Στις αρχές του 20ου αιώνα το ελληνικό υποπροξενείο στην Καβάλα, πόλη στην οποία το 1896 διοργανώθηκε η πρώτη απεργία καπνεργατών στον βαλκανικό χώρο και ιδρύθηκε το πρώτο καπνεργατικό σωματείο με την επωνυμία «Η Ευδαιμονία» αναδείχθηκε σε κέντρο του Μακεδονικού Αγώνα κινητοποιώντας τις δυνάμεις του ελληνισμού της περιοχής.
Στις Σέρρες το ελληνικό υποπροξενείο πρωτοστάτησε στην οργάνωση άμυνας του ελληνισμού, καθώς εκεί έστελνε κρυφά η ελληνική κυβέρνηση χρήματα δια μέσου του προϋπολογισμού των σχολείων και γίνονταν μυστικές συσκέψεις για την οργάνωση των ενόπλων σωμάτων.
Η Σιάτιστα, στο όρος Βέλια, στην οποία λειτουργούσαν παρθεναγωγείο, αστική σχολή και πολλοί φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι, αποτέλεσε κόμβο για τα αντάρτικα σώματα του Μακεδονικού Αγώνα.
Η Βέροια έγινε σημαντικό κέντρο δράσης του ελληνικού κομιτάτου, μέσω της πόλης διοχετευόταν οπλισμός στις ομάδες που δρούσαν στην υπόλοιπη Μακεδονία.
Μέλη της επιτροπής του Μακεδονικού Αγώνα συναντήθηκαν με τον Ίωνα Δραγούμη κατά την επίσκεψή του στην Κοζάνη το 1902. Η επιτροπή χρησιμοποίησε την μορφωτική αδελφότητα «Πανδώρα» ως προκάλυμμα για να αναπτύξει τη δράση της, εφοδιασμό, ανεύρεση καταλυμάτων για τα αντάρτικα σώματα, ιατρική περίθαλψη και είσπραξη συνδρομών από εύπορους Έλληνες.
Δώδεκα πόλεις έπαιξαν καθοριστικό ρόλο
Δώδεκα πόλεις με μακραίωνη ιστορία που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην οργάνωση και τη στήριξη του Μακεδονικού Αγώνα: Νάουσα, Μοναστήρι, Φλώρινα, Σέρρες, Κοζάνη, Μελένικο, Έδεσσα, Καστοριά, Καβάλα, Σιάτιστα, Δράμα, Βέροια - πόλεις πολλαπλών αντιθέσεων, που γνώρισαν πολλές μεταμορφώσεις ανά τους αιώνες και έγιναν μάρτυρες σημαντικών ιστορικών γεγονότων - προβάλλονται στο Ημερολόγιο του Ιδρύματος του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα και της Νεότερης Ιστορίας της Μακεδονίας (ΙΜΜΑ) για το έτος 2024 μέσα από κείμενα και σπάνιο φωτογραφικό υλικό.
Στις σελίδες του Ημερολογίου, γράφει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, καταγράφονται στοιχεία για κάθε πόλη, δημογραφική σύνθεση, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η πνευματική και εμπορική δραστηριότητα, ο ρόλος τους στον Μακεδονικό Αγώνα, καθώς και η συμβολή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, του κλήρου, των συλλόγων και των σωματείων στην ενδυνάμωση του ηθικού του ελληνικού πληθυσμού.
«Η επιλογή του θέματος έγινε με τη σκέψη ότι θα έπρεπε να προβληθεί ο μεγάλος αγώνας των μικρών, αλλά σημαντικών πόλεων, καθώς και οργανώσεων κατά την περίοδο 1904-1908» εξήγησε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ η κ. Σταυρούλα Μαυρογένη, καθηγήτρια στο ΠΑΜΑΚ και διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΙΤ).
«Είναι αλήθεια ότι ο αγώνας των ανθρώπων της Μακεδονίας, η πίστη τους σε μια ελεύθερη πατρίδα, έδωσε τον παλμό και το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό σε αυτή την άνιση μάχη. «Οι μεγάλες στιγμές της Μακεδονικής Ιστορίας» τόνισε η κ. Μαυρογένη, «βασίστηκαν στον "Άνθρωπο" και στη συσπείρωση των μαζών γύρω από συλλόγους και σωματεία».
«Στόχος του Μουσείου μας είναι να φωτίσει τις αγωνιστικές προσπάθειες εκείνης της περιόδου αναδεικνύοντας τόσο την προσωπικότητα όσο και το δημόσιο χαρακτήρα της» επισήμανε.
«Η δραματικότητα των μεγάλων στιγμών της ελληνοβουλγαρικής αναμέτρησης για την τύχη των τριών βιλαετίων στην ύπαιθρο χώρα, επισκίασε τις οικονομικές, εκπαιδευτικές και κοινωνικές διεργασίες σε σημαντικά αστικά κέντρα του μακεδονικού ελληνισμού. Όμως, είναι σε αυτές τις διεργασίες, εκεί όπου πρέπει να αναζητήσουμε, μεταξύ άλλων, τα αίτια της επιτυχίας του εθνικού εγχειρήματος στη Μακεδονία την περίοδο 1904-1908» δήλωσε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ ο Κωνσταντίνος Παπανικολάου, διδάκτορας του ΑΠΘ και επιστημονικός Συνεργάτης του ΙΜΜΑ.
Από το Μοναστήρι έως την Καβάλα
Η χρηματοδότηση και η οργάνωση του αγώνα βασίστηκαν σε σημαντικό βαθμό στον ζήλο των τοπικών οργανώσεων, σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου. «Παράλληλα, από το κοσμοπολίτικο Μοναστήρι στον Βορρά, μέχρι τη μακεδονική «πρωτεύουσα» της καπνεργασίας, την Καβάλα, στον Νότο, το ελληνικό σχολείο και ο πατριαρχικός κλήρος, έδιναν τον δικό τους αγώνα από έδρας και άμβωνος. Σωματεία και σύλλογοι συνέδραμαν επίσης στη διατήρηση και ενδυνάμωση του ηθικού του ελληνικού πληθυσμού. Στη συμβολή και τον ρόλο αυτών των τοπικών κοινωνιών αποτίει ελάχιστο φόρο τιμής το Ημερολόγιο του ΙΜΜΑ για το 2024» σημείωσε.
Το επιτραπέζιο Ημερολόγιο - Λεύκωμα σε δύο γλώσσες (ελληνικά-αγγλικά) περιλαμβάνει σπάνιο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό, εμπλουτισμένο με ιστορικά κείμενα που συντάχθηκαν από αξιόλογους επιστήμονες, υπογράμμισε στο ΑΠΕ - ΜΠΕ η διευθύντρια του Ιδρύματος Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, Αθηνά Παυλίδου.
«Όπως κάθε χρόνο, γνώμονας στην επιλογή της θεματικής του Ημερολογίου μας ήταν η ανάδειξη μιας πτυχής της Μακεδονικής Ιστορίας, η οποία είτε παραβλέπεται είτε δεν απολαμβάνει της δέουσας προβολής. Έτσι, φέτος επιλέχθηκαν οι πόλεις-πρωταγωνίστριες του Μακεδονικού Αγώνα, ώστε να υπογραμμιστεί ο επικουρικός, αλλά κορυφαίος ρόλος του αστικού χώρου και των τοπικών κοινωνιών στην ελληνοβουλγαρική αναμέτρηση στις αρχές του 20ου αιώνα» τόνισε η κ. Παυλίδου διευκρινίζοντας ότι η Θεσσαλονίκη εξαιρέθηκε καθώς είχε αποτελέσει αυτοτελώς θέμα προηγούμενου Ημερολογίου (2012).
Η επιστημονική επιτροπή του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης με επικεφαλής την κ. Μαυρογένη, απευθύνθηκε για τη συγγραφή των κειμένων σε εννέα δόκιμους ιστορικούς επιστήμονες, εξοικειωμένους τόσο με το Μακεδονικό Ζήτημα όσο και με την τοπική ιστορία. Στόχος τους ήταν η σύντομη αλλά περιεκτική περιγραφή του εθνωφελούς ρόλου 12 μακεδονικών πόλεων την περίοδο 1903-1908.
«Την ίδια στιγμή απευθυνθήκαμε σε φορείς, ιδρύματα και ιδιώτες-συλλέκτες, οι οποίοι διατηρούν σημαντικό φωτογραφικό αρχείο, ώστε η αφήγηση να διανθίζεται με φωτογραφίες και απεικονίσεις των μακεδονικών πόλεων. Μετά τη συγκέντρωση του συνολικού υλικού, αυτό μεταφράστηκε στην αγγλική γλώσσα και ελέγχθηκε από το επιστημονικό προσωπικό του ΙΜΜΑ. Τελικό στάδιο της προετοιμασίας της παρούσας έκδοσης ήταν η γραφιστική επεξεργασία της με στόχο το βέλτιστο αισθητικό αποτέλεσμα» είπε η κ. Μαυρογένη.
«Το ημερολόγιο είναι πόνημα»
«Το ημερολόγιο που κάθε χρόνο εκδίδεται από το Μουσείο μας είναι ένα πόνημα» υπογράμμισε η διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης (ΚΕΜΙΤ).
Τα κείμενα είναι των κ.κ. Ιωάννη Δ. Στεφανίδη, καθηγητή Διπλωματικής Ιστορίας, Νομική ΑΠΘ, των διδακτόρων Νεότερης Ιστορίας του ΑΠΘ Γεωργίας Βλαχοδήμου, Κωνσταντίνου Διώγου, Κωνσταντίνου Σ. Παπανικολάου, Χαράλαμπου Γάππα, του υπ. διδάκτορος Ιστορίας University of North Carolina at Chapel Hill, Σπυρίδωνος Γαστεράτου, του υπ. διδάκτορος Οθωμανικής Ιστορίας ΑΠΘ, Δημητρίου Μητσόπουλου, της υπ. διδάκτορος Columbia University (New York), Ελένης Π. Στόικου, του υπ. διδάκτορος Νεότερης Ιστορίας ΑΠΘ, Αθανασίου Συροπλάκη, του υπ. διδάκτορος Ιστορίας Χωρών Χερσονήσου του Αίμου ΑΠΘ, του ιστορικού-συντάκτη στην εφημερίδα Η Καθημερινή, Ευάγγελου Κανσίζογλου, ιστορικού, βοηθού Έρευνας ΙΜΜΑ.
Την επιστημονική υποστήριξη του έργου είχαν οι ακαδημαϊκοί Βασίλειος Κ. Γούναρης, καθηγητής Ιστορίας Νεοτέρων Χρόνων ΑΠΘ, τέως Πρόεδρος του ΙΜΜΑ και Ιωάννης Δ. Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας, Νομική ΑΠΘ.
Την επιμέλεια της έκδοσης είχαν οι κ.κ. Φανή Τσατσάια, Ιστορικός Τέχνης, υπ. διδάκτορας Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ, Αθηνά Παυλίδου, Φιλόλογος-Μουσειολόγος, υπ. διδάκτορας Μουσειολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, διευθύντρια του ΙΜΜΑ και Κωνσταντίνος Σ. Παπανικολάου, διδάκτορας Νεότερης Ιστορίας ΑΠΘ, επιστημονικός συνεργάτης ΙΜΜΑ.