Οι γυναίκες με παχυσαρκία μπορεί να μοιράζονται τον κίνδυνο για τη νόσο με τις κόρες τους, αλλά όχι με τους γιους τους, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Journal of Clinical Endocrinology & Metabolism» της παγκόσμιας Ενδοκρινολογικής Εταιρείας.
Τα ευρήματα της έρευνας αναδεικνύουν ότι τα κορίτσια που γεννιούνται από μητέρες με παχυσαρκία ή με υψηλό ποσοστό σωματικού λίπους μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αποκτήσουν το ίδιο υψηλό σωματικό λίπος. Οι ερευνητές μέτρησαν το σωματικό λίπος και τους μύες σε 240 παιδιά, εννιά ετών ή μικρότερα, και τους γονείς τους στην πρώιμη παιδική ηλικία. Χρησιμοποίησαν αυτά τα δεδομένα για να προσδιορίσουν εάν ο δείκτης μάζας σώματος και η ποσότητα σωματικού λίπους και μυών στο παιδί σχετίζεται με τους δείκτες των γονιών τους. Βρήκαν ότι τα κορίτσια είχαν παρόμοιο δείκτη μάζας σώματος και λίπος με τις μητέρες τους, αλλά δεν βρήκαν την ίδια σχέση των αγοριών με τις μητέρες τους ή των αγοριών και των κοριτσιών με τους πατέρες τους.
Ωστόσο, όπως διευκρινίζει η Ρεμπέκα Μουν, μία από τις συγγραφείς της μελέτης, από το επιδημιολογικό κέντρο «Medical Research Council (MRC) Lifecourse Epidemiology Centre» του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον, «απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει αυτό, αλλά τα ευρήματα μάς δείχνουν ότι οι προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση του σωματικού βάρους θα έπρεπε να ξεκινούν πολύ νωρίς στη ζωή, ιδιαίτερα σε κορίτσια που γεννιούνται από μητέρες παχύσαρκες και υπέρβαρες».
Η παχυσαρκία επηρεάζει σχεδόν τους μισούς ενήλικες και το 20% των παιδιών στις Ηνωμένες Πολιτείες και το κόστος της ιατρικής περίθαλψης υπολογίζεται σε 173 δισεκατομμύρια δολάρια. Τα άτομα με παχυσαρκία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση, καρδιακά προβλήματα και πολλές άλλες παθήσεις.