Τον χρόνο αντίστροφα μετράει ο Βασίλης Μπούδρος για τη συμμετοχή του στο ιστορικό Ράλι Ντακάρ με την μοτοσικλέτα του Husqvarna FR 450 Rally στις 2-14 Ιανουαρίου, όπου ευελπιστεί να γίνει ο τέταρτος Έλληνας, μετά τους Βασίλη Ορφανό, Λουκά Γιαννακούλη και Θανάση Χούντρα, που θα δει τη σημαία τερματισμού στον διασημότερο αγώνα ράλι του κόσμου.
Γεννημένος στην Αθήνα το 1984, από πολύ μικρή ηλικία κατάλαβε την αγάπη του για τις μηχανές. «Τα πρώτα μου ερεθίσματα έρχονται από την οικογένειά μου, καθώς ο παππούς μου είχε μαγαζί με ανταλλακτικά μηχανών, μπουζί και λάδια, ο πατέρας μου οδηγούσε μηχανή, η μητέρα μου αγαπούσε, επίσης, τους μηχανές, οπότε ήταν σχεδόν βέβαιο ότι θα καταλήξω και εγώ με μια μηχανή στο χέρι», δηλώνει στο makthes.gr και εξηγεί τι είναι αυτό που τον συναρπάζει όταν καβαλάει μια μηχανή και τρέχει σε αγώνες: «Η αδρεναλίνη ξεκάθαρα!».
Τα πρώτα βήματα, η αδρεναλίνη και η επικινδυνότητα
«Ξεκίνησα την ενασχόλησή μου με την εκδρομή εκτός δρόμου το 2006 για την ευχαρίστησή μου, ενώ δύο χρόνια αργότερα έλαβα μέρος στον πρώτο μου αγώνα. Θυμάμαι ότι ήταν ένας αγώνας προς τιμήν ενός αθρώπου. Τότε, δανείστηκα ένα μηχανάκι από έναν φίλο μου για να τρέξω αυτόν τον αγώνα και είχε πολύ πλάκα, ήταν πολύ διασκεδαστικό και φυσικά έγινε η αρχή του κακού-καλού. Έκτοτε, έχω τρέξει σε αρκετούς αγώνες τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο», θυμάται αρχικά ο Βασίλης Μπούδρος και στέκεται στη σημαντικότερη στιγμή του μέχρι σήμερα:
«Ήταν η νίκη μου σε έναν αγώνα επί ελληνικού εδάφους, μεγάλο ράλι, πριν από μια δεκαετία, όπου παρ’ ότι υπήρχαν πάρα πολλοί αλλοδαποί συμμετέχοντες, εντούτοις, κατάφερα να κερδίσω μέσα στη χώρα μου τόσους άξιους αντιπάλους».
Ερωτηθείς για την επικινδυνότητα που κρύβει η συμμετοχή σε αγώνες με μηχανή, δηλώνει: «Είναι πολύ επικίνδυνο, είναι αλήθεια. Κάθε φορά που καβαλάς τη μηχανή, χαϊδεύεις τα όρια της πρόκλησης. Είσαι εκτεθειμένος ανά πάσα ώρα και στιγμή, ωστόσο, αυτή η πρόκληση είναι που προκαλεί την αδρεναλίνη. Είναι τόσο δυνατό το συναίσθημα της ανταγωνιστικότητας και της κόντρας με τον χρόνο, που δεν μπορεί να ξεφύγεις εύκολα. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Αμερικάνοι λένε ότι άμα δεν θέλεις το παιδί σου να μπλέξει με ναρκωτικά, πάρε του μηχανάκι».
Το όνειρο ζωής, η ζέστη και η ανταμοιβή των κόπων
Ο Βασίλης ετοιμάζεται να λάβει μέρος στον διάσημο αγώνα. «Είναι μακράν ο δυσκολότερος αγώνας που υπάρχει στο παγκόσμιο στερέωμα, με τις περισσότερες μέρες, τα περισσότερα χιλιόμετρα και τον μεγαλύτερο συντελεστή κινδύνου. Είναι κάτι σαν όνειρο ζωής» και εξηγεί:
«Τερμάτισα τον αγώνα στο ράλι στο Μαρόκο και δυόμιση εβδομάδες μετά, δηλαδή προς τα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου με ενημέρωσαν ότι έγινα δεκτός στο Ράλι Ντακάρ. Όταν ειδοποιήθηκα, ένιωσα μεγάλη χαρά, γιατί είναι οι κόποι σου που ανταμείβεσαι».
Όσο για το ποιος είναι ο στόχος του, είναι ξεκάθαρος: «Σαφώς είναι ο τερματισμός παρά τις δυσκολίες που υπάρχουν. Θέλω να γίνω ο τέταρτος Έλληνας, που θα κάνει κάτι τέτοιο», λέει αρχικά και προσθέτει:
«Η αλήθεια είναι πως δεν έχω κάνει την κατάλληλη προετοιμασία, αλλά κάνω ό,τι μπορεί. Για να πας στο Ράλι Ντακάρ με αξιώσεις και να πεις ότι θα το ευχαριστηθείς, πρέπει να προπονείσαι περίπου ένα χρόνο. Να ετοιμάσεις το σώμα σου για την 14ημερη ταλαιπωρία».
Λίγο καιρό πριν, ο 37χρονος έλαβε μέρος σε αγώνα στο Μαρόκο, η συμμετοχή στον οποίο αποτελούσε βασική προϋπόθεση για την παρουσία του στο Ράλι Ντακάρ. «Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να έχει τρέξει έναν αγώνα παγκόσμιου βεληνεκούς. Έτσι, πήγα στο Μαρόκο, όπου έτρεξα μια τρομακτικά όμορφη και ιδιαίτερα δύσκολη διαδρομή. Γενικά, είμαι βουνίσιος οδηγός, μου αρέσει η οδήγηση στη λάσπη, η δροσούλα, που προκαλεί ανατριχίλα. Στο Μαρόκο ήταν όλα τα αντίθετα: φουλ σκόνη, άμμο, ζέστη, μία ταλαιπωρία (γέλια)».
Η ενασχόληση με τον εναλλακτικό τουρισμό βουνού με μηχανές
Ο Βασίλης Μπούδρος είναι ιδρυτής της Enduro Greece, που δραστηριοποιείται στο χώρο της διοργάνωσης εκδρομών και μαθημάτων με μοτοσυκλέτες adventure και enduro. «Το 2016 ίδρυσα την εταιρεία, που ασχολείται με τον εναλλακτικό τουρισμό βουνού με μηχανές. Ξεκίνησε από μια δικιά μου ιδέα, η οποία γεννήθηκε από τους αγώνες που έτρεχα πολλά χρόνια.
Μέσα σε αυτόν τον χώρο, λοιπόν, κάνεις φιλίες. Όταν οι φίλοι μου αυτοί έρχονταν από το εξωτερικό για να ευχαριστηθούν την υπέροχη χώρα μας, σε συνθήκες αγώνα πάντα, μετά μου έλεγαν να τους βρω μια μηχανή να πάμε μια βόλτα. Κάπως έτσι ξεκίνησα. Στην αρχή πήρα δύο μηχανάκια, μετά έκανα την εταιρεία και πλέον δραστηριοποιούμαι κυρίως σε περιοχές γύρω από την Αθήνα, την Πάρνηθα, Βαρυμπόμπη, την Πεντέλη, αλλά και πιο μακριά, πάμε Γιάννενα, Καλαμπάκα, Καλάβρυτα, σε μέρη της Πελοποννήσου, στην Εύβοια. Είναι μία τάση ευρέως διαδεδομένη σε χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ρουμανία».