Αργοπεθαίνοντας στο μποτιλιάρισμα
06/11/2022 20:00
06/11/2022 20:00
Χρόνια τώρα σε όλες ανεξαιρέτως τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης, το κυκλοφοριακό καταγράφεται ως το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα της Θεσσαλονίκης. Ούτε η ανεργία, ούτε η ακρίβεια, ούτε η πανδημία, ούτε τα σταθερά: παιδεία-υγεία-πρόνοια, ούτε ακόμη η καθαριότητα στην πόλη που κατά γενική ομολογία βρομάει και ζέχνει.
Στο πολυσέλιδο ρεπορτάζ που δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας καταγράφουμε την ζοφερή πραγματικότητα, τους απολογισμούς-σχεδιασμούς των αρμοδίων αξιωματούχων (κυβέρνησης, αυτοδιοίκησης, οργανισμών, τροχαίας κ.λ.π.) αλλά και τις εμπεριστατωμένες προσεγγίσεις ειδικών επιστημόνων.
Πρώτη επισήμανση: το επιχείρημα πως με την περάτωση της κατασκευής του Μετρό και την έναρξη λειτουργίας του, θα λυθεί σε σημαντικό βαθμό το κυκλοφοριακό, απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα. Το Μετρό, θα βελτιώσει πράγματι τις συνθήκες –ενδεχομένως και τον χρόνο- μετακίνησης όσων χρησιμοποιούν λεωφορείο, αλλά οι δρόμοι της πόλης δεν πρόκειται να αποσυμφορηθούν.
Κατά πάσαν πιθανότητα μάλιστα, θα προκύψουν νέα σημεία μποτιλιαρίσματος και κυκλοφοριακής ασφυξίας πλησίον όλων των στάσεων του Μετρό, από τα ΙΧ που θα επιδιώκουν να παρκάρουν εκεί οι επιβάτες.
Δεύτερη επισήμανση: η αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, το οποίο και βεβαίως θα πρέπει να καταρτιστεί από ειδικούς μελετητές, υπό την εποπτεία του αρμόδιου υπουργείου και το οποίο θα λαμβάνει υπόψη του τα δεδομένα σε κάθε περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος, τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις της αυτοδιοίκησης και των εκπροσώπων των τοπικών κοινωνιών.
Διαδικασία εκπόνησης τέτοιου ολιστικού σχεδίου, δεν υπάρχει ούτε στις σκέψεις των αρμόδιων. Απεναντίας, εδώ οι τοπικοί άρχοντες αρέσκονται να πετούν την «καυτή πατάτα» ο ένας στον άλλον, ή στην καλύτερη περίπτωση να αποφασίζουν παρεμβάσεις ελάχιστης σημασίας, την απήχηση των οποίων επιχειρούν να μεγεθύνουν, προκειμένου να δείξουν… έργο.
Κατά τα άλλα, άπαντες οι τοπικοί δηλώνουν την μισή μέρα αναρμόδιοι και την άλλη μισή προπαγανδίζουν το δήθεν έργο τους, ενώ το υπουργείο βολεύεται κρυπτόμενο πίσω από αυτήν την κατάσταση των ανευθυνοϋπεύθυνων.
Τρίτη επισήμανση: μέσα σε ένα τέτοιο αλαλούμ αρμοδιοτήτων και ασυνεννοησίας, καθένας κάνει του κεφαλιού του, με αποτέλεσμα οι καλές προθέσεις και τα όποια θετικά μέτρα να χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, καθώς αλληλοϋπονομεύονται και αλληλοαναιρούνται από ανάλογες πρωτοβουλίες άλλων φορέων. Επιπλέον, σπαταλιούνται οι διαθέσιμοι πόροι με τα πηγαινέλα των μέτρων και με έργα που προγραμματίζει ένας κι ακυρώνει ο επόμενος (πασαλάκια, μονοδρομήσεις, πεζοδρομήσεις, ποδηλατόδρομοι κ.λ.π).
Δεν γίνεται δηλαδή άλλα να κάνει ο ένας Δήμος κι άλλα ο διπλανός του (π.χ. προστασία λεωφορειολωρίδων, αστυνόμευση πάρκινγκ), άλλα ο ΟΑΣΘ κι άλλα οι ταξιτζήδες, άλλα η περιφέρεια κι άλλα οι δήμοι, άλλα η τροχαία κι άλλα οι δημοτικές αστυνομίες, άλλα το υπουργείο υποδομών και μεταφορών κι άλλα οι οργανισμοί του και πάει λέγοντας.
Η Θεσσαλονίκη από άποψη μορφολογίας (μακρόστενη κι αμφιθεατρική- καθώς περιορίζεται από θάλασσα και Σέιχ Σου, με ιδιαιτερότητες στο ιστορικό κέντρο της (μνημεία, έλλειψη πρασίνου και κοινόχρηστων χώρων και υπερδόμηση λόγω καθεστώτος αντιπαροχής και αυθαίρετης δόμησης στο παρελθόν), οφείλει να σχεδιάσει την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού της προβλήματος, συνυπολογίζοντας όλα τα προηγούμενα.
Μαζί με αυτά και την αρρωστημένη συνήθεια των Θεσσαλονικέων, που μάθαμε να μην περπατάμε και να χρησιμοποιούμε το ΙΧ μας, ακόμη και για να πάμε στο περίπτερο.
Οι Ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, όταν βρέθηκαν με την πλάτη στον τοίχο (όπως είμαστε εμείς τώρα), εφόσον δεν είχαν την δυνατότητα να επεκταθούν και να κατασκευάσουν νέους δρόμους, κόμβους και πολλά πάρκινγκ, κατάρτισαν ένα σχέδιο που στηρίζεται αφενός στην εκδίωξη των ΙΧ από τα πολυσύχναστα σημεία -οπωσδήποτε από το κέντρο- αφετέρου στην εξασφάλιση ομαλής και γρήγορης μετακίνησης του πληθυσμού, με συνδυασμένα μέσα μαζικής μεταφοράς (λεωφορεία μικρά-μεγάλα, Μετρό, τραμ κ.λ.π.). Παράλληλα, οργάνωσαν πλήρες οδικό δίκτυο στα άκρα των πόλεων (περιφερειακοί δρόμοι, μεγάλα πάρκινγκ στις εισόδους, προαστιακοί σιδηρόδρομοι, υπεραστικές λεωφορειακές γραμμές) που βοηθούν τους κατοίκους και τους επισκέπτες να μετακινούνται γρήγορα.
Εδώ η ανυπαρξία ολιστικού σχεδίου, είναι εμφανής. Καλό το Μετρό, ακόμη καλύτερο και το FlyOver που όλα δείχνουν πως θα γίνει και δεν θα μείνει στις μακέτες, αλλά δεν είναι από μόνα τους επαρκή για να ανακουφίσουν το κυκλοφοριακό της Θεσσαλονίκης.
Τι αξία έχει αν κινείσαι γρήγορα στην περιφερειακή –κερδίζοντας ένα πεντάλεπτο ή και δέκα λεπτά- και μπλοκαριστείς στις εισόδους της πόλης για τρία τέταρτα; Ή τι όφελος θα έχεις αν κινούμενος από την Δελφών στο κέντρο με Mετρό κερδίσεις είκοσι λεπτά σε σχέση με τον χρόνο που θα χρειαζόσουν αν χρησιμοποιούσες λεωφορείο του ΟΑΣΘ, αλλά για να φτάσεις στον σταθμό του Mετρό προκειμένου να επιβιβαστείς χάσεις ένα μισάωρο γυρνώντας γύρω γύρω αναζητώντας θέση να αφήσεις το ΙΧ σου;
Η Θεσσαλονίκη βασανίζεται στους δρόμους. Όλα τα κομμάτια που συναπαρτίζουν αυτό που λέγεται «μετακίνηση στην πόλη», νοσούν σε υπερθετικό βαθμό. Από το οδόστρωμα και τα φανάρια, μέχρι την αστυνόμευση και την τροχαία και από την δημόσια συγκοινωνία μέχρι την τηλεματική και την έγκαιρη ενημέρωση των οδηγών για την κίνηση στους δρόμους.
Το μαρτύριο αυτό επιβαρύνει πολλαπλά την ζωή στην πόλη. Χάνονται καθημερινά εκατοντάδες εργατοώρες, ξοδεύονται περισσότερα για καύσιμα και σέρβις αυτοκινήτων, ξεπερνιούνται αντοχές και σπάζουν τα νεύρα των ανθρώπων.
Το συγκλονιστικό της υπόθεσης, είναι ότι κανείς αρμόδιος έμμεσα ή άμεσα (είπαμε, εδώ όλοι δηλώνουν αναρμόδιοι…) δεν παίρνει μια πρωτοβουλία να οργανώσει μια συζήτηση στην οποία θα καταγραφούν τα δεδομένα, θα μελετηθούν προσκόμματα και δυνατότητες, θα κατατεθούν προτάσεις, θα αξιολογηθούν τα προτεινόμενα μέτρα και θα καταρτιστεί ένα πλήρες σχέδιο για το τι θα πρέπει να γίνει στο πολεοδομικό συγκρότημα σε ορίζοντα δεκαετίας.
Ένα τέτοιο σχέδιο, θα μπορέσει να αποτελέσει τον μπούσουλα για κάθε παρέμβαση του κάθε επί μέρους αρμόδιου στην πόλη, ώστε αφενός να υιοθετηθούν άμεσα μέτρα που ανακουφίζουν (χωρίς να εγκλωβίζουν και να απομακρύνουν την μακροπρόθεσμη ολοκληρωτική παρέμβαση) και να καταρτισθεί με την τελική ευθύνη- κι εγγύηση- της πολιτείας, ο οδικός χάρτης για να εφαρμοστεί η πολιτική που θα συναποφασιστεί, χωρίς πισωγυρίσματα και «ναι μεν αλλά».
Τώρα, στην πορεία προς τις εκλογές, βουλευτικές κι αυτοδιοικητικές, άπαντες θα προσπαθούν να δικαιολογήσουν τους εαυτούς τους. Να υπερτονίσουν τα…ψίχουλα έργου που έκαναν, να φορτώσουν στις ευθύνες στους διπλανούς και να κρυφτούν πίσω από την γνωστή δικαιολογία: «εγώ τους τα είπα, αλλά…»
Κάπως έτσι θα συνεχίσουμε να ταλαιπωρούμαστε, να ξοδεύουμε, να βγαίνουμε από τα ρούχα μας, σε μποτιλιαρισμένους δρόμους.
Αυτό αξίζουμε, αυτό παίρνουμε
* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 06.11.2022
Χρόνια τώρα σε όλες ανεξαιρέτως τις σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης, το κυκλοφοριακό καταγράφεται ως το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα της Θεσσαλονίκης. Ούτε η ανεργία, ούτε η ακρίβεια, ούτε η πανδημία, ούτε τα σταθερά: παιδεία-υγεία-πρόνοια, ούτε ακόμη η καθαριότητα στην πόλη που κατά γενική ομολογία βρομάει και ζέχνει.
Στο πολυσέλιδο ρεπορτάζ που δημοσιεύεται στο σημερινό φύλλο της εφημερίδας καταγράφουμε την ζοφερή πραγματικότητα, τους απολογισμούς-σχεδιασμούς των αρμοδίων αξιωματούχων (κυβέρνησης, αυτοδιοίκησης, οργανισμών, τροχαίας κ.λ.π.) αλλά και τις εμπεριστατωμένες προσεγγίσεις ειδικών επιστημόνων.
Πρώτη επισήμανση: το επιχείρημα πως με την περάτωση της κατασκευής του Μετρό και την έναρξη λειτουργίας του, θα λυθεί σε σημαντικό βαθμό το κυκλοφοριακό, απέχει παρασάγγας από την πραγματικότητα. Το Μετρό, θα βελτιώσει πράγματι τις συνθήκες –ενδεχομένως και τον χρόνο- μετακίνησης όσων χρησιμοποιούν λεωφορείο, αλλά οι δρόμοι της πόλης δεν πρόκειται να αποσυμφορηθούν.
Κατά πάσαν πιθανότητα μάλιστα, θα προκύψουν νέα σημεία μποτιλιαρίσματος και κυκλοφοριακής ασφυξίας πλησίον όλων των στάσεων του Μετρό, από τα ΙΧ που θα επιδιώκουν να παρκάρουν εκεί οι επιβάτες.
Δεύτερη επισήμανση: η αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού απαιτεί ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, το οποίο και βεβαίως θα πρέπει να καταρτιστεί από ειδικούς μελετητές, υπό την εποπτεία του αρμόδιου υπουργείου και το οποίο θα λαμβάνει υπόψη του τα δεδομένα σε κάθε περιοχή του πολεοδομικού συγκροτήματος, τις παρατηρήσεις και τις προτάσεις της αυτοδιοίκησης και των εκπροσώπων των τοπικών κοινωνιών.
Διαδικασία εκπόνησης τέτοιου ολιστικού σχεδίου, δεν υπάρχει ούτε στις σκέψεις των αρμόδιων. Απεναντίας, εδώ οι τοπικοί άρχοντες αρέσκονται να πετούν την «καυτή πατάτα» ο ένας στον άλλον, ή στην καλύτερη περίπτωση να αποφασίζουν παρεμβάσεις ελάχιστης σημασίας, την απήχηση των οποίων επιχειρούν να μεγεθύνουν, προκειμένου να δείξουν… έργο.
Κατά τα άλλα, άπαντες οι τοπικοί δηλώνουν την μισή μέρα αναρμόδιοι και την άλλη μισή προπαγανδίζουν το δήθεν έργο τους, ενώ το υπουργείο βολεύεται κρυπτόμενο πίσω από αυτήν την κατάσταση των ανευθυνοϋπεύθυνων.
Τρίτη επισήμανση: μέσα σε ένα τέτοιο αλαλούμ αρμοδιοτήτων και ασυνεννοησίας, καθένας κάνει του κεφαλιού του, με αποτέλεσμα οι καλές προθέσεις και τα όποια θετικά μέτρα να χάνουν την αποτελεσματικότητά τους, καθώς αλληλοϋπονομεύονται και αλληλοαναιρούνται από ανάλογες πρωτοβουλίες άλλων φορέων. Επιπλέον, σπαταλιούνται οι διαθέσιμοι πόροι με τα πηγαινέλα των μέτρων και με έργα που προγραμματίζει ένας κι ακυρώνει ο επόμενος (πασαλάκια, μονοδρομήσεις, πεζοδρομήσεις, ποδηλατόδρομοι κ.λ.π).
Δεν γίνεται δηλαδή άλλα να κάνει ο ένας Δήμος κι άλλα ο διπλανός του (π.χ. προστασία λεωφορειολωρίδων, αστυνόμευση πάρκινγκ), άλλα ο ΟΑΣΘ κι άλλα οι ταξιτζήδες, άλλα η περιφέρεια κι άλλα οι δήμοι, άλλα η τροχαία κι άλλα οι δημοτικές αστυνομίες, άλλα το υπουργείο υποδομών και μεταφορών κι άλλα οι οργανισμοί του και πάει λέγοντας.
Η Θεσσαλονίκη από άποψη μορφολογίας (μακρόστενη κι αμφιθεατρική- καθώς περιορίζεται από θάλασσα και Σέιχ Σου, με ιδιαιτερότητες στο ιστορικό κέντρο της (μνημεία, έλλειψη πρασίνου και κοινόχρηστων χώρων και υπερδόμηση λόγω καθεστώτος αντιπαροχής και αυθαίρετης δόμησης στο παρελθόν), οφείλει να σχεδιάσει την αντιμετώπιση του κυκλοφοριακού της προβλήματος, συνυπολογίζοντας όλα τα προηγούμενα.
Μαζί με αυτά και την αρρωστημένη συνήθεια των Θεσσαλονικέων, που μάθαμε να μην περπατάμε και να χρησιμοποιούμε το ΙΧ μας, ακόμη και για να πάμε στο περίπτερο.
Οι Ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις, όταν βρέθηκαν με την πλάτη στον τοίχο (όπως είμαστε εμείς τώρα), εφόσον δεν είχαν την δυνατότητα να επεκταθούν και να κατασκευάσουν νέους δρόμους, κόμβους και πολλά πάρκινγκ, κατάρτισαν ένα σχέδιο που στηρίζεται αφενός στην εκδίωξη των ΙΧ από τα πολυσύχναστα σημεία -οπωσδήποτε από το κέντρο- αφετέρου στην εξασφάλιση ομαλής και γρήγορης μετακίνησης του πληθυσμού, με συνδυασμένα μέσα μαζικής μεταφοράς (λεωφορεία μικρά-μεγάλα, Μετρό, τραμ κ.λ.π.). Παράλληλα, οργάνωσαν πλήρες οδικό δίκτυο στα άκρα των πόλεων (περιφερειακοί δρόμοι, μεγάλα πάρκινγκ στις εισόδους, προαστιακοί σιδηρόδρομοι, υπεραστικές λεωφορειακές γραμμές) που βοηθούν τους κατοίκους και τους επισκέπτες να μετακινούνται γρήγορα.
Εδώ η ανυπαρξία ολιστικού σχεδίου, είναι εμφανής. Καλό το Μετρό, ακόμη καλύτερο και το FlyOver που όλα δείχνουν πως θα γίνει και δεν θα μείνει στις μακέτες, αλλά δεν είναι από μόνα τους επαρκή για να ανακουφίσουν το κυκλοφοριακό της Θεσσαλονίκης.
Τι αξία έχει αν κινείσαι γρήγορα στην περιφερειακή –κερδίζοντας ένα πεντάλεπτο ή και δέκα λεπτά- και μπλοκαριστείς στις εισόδους της πόλης για τρία τέταρτα; Ή τι όφελος θα έχεις αν κινούμενος από την Δελφών στο κέντρο με Mετρό κερδίσεις είκοσι λεπτά σε σχέση με τον χρόνο που θα χρειαζόσουν αν χρησιμοποιούσες λεωφορείο του ΟΑΣΘ, αλλά για να φτάσεις στον σταθμό του Mετρό προκειμένου να επιβιβαστείς χάσεις ένα μισάωρο γυρνώντας γύρω γύρω αναζητώντας θέση να αφήσεις το ΙΧ σου;
Η Θεσσαλονίκη βασανίζεται στους δρόμους. Όλα τα κομμάτια που συναπαρτίζουν αυτό που λέγεται «μετακίνηση στην πόλη», νοσούν σε υπερθετικό βαθμό. Από το οδόστρωμα και τα φανάρια, μέχρι την αστυνόμευση και την τροχαία και από την δημόσια συγκοινωνία μέχρι την τηλεματική και την έγκαιρη ενημέρωση των οδηγών για την κίνηση στους δρόμους.
Το μαρτύριο αυτό επιβαρύνει πολλαπλά την ζωή στην πόλη. Χάνονται καθημερινά εκατοντάδες εργατοώρες, ξοδεύονται περισσότερα για καύσιμα και σέρβις αυτοκινήτων, ξεπερνιούνται αντοχές και σπάζουν τα νεύρα των ανθρώπων.
Το συγκλονιστικό της υπόθεσης, είναι ότι κανείς αρμόδιος έμμεσα ή άμεσα (είπαμε, εδώ όλοι δηλώνουν αναρμόδιοι…) δεν παίρνει μια πρωτοβουλία να οργανώσει μια συζήτηση στην οποία θα καταγραφούν τα δεδομένα, θα μελετηθούν προσκόμματα και δυνατότητες, θα κατατεθούν προτάσεις, θα αξιολογηθούν τα προτεινόμενα μέτρα και θα καταρτιστεί ένα πλήρες σχέδιο για το τι θα πρέπει να γίνει στο πολεοδομικό συγκρότημα σε ορίζοντα δεκαετίας.
Ένα τέτοιο σχέδιο, θα μπορέσει να αποτελέσει τον μπούσουλα για κάθε παρέμβαση του κάθε επί μέρους αρμόδιου στην πόλη, ώστε αφενός να υιοθετηθούν άμεσα μέτρα που ανακουφίζουν (χωρίς να εγκλωβίζουν και να απομακρύνουν την μακροπρόθεσμη ολοκληρωτική παρέμβαση) και να καταρτισθεί με την τελική ευθύνη- κι εγγύηση- της πολιτείας, ο οδικός χάρτης για να εφαρμοστεί η πολιτική που θα συναποφασιστεί, χωρίς πισωγυρίσματα και «ναι μεν αλλά».
Τώρα, στην πορεία προς τις εκλογές, βουλευτικές κι αυτοδιοικητικές, άπαντες θα προσπαθούν να δικαιολογήσουν τους εαυτούς τους. Να υπερτονίσουν τα…ψίχουλα έργου που έκαναν, να φορτώσουν στις ευθύνες στους διπλανούς και να κρυφτούν πίσω από την γνωστή δικαιολογία: «εγώ τους τα είπα, αλλά…»
Κάπως έτσι θα συνεχίσουμε να ταλαιπωρούμαστε, να ξοδεύουμε, να βγαίνουμε από τα ρούχα μας, σε μποτιλιαρισμένους δρόμους.
Αυτό αξίζουμε, αυτό παίρνουμε
* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 06.11.2022
ΣΧΟΛΙΑ