Ήταν αρχές του 1998 όταν τέθηκε στον Χρήστο Φώλια για πρώτη φορά το ερώτημα αν θα ενδιαφερόταν να είναι υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης. Η πρόταση ερχόταν από τον ίδιο τον Κώστα Καραμανλή, που μόλις είχε εκλεγεί πρόεδρος της ΝΔ και έψαχνε νέες λύσεις για το διάδοχο του Ντίνου Κοσμόπουλου, που περνούσε μια πολύ προβληματική περίοδο στη θητεία του.
«Πρόεδρε, ευχαριστώ, αλλά δεν μπορώ αυτήν τη στιγμή να εγκαταλείψω το πόστο μου» ήταν η απάντηση του γνωστού επιχειρηματία, που μόλις είχε αναδειχθεί στο τιμόνι της ΕΣΕΕ, κάτι που συνέβαινε για πρώτη φορά για κάποιον πρόεδρο εκτός Αθηνών. Είκοσι χρόνια αργότερα ο συμπαθής επιχειρηματίας βρέθηκε ξανά μπροστά στο ίδιο ερώτημα. «Τι θα έλεγες για υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης;» ήταν και πάλι το ερώτημα που τέθηκε αυτήν τη φορά από τον επικεφαλής της εκλογικής επιτροπής της ΝΔ για τις αυτοδιοικητικές Νικήτα Κακλαμάνη. Λεπτομέρειες της απάντησης δεν γνωρίζω, αλλά το «διά ταύτα» ήταν αρνητικό. Βλέπετε, ο Φώλιας, που παρότι διετέλεσε ευρωβουλευτής και βουλευτής της ΝΔ, αλλά και υφυπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Καραμανλή, διατήρησε ένα υπερκομματικό και συναινετικό προφίλ, έχει πια εδώ και χρόνια απομακρυνθεί από τη Θεσσαλονίκη. Και είναι ένας άνθρωπος που γνωρίζει το πόσο κρίσιμο στην πολιτική είναι το τάιμιγκ. Αν το χάσεις, δύσκολο να το βρεις ξανά.
Η ιστορία που διηγούμαι είναι μια από τις πολλές που διαδραματίστηκαν το τελευταίο διάστημα σε διάφορα επίπεδα στο γαλάζιο στρατόπεδο. Προτάσεις έπεσαν πολλές, συζητήσεις έγιναν σε πολλαπλά επίπεδα, ενώ υπήρξαν και πολλές αρνήσεις. Όπως αυτή του Χρήστου Φώλια,
Δύο ήταν τα βασικά λάθη που έκανε η ΝΔ και την οδήγησαν στο σημερινό «μίνι αδιέξοδο». Το πρώτο έχει να κάνει με τη φιλική αντιμετώπιση του Γιάννη Μπουτάρη. Τόσο από τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη όσο και από την τοπική Διοικούσα και ιδιαίτερα επί προεδρίας Βίκυς Ευταξά. Μην ξεχνάτε ότι στο παρασκήνιο το σενάριο της στήριξης Μπουτάρη από τη ΝΔ ήταν ισχυρό για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ πολλοί καχύποπτοι νεοδημοκράτες ακόμη και σήμερα μιλούν για κλείσιμο του ματιού της ΝΔ στον σημερινό δήμαρχο, με την καθυστέρηση που επιδεικνύει το κόμμα στο να βρει τον εκλεκτό του.
Το δεύτερο λάθος έχει να κάνει με μία βασική στρατηγική επιλογή της ΝΔ που δεν επαληθεύτηκε. Ο λόγος για τη θεωρία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πέσει γρήγορα και ότι οι εθνικές εκλογές θα διεξαχθούν νωρίτερα από τις αυτοδιοικητικές. Θυμηθείτε το πόσο γρήγορα ζήτησε εκλογές η ΝΔ, αλλά και τις λάθος εκτιμήσεις των κομματικών στελεχών και βουλευτών της ότι οι αλλαγές στο νόμο για τις αυτοδιοικητικές εκλογές (με την καθιέρωση της απλής αναλογικής και τη διεξαγωγή των εκλογών τον Μάιο αντί για τον Οκτώβριο του 2019) δεν θα υλοποιούνταν. Αυτό βασιζόταν στη στρατηγική εκτίμηση (μπορεί και επιθυμία) ότι οι εθνικές εκλογές θα γίνουν πριν από τις αυτοδιοικητικές και άρα η ΝΔ δεν θα χρειαστεί να βιαστεί για να οριστικοποιήσει τις επιλογές της για τις εκλογές στην αυτοδιοίκηση. Αυτό το λάθος συνεχίζεται και σήμερα, καθώς στη ΝΔ υπάρχουν εκτιμήσεις (τις οποίες ενστερνίζεται και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης) ότι οι εθνικές εκλογές θα γίνουν στις αρχές του 2019 ή το αργότερο τον Μάρτιο και ότι η ΝΔ θα έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τον εκλογικό νόμο για τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Προσθέστε σε όλα αυτά τη διάχυτη εντύπωση που υπάρχει σε πολλούς ότι η βασική προτεραιότητα της ηγετικής ομάδας της ΝΔ είναι η νίκη στις εκλογές και όχι η διαχείριση των αυτοδιοικητικών εκλογών. Έτσι καθυστέρησαν οι επιλογές για τη αυτοδιοικητική μάχη.
Στη Θεσσαλονίκη καταγράφηκαν επιπλέον προβλήματα. Κατ' αρχήν ένα αμιγώς θεσσαλονικιώτικο ζήτημα που αφορά στο status του ρόλου του δημάρχου. Στην Αθήνα το ποιος θα είναι ο πρώτος δημότης της πόλης δεν απασχολεί τόσο έντονα τα μεγάλα κόμματα όσο και τους μεγάλους παίκτες του, καθώς ο δημαρχιακός δεν είναι παρά ένας ενδιάμεσος σταθμός για παραπάνω φιλοδοξίες πολιτικών, όπως δείχνουν και τα παραδείγματα των Μιλτιάδη Έβερτ, Δημήτρη Αβραμόπουλου και Ντόρας Μπακογιάννη. Στη Θεσσαλονίκη ο δήμαρχος είναι ένας ισχυρός τοπικός πόλος, για τον οποίο ενδιαφέρονται όλοι και για τον οποίο έχουν γνώμη όλοι. Οι βουλευτές, το τοπικό κόμμα, η Διοικούσα, οι πρόεδροι των επιμελητηρίων, οι πρυτάνεις, οι άλλοι δήμαρχοι και φυσικά η κεντρική διοίκηση της ΝΔ και ο εκάστοτε πρόεδρος του κόμματος. Και αυτό είναι πολύ προβληματικό. Έτσι στην Αθήνα η υποψηφιότητα του Κώστα Μπακογιάννη, που δεν αμφισβητείται εύκολα, τα σκέπασε όλα. Αντίθετα στη Θεσσαλονίκη η έλλειψη μιας στιβαρής υποψηφιότητας δυσκόλεψε επιπλέον τα πράγματα…
Η ΝΔ στη Θεσσαλονίκη έβαλε ένα μεγάλο αυτογκόλ, που δεν ήταν άλλο από την αδικαιολόγητη καθυστέρηση που επέδειξε στο ζήτημα του καθορισμού του υποψηφίου δημάρχου, καθυστέρηση που βαρύνει κυρίως την κεντρική ηγεσία του κόμματος (αλλά και τα πολλά κέντρα εξουσίας που λειτουργούν εκεί), ενώ και η τοπική ηγεσία της ΝΔ δεν πήρε και τους καλύτερους βαθμούς στη διαχείριση του θέματος.
Και οι δύο (και η τοπική, αλλά κυρίως η κεντρική ΝΔ) ακολούθησαν μια τακτική που ήταν αλλοπρόσαλλη. Ξεκίνησε με την ιδέα για στήριξη στον Μπουτάρη, στη συνέχεια πήγε στη λύση του «αντι-μπουτάρη» (Σαββάκης ή Ανδρεάδης), ξαναγύρισε σε μία πιο πολιτική υποψηφιότητα (Καλαφάτης ή Ράπτη), μετά δοκίμασε τα αυτοδιοικητικά ονόματα (Καϊτεζίδης και Κυρίζογλου) και το καλοκαίρι επέστρεψε σε ένα πρόσωπο από την κοινωνία, όπως ο Πάρις Μπίλλιας. Εδώ η διαχείριση ήταν κάκιστη: η διαβούλευση τράβηξε πολύ, έγινε μάλιστα και σχεδόν δημόσια, με τους δημοσιογράφους να γνωρίζουν σχεδόν το κάθε ραντεβού. Αντί να παρθούν γρήγορες αποφάσεις στήριξης του Μπίλλια ή της οποιαδήποτε τελικής επιλογής, η κουβέντα τραβούσε σε μάκρος.
Λάδι στην κακή φωτιά που έκαιγε εδώ και καιρό στο γαλάζιο στρατόπεδο της Θεσσαλονίκης έριξε και η ξαφνική απόφαση του Σταύρου Καλαφάτη να αποσυρθεί από το κάδρο των υποψηφίων δημάρχων. Χωρίς προηγουμένως να έχει λυθεί ούτε το ζήτημα της διαδοχής του ούτε φυσικά το θέμα του υποψηφίου της ΝΔ στον κεντρικό δήμο. Γιατί μπορεί να είναι κατανοητό το να μη θέλει κάποιος να είναι ξανά υποψήφιος δήμαρχος και να έχει κουραστεί από τα παιχνίδια που παίζονταν στο παρασκήνιο, όπως συνέβηκε με τον Σταύρο Καλαφάτη. Όμως το κόμμα έπρεπε να είχε τον πρώτο λόγο και να ορίσει αυτό το πότε και το πώς θα ανακοινωθούν οι όποιες αποφάσεις του Καλαφάτη που ως βουλευτής της ΝΔ θα έπρεπε να κινείται στη λογική της ομάδας. Το ότι η τρικυμία στο ζήτημα του υποψηφίου για τον δήμο πήρε τέτοιες διαστάσεις οφείλεται και στο τάιμιγκ της απόφασης του Καλαφάτη και τον τρόπο με την οποία υλοποιήθηκε από τον γαλάζιο βουλευτή αλλά και τη ΝΔ.
Στο «διά ταύτα» τώρα. Μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Εκτός αν βρεθούν κατά τη διαβούλευση με τους βουλευτές, αλλά και με τον Κώστα Καραμανλή που αναμένεται να ξεκινήσει τις επόμενες ημέρες. Το δίπολο «Πάρις Μπίλλιας ή Γιώργος Ορφανός», απ’ όπου λέγεται ότι θα γίνει η τελική επιλογή, εμφανίζεται σήμερα ως φαβορί. Την ίδια στιγμή όμως αναπτύσσεται και μια φημολογία για την ύπαρξη ενός τρίτου προσώπου, που θα προκύψει τις επόμενες ημέρες, ενώ η σημερινή «Εστία» επιμένει πρωτοσέλιδα ότι ο Ιγνάτιος Καϊτεζίδης είναι η ιδανική πρόταση για τον κεντρικό δήμο. Επειδή όμως λαγοί από τα μανίκια δύσκολα να βγουν, κρατήστε και μια πισινή ότι τελικά η ΝΔ θα πάει σε χαμηλές πτήσεις για την πιο μεγάλη μάχη της αυτοδιοίκησης στη Θεσσαλονίκη. Δηλαδή πολλοί υποψήφιοι με χαλαρή στήριξη σε έναν. Υποψήφιος ο Μάκης Κυριζίδης, υποψήφιος και ο Κωνσταντίνος Ζέρβας, ίσως και ο Ανδρέας Παπαμιμίκος, καθώς και ο εκλεκτός της ΝΔ, με προοπτική ο ένας που θα περάσει στο δεύτερο γύρο να έχει τη στήριξη των άλλων.
Και κάτι για τον Γιάννη Μπουτάρη, που φαίνεται να αμφιταλαντεύεται για το τι θα κάνει, αλλά έχει γίνει και ο εφιάλτης για πολλούς στη ΝΔ. Αν ο κεντροδεξιός χώρος τον φοβίσει (είτε με πολλά και ισχυρά ονόματα υποψηφίων είτε με μια έντονα μακεδονική ρητορική σε σχέση με το ονοματολογικό) μπορεί να είναι πιο κοντά η απόφαση να μην είναι υποψήφιος. Συνεπώς για την έκβαση της μάχης της Θεσσαλονίκης και την εκλογή του μακεδόνα δημάρχου (να ένα καλό σλόγκαν για τον εκλεκτό της ΝΔ) δεν θα παίξουν ρόλο μόνο τα ονόματα, αλλά και η ρητορική και το μήνυμα που θα περάσουν.