Το αυξημένο ωράριο εργασίας, την τεράστια ψυχολογική και εργασιακή πίεση, αλλά κυρίως την έλλειψη κινήτρων και προσλήψεων από την πλευρά της πολιτείας, φωτογραφίζουν ως αιτίες των ελλείψεων που παρουσιάζουν τα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, εργαζόμενοι του ΕΣΥ.
Οι νοσοκομειακοί γιατροί με πρώτους τους αναισθησιολόγους, δηλώνουν πως ζουν πρωτόγνωρες καταστάσεις και ισχυρίζονται πως, αν κι εργάζονται για περισσότερες από 70 ώρες μέσα στην εβδομάδα κατά μέσο όρο, αυτές δεν επαρκούν για να καλυφθούν οι ανάγκες. Από την άλλη, η αδιαφορία της πολιτείας και τα ημίμετρα που λαμβάνονται, οδηγούν το σύστημα υγείας σε αδιέξοδο, υποστηρίζουν.
Βασιλική Τζανακοπούλου: «Καθημερινά αναγκαζόμαστε να επιλέγουμε ποιο χειρουργείο να κάνουμε και ποιο να αφήσουμε»
Τις δυσχερείς συνθήκες υπερεργασίας στο Νοσοκομείο Παπανικολάου αναλύει στη makthes.gr η αναισθησιολόγος, διευθύντρια - συντονίστρια του τμήματος αναισθησιολογίας στο νοσοκομείο Παπανικολάου, Βασιλική Τζανακοπούλου.
Η κ. Τζανακοπούλου υποστηρίζει πως αυτή και οι συνάδελφοι της εργάζονται περισσότερες από 70 ώρες την εβδομάδα, με 15 εφημερίες το μήνα και έρχονται καθημερινά αντιμέτωποι με το δίλλημα, ποιο χειρουργείο να προχωρήσουν και ποιο να μεταφέρουν για την επόμενη ημέρα.
«Αυτή τη στιγμή είμαστε 8 αναισθησιολόγοι εν δυνάμει, ενώ θα έπρεπε να είμαστε 26 στο Νοσοκομείο Παπανικολάου. Εν ενεργεία είμαστε 5. Μια συνάδελφος έχει πρόβλημα υγείας και είναι σε αναρρωτική, άλλη είναι σε γονική άδεια και ακόμη μια συνάδελφος είναι καρδιοαναοσθησιολόγος. Οι ελλείψεις μας είναι μεγάλες και η δουλειά μας δεν μπορεί να γίνει όπως θα έπρεπε», λέει.
Παράλληλα, η διευθύντρια προσθέτει πως λόγω της κατάστασης, δε μένει χρόνος εκπαίδευσης νέων αναισθησιολόγων στο νοσοκομείο. «Ένας νέος συνάδελφος δεν μπορεί να εκπαιδευτεί όταν ένας αναισθησιολόγος που υποτίθεται ότι θα τον εκπαιδεύσει, κάνει υπεράνθρωπη προσπάθεια με 15 εφημερίες το μήνα, με δουλειά μετά από εφημερία, χωρίς ρεπό. Είναι πρωτόγνωρη αυτή η συνθήκη», δηλώνει.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, το προσωπικό να μην ανανεώνεται και πολλοί συνάδελφοί της να εγκαταλείπουν το δημόσιο τομέα, είτε ια τον ιδιωτικό, είτε για το εξωτερικό, όπως λέει.
«Καθημερινά βρισκόμαστε στη φάση που παλεύουμε με την ηθική μας και με την κούραση μας. Αναγκαζόμαστε να σκεφτόμαστε αν θα επιλέξουμε να κάνουμε για παράδειγμα ένα χειρουργείο καρκίνου το οποίο μπορεί εκείνη τη στιγμή να μην είναι αναγκαίο αλλά αν δεν γίνει, να αποβεί μοιραίο. Αυτή τη στιγμή δουλεύουν μόνο οι εφημερίες», καταλήγει.
Οι αναισθησιολόγοι σε πρόσφατη κινητοποίηση τους, πρότειναν στη διοίκηση του νοσοκομείου και στην 3η ΥΠΕ για να βελτιωθεί η κατάσταση, να τηρείται το 60ωρο της εβδομάδας, το οποίο ήταν 48ωρο πριν την περίοδο της Covid-19, (μέχρι την κινητοποίηση τους οι αναισθησιολόγοι δούλευαν τουλάχιστον 70ωρο) και να τηρείται το ρεπό μετά την εφημερία. Οι διοικήσεις δέχτηκαν τα αιτήματα τους.
«Δε μπορούμε και να εφημερεύουμε σχεδόν καθημερινά και να βάζουμε οι ίδιοι τακτικά χειρουργεία. Έχουμε παρατήσει τα προσωπικά μας προβλήματα, τις ζωές μας τις ίδιες για να μπορεί να δουλεύει το νοσοκομείο και αυτό είναι μία συνεχιζόμενη κατάσταση που μας έχει φθείρει και εμάς αλλά και σιγά-σιγά φθείρει την ποιότητα των υπηρεσιών μας», λέει με απόγνωση.
Πρόεδρος ΕΝΙΘ: Το Υπουργείο απαντάει στις ελλείψεις με εσωτερικές μετακινήσεις
Τις ατέλειωτες ώρες εργασίας, τις χαμηλές αποδοχές και την έλλειψη κινήτρων φωτογραφίζει ως βασικές αιτίες για τις ελλείψεις στα νοσοκομεία της πόλης ο Χρήστος Καραχρήστος, μέλος του νοσοκομείου Παπανικολάου και πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης.
«Αυτή τη στιγμή επικρατεί ένα τραγικό σύστημα το οποίο αντί να προωθεί προσλήψεις, λειτουργεί με μετακινήσεις προσωπικού από νοσοκομεία της περιφέρειας, στα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, για να καλυφθούν τα κενά. Ακόμα και οι προκηρύξεις θέσεων πού υπήρξαν κατά καιρούς, γίνονται με λάθος τρόπο. Φανταστείτε ότι για 9 θέσεις για παράδειγμα στο Νοσοκομείο Παπανικολάου, προκηρύχθηκαν 4 στην πρόσφατη προκήρυξη και δεν ήρθε κανείς», δηλώνει.
Οι πρακτικές αυτές, σύμφωνα με τον πρόεδρο, έχουν ως αποτέλεσμα το δημόσιο νοσοκομείο να αναγκάζεται να στέλνει χειρουργεία σε ιδιωτικές κλινικές και παράλληλα ιατροί νευραλγικών ειδικοτήτων, όπως οι αναισθησιολόγοι, να εγκαταλείπουν θέσεις δημοσίου και να επιλέγουν θέσεις στον ιδιωτικό τομέα.
Αναφορικά με τους αναισθησιολόγους, αυτή τη στιγμή υπάρχουν σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΝΙΘ, περισσότεροι από 300 που δουλεύουν σε ιδιωτικές κλινικές και νοσοκομεία. Ωστόσο, ακόμη και αυτός ο αριθμός δεν είναι αρκετός για να καλυφθεί μακροπρόθεσμα η ανάγκη στο συγκεκριμένο κλάδο, σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΝΙΘ.
Ελλείψεις και σε νοσηλευτικό προσωπικό στο Νοσοκομείο Παπανικολάου
Ο κ. Καραχρήστος τονίζει πώς από τις 11 χειρουργικές αίθουσες του νοσοκομείου Παπανικολάου αυτή τη στιγμή λειτουργούν 4 με 5 και αυτές λόγω της υπερεργασίας των νοσηλευτών. Για να αρχίσει να βελτιώνεται η κατάσταση, θεωρεί ότι πρέπει να δοθούν κίνητρα από την κυβέρνηση.
Μερικά από αυτά είναι η επαναφορά των επιδομάτων που κόπηκαν τα προηγούμενα χρόνια και ταυτόχρονα, η αύξηση τους, η αύξηση των αποδοχών στις εφημερίες που αυτή τη στιγμή είναι στα 4 ευρώ την ώρα, η κατάργηση της υπερεργασίας, η μονιμοποίηση επικουρικών, το να γίνουν πιο ανθρώπινες οι συνθήκες εργασίας και φυσικά να υπάρξουν άμεσα προσλήψεις.
Ο κ. Καραχρήστος παράλληλα προσθέτει πώς η ΕΝΙΘ ζητά τα έξοδα δικαστηρίου για ιατρική ή αστική δαπάνη του προσωπικού να καλύπτονται από το εκάστοτε νοσοκομείο και να μην προκύπτουν από την τσέπη του εργαζόμενου.
Ελλείψεις σε νοσηλευτικό προσωπικό και σε ακτινολόγους στο Νοσοκομείο Γεννηματάς
Κυρίως σε νοσηλευτικό προσωπικό και σε ακτινολόγους εντοπίζονται οι ελλείψεις στο Νοσοκομείο Γεννηματάς, σύμφωνα με το μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της ΠΟΕΔΗΝ και του Δ.Σ. διοίκησης του νοσοκομείου, κ. Πέτρο Κετικίδη.
Ο κ. Κετικίδης δηλώνει πως στο νοσοκομείο σήμερα εργάζονται τρεις μόνιμοι ακτινολόγοι οι οποίοι έρχονται με μετακίνηση από άλλες υπηρεσίες κυρίως από κέντρα υγείας της πόλης. Παράλληλα δηλώνει πως υπάρχει μεγάλο ζήτημα σε τεχνικές ειδικότητες.
«Αυτή τη στιγμή έχουμε πέντε ηλεκτρολόγους συμβασιούχους, ενώ πριν μερικά χρόνια είχαμε έξι μόνιμους. Από τραυματιοφορείς, αν αύριο η κυβέρνηση δεν ανανεώσει τις συμβάσεις, το νοσοκομείο δεν μπορεί να βγάλει ούτε την πρωινή βάρδια», τονίζει.
Όσον αφορά το διοικητικό προσωπικό, σήμερα δεν καλύπτονται ούτε οι θέσεις που προέκυψαν από τις συνταξιοδοτήσεις των τελευταίων χρόνων, προσθέτει.
«Από τη στιγμή που άρχισε το γαϊτανάκι των μετακινήσεων, το νοσοκομείο δε μπορεί να καλύψει τα χειρουργεία του. Το Γεννηματάς μπορεί να αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο στις χειρουργικές επεμβάσεις. Όταν όμως φεύγουν δύο αναισθησιολόγοι καθημερινά και μετακινούνται σε άλλα νοσοκομεία εντός ή εκτός Θεσσαλονίκης για να καλύψουν τα κενά αυτά, πως να γίνει αυτή η ανάπτυξη;», αναρωτιέται.
Ως βασική αιτία της κατάστασης, ο κ. Κετικίδης αναφέρει την καθυστέρηση στις προκηρύξεις θέσεων από το κράτος αλλά και τις συνθήκες εργασίας στο δημόσιο νοσοκομείο.
«Ενώ το 2019 ο πρωθυπουργός στις προγραμματικές του δηλώσεις εξήγγειλε 4.000 προσλήψεις στην υγεία, ο διαγωνισμός βγήκε το 2022 και ένα χρόνο μετά, έχουν βγει μόνο οι προσωρινοί πίνακες της ΤΕ κατηγορίας. Χάνουμε περίπου 300 συναδέλφους το μήνα λόγω συνταξιοδοτήσεων ή παραιτήσεων. Νοσηλευτές προτιμούν να χάσουν τη μονιμότητα, να παίρνουν έστω και προσωρινά, λιγότερα χρήματα αλλά με λιγότερες ώρες εργασίας και καλύτερες συνθήκες στον ιδιωτικό τομέα. Είναι αποκρουστικό πλέον το σύστημα και για τους εργαζόμενους», καταλήγει.
Πρόεδρος ΙΣΘ: Το ΕΣΥ χρειάζεται ολική αναδιάρθρωση με βάση τα σύγχρονα δεδομένα
«Εάν δεν ξαναστήσουμε το ΕΣΥ επί νέας βάσης, σύγχρονης του 2023 και όχι του 1982, οι ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Με ημίμετρα δεν γίνεται δουλειά. Η αναμόρφωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας από μηδενική βάση και αποκατάσταση των αμοιβών των γιατρών στα προ κρίσης επίπεδα μέχρι να γίνει αυτό είναι μονόδρομος» υποστηρίζει ο πρόεδρος του ΙΣΘ, Νίκος Νίτσας.
Ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης χαρακτηρίζει «γερασμένο» το σύστημα υγείας και τονίζει πως σε αυτό πλέον εισέρχονται μόνο επικουρικοί γιατροί, καθώς προσλήψεις μόνιμου προσωπικού γίνονται με το «σταγονόμετρο».
«Στο μεγάλο χρονικό διάστημα από την εκάστοτε προκήρυξη μέχρι τη δημοσίευση των αποτελεσμάτων, οι νέοι γιατροί φεύγουν στο εξωτερικό. Από την άλλη, σε πολλά από τα νοσοκομεία της Βορείου Ελλάδος, το 40% με 50% των κρίσεων σε προκηρύξεις γιατρών δεν καταλήγουν σε αποτέλεσμα πρόσληψης.
Οι λόγοι γι' αυτό είναι οι κακές συνθήκες εργασίας και επειδή οι αμοιβές στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε πάρα πολύ χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με τις αμοιβές που δίνονται σε γιατρούς σε χώρες οι οποίες έχουν το ανάλογο ΑΕΠ με τη χώρα μας.
Πρέπει λοιπόν η πολιτεία, πέρα από τις προκηρύξεις θέσεων, να αναμορφώσει και όλη τη συνθήκη στην οποία οι γιατροί απασχολούνται στο εθνικό σύστημα υγείας, προκειμένου να γίνει αυτό ελκυστικό για τους νέους γιατρούς», τονίζει ο πρόεδρος του ΙΣΘ.
Αναφορικά με τη γενική έλλειψη σε αναισθησιολόγους στο ΕΣΥ, ο κ. Νίτσας υποστηρίζει πως κύρια αιτία είναι το γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκε μία πολιτική την τελευταία δεκαετία στη χώρα η οποία θα έδινε κίνητρα στους νέους γιατρούς να επιλέξουν αυτή την ειδικότητα.