Να παραμείνουν στη θέση τους οι αρχαιότητες που βρέθηκαν στον σταθμό «Βενιζέλου» του μετρό Θεσσαλονίκης, ζητούν οι φορείς που προσέφυγαν πρόσφατα στο Συμβούλιο της Επικρατείας, αιτούμενοι ακύρωση της απόφασης απόσπασης και επανατοποθέτησής τους. Δυο βδομάδες περίπου, πριν την εκδίκαση της αίτησής τους στο ΣτΕ που έχει οριστεί για τις 6 Νοεμβρίου, εκπρόσωποι της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, του Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων ΥΠΠΟ Αττικής Στερεάς και Νήσων, της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, της Πανελλήνιας Ένωσης Συντηρητών Αρχαιοτήτων, του Συλλόγου Εκτάκτων Αρχαιολόγων, του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων και της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας πραγματοποίησαν σήμερα διαδικτυακή συνέντευξη Τύπου για το θέμα.
«Υπάρχουν στιγμές στη ζωή των ανθρώπων, των πόλεων, των εθνών που είναι πραγματικά κρίσιμες για το μέλλον. Μια τέτοια στιγμή θα είναι και για τη Θεσσαλονίκη η ώρα της τελικής απόφασης του ΣτΕ για τα αρχαία του μετρό. Θα αναδιπλωθεί η Θεσσαλονίκη σε μια επαρχιακή, βορειοελλαδική πόλη ή θα ανοίξει τα φτερά της να διεκδικήσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που της αξίζει στην ιστορία της, ως κορυφαία μητρόπολη, βασισμένη κυρίως στην πολιτιστική κληρονομιά της; Αυτό είναι το διακύβευμα, λόγω - κατά γενική ομολογία - της σημασίας των αρχαιοτήτων αυτών», δήλωσε η Λυδία Καρρά, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ), στον σύντομο χαιρετισμό της που άνοιξε τη διαδικτυακή συνάντηση.
«Για να ενταχθεί ένα μνημείο ή ένα μνημειακό σύνολο στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, πρέπει να πληροί, εκτός από 10 πολιτιστικά και φυσικά κριτήρια, και δυο άλλους παράγοντες: την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα. Αν τελικά η αντίληψη της απόσπασης και επανατοποθέτησης περάσει και στο πεδίο της εφαρμογής, χάνουμε τη δυνατότητα αυτό το μοναδικό μνημειακό σύνολο να μπορέσει να ενταχθεί στον κατάλογο της UNESCO», δήλωσε μεταξύ άλλων ο Λιώνης Δέδες, πρόεδρος του Ενιαίου Συλλόγου Υπαλλήλων ΥΠΠΟΑ Αττικής Στερεάς και Νήσων. «Δεν τίθεται το διακύβευμα 'αρχαία ή μετρό'. Διότι έχει αποδειχτεί ότι και τα αρχαία μπορούν να παραμείνουν στη θέση τους και να αναδειχθούν, και ο σταθμός Βενιζέλου να κατασκευαστεί, δεδομένου ότι υπάρχει τεχνική λύση, η οποία έχει εκπονηθεί και εξελισσόταν από το 2017». Με τη λύση αυτή θα μπορούσε «και το μετρό να είχε γίνει, και να παραδοθούν το αργότερο το 2021 οι σταθμοί, χωρίς τον σταθμό Βενιζέλου (που θα μπορούσε να παραδοθεί αργότερα) και να είναι η οικονομικότερη η λύση», σημείωσε μεταξύ άλλων ο Φωκίων Δεληγιάννης, συντονιστής της εκτελεστικής γραμματείας, Κίνηση Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.
«Το πρόβλημα της ιδιωτικοποίησης του Πολιτισμού», έθιξε ο Δημήτρης Κουφοβασίλης, πρόεδρος του Συλλόγου Εκτάκτων Αρχαιολόγων, θέτοντας «την πάγια θέση του συλλόγου ενάντια στην εμπορευματοποίηση του Πολιτισμού. Ο σύλλογός μας, ήδη από τον Μάρτιο 2020, έπειτα από γενική συνέλευση στην πόλη της Θεσσαλονίκης, πήρε απόφαση να προσκαλέσει όλους τους έκτακτους αρχαιολόγους, να μην εργαστούν στην υπόθεση της απόσπασης των αρχαιοτήτων» ανέφερε μεταξύ άλλων ο ίδιος. «Είναι βέβαιο ότι κατά τη διαδικασία της μετακίνησης και επανατοποθέτησης των αρχαιοτήτων θα υποστούν ισχυρή καταπόνηση τα αρχαία» τόνισε μεταξύ άλλων ο Γιάννης Βερροιόπουλος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Συντηρητών Αρχαιοτήτων. «Το χειρότερο όμως είναι ότι η αποδοχή μιας τέτοιας λύσης και σε επίπεδο μιας απόφασης του ΣτΕ, φοβόμαστε ότι μπορεί να προκαλέσει μια έξη, μια συνήθεια, που θα οδηγήσει σε μια 'ελαστικοποίηση' της άποψης ως προς το τι σημαίνει απόσπαση και επανατοποθέτηση - κι αυτό θα είναι οδυνηρό για τα μνημεία που θα χρειαστούν προσέγγιση στο μέλλον», πρόσθεσε.
Εκ μέρους του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, η πρόεδρος Δέσποινα Κουτσούμπα, επεσήμανε ότι πρόκειται για έναν αγώνα που ξεκίνησε από το 2012 και από τότε έχει περάσει πολλές καμπές, μέχρι να φτάσουμε στην εγκεκριμένη λύση της κατασκευής του σταθμού με κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων. «Ο αγώνας δεν τελειώνει με την εκδίκαση στο ΣτΕ την 6η Νοεμβρίου, ούτε με την έκδοση της απόφασης. Θα συνεχίσουμε και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη με τις κινητοποιήσεις μας, και στις 31 Οκτωβρίου θα καλέσουμε για μια κινητοποίηση έξω από τον σταθμό Βενιζέλου. Θα συνεχίσουμε με τη διεθνοποίηση του θέματος, τόσο στο κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας, όσο και σε όποιο άλλο όργανο μπορεί να ασχοληθεί με την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, που είναι δικαίωμα όλων», είπε.
«Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία υποστηρίζει σθεναρά από την πρώτη στιγμή που προέκυψε το θέμα, την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιολογικών καταλοίπων που έχουν διασωθεί σε εξαιρετικά μεγάλη κλίμακα στον σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης και θεωρεί ότι είναι επιβεβλημένη με οποιοδήποτε κόστος η διατήρηση αλώβητου του εμβληματικού αυτού για την πόλη ευρήματος», επισήμανε η Μαρία Παναγιωτίδου, πρόεδρος της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Σύντομες τοποθετήσεις έκαναν επίσης η Φανή Μαλλούχου-Tufano, αρχαιολόγος, μέλος του Συμβουλίου της Europa Nostra, ο Παναγιώτης Λ. Βοκοτόπουλος, βυζαντινολόγος και ακαδημαϊκός, και ο John Haldon, πρόεδρος του Association Internationale des Études Byzantines (οι δυο τελευταίοι μέσω βιντεοσκοπημένων μηνυμάτων). Από την πλευρά της, η κ. Μαλλούχου-Tufano εξέφρασε «την πλήρη υποστήριξη στον αγώνα για την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων του σταθμού Βενιζέλου» από την Europa Nostra, της πανευρωπαϊκής ομοσπονδίας για την προστασία του πολιτιστικού και φυσικού περιβάλλοντος, που περιλαμβάνει πάνω από 250 μη κυβερνητικές οργανώσεις, αντιπροσωπεύοντας πάνω από πέντε εκατομμύρια Ευρωπαίων πολιτών.
Από την πλευρά του, ο Παναγιώτης Λ. Βοκοτόπουλος μίλησε για τη σημασία της διάσωσης του αρχαιολογικού χώρου του 4ου ως 9ου αιώνα μ.Χ., τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι «αν προκριθεί η 'λύση' της αποψίλωσης και επαναφοράς των αρχαίων, θα τους στερήσει την αυθεντικότητά τους και θα στερήσει από τη Θεσσαλονίκη από ένα σπουδαίο αξιοθέατο. Επιπλέον, θα δώσει κακή εντύπωση ότι δεν είμαστε σε θέση να προφυλάξουμε τα αρχαία μας όπως έκαναν οι βόρειοι γείτονες, οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι και οι Σκοπιανοί». Τέλος ο Τζον Χάλντον, πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Βυζαντινών Σπουδών, εστίασε μεταξύ άλλων στον κίνδυνο της απόσπασης των ευρημάτων από το «αρχαιολογικό περιβάλλον» τους, γεγονός όπως είπε, που μπορεί να στερήσει από τις μελλοντικές γενιές επιστημόνων, στοιχεία που σήμερα δεν μπορούν να εκτιμηθούν.
ΑΠΕ-ΜΠΕ