Αναμενόμενος ο εκνευρισμός, όταν ο Νίκος Ταχιάος παρομοίασε ορισμένους συμπολίτες μας με τους Παλαιοχριστιανούς της Κορινθίας • είναι επιεικώς άστοχο να κατηγορούνται οι Θεσσαλονικείς περίπου ως κάτοικοι σπηλαίων, επειδή διαμαρτύρονται για την ταλαιπωρία στην Περιφερειακή. Εύλογα θεωρούν ότι βλάπτεται η σωματική και ψυχική υγεία τους για μια υπόθεση κακοσχεδιασμένη, που όντως θα προσφέρει μακροπρόθεσμα οφέλη, αλλά πιθανώς αυτά δεν δικαιολογούν τις βραχυπρόθεσμες ζημιές στην τοπική καθημερινότητα και οικονομία. Ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση θα έπρεπε να μας απασχολήσει περισσότερο το τι ειπώθηκε, παρά το πώς.
Ο Υφυπουργός Υποδομών σίγουρα διαφέρει από τους περισσότερους σύγχρονους πολιτικούς, αφού δεν μπορεί να κατηγορηθεί για υποκρισία και στρογγυλεμένο λόγο. Αντίθετα, δε θα διστάσει να πει ανοιχτά ό,τι πιστεύει και κατόπιν να το υποστηρίξει με -συχνά παρεξηγήσιμο- πάθος. Αυτό άλλωστε συνέβη κατά την τελευταία ομιλία του στο δημοτικό συμβούλιο, όπου ξεκαθάρισε πως εφόσον το Flyover ξεκίνησε από τους προκατόχους του, πλέον ζητούμενο είναι να τελειώσει εγκαίρως. Δεδομένου λοιπόν ότι δε δίστασε ποτέ να απαρνηθεί τις πεποιθήσεις του, οφείλουμε τουλάχιστον να του αναγνωρίσουμε συνέπεια. Αυτός ήταν ο Ταχιάος, αυτός είναι και όλοι τον γνωρίζουμε, άρα θα πρέπει να κρίνεται για την αποτελεσματικότητά του, όχι για το ύφος του.
Συνεπώς, μήπως το αιχμηρό σχόλιο του έτσουξε επειδή ήταν αρκετά εύστοχο; Διαχρονικά η Θεσσαλονίκη διχάζεται γύρω από κάθε μεγάλη παρέμβαση. Το ‘80 υπήρξαν έντονες αντιδράσεις για την Περιφερειακή και το ‘90 για τη διαπλάτυνση της Παλιάς Παραλίας, ενώ μετά το 2000 για τη μεταφορά του ΧΥΤΑ, για τη χωροθέτηση του ΣΜΑ στην Ευκαρπία, για την απομάκρυνση της χημικής γύψου από την ΒΦΛ, για τον Κισσό, για διανοίξεις και πεζοδρομήσεις οδών, για τη διαπλάτυνση του δρόμου προς Περαία, για την επιμήκυνση της πίστας στο “Μακεδονία”, για την ιδιωτικοποίηση του ΟΛΘ, για την Υποθαλάσσια, για τη Νέα Παραλία, για την κατεδάφιση παραπηγμάτων στα Τείχη, για την αξιοποίηση των παλαιών στρατοπέδων, για πολεοδομικές επεκτάσεις, για τοποθέτηση καμερών επιτήρησης, για τις στάσεις του Μετρό σε Παπάφειο και Βενιζέλου, για την ανάπλαση της ΔΕΘ. Ανεξαρτήτως σοβαρότητας, τα τελευταία 40 χρόνια δεν υπήρξε δράση που να μην επιβραδύνθηκε έστω ελάχιστα (όταν δεν ματαιώθηκε) από διαμαρτυρίες, αγνές, συμφεροντολογικές, ή παραταξιακές. Αν είχε επιλεγεί η κατασκευή της Εξωτερικής Περιφερειακής θα είχαμε πάλι φασαρία, απλώς διαφορετική.
Αυτόν τον συχνά στείρο αρνητισμό στηλίτευσε ο Ταχιάος, δίχως να στερείται βάσης το σκεπτικό του. Όσοι με διαβάζετε γνωρίζετε πως κατά κανόνα αποδίδω στην Αθήνα τη συνεχιζόμενη αναπτυξιακή καχεξία μας, αλλά ούτε εμείς είμαστε άμοιροι ευθυνών. Κάθε υπερσυγκεντρωτικός διοικητικός μηχανισμός νομοτελειακά ευνοεί την πρωτεύουσα του κράτους, ειδικά όταν αυτή συγκεντρώνει το 40% του εθνικού πληθυσμού. Συνεπώς, οι τυχόν ατέρμονες κοκορομαχίες μεταξύ μικρών και μεγάλων…κοτζαμπάσηδων μόνο ζημιά προκαλούν σε περιφερειακές πόλεις σαν τη δική μας, διότι ουσιαστικά ενθαρρύνουν κεντρικούς υπηρεσιακούς παράγοντες να αναβάλουν αποφάσεις κρίσιμες για το παρόν και το μέλλον μας. Οι Θεσσαλονικείς δεν είμαστε άνθρωποι των σπηλαίων, δυστυχώς όμως συχνά στεκόμαστε με παρόμοια φοβικότητα απέναντι στο νέο και άγνωστο, αν και η στασιμότητα μας δε μας επιτρέπει αυτή την πολυτέλεια.