Με τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο βράβευσε το 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης μία από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές του ελληνικού ντοκιμαντέρ, τον σκηνοθέτη Σταύρο Ψυλλάκη. Την ίδια ώρα, δέκα από τις ταινίες του μεγάλου δημιουργού, εξακολουθούν να προβάλλονται στις αίθουσες του Φεστιβάλ, στο πλαίσιο σχετικού αφιερώματος.
Σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, το βραβείο παρέδωσε στον σκηνοθέτη ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, λέγοντας ότι ο στίχος του Αργύρη Χιόνη «ό,τι περιγράφω με περιγράφει» εκφράζει στην εντέλεια το έργο του Σταύρου Ψυλλάκη. «Θα πρόσθετα όμως και έναν στίχο από το «'Αξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη, διότι στις ιστορίες του Ψυλλάκη, ακόμα και όταν τα δάκρυα ξεχειλίζουν και η απόγνωση σκεπάζει τα πάντα, αυτός αναζητά το λευκό έως την ύστατη ένταση του μαύρου, την ελπίδα έως τα δάκρυα, τη χαρά έως την άκρα απόγνωση», είπε ο κ. Ανδρεαδάκης.
Συγκινημένος ο κ. Ψυλλάκης παρέλαβε το βραβείο και ευχαρίστησε αρχικά το Φεστιβάλ για την πρωτοβουλία του να παρουσιάσει αυτό το αφιέρωμα και να τον βραβεύσει για το συνολικό του έργο, ενώ ευχαρίστησε και όσους συνετέλεσαν στη δημιουργία του. «Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που συμμετείχαν στις ταινίες και τις φώτισαν με την παρουσία τους, τους συνεργάτες και συντελεστές των ταινιών, που ο καθένας τους πρόσθεσε την εργασία και το ταλέντο του σε αυτό που βλέπετε», είπε χαρακτηριστικά, ευχαριστώντας και το κοινό που ήταν στην αίθουσα, για την τιμή που του έκανε.
Οι ταινίες του Σταύρου Ψυλλάκη, αποτελούν βαθιά ανθρώπινα υπαρξιακά δοκίμια, παρατηρούν τον κόσμο που μας περιβάλλει και εξερευνούν τον ψυχισμό των πρωταγωνιστών του. Ο σκηνοθέτης, δημιουργώντας σχέσεις εμπιστοσύνης με τους «ήρωές» του, παρατηρεί και προσεγγίζει με διεισδυτική ματιά το θέμα του και αναδεικνύει τις κρυμμένες αλήθειες τους, φτιάχνοντας παράλληλα ένα μοναδικό πορτρέτο της σύγχρονης Ελλάδας.
Σε ερώτηση του κοινού γιατί ο ίδιος έλκεται από περιθωριοποιημένους χαρακτήρες είπε ότι δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη γραμμή που ακολουθεί, ούτε επιθυμεί να καταπολεμήσει την αδικία ή να καταγράψει το πώς συμπεριφέρεται η κοινωνία μας σε αυτούς τους ανθρώπους. «Μπορώ να απαντήσω στο ερώτημα με μια νέα ερώτηση. Τι σε κάνει άραγε να ερωτευτείς; Ποιος μπορεί να πει με σιγουριά; Όπως επικοινωνώ με έναν άνθρωπο δίχως την κάμερα, έτσι προσεγγίζω και τους πρωταγωνιστές των ταινιών μου. Δεν πάω ποτέ με σενάριο γιατί δεν ξέρω τι θα προκύψει. Όλα μπορούν να αλλάξουν στην πορεία και στο μοντάζ, «εγώ σκαλίζω και αυτό θα μου δείξει τον δρόμο», όπως λέει και ένας από τους πρωταγωνιστές μιας ταινίας μου», είπε χαρακτηριστικά. Επεσήμανε, ακόμη, ότι, δεδομένου ότι γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια, βλέποντας ποιους ανθρώπους διαλέγει για τις ταινίες του, νομίζει ότι δεν ξέφυγε ποτέ από την ταξική του θέση.
Τέλος, επανέλαβε για μία ακόμη φορά την άποψή του ότι το ντοκιμαντέρ είναι μυθοπλασία. «Όσο τραβάς με την κάμερα ένα θέμα ή τον πρωταγωνιστή σου, τραβάς και τον εαυτό σου. Η μόνη διάσταση της αλήθειας είναι η απόσπαση από τη λήθη. Χρησιμοποιώ πραγματικά πρόσωπα και αυτό μπερδεύει τον θεατή, ωστόσο το ντοκιμαντέρ είναι για μένα μυθοπλασία», κατέληξε.