Με ελεγχόμενο… εκτροχιασμό από τις ράγες της ομαλότητας κινδυνεύει η ελληνική οικονομία που προσπαθεί να αποκρυπτογραφήσει το κλίμα αβεβαιότητας που διαμορφώνεται μετά την τραγωδία των Τεμπών και την αλλαγή του πολιτικού σχεδιασμού για τις εκλογές.
Στο οικονομικό επιτελείο βρίσκονται σε επιφυλακή την ώρα που τα μηνύματα που εκπέμπονται από τις αγορές προκαλούν ρίγη ανησυχίας, τα οποία προκαλούνται από την έστω και μικρή άνοδο στο κόστος δανεισμού της χώρας, με διεθνείς αναλυτές να επαναξιολογούν τον πολιτικό κίνδυνο της χώρας.
Tην ίδια στιγμή, θολό τοπίο και αστάθεια στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και μνήμες 2008, όταν κατέρρευσε η Lehmann Brothers, ξυπνούν οι χρεοκοπίες τραπεζών στις ΗΠΑ και τα σοβαρά προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει ο ελβετικός τραπεζικός κολοσσός Credit Suisse.
Κυβερνητικά στελέχη και τραπεζικές πηγές διαμηνύουν πως «οι ελληνικές τράπεζες έχουν σήμερα από τον υψηλότερο λόγο καταθέσεων προς δάνεια στην Ευρώπη, είναι επαρκώς κεφαλαιοποιημένες, με δείκτες πάνω από τα ελάχιστα εποπτικά όρια, το δανειακό τους χαρτοφυλάκιο έχει εξυγιανθεί ενώ το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι πάρα πολύ αυστηρό», διαβεβαιώνοντας πως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πλήρως θωρακισμένο. Στην Ελλάδα, όπως και στην Ευρώπη, τα κράτη εγγυώνται σε κάθε καταθέτη 100.000 ευρώ ανά τράπεζα.
Στην εγχώρια επικαιρότητα, ο αντίκτυπος του «lockdown» στον σιδηρόδορμο μέχρι τις 22 Μαρτίου που θα επανεκκινήσουν τα δρομολόγια επιβατικών και εμπορικών τρένων μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα αισθητός στην πραγματική οικονομία, καθώς οι μεταφορές εμπορευμάτων μέσω τρένων αντιστοιχούν μόλις στο 2% του συνόλου των εμπορευματικών μεταφορών, ωστόσο αναμφίβολα διατάραξε την οικονομική δραστηριότητα.
Οι συνέπειες της τραγωδίας στις πολιτικές συνθήκες που διαμορφώνονται και οι φόβοι ευρύτερης αστάθειας εν μέσω μίας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου σκιάζουν τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω τον εθνικό στόχο της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας (αν διασφαλιστεί, η χώρα θα είναι σε θέση να δανείζεται με ευνοϊκούς όρους στις αγορές ενώ θα καταστεί πιο ελκυστική για τους επενδυτές).
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι το γεγονός ότι συνεχίζεται η επιτάχυνση του δομικού δείκτη, δηλαδή του πληθωρισμού στον οποίο δεν έχει ενσωματωθεί η επίπτωση από τις τιμές ενέργειας αλλά και από τον κλάδο τρόφιμα, ποτά, καπνός.
Τα στοιχεία για την Ελλάδα, δείχνουν πως ενώ ο γενικός δείκτης επιβραδύνεται (6,1% τον Φεβρουάριο), ο δομικός πληθωρισμός αυξάνεται ταχύτερα (από 6,5% τον Ιανουάριο σε 6,8% τον Φεβρουάριο). Πάντως, η ακρίβεια στα τρόφιμα ασκεί τεράστια πίεση στον πληθωρισμό ο οποίος επιμένει να διαγράφει υψηλές πτήσεις στα αγαθά πρώτης ανάγκης.
Κατά είδος, οι τιμές των κρεάτων εμφανίζουν άνοδο 20%, του ψωμιού 16,8%, ενώ άνοδος άνω του 25% καταγράφεται σε γαλακτοκομικά και αβγά. Αυξημένο σε ετήσια βάση κατά 22,9% το κόστος των ελαίων, ενώ άνοδος άνω του 13% καταγράφεται επίσης στις κατηγορίες λοιπά τρόφιμα και καφές-κακάο-τσάι.
Με δεδομένη τη μετάθεση των εκλογών, στο τραπέζι έχουν πέσει η παράταση του Market Pass για άλλους τρεις μήνες, αλλά και η χορήγηση ενός εφάπαξ ποσού, στοχευμένα σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, πέρα από όσα έχουν ήδη ανακοινωθεί.
Την ίδια στιγμή, η ειλημμένη απόφαση της Κομισιόν για επιστροφή από το 2024 στη δημοσιονομική πειθαρχία (μένει να φανεί πόσο… σιδηρά θα είναι) σηματοδοτεί το τέλος των οριζόντιων μέτρων στήριξης με την Ελλάδα να καλείται να επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα, γεγονός που σφίγγει τα δημοσιονομικά λουριά με τη χώρα να καλείται να εφαρμόσει σώφρονα δημοσιονομική πολιτική.
Παρά την καταιγίδα του πληθωρισμού η ταχύτητα με την οποία αναπτύχθηκε η οικονομία το 2022 ήταν οριακά υψηλότερη σε σχέση με την πρόβλεψη του προϋπολογισμού για 5,6% καθώς διαμορφώθηκε στο 5,9%, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ.
Πρόκειται για μία ευνοϊκή εξέλιξη η οποία οδηγεί σε περαιτέρω αποκλιμάκωση του ελλείμματος και του δημοσίου χρέους διευκολύνοντας τα κυβερνητικά σχέδια για την επενδυτική βαθμίδα, ο δρόμος για την οποία όμως μπορεί να αποδειχθεί δύσβατος, όσο παρατείνεται η προεκλογική περίοδος.
Σε αυτή την κατεύθυνση άλλωστε, το πρωτογενές έλλειμμα θα αναθεωρηθεί στην περιοχή του 1,3% - 1,2% του ΑΕΠ έναντι πρόβλεψης για 1,6% του ΑΕΠ. Για το 2023 προβλέπεται πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ με τον στόχο να χαρακτηρίζεται ρεαλιστικός.
Μάλιστα η ραγδαία αποσυμπίεση των τιμών της ενέργειας και ειδικότερα του φυσικού αερίου μπορεί να οδηγήσει σε υπέρβαση της πρόβλεψης για ανάπτυξη της οικονομίας σε υψηλότερα επίπεδα από το 1,8% που προβλέπεται στον προϋπολογισμό.
Αναπτυξιακοί πυλώνες κατανάλωση, επενδύσεις, εξαγωγές
Ιδιαίτερα κρίσιμο είναι το γεγονός πως ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για ανάπτυξη πάνω από 2% φέτος, αν και οι προβλέψεις αναλυτών και οργανισμών τοποθετούν τον πήχυ πέριξ του 1,5%. Βέβαια, είναι πολύ παρακινδυνευμένη οποιαδήποτε πρόβλεψη τη δεδομένη χρονική περίοδο.
Επίσης, η ΕΛΣΤΑΤ προέβη σε αναθεώρηση της πορείας του ΑΕΠ των προηγούμενων τριμήνων του 2022. Καταγράφει πλέον άνοδο του ΑΕΠ για το 3ο τρίμηνο στο 4,4% από 2,8%, για το 2ο τρίμηνο του 2022 στο 7,3% από 7,1% και για το 1ο τρίμηνο ανάπτυξη 7,5% από άνοδο 7,9%.
Το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές το 2022 ανήλθε σε 208,0 δισ. ευρώ έναντι 181,7 δισ. ευρώ το 2021 παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14,5%. Αυτή η αύξηση οφείλεται στις επιμέρους μεταβολές που καταγράφηκαν ανά συνιστώσα του ΑΕΠ.
Κατανάλωση, επενδύσεις, εισαγωγές και εξαγωγές, βοήθησαν την ελληνική οικονομία να πατήσει στον βατήρα εκτόξευσης:
1)Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση κατά 2,4% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2021.
2)Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 14,8% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2021.
3)Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν μείωση κατά 3,5% σε σχέση με το 4 o τρίμηνο του 2021. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 3,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 5,1%.
4)Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 7,5% σε σχέση με το 4o τρίμηνο του 2021. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,8% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 12,9%.
Σημειώνεται ότι η κυβέρνηση προέβλεπε ρυθμό ανάπτυξης για το 2022 5,6% στον προϋπολογισμό του 2023.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 19.03.2023