Τα τελευταία 24ωρα η Ελλάδα βρίσκεται σ' έναν πύρινο κλοιό
Ανεξέλεγκτες φλόγες αποτεφρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους, χιλιάδες δασικές εκτάσεις, σπίτια, ζώα. Οι δραματικές ώρες που ζούνε οι κάτοικοι της Βορειοανατολικής Αττικής, της Εύβοιας, της Ηλείας, της Μεσσηνίας δε χωράνε σε λόγια, όμως τέτοιες στιγμές ξυπνούν στο καθένα ξεχωριστά διαφορετικές μνήμες από το παρελθόν.
Για τους Θεσσαλονικείς, η πρόσφατη πυρκαγιά στο Σέιχ Σου, στις 13 Ιουλίου, που με τη γρήγορη συμβολή των επίγειων πυροσβεστικών και εναέριων δυνάμεων περιορίστηκε και δεν εξαπλώθηκε, ήταν αρκετή για να φέρει στο μυαλό των κατοίκων της πόλης τις εφιαλτικές στιγμές της πυρκαγιάς του 1997.
Το ημερολόγιο έγραφε Κυριακή 6 Ιουλίου, μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού, με τις θερμοκρασίες να ξεπερνούν το φυσιολογικό για την εποχή και τους ανέμους να πνέουν μέχρι και 6 μποφόρ. Οι συνθήκες αυτές έδωσαν, δυστυχώς, πρόσφορο έδαφος για την εκδήλωση πυρκαγιάς και οι πρώτες εστίες φωτιάς άρχισαν να ξεπηδούν.
Λίγο μετά τις 4 το μεσημέρι γίνεται η πρώτη καταγγελία πολίτη στην πυροσβεστική για ένδειξη πυκνού καπνού στο δάσος. Μερικά λεπτά αργότερα απογειώνεται το πρώτο αεροπλάνο της αερολέσχης Θεσσαλονίκης, εντοπίζοντας ένα μέτωπο φωτιάς έκτασης ενός χιλιομέτρου.
Μέσα σε λίγες ώρες ο έλεγχος της φωτιάς έχει ξεφύγει και κινείται στις κατοικημένες περιοχές των Πεύκων και του Πανοράματος , όπου ο φόβος για μια μεγαλύτερη καταστροφή έχει κυριεύσει όλους τους πολίτες. Τρία σπίτια και ένα κατάστημα παραδίδονται στις φλόγες, ενώ η φωτιά φτάνει μέχρι τον υποσταθμό της ΔΕΗ με αποτέλεσμα να προκληθεί μπλακ-άουτ.
Η νύχτα πέφτει, όμως η μάχη της πυρόσβεσης δεν σταματά, ενώ στο σημείο έσπευσαν και πυροσβεστικές δυνάμεις από γειτονικούς νομούς για να συνδράμουν. Η επόμενη μέρα έρχεται μαζί με την ελπίδα της κατάσβεσης, Ωστόσο ο δυνατός άνεμος ξαναφούντωσε τα μέτωπα σε πολλά σημεία που είχαν σβήσει. Εκκενώνονται μια παιδική κατασκήνωση και το ίδρυμα κωφάλαλων παιδιών στο Πανόραμα και η περιοχή του Ελαιώνα.
Το βράδυ της Δευτέρας 7 Ιουλίου η φωτιά τίθεται σε έλεγχο, όμως είναι ήδη αργά. Το 55% του δάσους, 16.640 στρέμματα, έγιναν στάχτη και τα ανυπεράσπιστα ζώα που ζούσαν μέσα σ’ αυτό χάνουν με τραγικό τρόπο τη ζωή τους. Η οικολογική καταστροφή τεράστια, η εικόνα αποκαρδιωτική, αποκαΐδια και σκόνη έχουν καλύψει τη Θεσσαλονίκη.
Σήμερα, το δάσος του Σέιχ Σου έχει αναγεννηθεί σε σημαντικό βαθμό και το ζήτημα της διαφύλαξής του έχει τεθεί και πάλι στο τραπέζι των αρμόδιων φορέων, καθώς μια ενδεχόμενη απειλή, όπως τον περασμένο Ιούλιο, μπορεί να οδηγήσει σε μοιραία καταστροφή.
Οι πυρκαγιές της Κασσάνδρας 2006/2017
Ένας ακόμη πνεύμονας πρασίνου, στην περιοχή της Κασσάνδρας στην καταπράσινη Χαλκιδική, έγινε στάση δύο φορές μέσα σε διάστημα μιας δεκαετίας. Στις 21 Αυγούστου του 2006, ξεσπά πυρκαγιά σε δασική έκταση του Πολύχρονου της Χαλκιδικής και μέχρι να έρθει το φως της επόμενης μέρας , οι φλόγες είχαν ήδη σχηματίσει ένα μέτωπο 10 ολόκληρων χιλιομέτρων, φτάνοντας μέχρι το Πευκοχώρι.
Ήταν πλέον ολοφάνερο ότι ο έλεγχος έχει χαθεί. Οικισμοί εκκενώνονται, σπίτια και καταστήματα τυλίγονται στις φλόγες, κάτοικοι και τουρίστες ψάχνουν τρόπο διαφυγής, ενώ δύο άνθρωποι κυριευμένοι από τον πανικό πεθαίνουν και αρκετοί ακόμη καταλήγουν στο νοσοκομείο με εγκαύματα και αναπνευστικά προβλήματα. Περισσότερα από 1.000 άτομα, ανάμεσά τους και πολλά μικρά παιδιά μεταφέρονται με σκάφη προς ασφαλή σημεία προκείμενου να σωθούν από τις φλόγες.
Οι πολίτες και οι τοπικές αρχές καταγγέλλουν την ολιγωρία των κρατικών μηχανισμών και την απουσία ενημέρωσης των πολιτών. Τα λιγοστά αεροπλάνα που συμμετείχαν με καθυστέρηση στην κατάσβεση δεν ήταν αρκετά για να προλάβουν τον όλεθρο. Το 50% της δασικής έκτασης στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής μετατράπηκε σε τέφρα.
Και επειδή όπως αποδεικνύεται η ιστορία επαναλαμβάνεται, τον Σεπτέμβριο του 2017, η περιοχή και οι κάτοικοί της ξανά έρχονται αντιμέτωποι με τον πύρινο εφιάλτη που κατακαίει ό,τι πρόλαβε να αναγεννηθεί από την προηγούμενη καταστροφική πυρκαγιά του 2006. Αυτή τη φορά, η φωτιά εκδηλώθηκε γύρω από τον οικισμό Μόλα Καλύβα, όπου και κάηκαν σπίτια. Ωστόσο, η έγκαιρη επέμβαση των δυνάμεων της πυροσβεστικής, που επιχείρησε με επίγειες και εναέριες δυνάμεις, παρά τις δύσκολες καιρικές συνθήκες και τους δυνατούς ανέμους που έπνεαν, έθεσε υπό περιορισμό το πύρινο μέτωπο, εμποδίζοντάς το να εξελιχθεί περαιτέρω στην κατάμεστη από τουρίστες και παραθεριστές ευρύτερη περιοχή της Κασσάνδρας.