Και ξαφνικά, μεγάλη μερίδα του κόσμου (βασικά και στην Ελλάδα) ασχολείται με την ταινία «Blonde» του Netflix,που δείχνει να ενοχλεί πολύ (και κυρίως τις γυναίκες) για την οπτική πάνω στη σταρ, που πέθανε στα 36 της πριν ακριβώς 60 χρόνια τον Αύγουστο του 1962.
Τι συμβαίνει; Ποιος έχει δίκιο; Γιατί στο 79ο φεστιβάλ της Βενετίας, όπου το φιλμ έκανε την παγκόσμια πρώτη του, στο τέλος ακολούθησε χειροκρότημα 17 λεπτών, ενώ τώρα υπάρχουν οι δεύτερες σκέψεις.
Σχεδόν τρίωρο, γυρισμένο σε ασπρόμαυρο και έγχρωμο, δεν εμφανίζει δράση και «κουράζει» πολλούς θεατές μ’ αυτό το πρωτοφανέρωτο για τον κινηματογράφο αισθητικό στιλ.
Για να δούμε τα πράγματα με τη σειρά. Αρχικά ακολουθεί η κριτική μου.
«Επιλεκτικά σημαντικά γεγονότα από τη ζωή της Μονρόε, με βάση ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο, κινηματογραφούνται, με μορφή ψυχεδελικού εφιάλτη, με εξαιρετική την Άνα Ντε Άρμας στο βασικό ρόλο που τον αξιοποιεί υποδειγματικά.
Το νέο ιστορικό στοιχείο, που πρόσθεσε στις γνώσεις του ο γράφων, είναι η εκτενής καταγραφή της τριγωνικής σχέσης που είχε στην αρχή της καριέρας της η σταρ με τους γιούς των Τσάρλυ Τσάπλιν και Έντουαρντ Τζ Ρόμπινσον. Παράξενη μοίρα ότι και οι δύο τους πέθαναν στα 40 τους, με τον τζούνιορ Τσάπλιν να αποχαιρετά τον κόσμο πριν από εκείνη.
Ο σκηνοθέτης υιοθετεί μια καθαρά ψυχαναλυτική ματιά. Η άποψή του είναι (πολύ σωστά) ότι η Μονρόε από ανέκαθεν ήταν απόλυτα διαταραγμένη ψυχικά. Έγινε συζήτηση γιατί η ταινία κρίθηκε ακατάλληλη μέχρι 17 ετών, αλλά είναι αρκετά ευνόητο. Κατ’ εμέ θα ήταν πολύ χρήσιμο να την δουν τα νέα παιδιά για να παρακολουθήσουν πως η υπερβολική έκθεση στην «κοινωνικοποίηση» ή δημοσιότητα επιφέρει μεγάλες διαταραχές ,κάτι που παρατηρείται σήμερα έντονα. Ο Ντομινίκ πάντα θέλει να δηλώνει διαφορετικός κι έτσι η σκηνοθεσία του είναι θραυσματική, ελλειπτική, ρωγμώδης, αξιοποιώντας τον χρόνο και τον συνειρμό. Φυσικά ξεχωρίζουν, εξαιρετική φωτογραφία, μοντάζ, κοστούμια, όπως είναι λογικό και όλοι οι υπόλοιποι σταρ.
Η «Blonde» λογικά θα διεκδικήσει κάποια Όσκαρ για λογαριασμό του Netflix».
Οδύνη και ηδονή
Αν λάβουμε υπόψη τα πραγματικά γεγονότα, δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια. Η Μονρόε ήταν βαρύτατα διαταραγμένη προσωπικότητα και ζούσε με ουίσκι, υπνωτικά και ηρεμιστικά φάρμακα. Ο μέγιστος σκηνοθέτης Γουάιλντερ τράβηξε τα πάνδεινα κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της μεγάλης επιτυχίας «Μερικοί το προτιμούν καυτό». Ήταν συνεχώς αλλού, σε παραισθητική κατάσταση. Όσο για την ερωτική της ζωή, (για την οποία ειλικρινά καταθέτω ότι ουδόλως με ενδιαφέρει ,όπως και κάθε άλλης κυρίας) ήταν άνω κάτω, απόλυτα ελεύθερη, από εδώ κι από εκεί. Είχε σαφώς και ιδέες μεγαλείου όταν ενεπλάκη σεξουαλικά με τους Κένεντι και πίστευε πως την υπεραγαπούσαν.
Πάμε τώρα στη σκηνοθεσία, που πιστεύω πως είναι αυτή που ενόχλησε ιδιαίτερα. Ανατρέπει το τυπικό αφηγηματικό μοντέλο, «παίζει» με τον χρόνο και τους συνειρμούς, είναι θραυσματική, φλασάτη, εφιαλτική, «σκοτεινή», ένα μείγμα οδύνης και ηδονής. Όλα είναι εφιάλτης, το σεξ πρόσκαιρο, μονιμότατα τα ηρεμιστικά, το συναίσθημα να διψάει αλλά να βρίσκει άνυδρη έρημο.
Και το Χόλιγουντ, σκληρά, αδυσώπητα, χυδαία, γεμάτο εκμετάλλευση, να την «ξεζουμίζει». Αυτή είναι η «αλήθεια» για το φιλμ. Κατά τα άλλα, σωστά απαγορεύτηκε μέχρι τα 17 γιατί έχει τη «σύλληψη» ενός εφιαλτικού πορνό, γεμάτο από τρόμο και παραισθήσεις.