«Η πραγματοποίηση του Συνεδρίου της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας αποτελεί ύψιστο δημοκρατικό δικαίωμα» ισχυρίζεται ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος, σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ενόψει της επικείμενης διεξαγωγής του 37ου εκλογικού συνεδρίου της συνομοσπονδίας στις 25 Φεβρουαρίου.
«Όσο για το γεγονός ότι το συνέδριο θα γίνει μόνο για την εκλογή νέων οργάνων διοίκησης, αυτό ορίζει η δικαστική απόφαση και είμαστε υποχρεωμένοι να την ακολουθήσουμε» υποστηρίζει ο κ. Παναγόπουλος και δεσμεύεται ότι, όταν εκλεγούν τα νέα όργανα διοίκησης, αμέσως μετά θα διοργανωθεί συνέδριο θέσεων, όπου εκεί μπορεί να γίνει ένας γόνιμος διάλογος με θέσεις και αντιπαραθέσεις.
Με τη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο κ. Παναγόπουλος θίγει και το θέμα του συνδικαλιστικού νόμου, επισημαίνοντας ότι η Συνομοσπονδία έχει τονίσει ότι η εθνική νομοθεσία για την προστασία της λειτουργίας των συνδικάτων συνάδει με τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες και την πρακτική της ΕΕ, αναδεικνύοντας παράλληλα τον ιστορικό και εμβληματικό χαρακτήρα του νόμου 1264/1982, ο οποίος σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί ορόσημο για τα θεμελιώδη δημοκρατικά δικαιώματα. «Η θέση μας είναι και, γι’ αυτό, αγωνιζόμαστε, ότι ο νόμος 1264/1982 μπορεί και πρέπει μόνο να βελτιωθεί, με κατάργηση των αντεργατικών παρεμβάσεων στο περιεχόμενό του και ενίσχυση των δικαιωμάτων συλλογικής εκπροσώπησης των εργαζομένων και της προστασίας των εκλεγμένων εκπροσώπων τους» σημειώνει ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
Παράλληλα, ο κ. Παναγόπουλος επαναλαμβάνει την πάγια θέση της ΓΣΕΕ για τον κατώτατο μισθό, υπογραμμίζοντας ότι η Συνομοσπονδία παραμένει σταθερή στη θέση της. «Θεωρούμε εύλογο και δίκαιο το αίτημά μας για άμεση επαναφορά από την κυβέρνηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και ακολούθως να νομοθετήσει την αποκατάσταση της αρμοδιότητας του εφεξής καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για όλους τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Παναγόπουλος, προσθέτοντας: «Έχουμε τονίσει ότι είναι απαράδεκτο, ιδιαίτερα μετά την πολυδιαφημιζόμενη τυπική έξοδο από τα Μνημόνια, να ενεργοποιείται (για δεύτερη φορά) ο μνημονιακός νόμος, με προκλητική απουσία από τα κριτήρια αναφοράς της βιοποριστικής λειτουργίας του μισθού, τη δυνατότητα δηλαδή των εργαζομένων να καλύπτουν τις βιοτικές ανάγκες τους από το μισθό τους. Κατά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τους μισθολογικούς όρους της εκάστοτε ΕΓΣΣΕ, πάντοτε λαμβάνονταν υπόψη και τα λοιπά κριτήρια που αναφέρονται στο νόμο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της εκάστοτε κυβέρνησης και τις τεχνοκρατικές–επιστημονικές εισηγήσεις των Ινστιτούτων των εταίρων. Όχι, όμως, μόνον αυτά, αλλά πάντοτε σε συνδυασμό και ισομερώς με το κριτήριο της βιοποριστικής λειτουργίας των μισθών».
Ερωτηθείς για το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο, ο κ. Παναγόπουλος απαντά ότι το νομοσχέδιο αυτό δεν αποτελεί ασφαλιστική μεταρρύθμιση και δεν αντιμετωπίζει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα. «Με απλά λόγια, είναι ένα νομοσχέδιο που εισάγει οργανωτικά-λειτουργικά ζητήματα, στα οποία ελλοχεύει ο κίνδυνος απορρόφησης της επικουρικής ασφάλισης στην κύρια και ενσωματώνει στον ονομαζόμενο Νόμο Κατρούγκαλου τις θετικές για τους ασφαλισμένους αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Εμείς ως συνδικάτα λέμε ότι απαιτείται εθνικός διάλογος για μία "Πραγματική Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση"» σχολιάζει ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του προέδρου της ΓΣΕΕ Γιάννη Παναγόπουλου, στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ: Το τελευταίο χρονικό διάστημα, απέβησαν άκαρπες επανειλημμένες προσπάθειες για την πραγματοποίηση του συνεδρίου της ΓΣΕΕ, ενώ έντονες υπήρξαν και οι αντιδράσεις περί διαβλητότητας. Τι απαντάτε;
Απ: Την απόλυτη ευθύνη για τη μη διεξαγωγή του Συνεδρίου της ΓΣΕΕ σε Καλαμάτα και Ρόδο έχει ο συνδικαλιστικός βραχίονας του ΚΚΕ το ΠΑΜΕ. Όλοι οι εργαζόμενοι και οι δημοκρατικοί πολίτες παρακολούθησαν τις βιαιοπραγίες τους κατά συνέδρων. Παρακολούθησαν από τους τηλεοπτικούς τους δέκτες και από το ίντερνετ την κατάληψη συνεδριακών χώρων και το κλίμα τρομοκρατίας που δημιούργησαν.
Και δεν αποτελεί δική μας ευθύνη αυτή η κατάσταση. Προσωπικά εγώ εξάντλησα, πριν από εκείνα τα συνέδρια, όλα τα περιθώρια διαλόγου και καλόπιστης συνεννόησης μαζί τους. Έφτασα σε σημείο να υπερβώ βασικές αρχές και αξίες μου, προκειμένου να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε και να μην βγούμε ακρωτηριασμένοι ως συνδικαλιστικό κίνημα.
Όμως, υπάρχουν και κάποια όρια. Ζητούσαν και εξακολουθούν να ζητούν να παρανομήσουμε, ώστε να διαμορφωθούν ευνοϊκοί για την παράταξη της ΔΑΣ (ΠΑΜΕ-ΚΚΕ) συσχετισμοί. Να παραβιάσουμε το καταστατικό μας και να αλλοιώσουμε την πραγματική βούληση εκατοντάδων χιλιάδων συνδικαλιζόμενων εργαζομένων, που συμμετείχαν σε χιλιάδες εκλογικές διαδικασίες πρωτοβάθμιων σωματείων και δευτεροβάθμιων οργανώσεων. Απαιτούν, δηλαδή, το κόμμα τους απαιτεί - διά της «κοπτοραπτικής» - να μην συμμετέχουν στις διαδικασίες ως φυσικά πρόσωπα και ως συλλογικότητες 53 αντιπρόσωποι-σύνεδροι. Και, μάλιστα, ο παραλογισμός τους ή μάλλον η βουλιμική σκοπιμότητά τους εκβιάζει το σώμα των συνέδρων και τη ΓΣΕΕ εκ των προτέρων να κοπούν οι ίδιοι αντιπρόσωποι που στο 36ο Συνέδριο στη Ρόδο, οι ίδιοι με την ψήφο τους είχαν νομιμοποιήσει. Στο προηγούμενο Συνέδριο δεν ήταν νόθοι και εργοδότες;
Σε κάθε περίπτωση, υπεύθυνο για τη νομιμοποίηση των αντιπροσώπων του Συνεδρίου είναι το ίδιο το Συνέδριο, μετά από εισήγηση της Επιτροπής Πληρεξουσίων και όπως το καταστατικό ορίζει. Τον περασμένο Μάρτιο, όμως, με τους τραμπουκισμούς τους, ματαίωσαν κάθε καταστατική διαδικασία. Άρα, για ποια διαβλητότητα μιλάμε; Μιλάμε μόνο για τραμπούκικες συμπεριφορές, που δεν έχουν θέση στη δημοκρατία και στα συνδικάτα.
Ερ: Πρόσφατα, η ΓΣΕΕ ανακοίνωσε τη νέα ημερομηνία πραγματοποίησης του 37ου εκλογικού συνεδρίου της και δέχτηκε επικρίσεις σχετικά με τον τρόπο διεξαγωγής. Πώς τις σχολιάζετε;
Απ: Η πραγματοποίηση του Συνεδρίου της ΓΣΕΕ αποτελεί ύψιστο δημοκρατικό δικαίωμα. Το Συνέδριο της ΓΣΕΕ θα γίνει, γιατί σε μία δημοκρατική χώρα κανείς δεν μπορεί να επιβάλει με ρόπαλα και σιδηρολοστούς τη θέση του. Τους συσχετισμούς τους καθορίζουν οι πλειοψηφίες.
Όσο για το γεγονός ότι το Συνέδριο θα γίνει μόνο για την εκλογή νέων Οργάνων Διοίκησης, αυτό ορίζει η δικαστική απόφαση και είμαστε υποχρεωμένοι να την ακολουθήσουμε. Το ΠΑΜΕ οδήγησε τη ΓΣΕΕ σε διορισμένη Διοίκηση. Το ΠΑΜΕ οδήγησε τα δικαστήρια να ορίζουν συνδικαλιστικές διαδικασίες και να δίνουν ή σωστότερα να μην δίνουν αρμοδιότητες στην Τριτοβάθμια Συνδικαλιστική Οργάνωση.
Δεσμεύομαι ότι, όταν εκλεγούν τα νέα Όργανα Διοίκησης, αμέσως μετά θα διοργανώσουμε συνέδριο θέσεων, όπου εκεί μπορεί να γίνει ένας γόνιμος διάλογος με θέσεις και αντιπαραθέσεις. Χωρίς καδρόνια, απειλές και επιθέσεις, που καθιέρωσε το ΠΑΜΕ σε Καλαμάτα και Ρόδο.
Ερ: Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει αλλαγές του πλαισίου του συνδικαλιστικού νόμου. Ποια είναι η θέση σας;
Απ: Η ΓΣΕΕ, με συγκεκριμένα στοιχεία, έχει αναδείξει το σωρευτικό αποτέλεσμα των αντεργατικών μέτρων, που επιβλήθηκαν από το 2010 και μετά (από όλες τις κυβερνήσεις), το οποίο αποδεδειγμένα έχει οδηγήσει στην αποδυνάμωση της δομής και της λειτουργίας των συνδικάτων στην Ελλάδα και συνακόλουθα της συνοχής της συλλογικής εκπροσώπησης.
Κι αυτό, γιατί τόσο ο σκοπός, όσο και η επίπτωση των μέτρων, ήταν να επηρεάσουν αρνητικά την πρόθεση των εργαζομένων να αναπτύξουν συνδικαλιστική δράση και να γίνουν μέλη συνδικάτων, όταν η διαπραγματευτική δύναμη και ο ρόλος τους στην προστασία και την προώθηση των οικονομικών, εργασιακών και κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων, έχει σοβαρά υπονομευθεί.
Τόσο μέσω της δράσης μας, όσο και με στοιχεία, η Συνομοσπονδία έχει τονίσει ότι η εθνική νομοθεσία για την προστασία της λειτουργίας των συνδικάτων συνάδει με τους διεθνείς και ευρωπαϊκούς κανόνες και την πρακτική της ΕΕ, αναδεικνύοντας παράλληλα τον ιστορικό και εμβληματικό χαρακτήρα του νόμου 1264/1982, ο οποίος σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί ορόσημο για τα θεμελιώδη δημοκρατικά δικαιώματα.
Η θέση μας είναι και, γι’ αυτό, αγωνιζόμαστε, ότι ο νόμος 1264/1982 μπορεί και πρέπει μόνο να βελτιωθεί, με κατάργηση των αντεργατικών παρεμβάσεων στο περιεχόμενό του και ενίσχυση των δικαιωμάτων συλλογικής εκπροσώπησης των εργαζομένων και της προστασίας των εκλεγμένων εκπροσώπων τους.
Ερ: Κρίνετε ότι η αγορά εργασίας αντέχει μία ακόμη ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού; Σε ποιο ύψος εκτιμάτε ότι πρέπει να διαμορφωθεί;
Απ: Η ΓΣΕΕ παραμένει σταθερή στη θέση της. Θεωρούμε εύλογο και δίκαιο το αίτημά μας για άμεση επαναφορά από την κυβέρνηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και ακολούθως να νομοθετήσει την αποκατάσταση της αρμοδιότητας του εφεξής καθορισμού του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου για όλους τους εργαζόμενους με σχέση εξαρτημένης εργασίας στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ).
Έχουμε τονίσει ότι είναι απαράδεκτο, ιδιαίτερα μετά την πολυδιαφημιζόμενη τυπική έξοδο από τα Μνημόνια, να ενεργοποιείται (για δεύτερη φορά) ο μνημονιακός νόμος, με προκλητική απουσία από τα κριτήρια αναφοράς της βιοποριστικής λειτουργίας του μισθού, τη δυνατότητα δηλαδή των εργαζομένων να καλύπτουν τις βιοτικές ανάγκες τους από το μισθό τους, δεδομένου μάλιστα ότι, μετά τη διοικητική παρέμβαση της 6ης ΠΥΣ το 2012 και τις μειώσεις στους μισθούς και τα επιδόματα που επέβαλε στην τότε ισχύουσα ΕΓΣΣΕ, σε συνδυασμό και με την εκρηκτική αύξηση των ελαστικών μορφών απασχόλησης, η αγοραστική ικανότητα του κατώτατου μισθού έχει μειωθεί δραματικά.
Κατά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για τους μισθολογικούς όρους της εκάστοτε ΕΓΣΣΕ, πάντοτε λαμβάνονταν υπόψη και τα λοιπά κριτήρια που αναφέρονται στο νόμο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της εκάστοτε κυβέρνησης και τις τεχνοκρατικές–επιστημονικές εισηγήσεις των Ινστιτούτων των εταίρων. Όχι, όμως, μόνον αυτά, αλλά πάντοτε σε συνδυασμό και ισομερώς με το κριτήριο της βιοποριστικής λειτουργίας των μισθών.
Και για μία ακόμα φορά απαντώ στους «προστάτες» των εργαζομένων ότι η ΓΣΕΕ θεσμικά και ακλόνητα είναι αυτή που αγωνίζεται για την επαναφορά της ΕΓΣΣΕ και τον Σεπτέμβρη του 2019, με παρέμβασή της στο Συμβούλιο της Επικρατείας, όρθωσε το ανάχωμα των εργαζομένων υπέρ των τριετιών, την ισχύ των οποίων αμφισβητούν εργοδοτικές οργανώσεις. Δώσαμε τη μάχη υπέρ των επιδομάτων των τριετιών, με σκοπό να επιβεβαιωθεί η ισχύς των συγκεκριμένων επιδομάτων, ώστε να μην επέλθει χειροτέρευση των μισθολογικών όρων εργασίας μεγάλου αριθμού εργαζομένων, που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Να μην αναβιώσει η, κατά κοινή ομολογία, όχι μόνο αποτυχημένη, αλλά και καταστροφική, μνημονιακή πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, διά της μείωσης των μισθών, χωρίς μνημόνιο αυτή τη φορά.
Ερ: Ποια είναι η άποψή σας για το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο; Ποια είναι τα υπέρ και τα κατά, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ;
Απ: Το νομοσχέδιο αυτό δεν αποτελεί ασφαλιστική μεταρρύθμιση και δεν αντιμετωπίζει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα. Θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ένα νομοσχέδιο διαθετικού χαρακτήρα στο πνεύμα και την προοπτική του Ν. 4387/16, το οποίο με μια πρώτη ματιά δεν προωθεί ουσιαστικά την κοινωνικοασφαλιστική, αλλά μόνο την οργανωτικό-λειτουργική και διαδικαστική ενοποίηση, προβλέπει περιορισμένου επιπέδου αυξήσεις στις συντάξεις συγκριτικά με τις απώλειες του συνταξιοδοτικού εισοδήματος.
Με απλά λόγια, είναι ένα Ν/Σ που εισάγει οργανωτικά-λειτουργικά ζητήματα, στα οποία ελλοχεύει ο κίνδυνος απορρόφησης της επικουρικής ασφάλισης στην κύρια και ενσωματώνει στον ονομαζόμενο Νόμο Κατρούγκαλου τις θετικές για τους ασφαλισμένους αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Εμείς ως συνδικάτα λέμε ότι απαιτείται εθνικός διάλογος για μία «Πραγματική Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση».
Δεν μπορείς να σχεδιάζεις βιώσιμο ασφαλιστικό, χωρίς να έχεις το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, χωρίς διασύνδεση με την ανάπτυξη, χωρίς σχέδιο αντιμετώπισης του δημογραφικού και χωρίς νέους πόρους που θα αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη.