Οι πόρτες των σχολείων άνοιξαν ξανά μετά από ένα μακρύ διάστημα εγκλεισμού και καραντίνας, που εγκλώβισε τους μαθητές όλων των βαθμίδων στο σπίτι καθηλωμένους στις οθόνες των υπολογιστών τους, οι οποίοι έγιναν το εργαλείο για να αντικατασταθεί η δια ζώσης εκπαίδευση από την τηλεκπαίδευση.
Τι γίνεται όμως τώρα που τα σχολεία άνοιξαν, τα self-tests έγιναν αναγκαιότητα και οι μάσκες δεν έπεσαν ποτέ; «Τα παιδιά ανυπομονούν να επιστρέψουν στο σχολείο γιατί αυτό αποτελεί τον ουσιαστικό χώρο της κοινωνικής τους ζωής και των συναισθηματικών τους δεσμών τους οποίους υπερβολικά στερήθηκαν κατά τον μακρύ εγκλεισμό», καθησυχάζει γονείς, κηδεμόνες και κάθε ενδιαφερόμενο ο ψυχίατρος, παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής Αθανάσιος Αλεξανδρίδης μιλώντας στο makthes.gr.
Δεν απαριθμεί όλους τους λόγος για τους οποίους οι μικροί μας φίλοι επιθυμούν να γυρίσουν στο σχολείο, αλλά αρκείται σε έναν, που «μπορεί να ακουστεί και προκλητικός», όπως τονίζει χαρακτηριστικά. «Θέλουν να επιστρέψουν για να μην είναι συνεχώς με τους γονείς τους και για να μπορέσουν σε αυτόν τον ‘άλλο’ χώρο να είναι ‘κάπως αλλιώς’ δοκιμάζοντας ίσως εμπειρίες, δεξιότητες και ταυτότητες που στο σπίτι δεν τους επιτρέπονται», προσθέτει.
Αυτό όμως αποτελεί πλούτο για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους. «Οι γονείς για να βοηθήσουν στην ομαλή ένταξή τους χρειάζεται να μάθουν στα παιδιά τα μέσα υγιεινής προφύλαξης και να τα αφήσουν ελεύθερα να ζήσουν την εμπειρία τους στο σχολείο, αποδεχόμενοι ότι ένα μέρος της ζωής των παιδιών τους πρέπει να είναι εκτός του ελέγχου τους. Επιμένω σε αυτό το σημείο γιατί μαθητές, δάσκαλοι και σχολεία ασφυκτιούν από τον 'εναγκαλισμό' κάποιων γονέων», επισημαίνει ο ειδικός.
Ψυχοπαιδαγωγικός και ψυχ-αγωγικός στόχος
Η συζήτησή μας γίνεται με αφορμή την πολύ πρόσφατη κυκλοφορία του νέου του βιβλίου με τίτλο «Πάμε σχολείο;» από τις εκδόσεις «Ίκαρος». Πρόκειται για το τέταρτο βιβλίο της σειράς «Σχολή ανήσυχων γονέων», το οποίο διερευνά την είσοδο του παιδιού στο σχολείο, τις φάσεις προσαρμογής σε αυτό, καθώς και τις μορφές των ορίων που καλούνται να θέσουν οι γονείς. «Το βιβλίο προέκυψε από την ανάγκη κάποιων γονέων να σκεφθούν ριζικά το θέμα του σχολείου και της εκπαίδευσης. Πέραν της υποχρέωσης από το νόμο και του αυτονόητου ότι τα παιδιά πηγαίνουν στο σχολείο ‘για να μάθουν γράμματα’, στους γονείς μπήκε το ζήτημα του ‘τι ζητούν από ένα σύγχρονο σχολείο’, τέτοιο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες, στις επιθυμίες και στις δυνατότητες του παιδιού και της οικογένειας μέσα σε μια ρευστή οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά εθνική και διεθνή πραγματικότητα», τονίζει ο κ. Αλεξανδρίδης.
Στις σελίδες του τόμου μπορεί κανείς να βρει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως «αρκεί η ορθή εγκατάσταση στο νου του παιδιού βασικών νοητικών διαδικασιών στους άξονες της γλώσσας και του μαθηματικού συλλογισμού για να θεωρηθεί μια πετυχημένη σχολική έναρξη;», «προηγείται η εγκατάσταση της έννοιας της συλλογικότητας μεταξύ των παιδιών, συλλογικότητα που θα αναγνωρίζει και θα αποδέχεται ταυτόχρονα την ατομικότητα, την ομοιότητα αλλά και τη διαφορά;», «πόση συμμετοχή εκ μέρους των γονέων στο διάβασμα του παιδιού» και άλλα παρόμοια, τα οποία κατακλύζουν τους «ανήσυχους» γονείς από την πρώτη στιγμή που το παιδί τους βγαίνει από το νηπιαγωγείο και «πηγαίνει σχολείο», όπως μας λέει ο συγγραφέας. «Πόσο οι γονείς αναγνωρίζουν αυτό ως διαδικασία του παιδιού που οφείλουν να συνοδεύσουν από τη μια αλλά όχι και να ταυτισθούν μαζί της δημιουργώντας μια επικίνδυνη σύγχυση ατόμων και ορίων, όπως δηλώνεται στον τόσο συχνά και ‘αθώα’ διατυπωμένο διάλογο μεταξύ, συνήθως, μαμάδων, του τύπου ‘εμείς πάμε πρώτη, εσείς;’, ‘α, εμείς μεγαλώσαμε, τώρα είμαστε Τετάρτη’, ‘εμείς δίνουμε κατατακτήριες για να πάμε σε πρότυπο’; Το βιβλίο υποστηρίζει τη θέση ότι το παιδί πηγαίνει σχολείο αλλά ότι η διαδικασία εκπαίδευσης του παιδιού, εφόσον οι γονείς καταφέρουν να κρατήσουν μια σωστή απόσταση από αυτήν, μπορεί να αποτελέσει και για αυτούς μια ουσιαστική υπαρξιακή εμπειρία. Αν, μέσα από το πρίσμα της πορείας του παιδιού τους αναλύσουν τους δικούς τους τρόπους μάθησης, τους αξιολογήσουν, τους τροποποιήσουν και στην πράξη οδηγήσουν τους εαυτούς τους και τα παιδιά από την αγωνία της απόκτησης γνώσεων στην αγάπη για τη γνώση, τότε το ‘πάμε σχολείο θα έχει επιτύχει τον ψυχοπαιδαγωγικό και τον ψυχ-αγωγικό του στόχο», επισημαίνει ο επιστήμονας.
Συλλογική συζήτηση γονέων και του παιδοψυχίατρου - ψυχαναλυτή
Τα θέματα του βιβλίου αναπτύσσονται σε τρεις βασικούς άξονες: α) η ανάπτυξη της σκέψης ως αναγκαία συνθήκη για την επιβίωση β) η σκέψη και η μάθηση είναι απόλαυση γ) η συλλογική σκέψη είναι παραγωγικότερη της ατομικής.
Διαβάζοντάς τους αντιλαμβανόμαστε ότι το βιβλίο αφορά όχι μόνο τους γονείς αλλά και τους εκπαιδευτικούς, τους παιδιάτρους, τους επαγγελματίες της παιδικής ψυχικής υγείας ή όποιον άλλον ενδιαφέρεται για τις διαδρομές θεμελίωσης της σκέψης και το δίδυμο «μάθηση-απόλαυση».
Η θεματολογία δομείται μέσα από τη συλλογική συζήτηση μεταξύ των γονέων ενός Δημοτικού σχολείου και τον παιδοψυχίατρο-ψυχαναλυτή.
Άλλοτε με χαλαρή διάθεση και άλλοτε φορτισμένοι συγκινησιακά , οι γονείς με πολλαπλές προσωπικές αναφορές παρουσιάζουν τα θέματα των παιδιών τους αλλά και τα δικά τους ως παιδιά όταν ήρθαν σε επαφή με το σχολείο.
Ο παιδοψυχίατρος συντονίζει τη συζήτηση και αναπτύσσει τους πιθανούς τρόπους συλλογισμού και αντιμετώπισης πάντα μέσα από το πρίσμα της ψυχαναλυτικής αναπτυξιακής ψυχολογίας και της έννοιας της οικογένειας ως σύστημα. «Αναλύονται τα θέματα της προσαρμογής από το σπίτι στο σχολείο και αντίστροφα, τα θέλω των γονέων και η σχέση τους με τα παιδιά και το σχολείο, τα όρια, οι μαθησιακές δυσκολίες, οι απαραίτητες νοητικές και ψυχικές συνιστώσες για να μπορεί ένα παιδί να μπει στο δημοτικό, ο σχολικός εκφοβισμός, το αν η σχολική και κοινωνική πορεία κρίνεται από την επίδοση ή την απόδοση κ.α.», λέει ο κ. Αλεξανδρίδης.
Το «Πάμε σχολείο;» προέκυψε, όπως και τα άλλα τρία βιβλία της σειράς «Σχολή ανήσυχων γονέων», από μαγνητοφωνημένες βραδινές συζητήσεις του συγγραφέα με μια ομάδα γονέων, ανήσυχων για αυτά που συμβαίνουν στα παιδιά τους, στο σπίτι, στο σχολείο, στην κοινωνία, οι οποίοι δεν επαναπαύονται αλλά ζητούν να μάθουν. Κυκλοφορεί από τη Δευτέρα 17 Μαΐου σε βιβλιοπωλεία, ενώ είναι διαθέσιμο και σε ebook και η τιμή του είναι 12,90 ευρώ.