Για τις 10 Ιανουαρίου το 2025 και ενάμισι χρόνο μετά την απόφαση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης προσδιορίστηκε το Εφετείο για την υπόθεση της δολοφονίας του Άλκη Καμπανού. Η δευτεροβάθμια δίκη θα διεξαχθεί στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο Θεσσαλονίκης.
Είχε προηγηθεί η καθαρογραφή της πρωτόδικης απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, η οποία αριθμούσε 4317 σελίδες, στις οποίες η πρόεδρος του δικαστηρίου Ελισάβετ Κούτρα ανέλυε το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης για τους 12 οπαδούς του ΠΑΟΚ.
Επτά από τους δώδεκα κατηγορούμενους καταδικάστηκαν σε ισόβια δεσμά και πολυετείς καθείρξεις ως συναυτουργοί σε ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο και οι υπόλοιποι πέντε σε πρόσκαιρες καθείρξεις ως απλοί συνεργοί στην ίδια πράξη κατά του 19χρονου θύματος. Το δικαστήριο τους έκρινε ένοχους και για απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος των δυο φίλων του Άλκη.
Η υπόθεση επιστρέφει στο Εφετείο, ύστερα από έφεση που άσκησε κατά της απόφασης ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών Ν. Καλλίδης λίγο μετά την ετυμηγορία του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, κάνοντας δεκτό το αίτημα της οικογένειας του Άλκη. Κύριο σημείο διαφωνίας είναι η μετατροπή της κατηγορίας της ανθρωποκτονίας από άμεσο σε ενδεχόμενο δόλο. Αυτό συνεπάγεται ότι, οι καταδικασθέντες θα κατηγορηθούν στο Εφετείο για ανθρωποκτονία με άμεσο δόλο. Επίσης, έφεση ασκήθηκε και για τρεις καταδικασθέντες που κρίθηκαν ένοχοι ως συνεργοί, και για τους οποίους η εισαγγελέας της έδρας είχε τη άποψη ότι πρέπει να καταδικαστούν οι δύο ως αυτουργοί και ο τρίτος ως ηθικός αυτουργός στη δολοφονία του Άλκη Καμπανού.
Η δολοφονία του Άλκη
Ήταν μεσάνυχτα της 28ης Φεβρουαρίου 2022, όταν ο Άλκης και τέσσερις ακόμα φίλοι του κάθονται στα σκαλάκια μιας οικοδομής στην οδό Θεοδώρου Γαζή, η οποία μετονομάστηκε σε οδό Άλκη Καμπανού στη μνήμη του. Εκεί, δέχονται τυφλή οπαδική επίθεση από 12 οπαδούς του ΠΑΟΚ, η οποία διήρκησε περίπου 40 δευτερόλεπτα και σε αυτή συμμετείχαν επτά πρόσωπα που τιμωρήθηκαν με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και χωρίζεται σε δύο φάσεις: η πρώτη πάνω στα σκαλιά της οικοδομής και η δεύτερη στο πεζοδρόμιο, στη γωνία που σχηματίζει το δεξί περβάζι των σκαλιών με τον τοίχο της όψης της οικοδομής.
Ο 19χρονος επιχείρησε να διαφύγει από το περβάζι στα δεξιά των σκαλιών, όπως κατάφεραν προηγουμένως δύο άλλοι νεαροί από την παρέα του. Ωστόσο, δεν τα κατάφερε, καθώς είχε δεχθεί σφοδρά χτυπήματα σε σώμα και κεφάλι με θλώντα και νύσσοντα όργανα, γροθιές και λακτίσματα. Όπως αναφέρεται στην απόφαση του δικαστηρίου, «παρά το ότι σφάδαζε από τους πόνους και φώναζε “βοήθεια, δεν μπορώ, πονάω” και “μη με βαράτε άλλο” και ενώ ήταν εμφανές ότι πολύ γρήγορα είχε αθρόα απώλεια αίματος, συνέχισε να δέχεται σφοδρά πλήγματα πεσμένος στο έδαφος από κατηγορούμενους που τον είχαν ακολουθήσει στο σημείο». Έχοντας ήδη ακατάσχετη αιμορραγία, ο Άλκης κατάφερε να σηκωθεί και να πραγματοποιήσει μόλις τρία βήματα πάνω στο πεζοδρόμιο. Λόγω αδυναμίας του να σταθεί, όπως περιγράφεται στην απόφαση, κάθισε στο πεζοδρόμιο ακουμπώντας την πλάτη του στη ζαρντινιέρα χωρίς να έχει καλή επικοινωνία με το περιβάλλον. Μέσα σε λίγα λεπτά έφτασε στο σημείο περιπολικό, με τον αστυνομικό να προστρέχει να προσφέρει τις πρώτες βοήθειες, και με τις λίγες δυνάμεις που του απέμειναν κατάφερε να του υποδείξει με το χέρι του τη βουβωνική χώρα, όπου είχε τραύμα στον μηρό του και ψελλίζοντας τη λέξη «εδώ», μέσα σε ελάχιστα λεπτά κατέληξε, έχοντας απωλέσει ήδη από το συγκεκριμένο τραύμα πάνω από τρία λίτρα αίματος.
Σύμφωνα με το ιατροδικαστικό πόρισμα και τη νεκροψία- νεκροτομή, ο θάνατος του Άλκη επήλθε τόσο από τα θανατηφόρα τραύματα στα κάτω άκρα (που επήλθαν από νύσσοντα και τέμνοντα όργανα) όσο και από τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις που επήλθαν από θλώντα όργανα.
Προσχεδιασμένη και οργανωμένη η επίθεση των οπαδών του ΠΑΟΚ
Σύμφωνα με τα αποδεικτικά μέσα και τις κινήσεις όλων των εμπλεκόμενων προσώπων, οι δικαστές καταλήγουν στην κρίση ότι η επίθεση των δώδεκα οπαδών του ΠΑΟΚ ήταν προσχεδιασμένη και οργανωμένη από όλους τους κατηγορούμενους. Τα στοιχεία που οδήγησαν στην παραπάνω κρίση είναι: η εξασφάλιση αριθμητικής υπεροχής έναντι των θυμάτων, η επιλογή των παθόντων με μοναδικό και ταπεινό κριτήριο επιλογής τους ότι υποστηρίζουν την ομάδα του Άρη, όπως επίσης ο σκοπός, «που ήταν όχι απλά ο εκφοβισμός, αλλά η ταπείνωσή τους από αυτούς ως οπαδούς του ΠΑΟΚ και η επιβολή των ιδίων μέσω της εξουδετέρωσής τους με την πρόκληση βαριών σωματικών βλαβών, ακόμη και τη θανάτωσή τους, ενδεχόμενο το οποίο δεν απέκλειαν, αλλά προέβλεπαν με βεβαιότητα ως πιθανό και το αποδέχονταν».
Επιπλέον στοιχεία που οδηγούν στο παραπάνω συμπέρασμα είναι το σύντομο χρονικό διάστημα εντός του οποίου αποφασίστηκε η τέλεσή της, ο εφοδιασμός με όπλα (όπως σφυρί, αναδιπλούμενο μαχαίρι τύπου καράμπιτ, δρεπάνι, ξύλινο στειλιάρι, σιδερένιο κλομπ), η απόφαση ορισμένων να αφήσουν τα κινητά τηλέφωνα στο σημείο εκκίνησής ή να τα απενεργοποιήσουν, η κάλυψη των χαρακτηριστικών τους, η μεθοδευμένη παγίδευση των θυμάτων και ο αιφνιδιασμός τους, με δεδομένο ότι δεν επρόκειτο για προσυνεννοημένη συνάντηση οπαδών αντίπαλων ομάδων, ούτε είχε προηγηθεί κάποια λογομαχία μεταξύ τους.
Ενδεχόμενος δόλος
Όσον αφορά την τεκμηρίωση της απόφασης των δικαστών να μετατραπεί η κατηγορία της ανθρωποκτονίας από άμεσο σε ενδεχόμενο δόλο, παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση (όπως επίσης για τις απόπειρες ανθρωποκτονίας σε βάρος των δύο φίλων του Άλκη), επισημαίνονται τα εξής: «Ναι μεν δεν αποδείχθηκε κατά την κρίση του δικαστηρίου ότι ενήργησαν με άμεσο δόλο, ήτοι ότι ξεκίνησαν την επίθεση και ενήργησαν επιδιώκοντας το αποτέλεσμα του θανάτου άλλου, με βεβαιότητα προκύπτει όμως ότι αφαίρεσαν τη ζωή του ενεργώντας με πρόθεση πρόκλησης τουλάχιστον βαριών σωματικών βλαβών και αποδεχόμενοι και το ενδεχόμενο του θανάτου του από τις ενέργειές τους, ο οποίος και επήλθε». Ο ενδεχόμενος δόλος προκύπτει από τα όπλα που επέλεξαν οι καταδικασθέντες, από τα σημεία που αποφάσισαν να πλήξουν (και ιδίως το κεφάλι και τους μηρούς), από την πολλαπλότητα και τη σφοδρότητα των χτυπημάτων αυτών και τέλος, από το γεγονός ότι ο Άλκης είχε πέσει από τα χτυπήματα στο πεζοδρόμιο, κι ενώ έβγαζε κραυγές πόνου και ήταν ήδη εμφανές ότι είχε αθρόα απώλεια αίματος, εξακολουθούσαν να τον χτυπούν από κοινού και επανειλημμένα.