Η πρώτη φορά που διάβασα ότι οι Αμερικανοί αγωνιούν και αυτοί για την ασφάλειά τους ήταν στο εξαιρετικό βιβλίο μιας αντιπαθούς διεθνούς προσωπικότητας, του Χένρυ Κίσσιγκερ: Διπλωματία.
Οι Αμερικανοί νιώθουν πως είναι προνομιούχοι στο θέμα της ασφάλειας. Συνορεύουν με δύο χώρες (το Μεξικό και τον Καναδά) με τις οποίες φροντίζουν να έχουν καλές σχέσεις και από εκεί και πέρα βοήθησε ο Θεός. Οι δύο ωκεανοί, ο Ειρηνικός και ο Ατλαντικός, είναι μία εξαιρετική buffer zone με τις χώρες της Ευρασίας όπου ο ανταγωνισμός των δυνάμεων είναι διαρκής και ανηλεής. Αρκεί να ελέγχουν τους ωκεανούς. Το ίδιο δίλημμα είχαν και κατά τον Β’ ΠΠ. Και αυτό τους ανάγκασε να εμπλακούν. Αν δεν ήλεγχαν τους ωκεανούς και ο Χίτλερ κέρδιζε την Βρετανία, τότε θα επετίθετο και στις ΗΠΑ. Έκριναν, σωστά, πως ήταν προτιμότερο να τον αντιμετωπίσουν στην Ευρώπη.
Το δίλημμα αυτό έχουν οι Αμερικανοί και σήμερα. Δεν είναι, μόνο, η παγκόσμια ηγεμονία που τους απασχολεί. Είναι και η ασφάλειά τους. Από το Μεξικό και τον Καναδά δεν κινδυνεύουν. Με τους ωκεανούς τι γίνεται;
Για τις ΗΠΑ η ρωσική απειλή μπορεί να εκδηλωθεί από τον Ατλαντικό. Και η κινεζική από τον Ειρηνικό. Οι Ρώσοι βρίσκονται πολύ μακριά από τα νερά του Ατλαντικού για να τους απειλήσουν. Αλλά με τον Ειρηνικό έχουν πρόβλημα. Η άνοδος της Κίνας μπορεί να οδηγήσει στην απώλεια του ελέγχου του Ειρηνικού και, τότε, η απειλή θα βρίσκεται επί θύραις.
Το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για τον Ειρηνικό δεν έχει να κάνει με την μετατόπιση εκεί της οικονομικής δραστηριότητας. Ούτε το ενδιαφέρον τους για την Ταϊβάν και την Θάλασσα της Νότιας Κίνας έχει να κάνει με ανθρωπιστικές ευαισθησίες τους. Οι Αμερικανοί ενδιαφέρονται για τον έλεγχο του Ειρηνικού για λόγους ασφαλείας. Επειδή ανησυχούν μήπως ελέγξει τον ωκεανό η Κίνα δημιούργησαν τον AUKUS και θα προβούν και σε άλλες κινήσεις. Και επειδή δεν ανησυχούν από τη Ρωσία μείωσαν το ενδιαφέρον τους για την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ.
Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει πως θα εγκαταλείψουν την Ατλαντική Συμμαχία. Άλλο δεν ανησυχώ και άλλο εγκαταλείπω. Αν εγκαταλείψουν θα κινδυνεύσουν.
Οι Αμερικανοί εκμεταλλεύτηκαν τον ρωσικό φόβο των Ουκρανών και επιχείρησαν να συνδυάσουν την προσέγγισή τους μαζί τους με το δικό τους συμφέρον. Και το Αμερικανικό συμφέρον είναι η εγκατάσταση στο ουκρανικό έδαφος αντιβαλλιστικών πυραύλων. Ευλόγως θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί στην Ουκρανία. Διότι η Ρωσία έχει κατασκευάσει υπερηχητικούς πυρηνικούς πυραύλους και η δύση δεν έχει την δυνατότητα αναχαίτισής τους με τα μέχρι τώρα αναπτυγμένα συστήματα. Δυνατότητα αναχαίτισης υπάρχει οι ρωσικοί πύραυλοι χτυπηθούν την στιγμή της εκτόξευσής τους. Χαμηλά. Αλλά για να τους χτυπήσουν χαμηλά, πρέπει να εγκαταστήσουν τους δυτικούς πυραύλους κοντά στη Ρωσία, Και η Ουκρανία προσφέρεται. Η εγκατάσταση αυτή θα έπαιρνε περισσότερο νόμιμη μορφή, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο αν η Ουκρανία εντασσόταν και στο ΝΑΤΟ. Οι υπόλοιποι συλλογισμοί και τα γεγονότα που παρακολουθήσαμε προκύπτουν ευλόγως από τα παραπάνω.
Η Ρωσία, λοιπόν, βρέθηκε σ αυτό το δίλημμα. Να έχει το ΝΑΤΟ στη γειτονιά της και να νιώθει πως διακυβεύεται η δική της ασφάλεια. Η οποία, πράγματι, διακυβεύεται.
Αυτό ήταν το δίλημμα του Πούτιν. Το ΝΑΤΟ πλησιάζει την Ρωσία όλο και περισσότερο, της στερεί ζωτικό χώρο και απειλεί την ασφάλειά της.
Η Ρωσία αφού αντέδρασε αρχικά με δηλώσεις χαρακτηριστικές του ύφους της, έκανε ορισμένες προτάσεις με τις οποίες δεν ζητούσε, απλώς, την απομάκρυνση των Αμερικανικών όπλων που ακύρωναν το πυρηνικό της οπλοστάσιο αλλά υπαγόρευαν και την συμπεριφορά της Ουκρανίας. Ορισμένες, όπως η υπαγόρευση στην Ουκρανία του τι θα κάνει ήταν μαξιμαλιστικές αλλά η Ρωσία πίστευε πως κάτι θα κέρδιζε από αυτές. Ακόμη και η συζήτησή τους θα ήταν επιτυχία.
Και ενώ τα πράγματα βρίσκονταν στο σημείο αυτό, ο Πούτιν αναγνωρίζει την απόσχιση των περιοχών Ντονέσκ και Λουγκάνσκ και συνάπτει συμφωνία στρατιωτικής υποστήριξής τους. Μέχρι εδώ τα πράγματα βαίνουν καλώς από πλευράς λογικής.
Εκείνο που θα περίμενε κανείς να ακολουθήσει ήταν να δοθεί χρόνος στη διπλωματία. Στο διπλωματικό τραπέζι θα έμπαιναν τα ρωσικά αιτήματα σχετικά με την Ουκρανία και τους ΝΑΤΟϊκούς εξοπλισμούς.
Και εδώ, αρχίζει ένα ακατανόητο παιχνίδι του Πούτιν. Εισβάλλει στην Ουκρανία.
Το βασικό ερώτημα μετά την εισβολή
Το βασικό ερώτημα μετά την εισβολή είναι αν ο Πούτιν και η ρωσική ηγεσία γνωρίζουν τι επιδιώκουν με την εισβολή αυτή. Κυρίως, όμως, το ερώτημα είναι αν γνωρίζουν πως θα απεγκλωβιστούν από τον ουκρανικό βάλτο.
Διότι το να εισβάλλει μια χώρα με τις δυνατότητες της Ρωσίας σε μια άλλη, όπως η Ουκρανία, δεν είναι δύσκολη υπόθεση. Το να επιβάλεις παράλληλα με τη θέλησή σου την ειρήνη και την αποδοχή είναι το πολύ δύσκολο.
Όπως φαίνεται από την παρακολούθηση των επιχειρήσεων, το μαξιμαλιστικό σχέδιο της Ρωσίας είναι να ενώσει εδαφικά όλες τις ρωσόφωνες περιοχές της Ουκρανίας που ανατολικά ξεκινούν από το Ντονμπάς και καταλήγουν στην Κριμαία και δυτικά αρχίζουν από την Κριμαία και καταλήγουν στην Υπερδνειστερία. Και με την κατοχή του Κιέβου να τοποθετήσει ελεγχόμενο από τη Μόσχα πρόεδρο.
Έχει στρατηγική εξόδου;
Το σχέδιο αυτό την πρώτη εβδομάδα των επιχειρήσεων συνάντησε μη αναμενόμενες αντιδράσεις αλλά αν επιμείνει η Ρωσία θα το επιβάλλει. Ίσως να μπορέσει να τοποθετήσει και δικό της πρόεδρο. Μέχρι πότε, όμως; Και, κυρίως, τι θα κάνει με τα 2/3 του ουκρανικού πληθυσμού που δεν επιθυμούν την παρουσία της;
Αυτά είναι ζητήματα που παραπέμπουν στο ερώτημα αν η Ρωσία έχει στρατηγική εξόδου από την Ουκρανία ή θεώρησε πως ο ουκρανικός λαός θα την υποδεχόταν με ανοικτές αγκάλες και θα επέβαλε την πολιτική της.
Κατά την εξέλιξη των επιχειρήσεων, χύνεται αρκετό αίμα και από τις δύο πλευρές, το οποίο θα αποτελέσει τον καταλύτη μιας αντιπάθειας και μιας εχθρότητας μεταξύ των δύο λαών οι οποίοι είναι συγγενικοί και οι οποίοι στα αρκετά χρόνια συνύπαρξης, είχαν την δυνατότητα να αναμιχθούν μεταξύ τους.
Οι επιπτώσεις
Αν ο Πούτιν θελήσει να υλοποιήσει όλο του το σχέδιο, έχουμε ακόμη χρόνο μπροστά μας. Αλλά ένας πόλεμος δεν έχει μόνο απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.
Έχει και πολλές άλλες με πρώτη την οικονομία.
Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία ήταν συντριπτικές. Ένα νέο Σιδηρούν Παραπέτασμα έχει σηκωθεί το οποίο δεν είναι γνωστό αν και πότε θα κατέβει. Από τον αθλητισμό και τον πολιτισμό μέχρι την οικονομία και τον εναέριο χώρο η Ρωσία αποκλείεται από την Δύση. Θα μπορέσουν να αντέξουν σ’ αυτήν την απομόνωση ο Πούτιν και οι Ρώσοι; Και μέχρι πότε;
Το επιχείρημα ότι θα στραφούν ανατολικά δεν είναι πειστικό. Οι ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ δεν αντικαθίστανται από τις ασιατικές.
Σ’ αυτόν τον παροξυσμό κυρώσεων πρωταγωνίστησε σε επίπεδο θεάματος η Αθήνα. Για ακατανόητους λόγους, δεν αρκέστηκε, μόνο, στην αποστολή καλάσνικωφ με τα οποία οι Ουκρανοί θα αντιμετώπιζαν τω ρωσικά τανκς αλλά φρόντισε να τα επιδείξει σε μια άκομψη, ερασιτεχνική προσπάθεια πρόκλησης. Έχει συνείδηση η κυβέρνηση της Αθήνας του τι διακυβεύεται;
Μέσα σε όλα αυτά η Τουρκία αναγκάζεται να κλείσει τα Στενά και την επομένη, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών για να κρατήσει τις ισορροπίες δηλώνει πως η χώρα του δεν θα συμμετάσχει στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.
Η Ρωσία θα λάβει αντίμετρα κατά των κυρώσεων αλλά μπορεί να επηρεάσει λιγότερο τις δυτικές χώρες από ό,τι οι χώρες αυτές την Ρωσία. Εκεί που θα μπορούσε να είχε αποτελεσματικότητα η αντίδρασή της θα ήταν η διακοπή της ροής φυσικού αερίου προς την Ευρώπη αλλά η κίνηση αυτή θα την καθιστούσε περισσότερο αφερέγγυα και θα της στερούσε πόρους τους οποίους έχει ανάγκη.
Με τα μέχρι τώρα στοιχεία η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ήταν μια μη καλά υπολογισμένη απόφαση. Οι επιπτώσεις για τη Ρωσία θα είναι βαρύτερες από τα αναμενόμενα οφέλη. Εκτός των άλλων με την κίνησή της αυτή η Ρωσία ξύπνησε μια καθεύδουσα στρατιωτικά Γερμανία η οποία θα επενδύσει 100 δις. ευρώ για τον στρατό της. Και αυτή η αφύπνιση ξυπνά μνήμες του παρελθόντος. Ίσως, όμως, να είναι αναγκαία για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού. Οι ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να συνειδητοποιούν πως χωρίς ενιαία άμυνα κινδυνεύουν.
Και η Τουρκία φαίνεται να αφήνει τους λεονταρισμούς και να προβληματίζεται. Ο Ερντογάν ζήτησε να επιταχυνθεί η διαδικασία ένταξης της χώρας του στην ΕΕ.
Η Αθήνα είναι ευκαιρία να θέσει το θέμα της τουρκικής συμπεριφοράς, η οποία προσιδιάζει με της Ρωσίας, στα ευρωπαϊκά και διεθνή όργανα.
Ένας νέος κόσμος διαμορφώνεται.
*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 05-06.02.2022