Το οπλοστάσιό τους προετοιμάζουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης για την επόμενη φάση της αναμέτρησης όσον αφορά την υπόθεση των υποκλοπών, η οποία θα ξεκινήσει την μεθεπόμενη Δευτέρα 22 Αυγούστου, όταν θα επαναλειτουργήσει εκ νέου η Ολομέλεια της Βουλής η οποία θα συγκληθεί ειδικά για το θέμα αυτό. Έως τότε, τόσο η αξιωματική όσο και η ελάσσων αντιπολίτευση ξεδιπλώνουν τις διαφορετικές στρατηγικές τους, προσπαθώντας να εκμεταλλευτούν την πολύ δύσκολη θέση στην οποία έχει περιέλθει η κυβέρνηση με την υπόθεση Ανδρουλάκη.
Το ΠΑΣΟΚ το οποίο βρίσκεται ακουσίως, δια του αρχηγού του στο επίκεντρο αυτής της πολύκροτης υπόθεσης, φαίνεται να επιλέγει μία αναμέτρηση με την κυβέρνηση σε θεσμικό κυρίως επίπεδο. Καταλογίζει μεν, σχεδόν αποκλειστική ευθύνη στον Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά αποφεύγει, προς το παρόν τουλάχιστον, να ζητήσει την παραίτηση του πρωθυπουργού και την προκήρυξη πρόωρων εκλογών. Επίσης, ο κ. Ανδρουλάκης επιλέγει ως πεδίο πολιτικής αναμέτρησης την αρμόδια Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του Κοινοβουλίου γνωρίζοντας ότι σε επίπεδο Ολομέλειας, λόγω της απουσίας του ιδίου, η μάχη πρόκειται να εξελιχθεί σε μία αναμέτρηση ανάμεσα στον κ. Μητσοτάκη και στον Αλέξη Τσίπρα, κάτι που δεν εξυπηρετεί σε καμία περίπτωση τον ίδιο και το ΠΑΣΟΚ. Η Χαριλάου Τρικούπη επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία ότι «εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να μαθευτεί η αλήθεια και να θωρακιστεί θεσμικά η δημοκρατία». Υπογραμμίζει, επίσης πως «προτεραιότητά μας είναι να οδηγηθούν στην δικαιοσύνη οι υπαίτιοι, δεν είναι το κομματικό όφελος. Οι όποιες πολιτικές ευθύνες θα αποδοθούν από τον λαό»
Πέραν αυτού, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ έχει απορρίψει κάθε πρόταση από κυβερνητικής πλευράς να προσέλθει προκειμένου να ενημερωθεί από τον νέο επικεφαλής της ΕΥΠ για την υπόθεση παρακολούθησης του τηλεφώνου του. Διαμηνύει, μέσω δήλωσής του ότι δεν πρόκειται να μπει σε προφορική συζήτηση με τις αρχές της ΕΥΠ, «που λειτούργησαν παρά το Σύνταγμα και τους νόμους» και χαρακτηρίζει εξωθεσμική τη σχετική διαδικασία, που «δεν είναι ούτε νόμιμη ούτε ηθική». Αντ’ αυτού, ζητά «να διαβιβαστεί αμέσως το σύνολο του φακέλου στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας και να ενημερωθούν με τον πιο επίσημο τρόπο η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών και η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για τους λόγους της παράνομης και αντισυνταγματικής παρακολούθησής μου από την ΕΥΠ».
Σε άλλη γραμμή ο ΣΥΡΙΖΑ
Σε υψηλότερους αντιπολιτευτικούς τόνους και με διαφορετική στρατηγική κινείται ο ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στοχεύει αποκλειστικά και μόνον στο πρόσωπο του κ. Μητσοτάκη, «οι παρακολουθήσεις έγιναν με εντολή Μητσοτάκη, με εντολή του πρωθυπουργού φτιάχτηκε αυτό το καθεστώς», δηλώνουν επανειλημμένα τα στελέχη του. Ζητούν, δε, την άμεση παραίτηση του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης και την προκήρυξη εκλογών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται να υιοθετεί τις περισσότερες από τις προτάσεις Ανδρουλάκη, τόσο για τη συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής για το θέμα των υποκλοπών, όσο και για την απαίτηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ να σταλεί ο φάκελος της υπόθεσής του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας. Στην Κουμουνδούρου βλέπουν την υπόθεση ως ευκαιρία να αποκαταστήσουν μερικώς τις σχέσεις τους με τη Χαριλάου Τρικούπη και συγχρόνως, με βάση τη στρατηγική τους για συγκρότηση κεντροαριστερής κυβέρνησης μετά τις εκλογές. Παράλληλα, θέλουν να κάψουν κάθε πιθανό σενάριο κυβερνητικής συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με τη ΝΔ.
Οι κυβερνητικές συνεργασίες
Κάτι τέτοιο φαντάζει πράγματι περισσότερο δύσκολο, αν όχι απίθανο, μετά τις τελευταίες εξελίξεις. Ο κ. Ανδρουλάκης σε ιδιωτικές συνομιλίες του δηλώνει εξοργισμένος με τον πρωθυπουργό τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για την παρακολούθησή του, απορρίπτοντας τις αιτιάσεις του κ. Μητσοτάκη ότι δεν γνώριζε. Η Χαριλάου Τρικούπη επαναλαμβάνει ότι η ΕΥΠ μέσω της παρακολούθησης Ανδρουλάκη, «παρακολουθούσε και ένα ολόκληρο κόμμα, πρώην πρωθυπουργούς, βουλευτές, και μέλη του κόμματος, που συνομιλούσαν μαζί του σε τακτά χρονικά διαστήματα για τις εξελίξεις».
Την ίδια ώρα, το ΠΑΣΟΚ θα προσπαθήσει να μην επιτρέψει στον ΣΥΡΙΖΑ να εργαλειοποιήσει πολιτικά την υπόθεση Ανδρουλάκη με μοναδικό σκοπό να αποκομίσει κομματικό όφελος. ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, κάνουν παράλληλα τους δικούς τους σχεδιασμούς για τη «μάχη στο Κέντρο» η οποία αποκτά νέο ενδιαφέρον μετά την υπόθεση των υποκλοπών. Έως τώρα ο κ. Μητσοτάκης φαινόταν να έχει σημαντικά ερείσματα στη μερίδα αυτή των ψηφοφόρων η οποία στις εκλογές του 2019 του έδωσε κρίσιμη ώθηση για να φτάσει στο σχεδόν 40%. Τώρα, τα κόμματα της αντιπολίτευσης θεωρούν πως αρκετοί απ' αυτούς τους ψηφοφόρους, κυρίως εκείνοι οι οποίοι δίνουν σημαντική βαρύτητα στις θεσμικές λειτουργίες του κράτους, θα εγκαταλείψουν τον κ. Μητσοτάκη και τη ΝΔ. Συνεπώς, η κρίσιμη αυτή μάζα των ψηφοφόρων αποτελούν ένα μεγάλο στοίχημα για ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ τα οποία θα κονταροχτυπηθούν για τη διεκδίκησή τους.
Ταύτιση για την ΠΝΠ
Στο θέμα πάντως, της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου την οποία εξέδωσε η κυβέρνηση σχετικά με τις αλλαγές στη λειτουργία της ΕΥΠ στο θέμα των υποκλοπών, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ φαίνεται να ταυτίζονται. Και τα δύο κόμματα θεωρούν ότι η κυβέρνηση διατηρεί το στρεβλό καθεστώς υπαγωγής της Υπηρεσίας στο πρωθυπουργικό γραφείο, ενώ αρνείται να καταργήσει τη διάταξη που η ίδια ψήφισε σχετικά με τη μη ενημέρωση του παρακολουθούμενου για λόγους εθνικής ασφαλείας.
Σύμφωνα με την Κουμουνδούρου η ΠΝΠ διατηρεί ανέπαφο το καθεστώς αδιαφάνειας στη λειτουργία της ΕΥΠ, αφού διατηρεί τον έλεγχο της ΕΥΠ από το πρωθυπουργικό γραφείο και την επιλογή του επικεφαλής της από τον πρωθυπουργό προσθέτοντας μόνο μια απλή γνωμοδότηση της Βουλής. Επίσης, «δεν καταργεί την κατάπτυστη και ένοχη τροπολογία της κυβέρνησης του με την οποία δεν επιτρέπει στην ΑΔΑΕ να ενημερώνει τους πολίτες για την άρση του απόρρητου της επικοινωνίας τους».
Σε παρόμοιο μήκος κύματος η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Νάντια Γιαννακοπούλου δήλωσε ότι «αν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός προσωπικά δεν ήταν σταθερά προσανατολισμένοι στην επικοινωνιακή και μόνο διαχείριση της κρίσης που αντιμετωπίζουν, θα είχαν προβεί: πρώτον στην αφαίρεση της αρμοδιότητας για την ΕΥΠ από το γραφείο του πρωθυπουργού, δεύτερον στην επαναφορά της δυνατότητας ενημέρωσης των παρακολουθούμενων και τρίτον στην ενίσχυση του δημοκρατικού ελέγχου της ΕΥΠ και της εποπτείας της από τις Ανεξάρτητες Αρχές. Αντ’ αυτών η δημοσιευθείσα ΠΝΠ απλά διαιωνίζει το υφιστάμενο διάτρητο θεσμικό πλαίσιο».
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13-14.08.2022