Βαθιά το χέρι στην τσέπη καλούνται να βάλουν φέτος το καλοκαίρι οι Έλληνες εάν θελήσουν να κάνουν τα μπάνια του... λαού σε κάποιο νησί ή τουριστικό προορισμό της ηπειρωτικής Ελλάδας. Τα μακροβούτια της ελληνικές θάλασσες τη φετινή τουριστική σεζόν κοστίζουν πολλά ευρώ, με τους εγχώριους ταξιδιώτες να επιλέγουν για τις διακοπές τους το εξωτερικό, μιας και η ολιγοήμερη ανάπαυλα σε Μάλτα, Ισπανία ή Παρίσι κοστίζει φθηνότερα σε σχέση με προορισμούς εντός συνόρων. «Η Ελλάδα πλέον είναι απαγορευτική για τους Έλληνες» υποστηρίζουν ταξιδιώτες, με τους επαγγελματίες του τουρισμού να παραδέχονται πως οι τιμές φέτος σε διαμονή, εστίαση, μετακίνηση και διασκέδαση είναι «τσιμπημένες» σε σχέση με πέρσι, συμπληρώνοντας όμως ότι οι λόγοι για αυτές τις αυξήσεις είναι πολλοί και τα... δοχεία συγκοινωνούντα.
Είναι χαρακτηριστικό πως, όπως αναφέρει ταξιδιωτικός πράκτορας στην «ΜτΚ» για το ίδιο δωμάτιο, τις ίδιες υπηρεσίες στο ίδιο ξενοδοχείο με πέρσι σε ξενοδοχείο στην Αστυπάλαια, φέτος ο επισκέπτης καλείται να πληρώσει 300 ευρώ τη διανυκτέρευση, την ώρα που ένα χρόνο πριν, το καλοκαίρι του 2021, το κόστος ανερχόταν μόλις στα 180 ευρώ ανά βραδιά. Την ίδια ώρα, στην Τήνο, «ανερχόμενος» για πολλούς προορισμός φέτος δεν βρίσκει κάποιος δωμάτιο με τιμές κάτω των 100 ευρώ τη μέρα.
Το υψηλό κόστος μετακίνησης, είτε αυτό αφορά ακτοπλοϊκά είτε αεροπορικά εισιτήρια, σε συνδυασμό με τις υψηλές τιμές διαμονής σε ξενοδοχεία, καταλύματα αλλά και δωμάτια που διατίθενται μέσα από κάποια γνωστή πλατφόρμα, κάνουν φέτος το καλοκαίρι τις διακοπές στην Ελλάδα, νησιωτική και ηπειρωτική, απρόσιτες για την πλειοψηφία των ελληνικών οικογενειών. Ιδιαίτερες είναι οι περιπτώσεις προορισμών όπως είναι η Μύκονος και η Σαντορίνη, που έχουν καταστεί παγκόσμιοι προορισμοί και θυμίζουν περισσότερο... κάποιο νησί της Καραϊβικής, παρά Ελλάδα. Σύμφωνα με τους ειδικούς οι αυξήσεις έχουν εξήγηση και οφείλονται σε συγκεκριμένους λόγους.
«Απλησίαστα» ναύλα και διανυκτέρευση
Όπως εξηγεί ιδιοκτήτης ταξιδιωτικού πρακτορείου με έδρα τη Θεσσαλονίκη οι κυριότεροι λόγοι είναι δυο: η παγκόσμια ζήτηση που μεγαλώνει και έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την προσφορά- όπως άλλωστε είναι οι κανόνες της αγοράς, και η πληθωριστική κρίση που έχει φέρει αυξήσεις στις τιμές των πρώτων υλών. «Στην Ελλάδα πλέον, πουθενά δεν υπάρχει διαθέσιμο δίκλινο με 50 ευρώ όπως ίσχυε μέχρι και πέρσι» αναφέρει χαρακτηριστικά στην «ΜτΚ». Σύμφωνα με τον ίδιο οι αυξήσεις σε τιμές διαμονής ξεκινούν από 40% σε σχέση με το καλοκαίρι του 2021 και μπορεί να αγγίξουν το 60%. «Αυτό» όπως εξηγεί «έχει ως αποτέλεσμα προορισμοί του εξωτερικού να είναι φθηνότεροι και φυσικά να γίνονται ανάρπαστοι» συμπληρώνει.
Έτσι, οι Έλληνες ταξιδιώτες αδυνατώντας να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών επιλέγουν ολιγοήμερα πακέτα διακοπών σε Μάλτα, Παρίσι, Ρώμη και Νάπολη αντί της Τήνου, της Μήλου, της Ρόδου και της Χαλκιδικής. Οι «κόκκινες» από άποψη τιμών τουριστικές περιοχές στη χώρα είναι κυρίως οι Κυκλάδες, η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, ενώ άνθρωποι της αγοράς αναφέρουν πως και τα νησιά των Βόρειων Σποράδων: Σκιάθος, Σκόπελος, Αλόννησος είναι sold out, ενώ παρατηρούνται και εκεί σημαντικές αυξήσεις στις τιμές σε ξενοδοχεία και καταλύματα. «Στη Μάλτα μπορεί να βρει κανείς δίκλινο σε ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων έναντι ογδόντα ευρώ τη βραδιά. Αυτές οι τιμές πλέον για την Ελλάδα αποτελούν παρελθόν» υποστηρίζει ο ίδιος πράκτορας. Σημειώνεται πως ήδη έξω από τα γραφεία πρακτορείων στο κέντρο της Θεσσαλονίκης αλλά και στα social media διαφημίζονται πακέτα διακοπών για τον Αύγουστο εκτός συνόρων, ακόμα και χειμερινοί προορισμοί όπως το Μπάνσκο της Βουλγαρίας «πιο οικονομικά από ποτέ», όπως διαφημίζουν χαρακτηριστικά.
Για τον ταξιδιωτικό πράκτορα Γιώργο Γιαλαμά, ο κυριότερος λόγος της αύξησης του κόστους διαμονής στην Ελλάδα είναι αυτός μεγάλης ζήτησης. Όπως υποστηρίζει την χώρα μας επιλέγουν πλέον περισσότεροι ξένοι τουρίστες καθώς το brand «Ελλάδα» ισχυροποιήθηκε. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο κ. Γιαλαμάς στο «άνοιγμα» στην Αμερική που έγινε και είχε ως αποτέλεσμα την έλευση χιλιάδων Αμερικανών και το γεγονός ότι φέτος σε αντίθεση με πέρσι δεν υπάρχουν περιοριστικά μέτρα κατά της πανδημίας σε Ελλάδα και εξωτερικό, κάτι που σημαίνει πως οι τουρίστες μετά από μια μεγάλη περίοδο απαγορεύσεων, καραντίνας και εγκλεισμού αλλά και κλειστών συνόρων αποφάσισαν να ταξιδέψουν. Όπως αναφέρει ο κ. Γιαλαμάς οι ξένοι και μεγάλοι tour operators έκλεισαν τα πακέτα τους με αεροπορικές και ξενοδοχειακές μονάδες σε όλη τη χώρα πολλούς μήνες νωρίτερα, σχεδόν με την λήξη του περσινού καλοκαιριού, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να περιοριστεί σημαντικά η προσφορά για τους Έλληνες ταξιδιωτικές πράκτορες οι οποίοι αγόρασαν σε υψηλότερες τιμές από τους ξένους συναδέλφους τους, ενώ οι μεμονωμένοι πελάτες πλέον αναγκάζονται να βάλουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη. «Οι αεροπορικές εταιρίες στα ελληνικά πρακτορεία για φέτος διέθεσαν λιγότερες θέσεις σε σχέση με τις άλλες χρονιές γιατί υπήρχαν ήδη συμφωνίες» σχολιάζει ο κ. Γιαλαμάς και τονίζει πως σε ορισμένες περιπτώσεις και περιοχές δεν ισχύει το «value for money». «Οι εγκαταστάσεις ενός ξενοδοχείου ή οι υποδομές ενός νησιού, τα καταστήματα εστίασης και ψυχαγωγίες ή οι υπηρεσίες δεν ανταποκρίνονται στα χρήματα που δαπανά κανείς για να κάνει διακοπές σε εκείνο το νησί» λέει ο κ. Γιαλαμάς αναφερόμενος σε συγκεκριμένη περίπτωση ταξιδιωτικού προορισμού.
Γιατί εκτοξεύθηκαν οι τιμές;
Ποιοι είναι όμως οι λόγοι που η Ελλάδα φέτος πουλά τον τουρισμό της για... χρυσάφι; Αρχικά, όπως συμφωνούν οι ειδικοί η ενεργειακή κρίση προκάλεσε αύξηση στις τιμές των καυσίμων, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές σε αεροπορικά και ακτοπλοϊκά εισιτήρια. Την ίδια ώρα, οι αυξήσεις τιμών στην ενέργεια αυξάνει το κόστος λειτουργίας τουριστικών καταλυμάτων και ξενοδοχειακών μονάδων με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος διαμονής. Επίσης, η πληθωριστική κρίση έφερε αυξήσεις τιμών σε πρώτες ύλες και βασικά προϊόντα, κάτι που έχει οδηγήσει σε αύξηση τιμών για παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών, όπως είναι το πρωινό ή ημιδιατροφή, της τάξης του 10%-15% σε σχέση με πέρσι. Επιπρόσθετα, η μεγάλη ζήτηση από το εξωτερικό σε συνδυασμό με την διαθέσιμη προσφορά της χώρας οδήγησε σε αύξηση των τιμών. Τέλος, οι μεγάλες ελλείψεις που παρατηρούνται παγκοσμίως (και στην χώρα μας) στους κλάδους της εστίασης και του τουρισμού και οι χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας έχει οδηγήσει σε αύξηση μισθών εκείνων που εργάζονται, καθώς είναι... περιζήτητοι με αποτέλεσμα να αυξάνεται και το κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών στους καταναλωτές. Τέλος, ειδικότερα για την αγορά της Αμερικής η ισοτιμία ευρώ- δολαρίου, όπως λένε οι ειδικοί και το «φτηνό πλέον ευρώ» όπως σχολιάζει έχει φέρει περισσότερους Αμερικανούς στην χώρα μας για διακοπές. Αύξηση παρατηρείται και σε τουρίστες από Τουρκία, Βέλγιο, Τσεχία, Ρουμανία και Σερβία.
Η αύξηση στις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων σε σχέση με πέρσι φέτος αγγίζει το 25%-30%, ενώ σε ό,τι αφορά τη διαμονή σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον Μάιο, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στην κατηγορία Ξενοδοχεία-Πανδοχεία-Μοτέλ αυξήθηκε κατά 22,2% σε σύγκριση με πέρσι. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου η αύξηση σε σχέση με το καλοκαίρι του 2021 σε σχέση με ένα χρόνο πριν αγγίζει ακόμα και το 30% ή το 50%.
Ενεργειακή κρίση και ακρίβεια
Όπως αναφέρει στην «ΜτΚ» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, Γρηγόρης Τάσιος ο κλάδος του τουρισμού υπακούει στους κανόνες της ελεύθερης αγοράς. «Όταν αυξάνεται η ζήτηση και μεγαλώνει η πληρότητα τότε η διαθέσιμη προσφορά αυξάνεται» υποστηρίζει. Ο κ. Τάσιος αποδίδει τις αυξήσεις των τιμών σε ό,τι αφορά τη διαμονή, σε ενεργειακή κρίση και ακρίβεια που έχουν επιφέρει αύξηση του κόστους λειτουργίας των τουριστικών επιχειρήσεων από 30% έως 50%. Ενδεικτικά αναφέρει πως ένας ιδιοκτήτης ξενοδοχείο πλέον προμηθεύεται ένα λίτρο ηλιέλαιο έναντι 3,30 ευρώ το λίτρο, όταν πέρσι το αγόραζε με 0,70 ευρώ. Το ψωμί πλέον κοστίζει 1,5 ευρώ το κιλό, ενώ πέρσι διατίθετο έναντι 0,90 ευρώ. Πέρσι ένα κιλό μαλακό κίτρινο τυρί κόστιζε 4 ευρώ ενώ φέτος η τιμή ανέρχεται σε 6,30 με 7 ευρώ το κιλό. Ο κ. Τάσιος αναφέρει πως υπάρχουν δυο μοντέλα τουρισμού: το πρώτο αφορά τον μαζικό τουρισμό, όπου οι τιμές για φέτος «κλείδωσαν» από τους tour operators το 2019 και είναι ίδιες και το δεύτερο, οι μεμονωμένοι πελάτες όπου παρατηρούνται αυξήσεις από 10%-15%. Κατά τον πρόεδρο της ΠΟΞ διαφορετικές είναι οι αυξήσεις τιμών σε νησιωτικούς και ηπειρωτικούς προορισμούς, καθώς στην πρώτη περίπτωση ο αριθμός των κλινών είναι συγκεκριμένος και μικρότερος σε σχέση με τη δεύτερη. «Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το 90% είναι εισερχόμενος τουρισμός. Η υψηλή λοιπόν ζήτηση, το υψηλό κόστος λειτουργίας και οι αυξήσεις των τιμών οδηγούν στην κατάσταση που περιγράφουμε» υποστηρίζει. «Σε αντίθεση με πέρσι που από τις 90 ημέρες της σεζόν οι 60 δούλεψαν με την ελληνική αγορά, το καλοκαίρι του 2022 είναι διαφορετικό» λέει ο κ. Τάσιος.
200 στη Ρόδο, 40 στο Παρίσι
Σύμφωνα με τον Μιχάλη Ζορπίδη, πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης και ιδιοκτήτη του ομώνυμου ταξιδιωτικού οργανισμού τέλη Ιουλίου και το γεγονός ότι τα πακέτα που διαθέτει για διακοπές εντός συνόρων είναι ακόμα διαθέσιμα σε αντίθεση με εκείνα του εξωτερικού, αποδεικνύει όπως λέει την παρούσα κατάσταση. «Η Ελλάδα είναι ακριβή και οι ιδιοκτήτες ξενοδοχείων και ενοικιαζόμενων δωματίων ζητούν τρελά ποσά» αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ζορπίδης. Η επιχείρησή του, όπως υποστηρίζει «έκλεισε» για φέτος 2.500 θέσεις για προορισμούς εξωτερικού που έγιναν ανάρπαστες, ενώ οι μισές από τις 500 θέσεις για διακοπές στην Ελλάδα είναι ακόμα διαθέσιμες. Φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα ο κ. Ζορπίδης δίκλινο δωμάτιο στην Ρόδο και το Παρίσι που κοστίζει για μια βραδιά 200 ευρώ και 40 ευρώ, αντίστοιχα.
Κατά τον Τριαντάφυλλο Παπαϊωάννου, πρόεδρο της της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Επιχειρηματιών Τουριστικών Καταλυμάτων «Ο Αριστοτέλης» κατά μέσο όρο η αύξηση του κόστους διαμονής φέτος σε σχέση με πέρσι ανέρχεται σε 10%-15% ενώ οι πληρότητες στην Νικήτη Χαλκιδικής, όπου ο ίδιος δραστηριοποιείται επαγγελματικά ξεπερνούν το 90% τη δεδομένη χρονική περίοδο. Όπως λέει εάν για κάποιο κατάλυμα υπάρχει κενό μιας ή δυο διανυκτερεύσεων μεταξύ «κλεισμένων» δωματίων για πολλές ημέρες η αύξηση των τιμών μπορεί να ξεπερνά και το 30%. «Τιμές υπάρχουν για όλα τα βαλάντια. Ο λόγος που δεν υπάρχουν Έλληνες τουρίστες είναι η μικρή διαθεσιμότητα» λέει και παραθέτει προς σύγκριση στοιχεία του 2021, κατά το οποίο το 44% των επισκεπτών που μίσθωσαν κάποιο κατάλυμα (όχι δωμάτιο ξενοδοχείου) ήταν Έλληνες. Κατά τον κ. Παπαϊωάννου η αύξηση των τιμών σε σούπερ μάρκετ και εστίαση έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζουν και οι συνήθειες των τουριστών οι οποίοι πλέον περιορίζουν κατά το ήμισυ τις εξόδους τους.
Οδικώς... ρεφενέ
Στο μεταξύ, η αύξηση της τιμής των καυσίμων γέμισε ξανά τα αυτοκίνητα με επιβάτες. Οι μετακινήσεις των ΙΧ γίνονται με τέσσερα ακόμα και πέντε επιβάτες προκειμένου να μειωθεί το κόστος μετακίνησης. Είναι χαρακτηριστικό επίσης πως οι Έλληνες ταξιδιώτες επιλέγουν τον τόπο των διακοπών τους με κριτήριο την χιλιομετρική απόσταση από τον τόπο της μόνιμης διαμονής τους, προτιμώντας κοντινούς προορισμούς και με το ρεζερβουάρ να γεμίζει και όχι να φουλάρει με 20 και 30 ευρώ, ίσα ίσα για να φτάσουν στην παραλία.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 31.07.2022