ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Βαν Γκογκ και Χαλεπάς σε διάλογο

Κυριακή Τσολάκη24 Νοεμβρίου 2018

Αν ο Βαν Γκογκ θεωρείται ο πρώτος άγιος της μοντέρνας τέχνης, ο δικός μας Γιαννούλης Χαλεπάς είναι ο μάρτυρας της εικαστικής δημιουργίας. Τι συνδέει τον κορυφαίο Ολλανδό δημιουργό με τον έλληνα ομότεχνό του; Ασφαλώς η μανιοκατάθλιψη, που κάποτε καθιστά και τους δύο επικίνδυνους και για τους άλλους και για τον εαυτό τους. Περισσότερο όμως τους συνδέει η σφοδρή επιθυμία να υπερβούν τη νόσο μέσα από τη μεγάλη δημιουργία. Για εκείνους η τέχνη είναι ασθένεια αλλά και ίαση, άμυνα, καταφυγή και δικαίωση.

Ο πρώτος κατόρθωσε να γίνει σύμβολο της εποχής του, όμως υπέκυψε στην τρέλα και στο τέλος αυτοκτόνησε. Ο δεύτερος πολέμησε μαζί της και, τελικά, επιβίωσε. «Πενήντα χρόνια μετά τη μεγάλη του περιπέτεια ο Χαλεπάς επιστρέφει στην καρδιά της ευρωπαϊκής μοντερνιτέ με ένα δύσκολο αλλά εξαιρετικά αποκαλυπτικό έργο», τονίζει ο καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο ΕΚΠΑ Μάνος Στεφανίδης.

Ο ίδιος αποτυπώνει τον… «διάλογο» των δύο αυτών σπουδαίων καλλιτεχνών στο βιβλίο «Ιδιοφυία και Τρέλα- Βαν Γκογκ, Χαλεπάς» που εκδόθηκε από την εταιρεία «Λάβρυς» η οποία φέρνει αυτό το διάστημα στη Θεσσαλονίκη την έκθεση «Van Gogh Alive, the experience». Το βιβλίο παρουσιάζεται σήμερα στις 6 μ.μ. στο περίπτερο 9 στον ειδικό χώρο παρουσιάσεων της Art Thessaloniki που αυτές τις μέρες πραγματοποιείται στις εγκαταστάσεις της Helexpo.

Στο εξώφυλλο εικονίζονται δύο από τα πιο γνωστά έργα των δημιουργών. Στο επάνω μέρος τα περίφημα «Παπούτσια» του Βαν Γκογκ δίνουν ένα στίγμα του καλλιτέχνη. «Σ’ αυτό σκιαγραφείται όλη η κούραση του αγρότη της Ολλανδίας, αλλά και η κούραση του δημιουργού που στα λασποχώραφα της Αρλ ψάχνει να βρει τον Θεό του, να βρει τον ήλιο που θα τον απελευθερώσει και, τελικά, θα τον τιμωρήσει. Θα έλεγα ότι οι ιμπρεσιονιστές μπαίνουν στο δωμάτιο της τέχνης και ανάβουν όλα τα φώτα, ενώ οι εξπρεσιονιστές έρχονται λίγο ενοχλημένοι και τα σβήνουν. Ο Βαν Γκογκ είναι το ενδιάμεσο, είναι αυτός που εισηγείται στους εξπρεσιονιστές τη ζωγραφική ως δράμα μεταφέροντας όμως το φως των ιμπρεσιονιστών», λέει ο Μάνος Στεφανίδης.

Στο κάτω μέρος του εξωφύλλου δεσπόζει ο Οιδίπους του Γιαννούλη Χαλεπά. «Είναι το περίφημο αυτοβιογραφικό θέμα του δημιουργού. Ο γέρο- Οιδίποδας πηγαίνει στην Αθήνα για να βρει τη δικαίωσή του και τον οδηγεί η κόρη του. Εδώ οι μελετητές βλέπουν τη ζωή του Χαλεπά που έρχεται με την ανιψιά του στην πρωτεύουσα, καταξιώνεται και πεθαίνει σχεδόν ευτυχισμένος και πάντως ήρεμος στο σπίτι του το 1938. Εδώ και τριάντα χρόνια δείχνω αυτό το έργο στους μαθητές μου. Έχω προσέξει ότι πέφτει το ραντάκι της Χρυσόθεμης, αλλά και το φοβερό κοστούμι που φοράει ο Οιδίπους και τα υποδήματά του που αντί να είναι αρχαιοπρεπή όπως το ρούχο, αντί να φοράει σανδάλια ή να είναι ξυπόλυτος, φοράει άρβυλα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Θα σας το πω το απόγευμα στην παρουσίαση», λέει ο Μάνος Στεφανίδης. Ο τόμος αποτελείται από 128 σελίδες.

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.