αμέσως μοιράζονται τα στοιχεία και αρχίζει η ιχνηλάτηση» αναφέρει για τον τρόπο λειτουργίας ο κ. Γεωργίου. Η διαδικασία ολοκληρώνεται μέσα σε 24ωρες, δηλαδή από την στιγμή που θα λάβουν την λίστα έως και την επόμενη ημέρα στις 6 μ.μ. πρέπει να έχουν τηλεφωνήσει σε όλα τα κρούσματα και να έχουν εντοπιστεί οι στενές επαφές τους.
Σαφώς, όταν τα κρούσματα ξαφνικά εκτοξεύτηκαν σε άνω των 1.000, υπήρχε μία μικρή αναστάτωση, καθώς η ομάδα ιχνηλάτησης έπρεπε να κάνει μέσα σε ένα 24ωρο τριπλάσιο αριθμό τηλεφωνημάτων. Ωστόσο, η διαδικασία συνεχίστηκε με τους ίδιους ρυθμούς, χωρίς να υπάρξει κανένα πρόβλημα.
Όσον αναφορά τις μαρτυρίες πολιτών σχετικά με καθυστερήσεις στη διαδικασία ιχνηλάτησης, ο εκπρόσωπος Τύπου της Πολιτικής Προστασίας απαντά πως «εμείς ξεκινάμε τις ιχνηλατήσεις αμέσως όταν μας δίνει τα στοιχεία ο ΕΟΔΥ. Αν τα τεστ γίνουν σε ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, συνήθως καθυστερούν μία ημέρα να έρθουν σε εμάς τα στοιχεία των κρουσμάτων. Βέβαια, υπάρχουν ευσυνείδητοι πολίτες που ενημερώνουν αυτοβούλως τον ΕΟΔΥ, πριν στείλουν τα στοιχεία τα ιδιωτικά κέντρα στον Οργανισμό».
Υπάρχουν περιπτώσεις που η ομάδα ιχνηλάτησης σπεύδει τις διαδικασίες πριν λάβει ενημερωτικό από τον ΕΟΔΥ. Τέτοιες περιπτώσεις συνήθως είναι όταν παρουσιάζονται πολλαπλά κρούσματα σε οργανισμούς, εταιρείες, αθλητικά σωματεία, εργοστάσια ή σχολεία. Από την άλλη, υπάρχουν πολίτες που έχουν διαγνωστεί θετικοί αλλά λόγω της φύσης της δουλειάς τους έρχονται σε επαφή με αρκετό κόσμο. Συνήθως, τέτοιες περιπτώσεις αφορούν εργαζόμενους σε καταστήματα εστίασης. Για παράδειγμα, ένας μπάρμαν, αν τηρεί όλα τα μέτρα προστασίας, δεν θα έχουμε ιδιαίτερο πρόβλημα για να αντιμετωπίσουμε τις στενές επαφές. Όμως, σε διαφορετική περίπτωση, αν δούμε ότι υπάρχει μεγάλη διασπορά, θα προχωρήσουμε σε ιχνηλάτηση όλων των εργαζομένων και ίσως να κλείσουμε και το μαγαζί μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία» τονίζει ο Σπύρος Γεωργίου.
Τι ρωτούν και ποιες θεωρούνται «στενές επαφές»
Οι ιχνηλάτες όταν σηκώσουν το τηλέφωνο οι πολίτες που διαγνώστηκαν θετικοί, το πρώτο που τους ρωτούν είναι τι έκαναν 48 ώρες πριν εμφανίσουν το πρώτο σύμπτωμα. Στην περίπτωση όμως που ο ασθενής είναι ασυμπτωματικός, τότε εξετάζουν όσα έκανε 48 ώρες πριν δώσει δείγμα για τεστ κορονοϊού. Μέσα από τον διάλογο που αναπτύσσεται με τους πολίτες, οι ιχνηλάτες ορίζουν ποιες θεωρούνται στενές επαφές κάθε κρούσματος και ποιοι πρέπει να τεθούν σε καραντίνα. «Για να θεωρηθεί στενή επαφή κάποιος που συναντήθηκε με το κρούσμα, πρέπει να έκατσαν μαζί για αρκετή ώρα. Αν συναντήθηκε με κάποιον για 15 λεπτά, φορούσαν μάσκες και στεκόντουσαν σε απόσταση 1,5 μέτρου, δεν θεωρείται στενή επαφή» διευκρινίζει ο κ. Γεωργίου.
«Φτάνουμε και έξω από σπίτια»
Κάποιες φορές υπάρχουν προβλήματα στη διαδικασία ιχνηλάτησης, είτε με πολίτες που κλείνουν το τηλέφωνο, είτε με ελλιπή στοιχεία. Τότε, επιστρατεύονται αστυνομικοί που φτάνουν έξω από τα σπίτια πολιτών. «Για κάποιο λόγο, ορισμένες φορές στα στοιχεία που λαμβάνουμε λείπουν τα τηλέφωνα επικοινωνίας. Εκεί ψάχνουμε τη διεύθυνση των πολιτών για να τους εντοπίσουμε και φτάνουμε ακόμα έξω από το σπίτι τους. Σαφώς, πηγαίνουμε και έξω από σπίτια κρουσμάτων, για να ελέγξουμε αν τηρούν την καραντίνα» επισημαίνει ο εκπρόσωπος Τύπου της Πολιτικής Προστασίας Σπύρος Γεωργίου.
Η πλατφόρμα που δεν βλέπει ούτε ο πρωθυπουργός
Η Πολιτική Προστασία έχει αναπτύξει πολλά προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα, που βοηθούν στον περιορισμό της διασποράς του κορονοϊού. Ένα από αυτά είναι η πλατφόρμα που είναι αποθηκευμένα όλα τα στοιχεία των κρουσμάτων στη χώρα. Πρόκειται για έναν… χάρτη, όπου το κάθε κρούσμα έχει το προσωπικό του ID και υπάρχουν πληροφορίες για τον τόπο διαμονής του, τις στενές επαφές του, ακόμα και τα συμπτώματα που παρουσίασε.
«Είναι μία πλατφόρμα που ενημερώνεται συνεχώς και είναι απόρρητη. Σε αυτή δεν έχει πρόσβαση ούτε πρωθυπουργός. Μαθαίνει μόνο τα αριθμητικά στοιχεία» δηλώνει ο κ. Γεωργίου. Όπως φαίνεται, η Πολιτική Προστασία σε συνεργασία με το υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ετοίμασαν εργαλεία για την καταπολέμηση του κορονοϊού που έχουν εντυπωσιάσει χώρες του εξωτερικού. Σύμφωνα με πληροφορίες, για την συγκεκριμένη πλατφόρμα αλλά και την Φόρμα Εντοπισμού Επιβάτη (PLF), έχουν δείξει ενδιαφέρον από το Ισραήλ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Σχεδιάζουν κέντρο ιχνηλάτησης στη Θεσσαλονίκη
Δυστυχώς τα κρούσματα αυξάνονται συνεχώς στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να υπάρχει και μεγαλύτερος φόρτος για την ομάδα ιχνηλάτησης. Γι’ αυτό το λόγο, στα τέλη Νοεμβρίου αναμένεται να προσληφθούν ακόμα 193 άτομα για την συγκεκριμένη υπηρεσία. Από τους νέους υπαλλήλους, μόνο οι 30 θα ενσωματωθούν στα κεντρικά γραφεία της Πολιτικής Προστασίας στην Αθήνα, οι υπόλοιποι θα προσληφθούν σε άλλες περιφερειακές ενότητες, ώστε να δημιουργηθούν παρατήματα ιχνηλάτησης σε όλη την Ελλάδα.
Ένα κέντρο ιχνηλάτησης αναμένεται να δημιουργηθεί και στη Θεσσαλονίκη και θα ασχολείται με τα κρούσματα της Κεντρικής Μακεδονίας. «Από τα 193 άτομα, αναμένεται να δεχθούμε περίπου τους 30. Πιστεύω θα είμαστε έτοιμοι τα Χριστούγεννα μέχρι να εκπαιδευτούν και να στηθεί το κέντρο» δηλώνει στη «ΜτΚ» ο επικεφαλής του τμήματος Πολιτικής Προστασίας της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, Μπάμπης Στεργιάδης.
«Θα αποσυμφορηθεί από τον φόρτο το κέντρο ιχνηλάτησης στην Αθήνα και τα παραρτήματα θα βοηθήσουν στην άμεση ιχνηλάτηση σε άλλες περιφερειακές ενότητες» δηλώνει ο κ. Γεωργίου.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 8 Νοεμβρίου 2020