Πώς είναι να γιορτάζει κανείς εν μέσω πανδημίας; Τί σημαίνει για τις κοινότητες των ανθρώπων να στερούνται το αντάμωμα, την σύναξη και τη διασκέδαση. Ίσως για πολλούς να φαντάζει απλό να ακυρώνεται μια γιορτή ή ένα πανηγύρι αλλά για τις ελληνικές κοινότητες και δη της επαρχίας αποτελεί μια βαριά απώλεια και μια πολλαπλή πληγή, τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
Σε μια πόλη αρκετά μακριά από την πρωτεύουσα, τη Φλώρινα, βρεθήκαμε προκειμένου δούμε από κοντά το χριστουγεννιάτικο έθιμο των «Φωτιών».
Εν μέσω πανδημίας και με τα υφιστάμενα μέτρα της κυβέρνησης για την απαγόρευση των εκδηλώσεων, βρέθηκε αρκετός χώρος να μιλήσουμε εις βάθος για το έθιμο, αλλά και να αντιληφθούμε ότι η επιτέλεση του δεν εσωκλείεται στο αν τελικά αυτό θα γίνει ή όχι. Οι προεκτάσεις είναι πολλές.
Το έθιμο των φωτιών, αποτελεί ένα φαντασμαγορικό θέαμα για τους απανταχού Φλωρινιώτες που επιστρέφουν στην πόλη τους αλλά και μια οικονομική ανάσα για την πόλη της δυτικής Μακεδονίας, καθώς χιλιάδες επισκέπτες συρρέουν στην περιοχή προκειμένου να το παρακολουθήσουν. Κάθε χρόνο η τοπική κοινωνία περιμένει τους εορτασμούς με μεγάλη ανυπομονησία.
Φέτος αν και τα πράγματα λόγω και της αύξησης των εμβολιασμών έδειχναν αρχικά ότι ίσως και να πραγματοποιούταν κανονικά, η έκρηξη της μετάδοσης του SARS CoV – 2 άλλαξε τα σχέδια. Για δεύτερη χρονιά, οι φλόγες που ζεσταίνουν τις γειτονιές της Φλώρινας το βράδυ της 23ης προς 24η Δεκεμβρίου δεν θα άναβαν.
Για τους κατοίκους η απογοήτευση ήταν μεγάλη, καθώς φέτος, η Φλώρινα θα ήταν άδεια τόσο από επισκέπτες όσο και από τους ίδιους τους πολίτες που θα στερούνταν για άλλη μια χρονιά τη χαρά του εορτασμού.
Ωστόσο, μέχρι και την τελευταία στιγμή σε κάθε στενό άκουγες και μια διαφορετική πληροφορία για φωτιές που τελικά θα ανάψουν και άλλες που τελικά δεν θα μπορέσουν. Ο λιγοστός μεν, αλλά αρκετός κόσμος, δεν είχε άλλη επιλογή από το να βολτάρει στα στενά της Φλώρινας και να ανακαλύψει μόνος του, τις γειτονιές που εν τέλει θα έκαναν το μεγάλο βήμα.
Μία εκ των ομάδων που εντέλει θα άναβαν, ήταν εκείνη με την ονομασία «Τσεκούρι Μαχαλά». Όπως πληροφορηθήκαμε ήταν η φωτιά που άναβε κάθε χρόνο η νεολαία της πόλης.
Βρεθήκαμε στην προετοιμασία και ακολουθήσαμε την ομάδα μέχρι και το βράδυ όταν και η φωτιά άναψε. Τα παιδιά μας καλωσόρισαν και μας επέτρεψαν να καταγράψουμε τα πάντα. Μόνο άντρες, οι περισσότεροι κάτω από τα 30, ετοιμάζονταν πυρετωδώς για το βράδυ, εδώ και τρεις μέρες. Το άγχος μεγάλο, το ίδιο και η προσμονή. Να μην ξεχάσουν κάτι, όλα να είναι στην ώρα τους και φυσικά ο κόσμος να ευχαριστηθεί το θέαμα.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο στο neaflorina.gr