Αποχαιρετισμός στον Μιχάλη Γκανά: Υμνώντας τον έρωτα και τη φύση
16/11/2024 11:10
16/11/2024 11:10
Μεταξύ των πιο συζητημένων ποιητών της γενιάς του 1970, ο Μιχάλης Γκανάς (1944-2024) έκανε μια ξεχωριστή πορεία και με τα τραγούδια του. Συνεργάστηκε, ανάμεσα σε άλλους, με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Νίκο Ξυδάκη, τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, την Ευανθία Ρεμπούτσικα και τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς, σε συνθέσεις που κέρδισαν το κοινό τους όχι μόνο με τη μουσική τους δύναμη, αλλά και με την ποιητική τους αύρα. Όπως ο Νίκος Γκάτσος, έτσι και ο Γκανάς θα κατορθώσει να εκφραστεί ως ποιητής και με τους στίχους των τραγουδιών του, μιλώντας για τους ακατάλυτους δεσμούς του έρωτα και του θανάτου, όπως και για το μαγικό τοπίο της φύσης: ένα τοπίο ταυτισμένο με τη λαχτάρα για τις παιδικές αναμνήσεις και τις δυνατές χαρές της γενέθλιας γης.
Ακολουθώντας μια μακρά πορεία, που θα ξεκινήσει το 1978 με τη συλλογή «Ακάθιστος δείπνος», για να φτάσει μέχρι την «Άψινθο» (2012), ένα από τα τελευταία του ποιητικά έργα. Να πώς ο Γκανάς θα εντάξει στη θεματογραφία του, μαζί με τον έρωτα και τη φύση, τον βαρύ βηματισμό της Ιστορίας: από τα ηρωικά χρόνια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και τους αγώνες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και της Αντίστασης μέχρι τις τεράστιες προκλήσεις τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει η μεταπολεμική Ελλάδα. Στα ποιήματά του παρεισδύουν ακόμα οι εικόνες μιας μονίμως ανησυχητικής (αν όχι και εχθρικής) καθημερινότητας, που θα ταυτιστεί με τη σύγχρονη αγωνία της ύπαρξης, ενώ ο ίδιος θα συνομιλήσει κατ΄επανάληψη ως τεχνίτης τόσο με το αρχαίο ελληνικό επίγραμμα όσο και με τη δημοτική παράδοση.
Με την «Άψινθο», ο ποιητής θα κάνει για άλλη μια φορά τον κύκλο του, χωρίς να επαναληφθεί και να κουράσει (ο συνηθέστερος κίνδυνος σε τέτοιες περιπτώσεις). Η ερωτική ορμή, σε συνδυασμό με τον διακριτικό, χαμηλόφωνο θρήνο για όσους χάθηκαν ανεπιστρεπτί, η αισθησιακή σχέση με τη φυσική πραγματικότητα, τα ανεξίτηλα τραύματα της ιστορικής μνήμης, αλλά και οι ανακλήσεις των τοπίων που κατέκλυσαν κάποτε το παιδικό βλέμμα, για να το οπλίσουν με μιαν ανεπανάληπτη πληρότητα, θα δώσουν το παρών και στην «Άψινθο», δείχνοντας την πυκνή εσωτερική συνέχεια και συνέπεια η οποία χαρακτηρίζει το έργο του Γκανά.
Κι αν τώρα όλα μοιάζουν κάπως πιο σκοτεινά και δύσκολα, από το κατώφλι μιας ηλικίας η οποία είναι υποχρεωμένη να προχωρεί σε συνεχείς απολογισμούς, αφήνοντας πολλούς λογαριασμούς ανοιχτούς και προκαλώντας ένα έντονο αίσθημα μετεωρισμού, ο ποιητής δεν θα αποβάλει το σθένος του ούτε θα παραιτηθεί από την επιμονή του να ξεπερνά έστω και την τελευταία στιγμή τα εμπόδια στην επικοινωνία του με ένα όραμα λύτρωσης (έστω και προσωρινής) από τα δεινά και τις αμαρτίες του κόσμου.
Γιατί για τον Γκανά η ποίηση δεν είναι μόνο ένας τρόπος να αναπλάσουμε το παρελθόν, με όλες τις δυσοίωνες και τις παρηγορητικές μορφές του, αλλά κι ένα μέσον για να αντικρίσουμε το μέλλον: όχι επειδή θα πρέπει πάση θυσία να αισιοδοξήσουμε (η αισιοδοξία δεν έχει πάντοτε θεραπευτικά αποτελέσματα), αλλά επειδή η ζωή αποτελεί ένα εξαιρετικά περίπλοκο και σύνθετο φαινόμενο, που δεν επιτρέπει στενόκαρδες ιδέες και μονόδρομες προσεγγίσεις.
Μεταξύ των πιο συζητημένων ποιητών της γενιάς του 1970, ο Μιχάλης Γκανάς (1944-2024) έκανε μια ξεχωριστή πορεία και με τα τραγούδια του. Συνεργάστηκε, ανάμεσα σε άλλους, με τον Μίκη Θεοδωράκη, τον Νίκο Ξυδάκη, τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, την Ευανθία Ρεμπούτσικα και τον Γκόραν Μπρέγκοβιτς, σε συνθέσεις που κέρδισαν το κοινό τους όχι μόνο με τη μουσική τους δύναμη, αλλά και με την ποιητική τους αύρα. Όπως ο Νίκος Γκάτσος, έτσι και ο Γκανάς θα κατορθώσει να εκφραστεί ως ποιητής και με τους στίχους των τραγουδιών του, μιλώντας για τους ακατάλυτους δεσμούς του έρωτα και του θανάτου, όπως και για το μαγικό τοπίο της φύσης: ένα τοπίο ταυτισμένο με τη λαχτάρα για τις παιδικές αναμνήσεις και τις δυνατές χαρές της γενέθλιας γης.
Ακολουθώντας μια μακρά πορεία, που θα ξεκινήσει το 1978 με τη συλλογή «Ακάθιστος δείπνος», για να φτάσει μέχρι την «Άψινθο» (2012), ένα από τα τελευταία του ποιητικά έργα. Να πώς ο Γκανάς θα εντάξει στη θεματογραφία του, μαζί με τον έρωτα και τη φύση, τον βαρύ βηματισμό της Ιστορίας: από τα ηρωικά χρόνια του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και τους αγώνες κατά τη διάρκεια της Κατοχής και της Αντίστασης μέχρι τις τεράστιες προκλήσεις τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει η μεταπολεμική Ελλάδα. Στα ποιήματά του παρεισδύουν ακόμα οι εικόνες μιας μονίμως ανησυχητικής (αν όχι και εχθρικής) καθημερινότητας, που θα ταυτιστεί με τη σύγχρονη αγωνία της ύπαρξης, ενώ ο ίδιος θα συνομιλήσει κατ΄επανάληψη ως τεχνίτης τόσο με το αρχαίο ελληνικό επίγραμμα όσο και με τη δημοτική παράδοση.
Με την «Άψινθο», ο ποιητής θα κάνει για άλλη μια φορά τον κύκλο του, χωρίς να επαναληφθεί και να κουράσει (ο συνηθέστερος κίνδυνος σε τέτοιες περιπτώσεις). Η ερωτική ορμή, σε συνδυασμό με τον διακριτικό, χαμηλόφωνο θρήνο για όσους χάθηκαν ανεπιστρεπτί, η αισθησιακή σχέση με τη φυσική πραγματικότητα, τα ανεξίτηλα τραύματα της ιστορικής μνήμης, αλλά και οι ανακλήσεις των τοπίων που κατέκλυσαν κάποτε το παιδικό βλέμμα, για να το οπλίσουν με μιαν ανεπανάληπτη πληρότητα, θα δώσουν το παρών και στην «Άψινθο», δείχνοντας την πυκνή εσωτερική συνέχεια και συνέπεια η οποία χαρακτηρίζει το έργο του Γκανά.
Κι αν τώρα όλα μοιάζουν κάπως πιο σκοτεινά και δύσκολα, από το κατώφλι μιας ηλικίας η οποία είναι υποχρεωμένη να προχωρεί σε συνεχείς απολογισμούς, αφήνοντας πολλούς λογαριασμούς ανοιχτούς και προκαλώντας ένα έντονο αίσθημα μετεωρισμού, ο ποιητής δεν θα αποβάλει το σθένος του ούτε θα παραιτηθεί από την επιμονή του να ξεπερνά έστω και την τελευταία στιγμή τα εμπόδια στην επικοινωνία του με ένα όραμα λύτρωσης (έστω και προσωρινής) από τα δεινά και τις αμαρτίες του κόσμου.
Γιατί για τον Γκανά η ποίηση δεν είναι μόνο ένας τρόπος να αναπλάσουμε το παρελθόν, με όλες τις δυσοίωνες και τις παρηγορητικές μορφές του, αλλά κι ένα μέσον για να αντικρίσουμε το μέλλον: όχι επειδή θα πρέπει πάση θυσία να αισιοδοξήσουμε (η αισιοδοξία δεν έχει πάντοτε θεραπευτικά αποτελέσματα), αλλά επειδή η ζωή αποτελεί ένα εξαιρετικά περίπλοκο και σύνθετο φαινόμενο, που δεν επιτρέπει στενόκαρδες ιδέες και μονόδρομες προσεγγίσεις.
ΣΧΟΛΙΑ