Ξαναδιαβάζοντας την ΔΕΘ
Μέσα στο μυαλό μου βουίζουν λέξεις. Όχι συμπεράσματα.
Ψηφιακός μετασχηματισμός, επιτελικό κράτος, κλιματική κρίση, αλλαγή παραγωγικού μοντέλου, ΚΑΠ, Ταμείο Ανάκαμψης, ΕΣΠΑ, επιδοτήσεις, διαγραφές, αφορολόγητα. Σαν πολύτιμα ηλεκτρόνια που τριγυρνούν σε ασύμπτωτες τροχιές γύρω από έναν άγνωστο πυρήνα. Και ο πυρήνας, αυτός ο άγνωστος, είναι το Σχέδιο, που μας λείπει. Ποσοστά, νούμερα, στατιστικές, άλλα εύκολο να διασταυρωθούν, άλλα αδύνατον. Άλλα ενδιαφέροντα, άλλα ανούσια. Το ερώτημα παραμένει, κατά τη γνώμη μου, ακέραιο. Το θέμα δεν είναι αν θέλουμε μια χώρα με αυτοπεποίθηση, με ευημερία και ανάπτυξη για όλους. Είναι σα να δηλώνουμε ότι θέλουμε να είμαστε υγιείς, όμορφοι και πλούσιοι. Το θέμα είναι ποια η προσομοίωση της χώρας που θέλουμε, ώστε να μας δίνει την ευχαρίστηση του αξιοβίωτου.
Ξαναδιαβάζω τις ομιλίες του πρωθυπουργού και του επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μαζί και τα κείμενα των πολύωρων συνεντεύξεων τύπου. Και αναζητώ παντού τον στόχο. Το μόνο που μπορώ να ξεχωρίσω αφορά στο ψηφιακό κράτος. Η πολιτική που από μόνη της μπορεί να δημιουργήσει πλούτο, εξαιτίας της περικοπής της ανοικονόμητης γραφειοκρατίας και να κάνει τους πολίτες να αισθάνονται αξιοπρεπείς. Αλλά και αυτή θεωρώ ότι έχει όριο απόδοσης, εάν δεν βρίσκονται σε εξέλιξη άλλα συγκεκριμένα εθνικά σχέδια, τα οποία και θα εξυπηρετεί.
Για να το κάνω λίγο πιο συγκεκριμένο, θα αναφέρω ως παράδειγμα την αγροτική παραγωγή. Σημαντική η ελάφρυνση στη φορολογία των ζωοτροφών, σε μια προσπάθεια μείωσης του κόστους παραγωγής. Αλλά, το υψηλό κόστος στην Ελλάδα αφορά μια σειρά από παραμέτρους, που εάν δεν τις αντιμετωπίσεις σε έναν ενιαίο σχεδιασμό, μόνο πρόσκαιρα οφέλη μπορείς να αποκομίζεις. Και κυρίως, εάν δεν ξανασκεφθείς τις εθνικές προτεραιότητες για την αγροτική παραγωγή. Εάν βέβαια πιστεύεις ότι χρειάζεσαι εθνικές πολιτικές. Γιατί, μέχρι σήμερα, και πολλά χρόνια τώρα, πιστεύουμε ότι η διανομή επιδοτήσεων και επιδομάτων αρκεί για να πολλαπλασιαστούν οι αποδόσεις. Αμ δε!
Σήμερα η κυβέρνηση δηλώνει ότι έχει κάτι παραπάνω από 19 δισεκατομμύρια να διαχειριστεί. Είναι γνωστό ότι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και οι συναφείς Οργανισμοί (βλέπε ΟΠΕΚΕΠΕ) είναι, στην ουσία, χρόνια τώρα, Αθηναίοι τροχονόμοι επιδοτήσεων και διαχειριστές κονδυλίων.
Αλλά, η Πολιτική είναι κάτι άλλο.
Εάν θέλουμε να αναπτύξουμε την αγροτική έρευνα που υποβαθμίσαμε εγκληματικά τις τελευταίες δεκαετίες, το ανάγουμε σε θέμα υψίστης προτεραιότητας. Εάν πρέπει να μιλήσουμε για σποροπαραγωγή, που πρέπει, το παίρνουμε από τα μαλλιά και το εξηγεί στους δημοσιογράφους του αθηναϊκού τριγώνου ο ίδιος ο Πρωθυπουργός ή ο υποψήφιος επόμενος. Εάν έχουμε εντοπίσει ότι στη χώρα έχουν εγκαταλειφθεί τεράστιες εκτάσεις στην μεθόριο, δουλεύουμε με χρονοδιαγράμματα και δεσμεύεται ο πρωθυπουργός προσωπικά ότι θα το αλλάξει. Αν χρειάζεται, που χρειάζεται, να ανοίξουμε δίκτυα προώθησης των αγροτικών προϊόντων μας στο εξωτερικό, ονοματίζουμε κάποιον που θα δουλέψει για να το πετύχει, με προσωπική ευθύνη και κάλυψη του ίδιου του πρωθυπουργού (για να αποκτήσει νόημα και η υπερσυγκέντρωση του επιτελικού μοντέλου). Δεν μοιράζουμε τα κονδύλια σε μικρούς και μεγάλους Οργανισμούς, σε εταιρείες περιορισμένης δυνατότητας και, συχνά, στους ευνοημένους ενδιάμεσους.
Στις συνεντεύξεις τύπου είχε ενδιαφέρον όταν πήραν τον λόγο (ελάχιστοι) δημοσιογράφοι από την Περιφέρεια. Η Πελοπόννησος εξέπεμψε SOS, η Θεσσαλία επίσης. Τι να πει και η Θράκη και η πολύπαθη δυτική Μακεδονία! Ανάλογα μπορούμε να γράψουμε και για την κλιματική κρίση που είναι και της μόδας. Εάν πιστεύουμε σε αυτά που λέμε, δουλεύουμε να γίνουμε πρότυπο για τις προστατευόμενες περιοχές.
Να σας θυμίσω ότι οι πιο κοντινές στην Θεσσαλονίκη είναι οι λίμνες Κορώνεια και Βόλβη και οι εκβολές των ποταμών στη δυτική πλευρά. Ας σκεφτούμε την κατάσταση που βρίσκονται και θα βγάλουμε αυτόματα συμπεράσματα.
Αν πιστεύουμε στην αναγκαιότητα πράσινων πολιτικών, πρασινίζουμε την Θεσσαλονίκη, αρνούμαστε τα σχέδια υπερφόρτωσης αιγιαλών με τις φαραωνικές εμπνεύσεις τύπου μαρίνα Αρετσούς και το χτίσιμο ενός οικισμού μέσα στη θάλασσα.
Τι να τις κάνω τις επιδοτήσεις, τα αφορολόγητα, τα Ταμεία εάν δεν οραματίζομαι ακριβώς αυτό που θέλω να πετύχω;
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΓΑΛΛΟΙ ΔΕΝ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ;
Γράφαμε πριν λίγους μήνες για την κατανάλωση ελληνικού ελαιολάδου στην Μεγάλη Βρετανία. Όπου βρισκόμαστε πολύ πίσω από την εξαγωγέα και μη παραγωγό Ολλανδία! Πρόσφατα δημοσιεύθηκαν τα στοιχεία που μας έρχονται από τη φίλη και, ίσως, μοναδικό παράδειγμα χώρας που κάποτε ο πρόεδρός της ανέδειξε τη σημασία των τυριών της σε στοιχείο της ταυτότητάς της.
Μιλώ βέβαια για την Γαλλία.
Με την παράδοση στη διατροφή της, πολύ κοντινή στην μεσογειακή, με δική της παραγωγή ελαιολάδου στα νότιά της, με επιλεκτικότητα στην ποιότητα των προϊόντων που καταναλώνει.
Το 2020 λοιπόν, το μερίδιο του ελληνικού ελαιολάδου στις συνολικές εισαγωγές της Γαλλίας φθάνει δεν φθάνει το 1%! (πηγή: Olivenews). Η Ισπανία κέρδισε ο 67% και η Ιταλία το 20%. Διαβάζοντας καλύτερα τα στατιστικά, βλέπουμε ότι πουλάμε σε υψηλή τιμή. Αλλά, τι να την κάνεις, όταν οι εξαγωγές παραμένουν σε τόσο χαμηλά επίπεδα; Φταίνε εσωτερικά προβλήματα στην παραγωγή; Στην τυποποίηση; Στην προσέγγιση δικτύων; Στην προώθηση;
Ό,τι και να φταίει, θα έπρεπε προ πολλού να έχει εντοπιστεί, να διορθωθεί, να αλλάξει. Με κεντρική ευθύνη. Με Σχέδιο!
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ «ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΓΙΑΟΥΡΤΙ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ
Αυτό δε το ελληνικό γιαούρτι, που μας κάνει υπερήφανους κάθε φορά που μπαίνουμε σε καταστήματα στο εξωτερικό! Αυτό το success story των τελευταίων δεκαετιών που οδήγησε πολλές επιχειρήσεις τροφίμων να παράγουν «ελληνικού τύπου γιαούρτι» που αποτιμάται ως αγορά σε περισσότερα των 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με προβλέψεις ανοδικών τάσεων για τα επόμενα χρόνια! Πρόσφατη έκθεση της Πρεσβείας μας στο Μόναχο, αναφέρει ότι στην Γερμανία, όπου η σχετική αγορά προβλέπεται να αγγίξει το 2023 τα 3 δις ευρώ, οι ελληνικές εξαγωγές έφθασαν στα 7,93 εκατομμύρια. Η αύξηση από το 2016 κατά 21% είναι σημαντική όπως και η πτώση της σχετικής αξίας, καθώς οι ελληνικές εταιρείες προσπαθούν να ανταγωνιστούν τα φθηνότερα ξένα.
Σαφώς το πρόβλημα είναι σύνθετο, καθώς πολυεθνικές προσέθεσαν το γιαούρτι «ελληνικού τύπου» στα προϊόντα τους. Και μάλιστα, οι συσκευασίες τους έχουν παραστάσεις και σύμβολα που, συχνά, παραπέμπουν στην Ελλάδα. Και βέβαια είναι άξιες συγχαρητηρίων οι εταιρείες που τα καταφέρνουν, σε συνθήκες άγριου ανταγωνισμού, να αναπτύσσουν δραστηριότητα.
Αλλά, η χώρα έπρεπε προ πολλού να κάνει σημαία την αδιαμφισβήτητη ανώτερη ελληνική ποιότητα, να προσφεύγει εναντίον οποιουδήποτε παραπλανά με εικαστικούς συνειρμούς ελληνικότητας, να αναδείξει αυτήν την πολιτική ως μείζονος σημασίας, κάτι ανάλογο, ας πούμε, της σημασίας που αποδίδει σε μια ξένη επένδυση. Γιατί, το έχουμε ξαναγράψει, εν τέλει, οι μεγάλοι επενδυτές μπορεί και να είναι εδώ.
Ε, να, ξαναδιαβάζοντας την ΔΕΘ σκέφτομαι ότι θα προτιμούσα να άκουγα στοιχεία για τα αρωματικά, το ελαιόλαδο, την βρώσιμη ελιά και το γιαούρτι από τα ίδια και τα ίδια του ανασχηματισμού και των επόμενων εκλογών.
* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 26.09.2021