Τριτοκοσμικές συνθήκες επικρατούν στον μεγαλύτερο σιδηροδρομικό κόμβο της χώρας, τον ΤΧ1, στη Θεσσαλονίκη, εκεί όπου συναντιούνται τρεις γραμμές, Αθήνας, Ειδομένης και Αλεξανδρούπολης.
Οι σταθμάρχες κάνουν τον έλεγχο της κυκλοφορίας «με το μάτι», και έχουν οπτική επαφή μόλις για 200 μέτρα, από τα φωτόσημα εισόδου μέχρι τα φωτόσημα εξόδου- τα οποία όμως δεν λειτουργούν, είναι πάντα κόκκινα.
Μπροστά τους οι σταθμάρχες έχουν έναν πίνακα με κολλημένες πάνω του αυτοκόλητες ετικέτες με χειρόγραφα σημειώματα, ενώ η κίνηση γίνεται με μπακαλοντέφτερο «αφού αυτό ορίζει η νομοθεσία έτσι θα δουλέψουμε» μας λεν.
Τα κόκκινα λαμπάκια αναβοσβήνουν μονίμως, όπως και τα φωτόσημα και ελιγμοσήματα στη γραμμή, τα οποία όμως είναι εκτός λειτουργίας, άρα το κόκκινο φωτόσημο δεν σημαίνει πρακτικά τίποτε.
Στα τυφλά
Όταν το τρένο πατά στις γραμμές η ένδειξη κοκκινίζει στην οθόνη, αλλά «όταν γυρνάμε ένα ψαλίδι δεν σημαίνει ότι είναι ασφαλές. Το λαμπάκι του ψαλιδιού μπορεί να δείξει ότι δεν έχει καθίσει (σ.σ. το τρένο στη γραμμή) γιατί μπορεί να υπάρχει κάποια μηχανική βλάβη. Εγώ σταματάω τα τρένα αλλά πάντα ‘’πέφτουν τηλέφωνα’’ να με ρωτήσουν γιατί σταμάτησα. Εν τέλει πιέζεσαι ψυχολογικά να παραβείς τον κανονισμό ασφάλειας. Εγώ έχω αφήσει τα τρένα να καθυστερήσουν και 2 και 3 ώρες, ποτέ δεν με ένοιαξε η καθυστέρηση» μας αναφέρει ένας μηχανοδηγός υπό τον όρο ανωνυμίας.
«Εμείς κάνουμε τους χειρισμούς. Αν είχαμε σωστή λειτουργία του συστήματος θα άναβε το ελιγμόσημο, και θα μας εξασφάλιζε την διαδρομή. Τώρα την ελέγχουμε με το μάτι, βλέπουμε τη διαδρομή που χαράξαμε, πχ μέχρι τη Σινδο» λέει ένας άλλος σταθμάρχης, ο Ανδρέας Διοδώνης. Για το τμήμα πέρα από τα 200 μέτρα , δηλαδή μετά φωτόσημα, οι σταθμάρχες δεν έχουν εικόνα και χρειάζεται να μιλήσουν στο τηλέφωνο ή τον ασύρματο με τους σταθμάρχες στους διπλανούς σταθμούς. Ίδια κατάσταση σε όλους τους σταθμούς.
Η «μεγάλη εικόνα» θεωρητικά θα έπρεπε να υπάρχει στα κέντρο ελέγχου κυκλοφορίας (ΚΕΚ) πρακτικά όμως το ΚΕΚ Θεσσαλονίκης έχει εικόνα μόνο για ένα μικρό τμήμα.
Τα "κλειδιά" ή "ψαλίδια" που αλλάζουν την χάραξη μιας γραμμής
Κρίσεις πανικού λόγω ευθύνης
«Στην αρχή πάθαινα κρίσεις πανικού. Με δική μας ευθύνη περνάν τα τρένα. Γυρνάμε τα κλειδιά και δίνουμε την εντολή στον μηχανοδηγό. Η ευθύνη είναι τεράστια» μας λέει ένας σταθμάρχης που θέλει να κρατήσει την ανωνυμία του.
«Σε κάθε βάρδια υπάρχει άγχος. Οι βάρδιες έχουν αλλάξει. Δεν υπάρχει προσωπικό και αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε και στα ρεπό μας» λέει από την πλευρά του ο κ. Διοδώνης. «Τριάντα χρόνια έχουν γίνει αρκετά πράγματα ηλεκτροδοτήθηκε το δίκτυο, κάναμε διπλέ γραμμές, όμως στην λειτουργία δεν έχουν αλλάξει και πολλά. Είναι σαν τα κινητά αφής, και αυτά με τα πληκτρολόγια. Τα ''αφής'' δεν ήρθαν σε εμάς. Απαξιώνουν τον οργανισμό…» λέει με απογοήτευση.
Στον ερειπωμένο χώρο του σταθμού ΤΧ1 υπάρχουν παντού ποντικοπαγίδες και οι εργαζόμενοι ζεσταίνονται με μια σόμπα πετρελαίου. Η τουαλέτα έχει χαλάσει και οι εργαζόμενοι πρέπει να διασχίζουν τις γραμμές για να πάνε μέχρι απέναντι, σε μια χημική τουαλέτα. «Προτιμώ να κάνω την ανάγκη μου έξω στην αυλή, για να έχω μαζί μου τον ασύρματο, μήπως συμβεί κάτι» μας λέει ένας εργαζόμενος.
«Δεν ένιωθα ασφαλής να πάρω το τρένο»
Ο ίδιος προσλήφθηκε μέσω ΑΣΕΠ, και μετά από 18 μήνες εκπαίδευσης στη σιδηροδρομική ακαδημία θήτευσε δίπλα σε έναν έμπειρο σταθμάρχη. Σήμερα όπως λέει, οι εργαζόμενοι προσλαμβάνονται με μπλοκάκι παροχής υπηρεσιών, εκπαιδεύονται στα γραφεία του ΟΣΕ στη Θεσσαλονίκη για έξι μήνες και πιάνουν δουλειά…
Σήμερα στον ΤΧ1 δουλεύουν δυο μόνιμοι και έξι με μπλοκάκια, με εξάμηνη εκπαίδευση. «Ακόμα και αν εγκαθιστούσαν αύριο τα νέα συστήματα ποιος θα εκπαίδευε το προσωπικό;» αναρωτιέται ένας από τους σταθμάρχες με τους οποίους μιλήσαμε.
Μάλιστα εξομολογείται ότι «το τριήμερο κατέβηκα στην Αθήνα και είπα στην παρέα μου καλύτερα να βάλουμε από 60 ευρώ για τις βενζίνες και να πάμε οδικώς, αλλιώς θα ήμουν κι εγώ στην 62. Η νέα ‘’σειρά’’ που ανέλαβε από 1η Φεβρουαρίου, είναι συνάδελφοι άπειροι τελείως. Ειδικά λόγω τριημέρου δεν ένιωθα ασφαλής να πάρω το τρένο».