ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Συνάντηση με τον Ιωάννη Μεντεκίδη - «Αυτή η δουλειά είναι το χόμπι μου»

Έλενα Καραβασίλη31 Ιουλίου 2024

Ο Ιωάννης Μεντεκίδης είναι ένα από τα πιο διακεκριμένα πρόσωπα στον κατασκευαστικό κλάδο της Βόρειας Ελλάδας. Αυτοδημιούργητος και πρωτοπόρος, κατάφερε να μετατρέψει τις δυσκολίες σε ευκαιρίες και να αφήσει το στίγμα του στον χώρο για περισσότερα από 60 χρόνια. Η ιστορία του είναι γεμάτη προκλήσεις, επιτεύγματα και συνεχείς αγώνες, με μεγαλύτερο εμπόδιο τη γραφειοκρατία, η οποία συχνά στάθηκε εμπόδιο στις φιλοδοξίες του, όπως τονίζει ο ίδιος στη «ΜτΚ».


Γεννημένος στην Πτολεμαΐδα, όπου και τελείωσε το γυμνάσιο το 1952, από νεαρή ηλικία έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την κατασκευή. Ήταν μόλις είχε επιστρέψει εσπευσμένα από τη Βιέννη όπου βρισκόταν για να σπουδάσει Πολιτικός Μηχανικός, λόγω προβλήματος υγείας του πατέρα του, όταν «γεννήθηκε» η ιδέα να ασχοληθεί με την αγορά και την κατασκευή ακινήτων.

«Τελείωσα το δημοτικό και τις δύο τάξεις του Γυμνασίου στην Πτολεμαΐδα. Ήρθα για δύο χρόνια στη Θεσσαλονίκη όπου πήγα στο τρίτο γυμνάσιο στην Ευαγγελίστρια. Μετά ξαναγυρίσαμε στην Πτολεμαΐδα και ολοκλήρωσα εκεί τα δύο τελευταία χρόνια. Στη συνέχεια πήγα στη Βιέννη για να σπουδάσω Πολιτικός Μηχανικός. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου δημιουργήθηκε ένα μεγάλο πρόβλημα με την υγεία του πατέρα μου και αναγκάστηκα να επιστρέψω», λέει στη «ΜτΚ» ο κ. Ιωάννης Μεντεκίδης και συμπληρώνει: «Γυρνώντας εδώ και βλέποντας την ανοικοδόμηση που γίνεται στην Ελλάδα με τον τρόπο που γινόταν, τις αντιπαροχές κ.τ.λ., σκέφτηκα πως μία πιο παραγωγική δουλειά και άμεση είναι να ασχοληθώ με την κατασκευή, εγκαταλείποντας την ιδέα των σπουδών».

Η πρώτη οικοδομή

Η πρώτη οικοδομή ήταν αποτέλεσμα μίας συνεταιρικής προσπάθειας με έναν γιατρό. «Είπαμε να βρούμε ένα οικόπεδο, να το χτίσουμε αντιπαροχή. Βάλαμε από 300 χιλιάδες δραχμές ο καθένας και ξεκινήσαμε να χτίσουμε την οικοδομή. Και πήγαμε καλά. Δεν χρειάστηκαν τα λεφτά ούτε τα δικά του, ούτε τα δικά μου, παρά μόνο ένα μέρος τους, καθώς από εκεί και πέρα τα σπίτια άρχισαν να πουλιούνται, η οικοδομή ολοκληρώθηκε με τις προκαταβολές των αγοραστών και τα αποτελέσματα ήταν ικανοποιητικά. Αυτά γίνονται το 1960 και μετά αυτήν την πρώτη πρώτη οικοδομή, αποφάσισα να συνεχίσω τη δουλειά μόνος μου. Και ξεκίνησα να χτίζω αρχικά με αντιπαροχές και αργότερα σε ιδιόκτητα οικόπεδα. Έτσι έγινε το ξεκίνημά μου», θυμάται.

«Έπρεπε να μάθω τι σημαίνει τούβλο»

Ο κ. Μεντεκίδης ξεκίνησε τη δουλειά χωρίς να γνωρίζει τίποτα για το αντικείμενο, παραδέχεται αφοπλιστικά ο ίδιος. «Προσπάθησα όμως από την πρώτη στιγμή να μάθω τη δουλειά της κατασκευής σε βάθος και να την εξελίξω. Έπρεπε να μάθω τι σημαίνει τούβλο. Και έπρεπε να μάθω πώς χτίζεται αυτό το τούβλο. Δεν παρακολουθούσα τα συνεργεία από το γραφείο, περνούσα πολλές ώρες δίπλα τους, παρακολουθώντας τη δουλειά τους. Το ζούσα το γιαπί, την οικοδομή, από κοντά».

Θυμάται πως κάθε πρωί πήγαινε στο γιαπί νωρίτερα από τους εργάτες και καθόταν μέχρι το απόγευμα προκειμένου να παρακολουθήσει από κοντά τις εργασίες. «Σηκωνόμουν το πρωί και ήμουν εκεί δέκα λεπτά πριν από τους εργάτες, προκειμένου να μάθω αρχικά πως οργανώνουν τη δουλειά τους και να δω στη συνέχεια πως θα μπορούσε να βελτιωθεί η οργάνωση του εργοταξίου. Στις 5-6 το απόγευμα πήγαινα στο γραφείο να ασχοληθώ με τα διάφορα θέματα. Ήταν έντονο το ενδιαφέρον μου να μάθω αυτή τη δουλειά. Επιθυμία μου ήταν να την αντιμετωπίσω με σοβαρότητα, ούτως ώστε κάνοντας μία συναλλαγή με τον οποιοδήποτε αγοραστή ενός γραφείου ή ενός σπιτιού, να αφήνω θετική εντύπωση. Γιατί συνήθως γινόταν το αντίθετο. Παραλάμβανε ο αγοραστής το σπίτι του και άρχισε να κατηγορεί τον εργολάβο για το τι του υποσχέθηκε και τι του έχει παραδώσει».

Με αφοσίωση και προσοχή στη λεπτομέρεια, ο κ. Μεντεκίδης κατάφερε να αποκτήσει τη γνώση και να κερδίσει την εμπιστοσύνη στον χώρο των κατασκευών, χτίζοντας μία καριέρα από το μηδέν. Μετά από την κατασκευή 7-8 κτιρίων, όχι πολύ μεγάλου μεγέθους όπως λέει ο ίδιος, βρήκε το οικόπεδο στην Καλαμαριά όπου έχτισε το πρώτο εξαώροφο κτίριο στην περιοχή. «Έχτισα το κτίριο στην Καλαμαριά, ένα κτίριο 14.000 τετραγωνικών. Πολύ μεγάλο έργο για την περίοδο εκείνη και σίγουρα για μένα».

Ήταν μία τολμηρή απόφαση παραδέχεται, διότι «δεν είχα τη δυνατότητα την οικονομική να το αντιμετωπίσω με δικά μου κεφάλαια, αν δεν παρουσιαζόταν αγοραστικό ενδιαφέρον. Είδα το οικόπεδο αυτό και μου έκανε μεγάλη εντύπωση, το θεώρησα ότι είναι ό,τι καλύτερο υπάρχει, εν αντιθέσει με την άποψη που υπήρχε εκείνη την εποχή ότι η Καλαμαριά είναι ένας υποβαθμισμένος συνοικισμός, εκτός πόλης. Αυτή ήταν η εντύπωση που επικρατούσε την περίοδο εκείνη.

Η Καλαμαριά έχτιζε τριώροφα κτίρια και οι τιμές που πουλούσαν ήταν 3.000 δραχμές το τετραγωνικό εν αντιθέσει με τη Βασιλίσσης Όλγας που ήταν 4.500 δραχμές. Μιλάμε για το 1966-67.

Παρόλαυτά πίστεψα πολύ στη θέση του οικοπέδου και στη μετέπειτα εξέλιξη και ξεκίνησα να πουλώ με 6.500 δραχμές το τετραγωνικό. Κατόρθωσα τελικά με την πώληση των πρώτων 16 διαμερισμάτων και μαζί με τα χρήματα που είχα να αποπερατώσω αυτό το εγχείρημα των 14.000 τετραγωνικών χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα».

Οι αντιδράσεις

Σύμφωνα με τον κ. Μεντεκίδη η κατασκευή της πρώτης εξαώροφης οικοδομής στην Καλαμαριά που άλλαξε ριζικά την τοπική αγορά καθώς μέχρι εκείνη τη στιγμή υπήρχαν μόνο οικοδομές μέχρι τρεις ορόφους, προκάλεσε αντιδράσεις στην περιοχή. «Το πρόβλημα που δημιουργήθηκε ήταν ότι αυτό το κτίριο είχε διπλάσιο ύψος από όλες τις οικοδομές της Καλαμαριάς. Μετά τη Μεταπολίτευση, υπήρξαν αντιδράσεις, με κατηγόρησαν ότι ήμουν ο άνθρωπος της Χούντας που καταστρατηγώ τους νόμους. Στην πραγματικότητα το επιτρεπόμενο ύψος για το συγκεκριμένο οικόπεδο είχε καθοριστεί με νομοθετικό διάταγμα πριν τη Χούντα, επί κυβερνήσεως Γεωργίου Παπανδρέου και παρά το μεγαλύτερο ύψος, δεν άλλαζε τον συντελεστή δόμησης που ήταν ο ίδιος με την υπόλοιπη περιοχή.

Οι αντιδράσεις ξεκίνησαν από την τότε δημοτική αρχή της Καλαμαριάς και πυροδότησαν σειρά πρωτοσέλιδων δημοσιευμάτων στις εφημερίδες ‘Μακεδονία’ και ‘Θεσσαλονίκη’ με περιεχόμενο καθόλου κολακευτικό για μένα. Διέτρεξα τον κίνδυνο να καταστραφεί η καλή φήμη που είχα με κόπο δημιουργήσει μέχρι τότε και έτσι προσέφυγα δικαστικά κατά του συγκροτήματος το οποίο αναγκάστηκε να ανασκευάσει τα προηγούμενα δημοσιεύματά του».

Ο εφιάλτης της γραφειοκρατίας

Η πορεία του Ιωάννη Μεντεκίδη δεν ήταν εύκολη. Οι γραφειοκρατικές διαδικασίες και οι καθυστερήσεις από τις δημόσιες υπηρεσίες αποτελούσαν πάντα τις μεγαλύτερες προκλήσεις σε όλη αυτή τη διαδρομή. «Αυτά που επικαλείται η εκάστοτε κυβέρνηση για προσέλκυση επενδύσεων κ.τ.λ., δεν πρόκειται ποτέ να υλοποιηθούν με την υπάρχουσα κατάσταση της δημόσιας διοίκησης. Η ταλαιπωρία που υφιστάμεθα από τις δημόσιες υπηρεσίες είναι τρομερή. Αν δεν αλλάξει κάτι από πλευράς δημοσίου, αυτή η χώρα δεν μπορεί να γίνει ποτέ προηγμένη χώρα. Ταλαιπωρία για τα πάντα. Ό,τι κάνουμε είναι ταλαιπωρία».

Αναφερόμενος μάλιστα στο σήμερα, μάς λέει ότι λόγω της γραφειοκρατίας δεν κατέστη ακόμη δυνατό να ολοκληρωθεί και να λειτουργήσει η μαρίνα που κατασκευάζεται στο ξενοδοχείο ιδιοκτησίας της εταιρείας στον Άγιο Ιωάννη Σιθωνίας.

«Η αδειοδότηση του ξενοδοχείου μας πήρε 3 χρόνια ενώ η αδειοδότηση της μαρίνας δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Πήραμε μετά πολλών βασάνων την άδεια για τα λιμενικά έργα της μαρίνας και τα ολοκληρώσαμε άμεσα. Αλλά εδώ και τρία χρόνια δεν έχουμε πάρει την οικοδομική άδεια ενός κτιρίου της τάξεως των 150 τετραγωνικών που προβλέπεται και χωρίς αυτό το κτιριάκι, δεν μπορεί να λειτουργήσει η μαρίνα».

Η διένεξη με τη «Μακεδονία»

Μία από τις πολλές ιστορίες ταλαιπωρίας, όπως λέει, που έχει να θυμάται ο κύριος Ιωάννης Μεντεκίδης είναι η διένεξη με τη «Μακεδονία» όταν αποφάσισε να χτίσει το οικόπεδο δίπλα στα γραφεία της εφημερίδας που τότε βρίσκονταν στην οδό Τσιμισκή. «Πώς θα γίνει η εκσκαφή της θεμελίωσης χωρίς να πέσει το διπλανό κτίριο της Μακεδονίας… Τους υποσχέθηκα, τους έφερα μελέτες πως δεν θα υπάρξει καμία περίπτωση να διατρέξει κίνδυνο το κτίριο της Μακεδονίας, αλλά επέμεναν να μπλοκάρουν την άδεια. Μεγάλη ταλαιπωρία. Είχα πάει στην Γερμανία να βρω έναν ισχυρό τρόπο αντιστήριξης του κτιρίου και έφερα μία ειδική σκαλωσιά με βεβαιώσεις ότι θα είναι απόλυτα ασφαλής η αντιστήριξη του κτιρίου και δέχθηκε τελικά ο Βελλίδης να ενδώσει και να με αφήσει να αρχίσω να σκάβω το οικόπεδο. Τέλος πάντων, το έσκαψα το οικόπεδο, τελείωσε η οικοδομή, δεν έπαθε καμία ζημιά το κτίριο της Μακεδονίας».

Τα επόμενα project

Ο κ. Μεντεκίδης συνεχίζει να εργάζεται ακούραστα, θεωρώντας τη δουλειά ως το αγαπημένο του χόμπι. Δεν σταματά να σχεδιάζει τα επόμενα επαγγελματικά του βήματα, με τη φιλοδοξία να δημιουργήσει ακόμη μεγαλύτερα έργα από αυτά που έχει υλοποιήσει μέχρι τώρα. Για τον ίδιο η εργασία δεν είναι απλά μία δραστηριότητα, αλλά ένας τρόπος ζωής που τον γεμίζει ενέργεια. «Κατήντησε αυτή η δουλειά να είναι το χόμπι μου. Αυτό με γεμίζει και δεν πήρα σύνταξη ακόμα, στην ηλικία των 90 ετών. Δεν ξέρω, είναι τρόπος ζωής το να μη δουλεύεις; Εμένα η ζωή μου είναι αυτή».

Στα σχέδιά του είναι δύο μεγάλα project: Σε ένα ιδιόκτητο οικόπεδο στην περιοχή του λιμανιού να χτιστούν 40 χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα, σε ένα συγκρότημα όπου θα στεγάζονται σπίτια, γραφεία και ένα ξενοδοχείο. «Έχουμε την άδεια, αλλά αναστείλαμε την κατασκευή την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Το δεύτερο project αφορά μία επίσης ιδιόκτητη έκταση 100 στρεμμάτων στην ανατολική Θεσσαλονίκη, όπου στόχος είναι να κατασκευαστεί ένα μεγάλο συγκρότημα με εμπορική χρήση. «Αυτά που προγραμματίζουμε είναι δύο σημαντικά έργα», λέει ο κ. Μεντεκίδης, για τον οποίο η οικογένεια παίζει καθοριστικό ρόλο στη ζωή και την καριέρα του. Οι δύο γιοι του και τα εγγόνια του είναι η πηγή έμπνευσης και στήριξης που τον βοηθούν να συνεχίσει...

Το ξενοδοχείο

Τα τελευταία τρία χρόνια στην «οικογένεια» Μεντεκίδη συγκαταλέγεται και το πεντάστερο ξενοδοχείο στον Άγιο Ιωάννη Σιθωνίας, στη Χαλκιδική (Ammoa Luxury Hotel & Spa Resort). Αποτελεί μέρος ενός μεγαλύτερου project, που θα ολοκληρωθεί με την κατασκευή τουλάχιστον 100 κατοικιών, πλησίον της ξενοδοχειακής μονάδας, οι οποίες στη συνέχεια θα διατεθούν προς πώληση. «Θα είναι γύρω στις 100 παραθεριστικές κατοικίες, υψηλών προδιαγραφών που θα έχουν το προνόμιο να εξυπηρετούνται από τις εγκαταστάσεις του ξενοδοχείου. Ξέρετε, η λειτουργία του ξενοδοχείου είναι μία δουλειά που απαιτεί ιδιαίτερη φροντίδα, για να μπορέσεις να πας καλά. Αν κάποια στιγμή το εγκαταλείψεις, είναι βέβαιο πως θα καταστραφεί. Αυτά τα ξενοδοχεία που κατά καιρούς πωλούνται, είναι γιατί κάποια στιγμή χάθηκε ο έλεγχος. Το να χάσεις τον έλεγχο, αν δεν είσαι όλη τη μέρα εκεί, είναι εύκολο», τονίζει ο κύριος Ιωάννης Μεντεκίδης.

Ιδιαίτερα σημαντική είναι η συμβολή της εγγονής του, Αλεξάνδρας, η οποία έχει αναλάβει κυρίαρχο ρόλο στη διαχείριση του ξενοδοχείου. «Η Αλεξάνδρα Μεντεκίδου παίζει κυρίαρχο ρόλο στο ξενοδοχείο».

Το Μεντιτερανέ

"Το ξενοδοχείο Μεντιτερανέ αγοράστηκε το Σεπτέμβριο του 1978. Μετά το σεισμό του Ιουνίου είχε υποστεί καταστροφικές βλάβες, είχε χαρακτηριστεί επικινδύνως ετοιμόρροπο και είχε εκδοθεί πρωτόκολλο κατεδάφισης. Φυσικά, είχε πάψει να λειτουργεί προκαλώντας οικονομική καταστροφή στον τότε ιδιοκτήτη του. Όλα αυτά έγιναν το καλοκαίρι του 1978, προ της αγοράς από εμένα και ενώ απουσίαζα στην Αμερική για οικογενειακούς λόγους. Η αγορά αφορούσε μόνο το ξενοδοχείο, που ήταν το 93% της ιδιοκτησίας, ενώ υπήρχαν τρεις ακόμα συνιδιοκτήτες καταστημάτων που είχαν το υπόλοιπο 7%. Αυτοί οι τρεις, ήταν που ξεκινήσαν λυσσαλέο αγώνα για να μην πραγματοποιηθεί η κατεδάφιση και μετά την ολοκλήρωσή της, να αποδειχθεί ότι έγινε παρανόμως. Όχι για την προστασία του κτιρίου, αλλά για τη διασφάλιση των πλεονεκτημάτων που είχαν λόγω της οριζόντιας συνιδιοκτησίας, η οποία οριζόντια ιδιοκτησία κατελύθει με την κατεδάφιση.

Σε όλη την περίοδο που ακολούθησε μέχρι την πρωτόδικη εκδίκαση της υπόθεσης, κατασυκοφαντήθηκα στον τύπο ως άνθρωπος που υπαγορεύει υπουργικές αποφάσεις και κατατρομοκρατεί τους υπαλλήλους των δημοσίων υπηρεσιών για να εκδώσουν αποφάσεις και πρωτόκολλα που τον εξυπηρετούν και όλα αυτά σε μία περίοδο που εγώ δεν ήξερα καν ότι το Μεντιτερανέ ήταν προς πώληση. Ήταν μία δύσκολη εποχή, το 1981, που ο πλούτος είχε σχεδόν ποινικοποιηθεί και οι επιχειρηματίες εθεωρούντο δυνάμει απατεώνες.

Μέσα σε αυτό το κλίμα καταδικάστηκα πρωτοδίκως σε τρία χρόνια φυλάκιση με αναστολή. Τώρα, το πώς επέζησα και δεν έπαθα κανένα εγκεφαλικό όταν άκουσα την απόφαση, δεν μπορώ να το εξηγήσω. Πέντε μέρες γινόταν το δικαστήριο, ξεκινούσε το πρωί και πήγαινε μέχρι τα μεσάνυχτα. Διακόπτανε για δύο ώρες, το μεσημέρι. Όταν άκουσα την απόφαση του δικαστηρίου, τα έχασα, δεν ήξερα τον δρόμο να πάω στο σπίτι μου. Έμενα στη νέα παραλία και από τα δικαστήρια, δεν ήξερα πώς να πάω. Μου έλεγε η γυναίκα μου: από εδώ, αριστερά-δεξιά κ.τ.λ. Να μην τα πολυλογώ, φτάσαμε στο σπίτι και δεν πάθαμε κανένα έμφραγμα.

Στο εφετείο άλλαξαν τα πράγματα. Προσκομίσαμε χαρτιά από το Τεχνικό Επιμελητήριο για τα ψεύδη που κατέθεσαν οι μάρτυρες των αντιδίκων, ακόμη και καθηγητές του Πολυτεχνείου. Ελαφρά τη καρδία, λέγανε ότι τα υποστυλώματα τα έχουν ελέγξει και διαπίστωσαν ότι το μπετόν ήταν ισχυρής αντοχής, ενώ απεδείχθη ότι δεν υπήρχε μπετόν. Τα υποστυλώματα όπως φάνηκε στις φωτογραφίες που καταθέσαμε, ήταν χυτοσιδηροί σωλήνες, οι οποίοι είχαν μία περιμετρική επικάλυψη με ένα επίχρισμα της τάξης των πέντε εκατοστών πάχους, με ραβδώσεις. Διακοσμητικό στοιχείο ήταν δηλαδή. Και όταν απεδείχθη στο δικαστήριο ότι ήταν ψευδρομάρτυρες και ο καθηγητής και ο υπάλληλος της αρχαιολογίας, ο εισαγγελέας πλέκει το εγκώμιο του ανθρώπου Μεντεκίδη και λέει στον καθηγητή: «Κύριε καθηγητά, θα έπρεπε με σοβαρότητα να αντιμετωπίσετε αυτή την περίπτωση. Είναι ευτύχημα ότι υπήρχε αυτός ο σοβαρός άνθρωπος που λέγεται Μεντεκίδης και δεν θρηνήσαμε θύματα τελικά». Αλλιώς θα θρηνούσαμε θύματα. Και έτσι έληξε και αυτή η ιστορία και αθωώθηκα".

*Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 28/07/24

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.