Άρης: Δεν έτυχε, πέτυχε
29/03/2021 17:45
29/03/2021 17:45
Ο Άρης γύρισε από την κόλαση της οικονομικής κάθαρσης το καλοκαίρι του 2018 με ένα σκοπό και ένα στόχο: σκοπός ήταν να αποδείξει ότι έμαθε από όσα έπαθε και στόχος να ανακτήσει τη θέση του στην παραγωγή του ποδοσφαιρικού εθνικού προϊόντος.
Το πρότζεκτ κλείνει σύντομα τριετία. Όσο αυστηρός κι αν είσαι, δεν μπορείς παρά να παραδεχτείς ότι πέτυχε.
Πέτυχε σε απόλυτα νούμερα. Το κλαμπ ξοδεύει τα λιγότερα από όλους στον ανταγωνισμό και είναι αδιαπραγμάτευτα από την επιστροφή του σε προνομιούχες θέσης στην τελική κατάταξη.
Ακόμη και στη στελέχωση, το κάνει με τον τρόπο του. Έχει τα λιγότερα στελέχη στο οργανόγραμμα, δυο δεκάδες, όλα κι όλα, κόντρα στην «ολιστική» αντίληψη ότι «το ποδόσφαιρο ξεκινά από τις εκλογές της πιο απομακρυσμένης ένωσης ποδοσφαιρικών σωματείων και τελειώνει στην απευθείας επαφή των ιδιοκτητών με την Πολιτεία ή τις αθλητικές αρχές, ως προβολή οικονομικής, λαϊκής και άρα πολιτικής ισχύος σε ένα διαρκές παιχνίδι επιρροής και άσκησής της.
Ο Άρης πέτυχε σε επίπεδο εσωτερικής αποδοχής. Η εικόνα της ομάδας έχει συσπειρώσει το κοινό της και η εμπιστοσύνη στη δομή της μοιάζει υψηλότερη από κάθε άλλη στιγμή της παρουσίας της διοίκησης του Θόδωρου Καρυπίδη στα γραφεία της Αλκμήνης.
Πέτυχε και την αποδοχή από τον ανταγωνισμό. Η φετινή πορεία, με την παρουσία στη δεύτερη βαθμολογική θέση στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, συμπεριλαμβανομένης και περιόδου στην πρώτη, είναι η ίδια η επιβεβαίωση.
Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα είναι τόσο σημαντικά για τον Άρη όσο το ίδιο το παιχνίδι. Αυτή η προσήλωση είναι το πρώτο συστατικό των καλών επιλογών στο πρώτο για εκείνον επίπεδο: το γήπεδο.
Η ομάδα της Θεσσαλονίκης έχτισε προφίλ. Απέκτησε αγωνιστική ταυτότητα, την οποία επιβεβαιώνει με συνέπεια ακόμη και στον τρόπο που χάνει παιχνίδια ή βαθμούς, αρνούμενη να παίξει κάτι διαφορετικό από αυτό που επιβάλει το αγωνιστικό της dna: ποδόσφαιρο έντασης, κατοχής, με στόχο την κυριαρχία.
Το έκανε με σχέδιο, ο Καρυπίδης μοιάζει ωριμότερος. Η διαχείριση της πρώτης σεζόν στη Β’ εθνική με συσσώρευση ακριβών αλλά κορεσμένων παικτών που δημιούργησε μια ομάδα που πέρασε κάτω από τον πήχη αντί να κάνει τη δουλειά, δεν έχει σχέση με ότι ακολούθησε.
Η ομάδα της τελευταίας τριετίας πήρε αποτελέσματα. Έχτισε υπεραξία και περιουσιακά στοιχεία, τοποθετήθηκε στην αγορά και με πωλήσεις παικτών, Σιώπης και Φετφατζίδης έφεραν δύο εκατομμύρια.
Εμπιστεύτηκε ανθρώπους: οι επιλογές του πρώτου τεχνικού διευθυντή στο πρότζεκτ, του Ντίνου Διαμαντόπουλου, είναι τρία χρόνια μετά ο βασικός κορμός: Κουέστα, Ματίγια, Ματέο, Γκάμα, Ροζ, Σούντγκρεν, Μαντσίνι, Σάσα (που επέκτεινε προ ημερών το συμβόλαιό του) είναι μαζί με τον «παλιό» Δεληζήση, παρόντες από 55 ως 95 φορές στα 110 ματς όλης της τριετίας.
Πήρε την ευθύνη και κρίσιμες αποφάσεις: μετά τον αποκλεισμό-σοκ από την Κόλος Κοβαλίβκα, οδήγησε τις εξελίξεις με την αποδοχή λαθών σχεδιασμού, σε χρόνο που δεν επέτρεψε να εκτραπεί το πλάνο, όταν:
Ακριβές επιλογές δεν βγήκαν (π.χ. ο φορ Λόπες κι ο στόπερ Ντάτκοβιτς που έφυγαν δανεικοί για να ελαφρυνθεί ο προϋπολογισμός).
Ο προπονητής Μίχαελ Ένινγκ απομάκρυνε από το dna του το γκρουπ αν και έμεινε περισσότερο και από τον Πάκο Ερέρα που ξεκίνησε το πλάνο και από το Σάββα Παντελίδη που εδραίωσε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο παιχνίδι της ομάδας.
Συμπορεύτηκε με τον Άγγελο Χαριστέα, που κυρίως έδωσε ηρεμία στο κλαμπ έχοντας αποδοχή από τον κόσμο, αλλά δεν δίστασε να παρέμβει προσωπικά και με επιλογές παικτών πάνω σε ατυχείς επιλογές, στις οποίες συμμετείχε και ο Γιώργος Κικερίδης, άνθρωπος του περιβάλλοντός του ή ακόμη συμπαρασύροντας στις αλλαγές και τον Τόλη Τερζή, επίσης συνεργάτη του για χρόνια.
Μπερτόγλιο, Μπεναλουάν, Μάνος, Σίλβα, εσχάτως και Μήτρογλου, είναι επιλογές Καρυπίδη, που δίπλα στο βασικό κορμό και στις επιλογές που βγήκαν από το περασμένο καλοκαίρι (Τζέγκο - Σάκιτς κυρίως) συμπλήρωσαν την ελκυστική μεγάλη εικόνα.
Επέλεξε «μπαίνοντας μπροστά» και πάλι Έλληνα προπονητή, τον Άκη Μάντζιο. Που βρήκε την επιθυμητή ισορροπία για να πάρει από το ρόστερ των σχεδόν πέντε εκατομμυρίων ευρώ κάτι κοντά στο μάξιμουμ.
Κύριος της τύχης του για ευρωπαϊκή έξοδο, ο Άρης μοιάζει να είναι ήδη από τις ομάδες που ξέρει τι πρέπει να προσθαφαιρέσει και για την επόμενη σεζόν για να συνεχίσει το σχεδιασμό.
Με πρώτη και καλύτερη μια αφαίρεση: του βάρους των παλιών αμαρτιών και του ban που πληρώνει ήδη με πάνω από 2 εκατ. ευρώ, όταν ο ίδιος ο απερχόμενος πρόεδρος της ΕΠΟ ομολόγησε δημόσια ότι συνιστά βάρος και κόστος που δεν του αναλογεί.
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 28/3/2021
Ο Άρης γύρισε από την κόλαση της οικονομικής κάθαρσης το καλοκαίρι του 2018 με ένα σκοπό και ένα στόχο: σκοπός ήταν να αποδείξει ότι έμαθε από όσα έπαθε και στόχος να ανακτήσει τη θέση του στην παραγωγή του ποδοσφαιρικού εθνικού προϊόντος.
Το πρότζεκτ κλείνει σύντομα τριετία. Όσο αυστηρός κι αν είσαι, δεν μπορείς παρά να παραδεχτείς ότι πέτυχε.
Πέτυχε σε απόλυτα νούμερα. Το κλαμπ ξοδεύει τα λιγότερα από όλους στον ανταγωνισμό και είναι αδιαπραγμάτευτα από την επιστροφή του σε προνομιούχες θέσης στην τελική κατάταξη.
Ακόμη και στη στελέχωση, το κάνει με τον τρόπο του. Έχει τα λιγότερα στελέχη στο οργανόγραμμα, δυο δεκάδες, όλα κι όλα, κόντρα στην «ολιστική» αντίληψη ότι «το ποδόσφαιρο ξεκινά από τις εκλογές της πιο απομακρυσμένης ένωσης ποδοσφαιρικών σωματείων και τελειώνει στην απευθείας επαφή των ιδιοκτητών με την Πολιτεία ή τις αθλητικές αρχές, ως προβολή οικονομικής, λαϊκής και άρα πολιτικής ισχύος σε ένα διαρκές παιχνίδι επιρροής και άσκησής της.
Ο Άρης πέτυχε σε επίπεδο εσωτερικής αποδοχής. Η εικόνα της ομάδας έχει συσπειρώσει το κοινό της και η εμπιστοσύνη στη δομή της μοιάζει υψηλότερη από κάθε άλλη στιγμή της παρουσίας της διοίκησης του Θόδωρου Καρυπίδη στα γραφεία της Αλκμήνης.
Πέτυχε και την αποδοχή από τον ανταγωνισμό. Η φετινή πορεία, με την παρουσία στη δεύτερη βαθμολογική θέση στο μεγαλύτερο μέρος της σεζόν, συμπεριλαμβανομένης και περιόδου στην πρώτη, είναι η ίδια η επιβεβαίωση.
Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα είναι τόσο σημαντικά για τον Άρη όσο το ίδιο το παιχνίδι. Αυτή η προσήλωση είναι το πρώτο συστατικό των καλών επιλογών στο πρώτο για εκείνον επίπεδο: το γήπεδο.
Η ομάδα της Θεσσαλονίκης έχτισε προφίλ. Απέκτησε αγωνιστική ταυτότητα, την οποία επιβεβαιώνει με συνέπεια ακόμη και στον τρόπο που χάνει παιχνίδια ή βαθμούς, αρνούμενη να παίξει κάτι διαφορετικό από αυτό που επιβάλει το αγωνιστικό της dna: ποδόσφαιρο έντασης, κατοχής, με στόχο την κυριαρχία.
Το έκανε με σχέδιο, ο Καρυπίδης μοιάζει ωριμότερος. Η διαχείριση της πρώτης σεζόν στη Β’ εθνική με συσσώρευση ακριβών αλλά κορεσμένων παικτών που δημιούργησε μια ομάδα που πέρασε κάτω από τον πήχη αντί να κάνει τη δουλειά, δεν έχει σχέση με ότι ακολούθησε.
Η ομάδα της τελευταίας τριετίας πήρε αποτελέσματα. Έχτισε υπεραξία και περιουσιακά στοιχεία, τοποθετήθηκε στην αγορά και με πωλήσεις παικτών, Σιώπης και Φετφατζίδης έφεραν δύο εκατομμύρια.
Εμπιστεύτηκε ανθρώπους: οι επιλογές του πρώτου τεχνικού διευθυντή στο πρότζεκτ, του Ντίνου Διαμαντόπουλου, είναι τρία χρόνια μετά ο βασικός κορμός: Κουέστα, Ματίγια, Ματέο, Γκάμα, Ροζ, Σούντγκρεν, Μαντσίνι, Σάσα (που επέκτεινε προ ημερών το συμβόλαιό του) είναι μαζί με τον «παλιό» Δεληζήση, παρόντες από 55 ως 95 φορές στα 110 ματς όλης της τριετίας.
Πήρε την ευθύνη και κρίσιμες αποφάσεις: μετά τον αποκλεισμό-σοκ από την Κόλος Κοβαλίβκα, οδήγησε τις εξελίξεις με την αποδοχή λαθών σχεδιασμού, σε χρόνο που δεν επέτρεψε να εκτραπεί το πλάνο, όταν:
Ακριβές επιλογές δεν βγήκαν (π.χ. ο φορ Λόπες κι ο στόπερ Ντάτκοβιτς που έφυγαν δανεικοί για να ελαφρυνθεί ο προϋπολογισμός).
Ο προπονητής Μίχαελ Ένινγκ απομάκρυνε από το dna του το γκρουπ αν και έμεινε περισσότερο και από τον Πάκο Ερέρα που ξεκίνησε το πλάνο και από το Σάββα Παντελίδη που εδραίωσε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στο παιχνίδι της ομάδας.
Συμπορεύτηκε με τον Άγγελο Χαριστέα, που κυρίως έδωσε ηρεμία στο κλαμπ έχοντας αποδοχή από τον κόσμο, αλλά δεν δίστασε να παρέμβει προσωπικά και με επιλογές παικτών πάνω σε ατυχείς επιλογές, στις οποίες συμμετείχε και ο Γιώργος Κικερίδης, άνθρωπος του περιβάλλοντός του ή ακόμη συμπαρασύροντας στις αλλαγές και τον Τόλη Τερζή, επίσης συνεργάτη του για χρόνια.
Μπερτόγλιο, Μπεναλουάν, Μάνος, Σίλβα, εσχάτως και Μήτρογλου, είναι επιλογές Καρυπίδη, που δίπλα στο βασικό κορμό και στις επιλογές που βγήκαν από το περασμένο καλοκαίρι (Τζέγκο - Σάκιτς κυρίως) συμπλήρωσαν την ελκυστική μεγάλη εικόνα.
Επέλεξε «μπαίνοντας μπροστά» και πάλι Έλληνα προπονητή, τον Άκη Μάντζιο. Που βρήκε την επιθυμητή ισορροπία για να πάρει από το ρόστερ των σχεδόν πέντε εκατομμυρίων ευρώ κάτι κοντά στο μάξιμουμ.
Κύριος της τύχης του για ευρωπαϊκή έξοδο, ο Άρης μοιάζει να είναι ήδη από τις ομάδες που ξέρει τι πρέπει να προσθαφαιρέσει και για την επόμενη σεζόν για να συνεχίσει το σχεδιασμό.
Με πρώτη και καλύτερη μια αφαίρεση: του βάρους των παλιών αμαρτιών και του ban που πληρώνει ήδη με πάνω από 2 εκατ. ευρώ, όταν ο ίδιος ο απερχόμενος πρόεδρος της ΕΠΟ ομολόγησε δημόσια ότι συνιστά βάρος και κόστος που δεν του αναλογεί.
* Δημοσιεύτηκε στη "Μακεδονία της Κυριακής" στις 28/3/2021
ΣΧΟΛΙΑ