Η τουριστική σεζόν πέρασε, ο τουρισμός στην Ελλάδα «πέταξε», αγγίζοντας τις επιδόσεις του ονειρώδους 2019, η Θεσσαλονίκη ωστόσο έχει μία γλυκόπικρη γεύση με τις αφίξεις, αεροπορικές και οδικές, να δείχνουν πως η πόλη έχει δυναμική, στην οποία μπορεί να χτίσει, όμως ακόμα μένουν πολλά να γίνουν για να στεριώσει στον τουριστικό χάρτη.
Η σημαντική δυναμική που αναπτύσσεται καθιστά αναγκαία την χάραξη μίας σοβαρής στρατηγικής για να ανακτήσει πλήρως η Θεσσαλονίκη τις πανδημικές απώλειες το 2023 και να ανοίξει για τα καλά τα φτερά της.
Η Θεσσαλονίκη ναι μεν κέρδισε μέρος από το χαμένο έδαφος των δύο πανδημικών χρόνων στον τουρισμό, αλλά η σύγκριση με την υπόλοιπη Ελλάδα στην οποία σε πολλές περιπτώσεις, στις αεροπορικές αφίξεις, τα νούμερα ξεπέρασαν το 2019, δεν αποβαίνει υπέρ της.
Με βάση έρευνα που διενεργεί σε μηνιαία βάση η εταιρεία τουριστικών μελετών και ερευνών GBR Consulting για λογαριασμό της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης, σκιαγραφείται η εικόνα.
Στο εννεάμηνο του 2022, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2019, «σημειώθηκε πτώση τόσο στην πληρότητα, της τάξης του 13,9% και με τη μέση στο 61%, όσο και στο RevPar (έσοδα ανά διαθέσιμο δωμάτιο) κατά 3,4%, με αποτέλεσμα ο σχετικός δείκτης να διαμορφώνεται σε 52,61 ευρώ», όπως επισημαίνει η ΕΞΘ.
Επισημαίνεται ότι τα προαναφερόμενα νούμερα περιλαμβάνουν και τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου, που παραδοσιακά είναι ο μήνας με την υψηλότερη τουριστική κίνηση στην περιοχή.
Τα σημάδια που μαρτυρούν ότι η Θεσσαλονίκη, αν και γίνονται καίρια βήματα προόδου, δεν απολαμβάνει της αναγνωρισιμότητας που θα έπρεπε στο εξωτερικό, με μειωμένες αφίξεις στο αεροδρόμιο και πεσμένες πληρότητες στα ξενοδοχεία, σε σύγκριση με το 2019, «φωνάζουν» πως η πόλη χρειάζεται και ενόψει 2023 αλλά και ενόψει των επόμενων χρόνων, ένα ολοκληρωμένο στρατηγικό και οραματικό σχέδιο.
Σχέδιο που χρειάζεται να ξεδιπλωθεί άμεσα για την ανάπτυξη της ως τουριστικού προορισμού – πρωταγωνιστή, «επιβάλλοντας» στους ξενοδόχους, το δήμο, την Περιφέρεια Κ.Μακεδονίας , το υπουργείο τουρισμού και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να πλεύσουν σε κοινή γραμμή για να πάει μπροστά η Θεσσαλονίκη.
Αν και τα ξενοδοχεία της πόλης έχουν πάρει σημαντικές ανάσες από τον Μάιο και έπειτα, αναμφίβολα ανησυχητικό στοιχείο για τη Θεσσαλονίκη είναι η δυσκολία της πόλης να επανέλθει στις αεροπορικές αφίξεις του 2019, την ώρα που σε όλη τη χώρα οι πτήσεις «απογειώθηκαν», με πολλά αεροδρόμια να ξεπερνούν το «χρυσό» 2019.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Fraport, στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» τον φετινό Ιούνιο έφτασαν 11,1% λιγότεροι επιβάτες συγκριτικά με το 2019. Τον Ιούλιο του 2022 η επιβατική κίνηση ήταν χαμηλότερη κατά 9,6% σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2019.
Πτώση σημειώθηκε (- 8,3%) και τον Αύγουστο αλλά και τον Σεπτέμβριο (- 11,3%), με το αεροδρόμιο της πόλης να είναι ένα από τα ελάχιστα στη χώρα που οι αφίξεις στο κυρίως πιάτο της τουριστικής σεζόν «προσγειώθηκαν» σε σχέση με το 2019. Βέβαια τον Οκτώβριο φέτος έφτασαν 171.427 επιβάτες από 170.941 τον αντίστοιχο μήνα του 2019, με το αεροδρόμιο να δείχνει τάσεις ανάκαμψης.
«Ελ. Βενιζέλος» (-16,1%), «Μακεδονία» (-16,5%) και αεροδρόμιο Σάμου ήταν τα μοναδικά αεροδρόμια από τα 14 που διαχειρίζεται η Fraport που εμφάνισαν μείωση αφίξεων, κατά το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου, σε σχέση με το 2019.
Με… χαμηλές ταχύτητες ο οδικός τουρισμός
Αν και οι αεροπορικές αφίξεις έκαναν φιλότιμες προσπάθειες να ανακτήσουν απώλειες, απότομο «χειρόφρενο» σε σχέση με τη χρονιά – ορόσημο (2019) για τον τουρισμό τράβηξαν οι οδικές αφίξεις το έτος που διανύουμε, όπως προκύπτει από στοιχεία του ΙΝΣΕΤΕ.
Ακρίβεια, ενεργειακή κρίση, αλλά και κάποιες… τραυματικές μνήμες από καθυστερήσεις στα σύνορα το 2021 λόγω της πανδημίας και των ελέγχων για rapid tests, κράτησαν μακριά πολλούς Βαλκάνιους από την Βόρεια Ελλάδα. Τα νούμερα «μιλούν» από μόνα τους, κρούοντας καμπανάκια.
Την περίοδο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2022 μείωση καταγράφηκε από όλες τις γειτονικές χώρες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Ειδικότερα, η μεγαλύτερη μείωση σε απόλυτες διαφορές καταγράφεται από τη Βουλγαρία κατά 2,5 εκατ. αφίξεις (- 50,4%).
Τους «καυτούς» μήνες για τον τουρισμό η εικόνα δεν άλλαξε. Τον Απρίλιο καταγράφηκαν 320 χιλ. αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση κατά 51,8%, τον Μάιο 569 χιλ. (μείωση κατά 16,3%) και τον Ιούνιο 905 χιλιάδες παρουσιάζοντας μείωση 2,2%.
Τον Ιούλιο οι οδικές αφίξεις ξεπέρασαν το 1 εκατ. για πρώτη φορά το 2022 και διαμορφώθηκαν σε 1,5 εκατ. με αποτέλεσμα τη βελτίωση του ρυθμού ανάκαμψης καθώς η μείωση ανήλθε σε 585 χιλ. (- 27,8%).
Τον μήνα βαρόμετρο όμως, τον Αύγουστο, σημειώθηκε μικρή επιβράδυνση της ανάκαμψης, με τη μείωση να ανέρχεται σε 713 χιλ. (- 28,6%) και τις οδικές αφίξεις να διαμορφώνονται σε 1,8 εκατομμύρια. Τον Σεπτέμβριο καταγράφηκαν 954 χιλ. αφίξεις παρουσιάζοντας μείωση κατά 661 χιλιάδες.
Ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας, η αβεβαιότητα που έφερε σε όλο τον κόσμο και η απώλεια τουριστικών ροών από τις δύο χώρες, όπως είναι φυσικό, έπαιξαν ρόλο στη μείωση των οδικών αφίξεων στην πόλη, σε σύγκριση με το 2019, εξηγώντας σε ένα βαθμό τα νούμερα.
Δεν πρέπει ακόμα να παραβλέπεται το γεγονός πως τους καλοκαιρινούς μήνες μεγάλη μερίδα τουριστών περνάει από τη Θεσσαλονίκη για να καταλήξει στη Χαλκιδική, γεγονός που δημιουργεί μία αλληλεξάρτηση η οποία όμως δεν ωφελεί την πόλη μακροπρόθεσμα.
«Έχουν μάθει στο εξωτερικό τη Θεσσαλονίκη, κερδίζει συνεχώς σε αναγνωρισιμότητα»
«Είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι αναφορικά με τις τουριστικές προοπτικές της πόλης για το 2023, τα μηνύματα που λαμβάνουμε από τις τουριστικές εκθέσεις στις οποίες συμμετέχουμε είναι πολύ θετικά ενώ κορυφαίοι tour operators του εξωτερικού θα διαθέσουν περισσότερα πακέτα (29%) για Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική. Βέβαια με την αβεβαιότητα που κυριαρχεί και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών που μας επισκέπτονται δεν μπορούμε να μιλήσουμε με βεβαιότητα για επιστροφή στις επιδόσεις του 2019 την ερχόμενη χρονιά», επισημαίνει η Μαρία Καραγιάννη, αντιδήμαρχος πολιτισμού και τουρισμού του δήμου Θεσσαλονίκης.
«Πλέον την πόλη μας την έχουν μάθει στο εξωτερικό, ρωτάνε και θέλουν να έρθουν σε αυτή, παλιότερα έπρεπε να εξηγούμε αρκετή ώρα που ακριβώς βρίσκεται. Μπορεί αεροπορικές, οδικές αφίξεις και πληρότητες να απέχουν ακόμα από το 2019 αλλά πρέπει να εστιάσουμε και στα ποιοτικά στοιχεία. Οι τουρίστες μένουν κατά μέσο όρο 2,7 βράδια από 1,9 παλαιότερα ενώ ξοδεύουν και περισσότερα», σημειώνει.
«Ο γαστρονομικός και πολιτισμικός πλούτος, οι υποδομές που βελτιώνονται, η ικανοποίηση των επισκεπτών που σύμφωνα με έρευνες αγγίζει το 86%, η προβολή από τα social media, στην οποία επενδύουμε, η διαφήμιση από κορυφαία διεθνή μέσα (Times, Guardian) και κορυφαίους οργανισμούς (UNESCO), η μεγάλη δυναμική της κρουαζιέρας και οι μεγάλες κινηματογραφικές παραγωγές που έρχονται συνεχώς, έχουν συμβάλλει στην αναγνωρισιμότητα της Θεσσαλονίκης η οποία ανοίγεται και απευθύνεται πλέον και στις αγορές Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης πέρα από Βαλκάνια και Ισραήλ», υπογραμμίζει.
Παράλληλα, προαναγγέλει απευθείας αεροπορική σύνδεση της Θεσσαλονίκης με τις ΗΠΑ από το 2024.
«Έλλειψη αναγνωρισιμότητας»
«Η κίνηση στα ξενοδοχεία αυτή την περίοδο είναι πεσμένη κυρίως εξαιτίας των περιορισμένων αφίξεων ξένων τουριστών, οι οποίοι ωστόσο ακόμα κυκλοφορούν στη Θεσσαλονίκη. Τον Δεκέμβριο αναμένεται να τονωθούν οι πληρότητες και λόγω γιορτών, η Πρωτοχρονιά φαίνεται να πηγαίνει καλύτερα από τα Χρισττούγεννα, αλλά και διότι γίνονται σχολικές εκδρομές. Oι εμπορικές εκθέσεις που γίνονται στην πόλη αναμφίβολα βοηθάνε τα καταλύματα, κυρίως του κέντρου, αλλά διαρκούν λίγο και μόνο με τα Σαββατοκύριακα δεν σώζεται η κατάσταση», σημειώνει ο Ανδρέας Μανδρίνος, πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Θεσσαλονίκης.
«Η μείωση που καταγράφεται σε αεροπορικές και οδικές αφίξεις στη Θεσσαλονίκη οφείλεται στην έλλειψη αναγνωρισιμότητας του προορισμού, το λέμε και το φωνάζουμε χρόνια, η πόλη δεν έχει συγκροτημένο σχέδιο για την προβολή της. Δεν γίνονται οι συντονισμένες κινήσεις που πρέπει με αποτέλεσμα να έχει μείνει πίσω σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Οι αεροπορικές εταιρείες δεν λειτουργούν σαν φιλανθρωπικά ιδρύματα, αν δεν προβληθούμε με σχέδιο σε μεγάλες αγορές δεν θα βάλουν πτήσεις καθώς δεν υπάρχει ζήτηση, αόρατοι εχθροί δεν υπάρχουν», υποστηρίζει.
Check in στη Θεσσαλονίκη από κορυφαίους ομίλους
Την ίδια στιγμή, ολοένα και περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια στον τομέα των πεντάστερων ξενοδοχείων προσελκύει η Θεσσαλονίκη, καθώς οι εμπορικές εκθέσεις που διοργανώνονται σωρηδόν στην πόλη και οι επενδύσεις πολυεθνικών εταιρειών σε αυτή, πείθουν μεγάλους ξενοδοχειακούς ομίλους για την ελπιδοφόρα τουριστική προοπτική της και τη δυνατότητά της να δελεάσει ως προορισμός ταξιδιώτες με υψηλότερα βαλάντια.
Επτά ξενοδοχεία πέντε αστέρων, συνολικού ύψους επένδυσης δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, προστέθηκαν στο δυναμικό της Θεσσαλονίκης τα τελευταία χρόνια, ιδίως μετά το 2017. Πλέον, οι κλίνες των πεντάστερων μονάδων στην πόλη πλησιάζουν πλέον τις 5.000 και νέες επενδύσεις βρίσκονται προ των πυλών, με προοπτική κάποια από τα νέα ξενοδοχεία πολυτελείας να ανοίξουν τις πόρτες τους το 2023.
Πιο συγκεκριμένα, σήμερα λειτουργούν στη Θεσσαλονίκη 21 ξενοδοχεία πέντε αστέρων, τα οποία προσφέρουν περίπου 4.700 κλίνες. Τα τελευταία χρόνια άνοιξαν τις πύλες τους συνολικά επτά πεντάστερες μονάδες, οι Antigon, No 15 Ermou, Monasty, Onoma On Residence, S Hotel και Vanoro.
Αναμφισβήτητα ένα καίριο στοιχείο που ευνοεί την ανάπτυξη πεντάστερων μονάδων στην πόλη είναι η ταυτότητα της Θεσσαλονίκης ως εκθεσιούπολης- συνεδριούπολης. Η πόλη σημείωσε το 2022 σημαντική άνοδο στη διεθνή κατάταξη για τον συνεδριακό τουρισμό και βρέθηκε στην 47η θέση της παγκόσμιας κατάταξης εκατοντάδων πόλεων από την εβδομηκοστή που κατείχε το 2019, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Ένωσης Συνεδρίων και Συναντήσεων (ICCA).
Οι άνθρωποι που επισκέπτονται μια πόλη για ένα συνέδριο συνήθως παρατείνουν τη διαμονή τους σε αυτή έστω για μια- δύο ημέρες μετά τη διοργάνωση και συχνά προτιμούν ξενοδοχεία με περισσότερα αστέρια. Είναι ενδεικτικό πως ΔΕΘ και Agrotica εκτιμάται πως αφήνουν περίπου 90 εκατ. ευρώ στην οικονομία της πόλης.
Η Θεσσαλονίκη αναμφισβήτητα οφείλει να διανύσει δρόμο ακόμα για να γίνει συνεδριούπολη και περιφερειακός εκθεσιακός κόμβος, ιδίως στις υποδομές, αλλά το νερό έχει μπει στο αυλάκι.
Εκτός όμως από τα πεντάστερα που ήδη λειτουργούν και δίνουν άλλο αέρα στο κέντρο της πόλης, πολλές ακόμα κλίνες πέντε αστέρων αναμένεται να προστεθούν στο δυναμικό της πόλης στα επόμενα χρόνια.
Ο ισραηλινός όμιλος «Brown» αναμένεται να εγκαινιάσει το 2023 το πρώτο του ξενοδοχείο στην πόλη, στο χτισμένο το 1929-1931 διατηρητέο κτήριο εκλεκτικιστικού ρυθμού «Βιέννη» στην οδό Εγνατία, όπως είχε γνωστοποιήσει πρόσφατα, σε συνέδριο, ο ιδρυτής του, Leon Avigad, επισημαίνοντας ότι ως το τέλος της επόμενης χρονιάς σχεδιάζεται να λειτουργήσει και η έτερη -τετράστερη- μονάδα της Brown, στις παλιές καπναποθήκες «Μιχαηλίδη» (Δωδεκανήσου).
Ισραηλινή προέλευση έχει μια ακόμη από τις πεντάστερες μονάδες, που αναμένονται στη Θεσσαλονίκη, η «NΥΧ Thessaloniki», που θα τεθεί σε λειτουργία από τον όμιλο Fattal στη συμβολή των οδών Τσιμισκή και Κατούνη. Σε πεντάστερο ξενοδοχείο αναμένεται να μετατραπεί και το δύο αστέρων «Tourist Hotel» στην οδό Μητροπόλεως.
Η κρουαζιέρα «δένει» στη Θεσσαλονίκη
Η κρουαζιέρα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως αποτελεί ένα κερδισμένο στοίχημα για τη Θεσσαλονίκη που διαγράφει το δικό της… success story.
Το 2022, 61 κρουαζιερόπλοια «έδεσαν» ή θα δέσουν στο λιμάνι της πόλης ενώ το 2023 οι προγραμματισμένες αφίξεις είναι μέχρι στιγμής, βάσει στοιχείων του ΟΛΘ, 78. Υπάρχει δηλαδή μία αύξηση κατά 23% στα κρουαζιερόπλοια που θα καταπλεύσουν το 2023 έναντι του 2022.
Τα στοιχεία, πάντως, της φετινής χρονιάς αλλά και της επόμενης καταδεικνύουν πως η Θεσσαλονίκη γίνεται ολοένα και πιο ελκυστικός προορισμός, μετά από χρόνια προσπαθειών, μπαίνοντας, πλέον, δυναμικά, στον παγκόσμιο χάρτη του θαλάσσιου τουρισμού ενώ παράλληλα βρίσκει τη θέση της όχι μόνον στον χάρτη της κρουαζιέρας, αλλά και του «home port», αποτελεί δηλαδή λιμάνι έναρξης και τερματισμού κρουαζιέρας, με δυνατότητα επιβίβασης ή/και αποβίβασης επιβατών.
Εκτιμάται πως στην περίπτωση που ένα κρουαζιερόπλοιο περνάει απλώς από ένα λιμάνι (call visit) ξοδεύονται περί τα 80 ευρώ την ημέρα ανά άτομο, ενώ στην περίπτωση του home porting, ξοδεύονται 170 ευρώ ανά άτομο την ημέρα.
Σύμφωνα με ναυτιλιακές πηγές, όταν ένα κρουαζιερόπλοιο καταπλέει στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, απασχολούνται εργαζόμενοι από 22 διαφορετικά επαγγέλματα (π.χ. καταστήματα και εστιατόρια, ξεναγοί και τουριστικά γραφεία, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι, ναυτιλιακά γραφεία κ.ά.) κατά συνέπεια, καθίσταται ξεκάθαρο, πως ο οικονομικός αντίκτυπος και οι επιδράσεις δρουν πολλαπλασιαστικά, τονώνοντας σημαντικά την τοπική αγορά.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27.11.2022