Γυναίκες στην οδό Καρόλου Ντηλ, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, δηλώνουν την ταυτότητά τους μέσα από την ένδυσή τους. Πολύχρωμες φορεσιές, με ιδιαίτερα μοτίβα και προσεγμένα αξεσουάρ, μαρτυρούν αν πρόκειται για Ελληνίδες της Ηπείρου, νησιώτισσες ή ακόμα και Κορεάτισσες.
Πρόκειται για τα πορτρέτα του Γιώργου Κόφτη, που συνθέτουν την έκθεση ζωγραφικής από ελαιογραφίες με τίτλο «Το Αναπάντεχο Νήμα του Χρόνου»/«Επανοικειοποίηση του Βλέμματος», που κοσμεί από την περασμένη Κυριακή τις Βιτρίνες Τέχνης του ΟΤΕ.
«Ψάχνω να βρω κοινούς τόπους στο φολκλόρ, στην ταυτότητα μέσω της παράδοσης και κοινά στοιχεία που συναντά κανείς σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ταυτόχρονα ...μιξάρω το φόντο, δηλαδή μπορεί να βάλω ένα φόντο από την Κορέα και να έχει ως πρωταγωνίστρια μία Ελληνίδα ή μία Ινδιάνα από την Αμερική» δηλώνει ο Γιώργος Κόφτης στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Αν και στόχος του -όπως λέει, είναι να δείξει το πώς οι λίγο παλιότεροι πολιτισμοί διεκδικούσαν την ταυτότητά τους μέσα από το ντύσιμο, ο ίδιος «εκμεταλλεύεται» το γεγονός ότι το θέμα αυτό αποδίδει ένα ωραίο εικαστικό αποτέλεσμα. «Οι φορεσιές ούτως ή άλλως έχουν πάρα πολύ πλούτο, κάτι που δίνει μία καλή ...πάσα σε έναν ζωγράφο να κάνει παιχνίδι. Εγώ θέλω η ζωγραφική μου να μην είναι διδακτική ή σκοτεινή, αλλά να έχει μέσα της όμορφα στοιχεία» εξηγεί.
Για τον ίδιο, η αναζήτηση της έννοιας της ταυτότητας έχει ξεκινήσει πριν χρόνια, με αφορμή μία έκθεση που είχε κάνει στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας, η οποία είχε ως αφετηρία τα πολιτικά δράματα που οδηγούν στην απώλεια της ταυτότητας. «Αναφερόταν στους πρόσφυγες, τη μετανάστευση και όλα αυτά τα πράγματα που σε αναγκάζουν να διαλυθεί η σχέση σου με την ταυτότητά σου. Γιατί εκεί που ήσουν π.χ. "κάτοικος Λιβαδειάς", μετά είσαι "μετανάστης", δηλαδή παίρνεις μια άλλη ταυτότητα» αναφέρει ο κ. Κόφτης.
«Τότε έψαχνα εκείνη τη ρήξη που συνέβαινε μέσα στην ανθρώπινη ψυχή, ενώ τώρα πάω στο λίγο πιο παλιό, στην αίσθηση του ανήκω σε κάτι πολύ πιο πρωτόγονο, που είναι φυλή, φάρα, ράτσα, με την παραδοσιακή και ιστορική προσέγγιση» συμπληρώνει. Έτσι ξεκίνησε να ψάχνει σε φωτογραφίες και ιστορικά ντοκουμέντα και διαπίστωσε το πόσο εντυπωσιακές είναι οι ομοιότητες που έχουν οι φορεσιές της Κίνας ή της Κορέας με τις μεσογειακές, καθώς επίσης τη φυσική ανάγκη του ανθρώπου να διακοσμεί και την πηγαία του ανάγκη για έκφραση και τέχνη.
«Βλέπουμε επίσης ότι υπάρχει μία κοινή γλώσσα στη φορεσιά από τις παρυφές της Αυστρίας μέχρι την Παλαιστίνη και ότι δεν διαφέρουν πάρα πολύ τα μοτίβα στη Σερβία, τη Ρουμανία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Τουρκία ή τον Λίβανο. Έχουν μείνει οι κώδικες παρόμοιοι, παρόλο που οι λαοί είναι εντελώς διαφορετικοί» λέει χαρακτηριστικά.
Μάλιστα, ο ίδιος, ψάχνοντας όλα αυτά τα στοιχεία στις φορεσιές που «κουβαλούν» τόση πολλή τέχνη, κάνει αντιπαραβολή με το πώς ντύνονται οι άνθρωποι σήμερα -συνήθως με μονόχρωμα απλά μπλουζάκια- και όπως λέει, η διερεύνηση αυτή του έδωσε πολύ ωραίες ευκαιρίες να κάνει όμορφα πράγματα.
Την επιμέλεια της έκθεσης έχει ο Γιάννης Αργυριάδης.