Στην πολυσέλιδη δικογραφία που σχημάτισαν οι αστυνομικοί του τμήματος Εγκλημάτων κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας της Ασφάλειας Θεσσαλονίκης, περιγράφονται αναλυτικά, οι κινήσεις των πέντε ατόμων που, μέσα σε χρονικό διάστημα περίπου δύο ετών, κατάφεραν να αποκομίσουν από την εγκληματική τους δράση περισσότερα από 170.000 ευρώ και κοσμήματα ιδιαίτερης αξίας, από τέσσερες διαρρήξεις – κλοπές, ενώ είχαν μετατρέψει έναν ημιυπόγειο χώρο σε εργαστήριο εκπαίδευσης διάρρηξης θυρών, όπως αναφέρει το protothema.gr.
Οι κατηγορούμενοι με καταγωγή από τη Γεωργία και την Αρμενία (44, 45, 27, 37 και 28 ετών) διώκονται για εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, παρέμβαση σε πομπούς της ΕΛ.ΑΣ. και παράνομη οπλοκατοχή, ενώ ανάμεσά τους είναι ένας 45χρονος που είχε καταδικαστεί σε πολυετή κάθειρξη για την υπόθεση απαγωγής 6χρονης, το 2002, στη Θεσσαλονίκη.
Ο τρόπος δράσης της εγκληματικής οργάνωσης
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τα πέντε μέλη της εγκληματικής ομάδας επέλεγαν πολυκατοικίες της Θεσσαλονίκης και δρούσαν πάντα πρωινές ώρες. Εκμεταλλευόμενοι την απουσία των ενοίκων, εισέβαλαν στα διαμερίσματα με την χρήση ειδικών διαρρηκτικών εργαλείων και αντικλειδιών, χωρίς να αφήσουν ίχνη παραβίασης και αφού ερευνούσαν ενδελεχώς όλους του χώρους, αφαιρούσαν χρηματικά ποσά, τιμαλφή, κοσμήματα και συσκευές, διαφεύγοντας στη συνέχεια χωρίς να γίνουν αντιληπτοί.
Στο πλαίσιο της εγκληματικής τους δράσης, επέλεγαν τις πολυκατοικίες κατόπιν πληροφοριών που εμπιστευτικά αποκτούσαν σε προγενέστερο χρόνο, είτε επιτηρώντας τα υποψήφια θύματά τους, τα οποία ήταν κυρίως ηλικιωμένα άτομα, βιντεοσκοπώντας παράλληλα με τα κινητά τους τηλέφωνα τις κινήσεις τους – εξωτερικά και εσωτερικά των πολυκατοικιών που διέμεναν – πραγματοποιώντας εστίαση της κάμερας του κινητού τους, περικειμένου να καταγράψουν το είδος και τον τύπο του κατεχόμενου κλειδιού θύρας και κατ’ επέκταση να επιτύχουν την αναγνώριση του τύπου της κλειδαριάς που διέθετε η οικία – στόχος τους.
Στη συνέχεια και έχοντας συγκεκριμένους ρόλους, μετέβαιναν με διαφορετικά οχήματα τα οποία στάθμευαν σε μακρινή απόσταση από τα σημεία τέλεσης των εγκληματικών πράξεων και κινούνταν πεζή προς καταστήματα – καφέ, πλησίον των «στόχων» τους, όπου συνήθως λειτουργούσαν λαϊκές αγορές. Ακολούθως και κατά περίπτωση, κάποιοι εισέρχονταν στην πολυκατοικία με σκοπό να προβούν στη διάρρηξη της οικίας, ενώ οι υπόλοιποι παρέμεναν εξωτερικά της πολυκατοικίας προκειμένου να ειδοποιήσουν τους ενεργούντες την διάρρηξη για την ύπαρξη τυχόν αστυνομικών δυνάμεων ή πολιτών.