Στο πνεύμα των Χριστουγέννων, για να πάρει τα πάνω του ο τζίρος και να καλύψει τρύπες και ανοίγματα των επιχειρήσεών τους, ελπίζουν οι επαγγελματίες της Θεσσαλονίκης, στρέφοντας το βλέμμα στην εορταστική περίοδο.
H χθεσινή Black Friday και η Λευκή Νύχτα που έρχεται στις 4 Δεκεμβρίου με τα μαγαζιά να μένουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα στο κέντρο της πόλης, αποτελούν… τα προεόρτια για την αγορά, η οποία μπαίνει με ενισχυμένες προσδοκίες στον Δεκέμβριο, μήνα-βαρόμετρο για το κλείσιμο της σεζόν.
Εκτιμάται πως πανελλαδικά ο τζίρος κατά την περίοδο των Χριστουγέννων (από την Black Friday και έπειτα) αγγίζει τα 4 δισ. ευρώ (πέριξ των 500 εκατ. σε Θεσσαλονίκη και Κεντρική Μακεδονία) με τη μερίδα του λέοντος, ωστόσο, να κατευθύνεται στις αλυσίδες. Τα μαγαζιά πραγματοποιούν περίπου το 25-30% του ετήσιου τζίρου τους την εορταστική περίοδο.
Το Μετρό που πλέον έχει μπει στις ράγες, πέρα από την «ανάσταση» εμπορικών εμβληματικών δρόμων, όπως η Εγνατία, θα συμβάλλει και στην αύξηση των μετακινήσεων προς το κέντρο την εορταστική περίοδο, γεγονός που οι ΜμΕ ένδυσης και υπόδησης ευελπιστούν να έχει αντίκρισμα και στα ταμεία τους.
Άι Βασίλης μπορεί να μην υπάρχει, ωστόσο οι επαγγελματίες εκτιμούν πως το εύθυμο κλίμα των γιορτών και η καταβολή δώρων και επιδομάτων θα ανάψoυν… για τα καλά τα λαμπάκια στα ταμεία τους, κλείνοντας τη χρονιά με μία αισιόδοξη νότα.
Στο πλαίσιο αυτό, από τη στενωπό της ακρίβειας που δεν λέει να μας αφήσει, των συμπιεσμένων εισοδημάτων και της διαρκούς αβεβαιότητας καλείται να διέλθει επιτυχώς το λιανεμπόριο της Θεσσαλονίκης με την εορταστική περίοδο να αποτελεί ένα γερό κρας τεστ για την αγορά, που στοχεύει στην μερική, έστω, ανάκαμψη του τζίρου, για να κλείσουν οι επαγγελματίες χρέη και υποχρεώσεις ενόψει ενός βαρύ χειμώνα που κοντοζυγώνει.
Η μειωμένη αγοραστική δυνατότητα των καταναλωτών λόγω των γενικευμένων ανατιμήσεων, αλλά και η εντεινόμενη πίεση που συνεχίζουν να υφίστανται οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, τόσο εξαιτίας της χαμηλής αγοραστικής κίνησης κατά τη διάρκεια του έτους, όσο και του υψηλού ενεργειακού κόστους, σφίγγουν τον κλοιό στα μικρομάγαζα, με τις αλυσίδες ασφαλώς σε πλεονεκτικότερη θέση.
Οι γεωπολιτικές εξελίξεις και το πολεμικό τοπίο που σκιαγραφείται φουντώνουν την ανησυχία του εμπορικού κόσμου και σε ό,τι αφορά το ζήτημα της ενέργειας αλλά και της λειτουργίας της εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς μία ενδεχόμενη νέα διαταραχή στις μεταφορές που θα ανεβάσει το κόστος τους, αναμένεται να επιβαρύνει επιπλέον τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές.
Η απαισιοδοξία κυριεύει τους Θεσσαλονικείς
Στη Θεσσαλονίκη κάμψη της καταναλωτικής εμπιστοσύνης αλλά και αύξηση της απαισιοδοξίας των νοικοκυριών για την οικονομική τους κατάσταση, καταγράφει το βαρόμετρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου για το β’ εξάμηνο του 2024.
Σχεδόν αμετάβλητο καταγράφεται το κλίμα στις επιχειρήσεις Λιανικού Εμπορίου στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2023, με τον «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών για το Λιανικό Εμπόριο» να βρίσκεται σταθερά σε, σχεδόν, ουδέτερο έδαφος. Έτσι, το ισοζύγιο θετικών-αρνητικών εκτιμήσεων του «Δείκτη Επιχειρηματικών Προσδοκιών Λιανικού Εμπορίου» βρίσκεται στο +1 (από +2 τον Μάρτιο του 2024).
Ειδικότερα, σε σχέση με τους καταναλωτές της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης αποτυπώνεται αρνητική αξιολόγηση της οικονομικής κατάστασης των νοικοκυριών για το διάστημα που προηγήθηκε και αυξημένη απαισιοδοξία για την περαιτέρω εξέλιξή της, σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο. Συγκεκριμένα, αυξάνεται το ποσοστό των νοικοκυριών που προβλέπουν επιδείνωση (50% από 42%) της κατάστασής τους και μειώνεται το ποσοστό όσων προβλέπουν βελτίωση ή σταθεροποίηση από το 52% στο 44%.
Επιπλέον, μειώνεται στο 7% από 14% το ποσοστό όσων δηλώνουν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας βελτιώθηκε πολύ ή αρκετά κατά το προηγούμενο 12μηνο. Παράλληλα, μειώνεται το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η γενική οικονομική κατάσταση της χώρας θα βελτιωθεί κατά το επόμενο δωδεκάμηνο (11% έναντι αντίστοιχου ποσοστού 17% τον Μάρτιο του 2024).
Ακρίβεια για πάντα…
Η ακρίβεια και η αύξηση των τιμών καταναλωτή ήταν ιδιαιτέρως αισθητές κατά τη διάρκεια της χρονιάς που φεύγει από το σύνολο σχεδόν των καταναλωτών, ανεξαρτήτως οικονομικής κατάστασης, ωστόσο στο τελευταίο εξάμηνο η αίσθηση αύξησης των τιμών ήταν ελαφρώς πιο ήπια, καθώς αυξήθηκε ελαφρά το ποσοστό όσων θεωρούν ότι οι τιμές είτε παρέμειναν σταθερές είτε αυξήθηκαν λίγο (αθροιστικά 15% έναντι 9% το περασμένο εξάμηνο). Στον αντίποδα όμως, αυξάνεται το ποσοστό όσων θεωρούν ότι οι τιμές θα αυξηθούν με παρόμοιο ή μεγαλύτερο ρυθμό στο μέλλον (από 53% τον Μάρτιο του 2024 στο 63% σήμερα).
Επιδείνωση καταγράφεται και σε σχέση με τις εκτιμήσεις των καταναλωτών για την εξέλιξη της ανεργίας, καθώς το 17% (αθροιστικά) θεωρούν πως το επίπεδο της ανεργίας θα μειωθεί «πολύ» ή «λίγο» (έναντι 24% τον Μάρτιο του 2024), ενώ το 39% αναμένουν αύξηση (μικρή ή μεγάλη) της ανεργίας κατά το επόμενο εξάμηνο (έναντι 33% τον Μάρτιο του 2024).
Ζορίζεται το λιανεμπόριο
«Moυδιασμένη» ήταν η αύξηση του κύκλου εργασιών στο λιανεμπόριο κατά το γ’ τρίμηνο του 2024, στοιχείο που έρχεται να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις των εμπόρων περί υποτονικής αγοράς αλλά και περί χαμηλότερης κατά κεφαλήν δαπάνης από τους ξένους επισκέπτες.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ για το σύνολο των επιχειρήσεων του τομέα λιανικού εμπορίου, ο κύκλος εργασιών το τρίτο τρίμηνο 2024 ανήλθε σε 18,84 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 0,8% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο 2023, όπου είχε διαμορφωθεί σε 18,68 δισ. ευρώ και αύξηση 4% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2024 που είχε διαμορφωθεί σε 18,11 δισ. ευρώ.
Εάν εξαιρεθούν οι κλάδοι οχημάτων, τροφίμων και καυσίμων, τότε ο κύκλος εργασιών στο λιανεμπόριο διαμορφώθηκε το τρίτο τρίμηνο 2024 σε 6,82 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 1,2% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο 2023, όπου είχε διαμορφωθεί σε 6,73 δισ. ευρώ και αύξηση 3,8% σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2024 που είχε διαμορφωθεί σε 6,57 δισ. ευρώ.
Σε επίπεδο εννεαμήνου Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024, ο κύκλος εργασιών στο λιανεμπόριο διαμορφώθηκε για το σύνολο των επιχειρήσεων σε 52,64 δισ. ευρώ, έναντι 51,22 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023, καταγράφοντας αύξηση 2,77%.
Mε δεδομένο πως ο μέσος ετήσιος πληθωρισμός στο εννεάμηνο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024 ήταν 3%, τότε καταλαβαίνει κάποιος πως η αύξηση του τζίρου κατά 2,77% στο τρίτο τρίμηνο είναι σχεδόν αποκλειστικά πληθωριστική και υποκρύπτει στην πραγματικότητα στασιμότητα σε ό,τι αφορά τον όγκο πωλήσεων, αν όχι και μείωση, τουλάχιστον σε κάποιες κατηγορίες. Η άνοδος του τζίρου, δηλαδή, προήλθε από τις ανατιμήσεις και όχι από την αυξημένη κατανάλωση.
Εξαιρουμένων των κλάδων οχημάτων, τροφίμων και καυσίμων, ο κύκλος εργασιών στο λιανεμπόριο διαμορφώθηκε την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024 σε 18,73 δισ. ευρώ έναντι 18,31 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2023, σημειώνοντας αύξηση 2,29%.
Απογοήτευσε ο Σεπτέμβριος
Ακόμη πιο αποκαρδιωτικά είναι τα στοιχεία που αφορούν ειδικά τον Σεπτέμβριο.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο κύκλος εργασιών στο λιανεμπόριο κατά τον Σεπτέμβριο, με βάση τα στοιχεία των επιχειρήσεων που έχουν υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, διαμορφώθηκε σε 3,77 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 0,4% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2023, που είχε διαμορφωθεί σε 3,75 δισ. ευρώ.
Στους πλέον παραδοσιακούς κλάδους του λιανεμπορίου, όπως αυτός της ένδυσης και της υπόδησης, η αύξηση του τζίρου κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2023 ήταν πολύ μικρή, 1,1% και 1,2% αντιστοίχως, ενώ χαμηλές ήταν οι επιδόσεις και στους κλάδους λιανικής πώλησης επίπλων, ηλεκτρικών και αθλητικών ειδών.
Τα 5 σημεία «κλειδιά»
01
Στις γιορτές ποντάρουν οι έμποροι (περίπου το 25% του τζίρου πραγματοποιείται αυτήν την περίοδο), για να κλείσει με γλυκιά επίγευση μία πολύ δύσκολη σεζόν.
02
Το Μετρό εκτιμάται πως θα δώσει ώθηση στον τζίρο των καταστημάτων του κέντρου, αφού θα καταστεί πιο εύκολη και λιγότερο χρονοβόρα η πρόσβαση των πολιτών.
03
Μηνύματα συγκρατημένης… απαισιοδοξίας εκπέμπουν οι καταναλωτές που δεν δείχνουν ιδιαίτερη προθυμία για αγορές.
04
Αναιμική η αύξηση του τζίρου το γ’ τρίμηνο του 2024 με την αγορά να χορεύει στον ρυθμό των ανατιμήσεων.
05
«Κρύος» προμηνύεται ο χειμώνας για τα μικρομάγαζα που πιέζονται από τις διαρκείς αυξήσεις στο λειτουργικό τους κόστος και την επέλαση των μεγάλων αλυσίδων.
Ναι μεν Χριστούγεννα αλλά αγορές με… μέτρο
Συγκρατημένοι εμφανίζονται οι Έλληνες καταναλωτές όσον αφορά τις αγορές κατά τη φετινή εορταστική περίοδο, σύμφωνα με ευρήματα έρευνας της ΕΥ, Future Consumer Index Ελλάδα 2024. Την ίδια στιγμή, βασικά αγοραστικά κριτήρια των καταναλωτών παραμένουν η τιμή, η ποιότητα και οι προσφορές.
Ένας στους τρεις συμμετέχοντες στην έρευνα (36%) δήλωσε ότι σκοπεύει να ξοδέψει λιγότερα χρήματα κατά την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, σε σύγκριση με πέρσι.
Περισσότεροι από τους μισούς ερωτώμενους (54%) δήλωσαν ότι θα ξοδέψουν περίπου τα ίδια, ενώ 4% θα ξοδέψουν περισσότερα και 6% δε θα κάνουν αγορές.
Η πρόθεση για εορταστικές αγορές συνδέεται άμεσα με την ηλικία των καταναλωτών, καθώς μόλις 26% των ερωτώμενων ηλικίας 18-29 ετών δήλωσαν ότι θα ξοδέψουν λιγότερα ή καθόλου, ενώ αυτό το ποσοστό διπλασιάζεται στην ηλικιακή ομάδα 50-64 (50%).
Πιο χαλαρή εμφανίζεται η σύνδεση με εισοδηματικά κριτήρια, υποδηλώνοντας, ενδεχομένως, ότι η απροθυμία για αγορές δεν οφείλεται μόνο στις υψηλές τιμές και τη συμπίεση του διαθέσιμου εισοδήματος.
Η διάθεση για μειωμένες ή μηδενικές αγορές κατά τη φετινή εορταστική περίοδο στην Ελλάδα διαμορφώνεται ακριβώς στο ίδιο επίπεδο στις τυπολογίες των καταναλωτών που αποδίδουν πρωταρχική σημασία στην τιμή και την προσιτότητα των προϊόντων (Affordability First) αλλά και τον αντίκτυπο των αγοραστικών επιλογών τους στην κοινωνία (Society First), αγγίζοντας το 50% και στις δύο κατηγορίες.
Οι συμμετέχοντες στην έρευνα ρωτήθηκαν, επίσης, σχετικά με τα σημαντικότερα κριτήρια με βάση τα οποία θα κάνουν τις αγορές τους την εορταστική περίοδο. Η τιμή αναδεικνύεται, με διαφορά, ως το σημαντικότερο κριτήριο (95%), ακολουθούμενη από την ποιότητα (65%).
Οι καταναλωτές, ιδιαίτερα αυτοί με τις μεγαλύτερες ηλικίες, αποδίδουν, επίσης, σημασία στο αν το προϊόν βρίσκεται σε προσφορά (55%), ενώ για το 28% των καταναλωτών 18-29 ετών σημαντική είναι και η μάρκα/brand του προϊόντος. Μικρότερη σημασία αποδίδεται στην εξατομίκευση (16%), τις διαδικτυακές κριτικές από άλλους καταναλωτές (15%), την ευκολία στην επιστροφή ή αλλαγή (10%), καθώς και στην ευελιξία και τις επιλογές στην παράδοση (8%).
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30.11-01.12.2024