Σύμφωνα με το άρθρο 1510 ΑΚ «Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού» και με το άρθρο 1513 ΑΚ «Στις περιπτώσεις διαζυγίου, η άσκηση γονικής μέριμνας μπορεί ν’ ανατεθεί, αν αυτοί συμφωνούν, ορίζοντας συγχρόνως τον τόπο διαμονής του τέκνου στους δύο από κοινού.»
Είναι γνωστό όμως πως με την επικρατούσα νομολογία, η αποκλειστική επιμέλεια δίνεται σε ένα τεράστιο ποσοστό κοντά στο 95% των περιπτώσεων στη μητέρα παρότι η γονική μέριμνα αποτελεί καθήκον και δικαίωμα αμφότερων των γονέων.
Ο πατέρας στον αντίποδα περιορίζεται στον ρόλο του καθώς του δίνεται κυρίως το δικαίωμα της επικοινωνίας που σχεδόν σε όλες τις δικαστικές αποφάσεις ανέρχεται σε δυο σαββατοκύριακα το μήνα και ένα απόγευμα την εβδομάδα και εμποδίζεται στην άσκηση του γονικού του ρόλου καθώς μετατρέπεται στο ευχάριστο διάλειμμα από την καθημερινότητα παρακολουθώντας από μακριά την ανατροφή του τέκνου του. Η γονική αποξένωση καθίσταται ως πραγματικότητα επιβαρύνοντας τόσο τον πατέρα όσο και το παιδί. Η βίαιη αποκοπή συνιστά τραυματικό γεγονός για το παιδί και το γονέα και αποτελεί αδικαιολόγητη διάσπαση του ισχυρού ψυχικού δεσμού που έχει το τέκνο αναπτύξει με το γονέα που του αφαιρείται από τη ζωή του. Η εκ του συστήματος αποκλειστική ανάθεση της επιμέλειας στον έναν γονέα προκαλεί ψυχικά τραύματα στα παιδιά και τα εκθέτει σε σοβαρούς κινδύνους καθώς η ποιότητα του χρόνου που περνά ο γονιός με το παιδί είναι σε άμεση συνάρτηση με την ποσότητα. Ο γονιός που του αφαιρείται η επιμέλεια κινείται στο περιθώριο και όχι στον πυρήνα της ζωής του παιδιού και των δραστηριοτήτων του.
Το αληθινό συμφέρον του παιδιού είναι να το ανατρέφουν και οι δυο γονείς ακόμη και στην περίπτωση διαζυγίου όπου με σύγχρονες ρυθμίσεις μπορούν να αποφευχθούν οι αντιδικίες για την επιμέλεια, την ενδοοικογενειακή βία και τις αυθαίρετες αλλαγές του τόπου κατοικίας που βασανίζουν παιδιά και γονείς στην καθημερινότητα τους.
Σύμφωνα δε με το άρθρο 24 παρ 3 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ αναγνωρίζεται ρητά ότι κάθε παιδί έχει δικαίωμα να διατηρεί επαφές με τους δύο γονείς οι οποίες πρέπει να είναι τακτικές, να επιτρέπουν την ανάπτυξη προσωπικών σχέσεων και να έχουν τη μορφή απ’ ευθείας επαφών.
Με την υφιστάμενη επικρατούσα νομολογία, τα παιδιά ανατρέφονται αποκλειστικά και μόνο από τον ένα γονέα, τη μητέρα, χωρίς δικαίωμα και υποχρέωση του πατέρα για συμμετοχή στην ανατροφή τους. Έτσι δεν εξυπηρετείται το συμφέρον των παιδιών, αναιρείται η βασική παιδοκεντρική αρχή του ΑΚ και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των γονέων. Συνεπώς για να αντιμετωπισθεί το ζήτημα της ανατροφής των παιδιών με σεβασμό στα δικαιώματά τους και σύγχρονους όρους ανταποκρινόμενους στην σημερινή πραγματικότητα επιβάλλεται νομοθετική μεταρρύθμιση με τη συνεπιμέλεια τέκνων σε πρώτο πλάνο.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 3 Μαΐου 2020