Είναι πράγματι η φέτα προς κατανάλωση παρασκευασμένη από πρόβειο και κατσικίσιο γάλα, ή μήπως εμπεριέχει και σταγόνες αγελαδινού; Το πρόβειο γιαούρτι που αγοράζει ο καταναλωτής, είναι σίγουρα φτιαγμένο από πρόβειο γάλα, ή ενέχει και λίγο κατσικίσιο; Το βούτυρο που πωλείται ως αγελαδινό, μήπως κατά την παρασκευή του…έπεσε και λίγο πρόβειο γάλα;
Απαντήσεις στα προαναφερόμενα ερωτήματα, αλλά και τη διαβεβαίωση ότι το γαλακτοκομικό προϊόν προς πώληση και κατανάλωση είναι σίγουρα παρασκευασμένο από τα συστατικά που αναγράφονται στη συσκευασία, δίνει το Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών του «ΕΛΓΟ-Δήμητρα», με την εφαρμογή της νέας μοριακής μεθόδου που ανέπτυξε και ταυτοποιεί τη ζωϊκή προέλευση σε ένα γαλακτοκομικό προϊόν, ανεξάρτητα από τη φυλή του ζώου, την ηλικία του και το στάδιο γαλακτοπαραγωγής, με απόλυτη ακρίβεια 100% και με μεγάλη ευαισθησία, μέχρι και 0,1% προσθήκη άλλου γάλακτος.
Η εφαρμογή μεθόδων PCR ως τεχνικών διάκρισης γάλακτος διαφορετικής ζωϊκής προέλευσης σε γάλα, γιαούρτια, βούτυρο και τυριά-CowMilk, παρουσιάστηκε σήμερα από στελέχη του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών του ΕΛΓΟ-Δήμητρα σε γεύμα εργασίας στη Θεσσαλονίκη.
Υψηλά τα ποσοστά προσμείξεων, αλλά όχι με σκοπό την εξαπάτηση
«Με την ανάπτυξη της μοριακής μεθόδου πολλαπλής Pcr που "πετύχαμε", μπορούμε με επιτυχία να ανιχνεύσουμε σε μία αντίδραση, την ύπαρξη των τριών διαφορετικών ειδών γάλακτος, κατσίκι, πρόβατο ή αγελάδα», επισήμανε σε δηλώσεις της η κύρια ερευνήτρια του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών του ΕΛΓΟ-Δήμητρα, Ευριδίκη Μπουκουβάλα.
Μεταξύ άλλων, επισήμανε ότι στον έλεγχο 40 γιαουρτιών της Β. Ελλάδας, οι προσμείξεις που εντοπίστηκαν ανέρχονται σε πάνω από το 80%, αλλά όπως εξήγησε, «δεν φαίνεται όμως να έγιναν για οικονομική εκμετάλλευση ή και εξαπάτηση του καταναλωτικού κοινού».
Διευκρίνισε ότι «είδαμε στα αγελαδινά γιαούρτια να έχουμε προσθήκη πρόβειου ή αίγειου γάλακτος που είναι πιο ακριβό, άρα καταλάβαμε ότι η "νοθεία" δεν έγινε από πρόθεση, αλλά λόγω των πρακτικών που ακολουθήθηκαν στην παρασκευή του προϊόντος και κυρίως εξαιτίας των κτηνοτρόφων, που μπορεί στα 1000 πρόβατα που έχουν, να διαθέτουν και δύο κατσίκες. Το γάλα καταλήγει στην ίδια παγολεκάνη όμως», σημείωσε.
Οι προσμείξεις που εντοπίστηκαν στα 50 ελληνικά τυριά που ελέγχθηκαν, κυρίως γραβιέρες, ανήλθαν στο 70% και- όπως επισήμανε η ίδια χαρακτηριστικά- στο μεγαλύτερο μέρος των αίγειων ανιχνεύθηκαν προσμείξεις πρόβειου γάλακτος».
Μεταξύ άλλων, η κ. Μπουκουβάλα αποκάλυψε ότι εντός του 2024, η προαναφερόμενη μέθοδος που εφαρμόζεται ήδη για τον έλεγχο της «νοθείας» στα γαλακτοκομικά προϊόντα, θα βρει πεδίο δράσης και για την αναγνώριση των προσμείξεων και σε κρεατοσκευάσματα. «Πέραν λοιπόν από πρόβειο, κατσίκι και μοσχάρι θα μπορούμε να αναγνωρίσουμε το χοιρινό, τα πουλερικά, τα ιπποειδή και την σόγια», τόνισε.
Από το τέλος του 2023, το Εργαστήριο Ελέγχου Ποιότητας Γάλακτος Ιωαννίνων του «ΕΛΓΟ- Δήμητρα» θα είναι αυτό που θα πραγματοποιεί την ανάλυση δειγμάτων των γαλακτοκομικών προϊόντων ως προς την προέλευση του γάλακτος, με την προϊσταμένη του, Καλλιόπη Περιστέρη, να σημειώνει «παραλαμβάνουμε τον κατάλληλο εξοπλισμό που θα μας επιτρέπει να κάνουμε τις αναλύσεις και τους ελέγχους, ενώ το προσωπικό έχει ήδη καταρτιστεί και εκπαιδευτεί». Όπως επισήμανε το προαναφερόμενο εργαστήριο είναι ένα από τα επτά του «ΕΛΓΟ-Δήμητρα» και έχει ως αντικείμενο τον έλεγχο της ποιότητας του νωπού γάλακτος στην πρωτογενή παραγωγή, σύμφωνα με του ευρωπαϊκούς κανονισμούς και συγκεκριμένα την οδηγία 853/2004.
Η νοθεία υπονομεύει την εξαγωγή εμβληματικών ελληνικών προϊόντων
«Η νοθεία είναι ένα σημαντικό πρόβλημα και αφορά σε δύο διαφορετικούς τύπους, επισήμανε σε δηλώσεις της η διευθύντρια Ερευνών του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών και επικεφαλής των εργαστηρίου Μοριακής Βιολογίας, Μοριακής Μικροβιολογίας, Λουκία Αικατερινιάδου.
Όπως εξήγησε, ο ένας τύπος νοθείας οφείλεται στην ανάμειξη επικίνδυνων ουσιών, «κάτι που είναι απολύτως απαγορευμένο γιατί είναι επικίνδυνο και για τη δημόσια υγεία», όπως είπε χαρακτηριστικά, και ο άλλος είναι αυτός που για οικονομικό όφελος, κάποιος θα νοθεύσει το προϊόν με αντίστοιχο προϊόν, αλλά χαμηλότερης οικονομικής αξίας.
«Τέτοιο κλασικό παράδειγμα είναι οι προσμείξεις του γάλακτος, όπου για παράδειγμα ένα γάλα ακριβό, όπως πρόβειο, μπορεί να αναμειχθεί με αίγειο που είναι χαμηλότερης οικονομικής αξίας», τόνισε χαρακτηριστικά, λέγοντας ότι αυτές οι πρακτικές υπονομεύουν μια μεγάλη γκάμα γαλακτοκομικών προϊόντων, «γιατί το γάλα υπάρχει ως βασικό προϊόν στα γιαούρτια, στα τυριά και στο βούτυρο, που είναι προϊόντα ευρείας κυκλοφορίας και κυρίως εξαγώγιμα. Υπονομεύονται λοιπόν εμβληματικά τυροκομικά προϊόντα, ναυαρχίδες για τις εξαγωγές μας, όπως είναι η φέτα», σημείωσε.
Αναφερόμενη στην κατάσταση που επικρατεί, η ίδια τόνισε ότι υπάρχουν δύο διαφορετικών κατηγοριών προσμείξεις. «Η μία είναι αυτή που γίνεται από πρόθεση για οικονομικό όφελος και η άλλη αυτή που γίνεται από άγνοια ή πλημμελή εφαρμογή των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται», τόνισε χαρακτηριστικά και στο πλαίσιο αυτό υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη εκπαίδευσης των κτηνοτρόφων, τυροκόμων και παραγωγών, για την πιστή τήρηση των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται.
Σε διαδικασία δημιουργίας spin off εταιρείας, που θα μπορέσει να χρηματοδοτήσει τα αυτοεμβόλια και εμβόλια που κατασκευάζονται στο Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών του «ΕΛΓΟ-Δήμητρα» και με στόχο την καταπολέμηση διαφόρων νοσημάτων, χρόνιων και νέων, βρίσκεται ο φορέας όπως αποκάλυψε ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Κτηνιατρικών Ερευνών , Γιώργος Σαμούρης, διατυπώνοντας την εκτίμηση ότι «τέλος 2024, αρχές 2025 θα έχει οργανωθεί». Παράλληλα, από το ινστιτούτο θα γίνονται και εξειδικευμένες εξετάσεις στα ζώα, μια υπηρεσία που ήδη παρέχεται, σύμφωνα με τον ίδιο.
Στο πλαίσιο του στρατηγικού σχεδιασμού του ινστιτούτου, βασικός στόχος, όπως σημείωσε, είναι η ανάπτυξη έρευνας για την παραγωγή νέας γνώσης και καινοτομίας που οργανώνεται σε τρεις επιμέρους ερευνητικούς τομείς, την υγεία των ζώων, την καταπολέμηση χρόνιων και νέων νοσημάτων, των τροφίμων σχετικά με την ποιότητα και την ασφάλειά τους και της αναπαραγωγής, κυρίως σε σχέση με την παραγωγική διαχείριση και αυτή των φυλών.
Το Ινστιτούτο Κτηνιατρικών Ερευνών του «ΕΛΓΟ-Δήμητρα», είναι το μοναδικό στην Ελλάδα που ασχολείται με την κτηνιατρική επιστήμη και την έρευνα, είναι πολυδύναμο, αποτελείται από 20 μόνιμους ερευνητές και άλλους 25 επιστήμονες ως εξωτερικούς συνεργάτες και αυτή τη στιγμή τρέχει συνολικά 70 προγράμματα, ευρωπαϊκά και μη, συνολικού προϋπολογισμού 4 εκατ. ευρώ.