Σε ένα δωμάτιο του οικοτροφείου «Παναγία η Γλυκοφιλούσα» η Μαρία παίζει πιάνο στον πρώην ντράμερ -ασθενή με άνοια τελικού σταδίου- που δεν έχει πλέον ούτε λεκτική ούτε διαπροσωπική επικοινωνία. Η ροή της μουσικής «μπαίνει» μέσα στον ασθενή, ο οποίος συμπαρασύρεται από το ρυθμό αρχίζοντας ξαφνικά να κουνάει τα χέρια και να χτυπάει σαν να παίζει ντραμς. Αρχίζει δηλαδή να επικοινωνεί μέσα από τη μουσική.
Κάποια άλλη μέρα ένας άλλος ασθενής με άνοια τελικού σταδίου, ο κύριος Χ, που φιλοξενείται στο ίδιο οικοτροφείο, είναι ανήσυχος και φωνάζει δυνατά. Η νοσηλεύτρια ζητά από τη Μαρία να του παίξει μουσική. Όταν η Μαρία μπαίνει στο δωμάτιό του και αρχίζει να παίζει μουσική, ο κ. Χ σιγά-σιγά αρχίζει να ηρεμεί, η φωνή του μαλακώνει, η συχνότητα των έντονων εκφράσεων μειώνεται και σιγά σιγά είναι έτοιμος να κοιμηθεί.
Τα περιστατικά αυτά είναι χαρακτηριστικά όσων παρατηρήθηκαν στο πλαίσιο της μελέτης με τίτλο «Η Ζωντανή Μουσική στην Ευζωία των Ατόμων Τρίτης Ηλικίας με Άνοια» που εκπόνησε η μουσικός ψυχολόγος -μουσικολόγος Μαρία Δηματάτη, με τη δωρεά του ΤΙΜΑ- Κοινωφελούς Ιδρύματος κι έγινε στο πλαίσιο του προγράμματος «Σημεία Στήριξης».
Η μελέτη αυτή ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2023 στο οικοτροφείο «Παναγία η Γλυκοφιλούσα» όπου φιλοξενούνται ασθενείς με άνοια τελικού σταδίου και περιελάμβανε 20 συναντήσεις στη διάρκεια των οποίων η κ. Δηματάτη έπαιζε εξατομικευμένη μουσική για καθέναν από τους 15 ασθενείς που μελετήθηκαν. Τα αποτελέσματα της μελέτης παρουσιάζονται αύριο 11 Απριλίου (ώρα 19:30) στην αίθουσα θεάτρου του Βαφοπούλειου Πνευματικού Κέντρου, στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Νόσου Alzheimer και Συγγενών Διαταραχών.
«Όλη η μελέτη στηρίζεται σε ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα ζωντανής μουσικής με προσωποκεντρική προσέγγιση. Συλλέξαμε μέσω των συγγενών ερωτηματολόγια σχετικά με το μουσικό προφίλ των ασθενών έτσι ώστε η εξατομικευμένη μουσική παρέμβαση να είναι σχεδιασμένη και προσαρμοσμένη στις δικές τους ανάγκες. Πραγματοποιούσαμε συναντήσεις ζωντανής μουσικής με τον κάθε ασθενή, ως επί το πλείστον στο δωμάτιό του. Υπήρχε και κάποιος άλλος χώρος που έρχονταν με τα αμαξίδια για να υλοποιηθεί παρέμβαση, αλλά κυρίως το πρόγραμμα γινόταν στα δωμάτιά τους. Στόχος μου ήτανε να μπορέσω να επικοινωνήσω μέσα από τη μουσική μαζί τους με τα τραγούδια τα γνωστά και τα προτεινόμενα από τους συγγενείς τους. Συλλέχθηκε μία γκάμα ρεπερτορίου από κλασική, ροκ, ποπ, ελληνική μουσική, καντάδες, βυζαντινούς ύμνους και τραγούδια εποχής για να εγείρουμε και την αυτοβιογραφική τους μνήμη. Η παρέμβαση έγινε με ένα φορητό πιάνο στο οποίο έπαιζα ζωντανή μουσική. Στόχος ήταν να παίζει ζωντανή μουσική. Η ζωντανή μουσική είναι ένα ζωντανός οργανισμός κι αυτός είναι ο λόγος που επιλέχτηκε. Εκείνη τη στιγμή,όταν εγώ έπαιζα μουσική παρακολουθούσα τον ασθενή και τι ανάγκη είχε κάθε στιγμή. Άρα λοιπόν είχα τη δυνατότητα σύμφωνα και με τις εκφράσεις του προσώπου και με την κινητικότητα του σώματος αλλά ενδεχομένως και με τον αναπνευστικό ρυθμό του, να ελέγχω και να παρατηρώ, πώς χρειάζεται να προσαρμοστώ, αν χρειάζεται να αλλάξω την προσέγγιση ανάλογα με τις ανάγκες του» σημειώνει η κ. Δηματάτη μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Οι περισσότερες παρεμβάσεις έγιναν με πιάνο, αλλά χρησιμοποιήθηκε και το σαντούρι ως έγχορδο όργανο, καθώς και το handpan προκειμένου να παρατηρηθεί πως ανταποκρίνονται οι ασθενείς.
«Χρησιμοποίησα αρκετά την αυτοσχεδιαζόμενη μουσική γιατί η αυτοσχεδιαζόμενη μουσική είναι ένα ζωντανός οργανισμός, δρα στη στιγμή του "εδώ και τώρα" γιατί εκείνη τη στιγμή της-επιτρέψτε μου να πω- θεραπευτικής συνεδρίας καλούμαστε εμείς οι θεραπευτές να συνδεθούμε συναισθηματικά και πνευματικά μέσα από αυτή τη μουσική πράξη. Οπότε κάθε φορά ήταν και μια έκπληξη για μένα το που θα οδηγούνταν όλο αυτό. Επειδή αυτοί οι άνθρωποι είναι μιας συγκεκριμένης ηλικίας άνω των 67 ετών, με μέσο όρο- αν θυμάμαι καλά- άνω των 80, χρησιμοποίησα αρκετά ρεπερτόριο είτε από Χατζιδάκι είτε μουσική από ελληνικές ταινίες που ακόμη και άνθρωποι που μας είπαν ότι δεν άκουγαν μουσική, σίγουρα λίγο πολύ είχαν δει τις ελληνικές ταινίες και είχαν ακούσει αρκετά αυτά τα τραγούδια οπότε υπάρχουν στην ακουστική στους μνήμη, στη μουσική τους μνήμη» εξηγεί η κ. Δηματάτη.
Η ίδια αναφέρει πως υπάρχει μία ανομοιογένεια στο σύνολο των ασθενών που μελετήθηκαν γιατί κάποιοι διαφοροποιούνται στη διάγνωση των συμπεριφορικών και ψυχιατρικών συμπτωμάτων.
«Για παράδειγμα κάποιος ασθενής μπορεί να βρισκόταν σε έντονη ανησυχία, αναλόγως κι εγώ προσάρμοζα την τεχνική, την προσέγγιση της μουσικής παρέμβασης. Κάποιος άλλος ασθενής μπορεί να βρισκόταν σε υποτονική κατάσταση, σε απάθεια. Άρα εκεί η προσέγγιση της μουσικής παρέμβασης διαφοροποιούνταν. Είδαμε μία σημαντική διαφορά ως προς τα αποτελέσματα της αξιολόγησης της νευροψυχολογικής κλίμακας ως προς τα συμπεριφορικά και τα ψυχιατρικά συμπτώματα και με μεγάλο ενθουσιασμό διαπιστώσαμε και μία σημαντική αλλαγή ως προς τη βαρύτητα στο στάδιο της άνοιας. Υπάρχει μία συσχέτιση στη βαρύτητα της άνοιας και στα αποτελέσματα. Είδαμε ότι οι άνθρωποι με συγκεκριμένο στάδιο βαρύτητας της άνοιας ανταποκρίνονται διαφορετικά στο μουσικό ερέθισμα. Χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση γιατί η έρευνά μας ήταν πιλοτική και πραγματοποιήθηκε σε μικρό δείγμα ασθενών» προσθέτει η κ.Δηματάτη.