Άρης: Η αποτελεσματικότητα στα ντέρμπι και τα «πρέπει» για την υπέρβαση που ψάχνει χρόνια
30/09/2024 14:10
30/09/2024 14:10
Γιατί είναι τόσο αποτελεσματικός ο Άρης στα ντέρμπι; Γιατί νίκησε Ολυμπιακό και ΠΑΟΚ ενώ σκόνταψε με Ατρόμητο και Αστέρα και ηττήθηκε από τον ΟΦΗ, ομάδες της δεύτερης ταχύτητας της λίγκας;
Πού -και κυρίως μέσα από ποιο μονοπάτι- μπορεί να φτάσει, αν με θεμέλιο τις δύο νίκες, συμβεί αυτό που λένε ο προπονητής και οι παίκτες του, «ο χρόνος δουλεύει υπέρ» του, σαν ομάδα με αρκετά νέα πρόσωπα που είναι;
Θα ξεκινήσουμε από το προφανές: Ατομική ποιότητα και παραστάσεις.
Οι φετινές μεταγραφικές προσθήκες έχουν αυτό το κοινό χαρακτηριστικό στη συντριπτική πλειοψηφία τους. Το ευτύχημα είναι ότι η επιλογή του Ντιαντί που αποκτήθηκε στα 18 σαν ένα πρότζεκτ, φάνηκε γρήγορα ως μια επένδυση που αξίζει να παρακολουθήσουμε «ζωντανά», καθώς δείχνει ότι μπορεί να ωριμάσει προσφέροντας.
Στο φετινό ρόστερ, ο Άρης έχει ισορροπημένα καλυμμένες -με δυο επιλογές μίνιμουμ- όλες τις θέσεις, όπως οφείλουν όλες οι ομάδες να κάνουν πριν αρχίσει η χρονιά στο θεωρητικό μέρος της προσέγγισης.
Ξεχωρίζουν δυο τομείς:
α) Υπάρχει βάθος στα φτερά με την άμεση είσοδο των Σίστο και Ντιαντί, ενώ καλοί ποδοσφαιριστές περιμένουν ευκαιρίες και δίνουν επιλογές. Θα μπορούσε -επιζητώντας το τέλειο κανείς- να επιθυμεί αντί κάποιου από τους αναπληρωματικούς, έναν παίκτη με ικανότητα να παίξει με την ίδια πόιότητα, είτε από τη μια πλευρά με ανάποδο πόδι, είτε από την άλλη κινούμενος στη γραμμή, στο πλάτος της επίθεσης δηλαδή.
Χρειάζεται να το διερευνήσει αυτό; Εννοείται, ο Ιανουάριος είναι πολύ πιο κοντά από όσο νομίζουμε σε «ποδοσφαιρικό χρόνο».
β) Υπάρχει βάθος στον κεντρικό άξονα της μεσαίας γραμμής με combo χαφ υψηλής ποιότητας αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Βλάντιμιρ Νταρίντα είναι πια η πρώτη εναλλακτική λύση και πιο πίσω είναι διαθέσιμος και ο Πάρντο.
Υπάρχει έλλειψη εδώ για να θεωρείτε υπερπλήρες το ρόστερ; Ναι υπάρχει: Ένα 6άρι ή τέλος πάντων ένας παίκτης με κύριο στοιχείο του παιχνιδιού του το κομμάτι της ανάκτησης της μπάλας, των διαγώνιων καλύψεων πιο ποιοτικός από τον Ζουλ, πιο κοντά δηλαδή στην ποιότητα των 8αριών ή «εξαροοχταριών» που υπάρχουν.
Υπάρχει και φέτος, όπως πέρσι ο Λόρεν Μορόν, ένας X factor στο δυναμικό του; Βεβαίως και λέγεται Μανού Γκαρθία. Γύρισε μετά από ένα χρόνο απουσίας και είναι καλά γιατί στο χώρο του υπάρχουν... «ευήκοα ώτα» που του δίνουν συνεργασίες και στα μεγάλα ματς που βρηκε χώρους, έκανε με τη μεγάλη ποιότητα και οξυδέρκεια του τη διαφορά.
Τα δυο γκολ στα ντέρμπι είναι διαδοχικά η ένδειξη και η απόδειξη: Εκτελεί σε πρώτο χρόνο τον Τζολάκη εκμηδενίζοντας τον χρόνο αντίδρασής του. Έχοντας τοποθετήσει σωστά το σώμα και το πλασέ πίσω από τη μπάλα, το γκολ είναι νομοτέλεια.
Μπαίνει στην περιοχή του ΠΑΟΚ, προστατεύει τη μπάλα και εφόσον καταφέρνει να μείνει όρθιος διατηρώντας το κοντρόλ μετά το τζαρτζάρισμα που δέχεται, έχει την ταχύτητα της σκέψης και της λήψης της σωστής απόφασης υπό πίεση. Με κλειστή την εστία χαμηλά από την τοποθέτηση του Κοτάρσκι τον εκτελεί με το αναπάντεχο για εκείνον: Σηκώνει τη μπάλα με ένα (οριακά εξωτερικό) δυνατό πλασέ σχεδόν στο πρόσωπο του, κάνοντας του αδύνατον να προλάβει να σηκώσει και να κλείσει τα χέρια για να αποκρούσει. Μόνον αν η μπάλα σταματούσε στο πρόσωπό του Κροάτη, ίσως, δεν έμπαινε στα δίχτυα.
Ο Γκαρθία μπορεί να ξεκλειδώσει παιχνίδια και ατομικά όπως μπορούν να το κάνουν και άλλοι ποιοτικοί παίκτες στη μεσαία γραμμή και την επίθεση.
Τις υπερβάσεις όμως, οι ομάδες που έχουν αυτό το στοιχείο, τις κάνουν όταν τελειοποιήσουν τις άλλες φάσεις του παιχνιδιού: Αρχικά όταν νικούν τις ομάδες που δεν τους δίνουν χώρους, στήνονται χαμηλά και σε μικρές αποστάσεις για να ανακόψουν το παιχνίδι από τον άξονα και επενδύουν στο ότι θα αντέξουν στην πίεση από τους πλάγιους διαδρόμους που αφήνουν, όταν μοιραία η καλύτερη ομάδα επενδύσει στο πλάτος του γηπέδου.
Ο Άρης έχει διαχρονικά πρόβλημα σ' αυτό: Οφείλει να εργαστεί πολύ συστηματικά σε ένα παιχνίδι που θα αξιοποιεί τα προτερήματά του και θα τον οδηγήσει στο να ανοίγει το δρόμο προς την αντίπαλη εστία, όταν δεν τον βρίσκει, ιδιαίτερα μέσα στο Χαριλάου.
Δεν είναι αυτονόητο ότι θα συμβεί, αλλά είναι ένα επίκτητο χαρακτηριστικό όταν υπάρχει καλό υλικό. Και υπάρχει.
Μετά τις υπερβάσεις, έρχονται οι επιτυχίες. Αυτές τελικά, έπειτα από όλα τα παραπάνω τις δίνουν οι άμυνες.
Αυτή είναι η γραμμή στην οποία ο Μάντζιος έχει την πιο δύσκολη δουλειά από όλες τις υπόλοιπες και ο ίδιος σαν καλός αμυντικός ποδοσφαιριστής που ήταν το γνωρίζει καλά.
Αριθμητικά και φαινομενικά ο Άρης έχει τέσσερις στόπερ που του δίνουν πολλά διαφορετικά δίδυμα. Η θεωρία όμως πάντα απέχει από την πράξη. Ο Άρης είχε κακή αμυντική λειτουργία και σοβαρά ατομικά λάθη ήδη στα μισά ματς, αυτή η παθογένεια δεν επιτρέπει την πολυπόθητη ισορροπία στις δυο φάσεις του παιχνιδιού.
Ο Φαμπιάνο θα χρειαστεί χρόνο για να καλύψει το διάστημα της αποσύνδεσής του με το κλαμπ και της επιστροφής στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου.
Ο Μπράμπετς που έδειξε ότι πατούσε καλύτερα στην Τούμπα, ξεκίνησε ξεκάθαρα εκτός φόρμας τη σεζόν, όπως μαρτυρούν τα γκολ που δέχτηκε ο Άρης ως τώρα στα οποία ήταν... σχεδόν παντού πλημμελώς παρών.
Ο Βέλεθ είναι ένα εξαιρετικό κράμα ποιότητας και προσωπικότητας, αλλά δεν είναι μυστικό η ευπάθεια στους τραυματισμούς.
Και ο Ροζ, σήμερα, είναι αυτό που κλήθηκε να κάνει στην Τούμπα: Μια επιλογή για συγκεκριμένες αποστολές, σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα αγώνων, δεν είναι ακόμη σαφές αν είναι σε κατάσταση να σηκώσει με τον τρόπο που μας έδειξε όταν πρωτοήρθε στη λίγκα, ένα σερί 90λεπτων με τον ίδιο σε πρώτο ρόλο.
Ίσως θα ήταν χρήσιμη η παρουσία ενός 5ου στόπερ στο ρόστερ, ενδεχομένως κάποιου νεαρού Έλληνα, που θα μπορούσε να παίζει διαστήματα (και να είναι και πανευτυχής με αυτό) σε αγώνες που έχουν πάρει το δρόμο τους ή στα πρώτα ματς του κυπέλλου, για να δημιουργηθεί το «βάθος» και για τις επόμενες σεζόν, αλλά και για να μην παρθούν ρίσκα που θα μπορούσε να αποφύγει ο προπονητής με τους τέσσερις 30άρηδες της πρώτης γραμμής.
Μιας και ο λόγος για την άμυνα, υπάρχουν και τα άκρα: Ξεκάθαρα ο Μάγιο είναι η πρώτη επιλογή στο δεξί, ο Μοντόγια -αν και έχει μεγαλύτερη καριέρα και περισσότερο χρόνο στο γκρουπ- δεν έχει αποδείξει ότι έχει προσαρμοστεί, κατανοήσει και αποδώσει αυτό που του ζητείται, κυρίως στο κομμάτι των αμυνών, των κινήσεων χωρίς μπάλα, των καλύψεων. Έχει έως ελαφρυντικό το οτι πέρσι έπαιζε κυρίως και από ανάγκη αριστερός μπακ.
Εκεί ο «τίμιος» Φρίντεκ, πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί περισσότερα στο μισό του αντιπάλου. Η φάση που με τη μπάλα μπαίνει με ορμή στην περιοχή του ΠΑΟΚ, έχει καθαρές επιλογές για μια ασίστ και το 0-2 αλλά κάνει την πιο προβλέψιμη και η ευκαιρία χάνεται, σε ματς που θα είχε άλλο σκορ, θα συζητιόταν πολύ.
Πίσω του έρχεται ο «παιγμένος» και έτοιμος ως προς την επίγνωση του περιβάλλοντος Χουάνκαρ, που θέλει όμως χρόνο, όπως δείχνει και ο τραυματισμός του μετά την πρώτη συμμετοχή.
Στην πραγματικότητα είναι ένα στοίχημα για τον Άρη, που έχει πάντως τα χαρακτηριστικά να επιβεβαιώσει.
Στα γκολπόστ, ο Χουλιάν Κουέστα χρειάζεται «πίεση». Είναι πια μια από τις λίγες «πιασμένες φανέλες» στην 11άδα. Το κέρδισε με τη δουλειά, την απόδοση και την αφοσίωση στο κλαμπ, αλλά όλα εξελίσσονται στο ποδόσφαιρο και πρέπει να ακολουθήσουν και οι πιο πιστοί και συνεπείς στρατιώτες.
Ήταν λάθος που έπαιξε στο ματς κυπέλλου με τον Εθνικό. Και γιατί ο Άρης επένδυσε πολλά χρήματα σε έναν πολύ ταλαντούχο γκολκίπερ, τον Καρλ Φίλιπ Σίντκλεφ, που αξίζει να δοκιμαστεί σιγά - σιγά, αλλά και γιατί με το μυαλό στην ετοιμόγεννη σύζυγό του -όπως είναι απόλυτα λογικό και ανθρώπινο- έκανε και ατομικά λάθη που πάντα κλονίζουν τον ψυχισμό του τερματοφύλακα, στο τέλος απλώς σωρεύοντας κούραση από ένα αχρείαστο ταξίδι και παιχνίδι.
Ένα παράδειγμα της αξίας να αισθάνεται πίεση ο βασικός κίπερ και να είναι ανά πάσα στιγμή μάχιμος ο δεύτερος είναι αυτό: Ο ΠΑΟΚ χάνει για ένα διάστημα τον Τσιφτσή και έσπευσε να φέρει έναν ακόμη «δεύτερο με χαρακτηριστικά πρώτου» και όχι «τρίτο» τερματοφύλακα, τον Παβλένκα. Δεν απασχολεί τί θα γίνει όταν και οι τρεις θα είναι καλά, θέλει να είναι σίγουρος ότι αν χρειαστεί ο δεύτερος, θα τον έχει. Ο Άρης δεν δείχνει να το ασπάζεται προς στιγμήν, αν και έχει διαθέσιμο το πρόσωπο αυτό με ένα πολύ εντυπωσιακό CV.
Υπάρχει μια σταθερά στην επίθεση, ο Λόρεν Μορόν είναι ότι καλύτερο έχει το κλαμπ σε στράικερ εδώ και δεκαετίες. Όμως δεν γίνεται σήμερα πια ένας φορ να κάνει συνέχεια τέλεια τη δουλειά, χρειάζεται στήριξη.
Οι ταχύτητες, η πίεση και ο ρυθμός δοκιμάζουν τον επιθετικό κάθε στιγμή. Είναι κρίσιμο να μπει σωστά, δηλαδή όσσο πιο σύντομα γίνεται αλλά χωρίς αυτό να αποβεί σε βάρος της ομοιογένειας και δίχως κίνδυνο έκθεσης σε τραυματισμό, στην εξίσωση ο Ρόμπιν Κουέισον, ένας επιθετικός με σύνθετο παιχνίδι, είτε στον άξονα, είτε στο πλάι και με καλές εκτελέσεις από όλες τις αποστάσεις. Θα δώσει πλουραλισμό και ποιότητα στις επιλογές του Μάντζιου.
Ο Άρης είναι σε μια καλή αφετηρία, έστω κι αν η ώρα είναι... περασμένες έξι αγωνιστικές και πρόλαβε να βάλει στο μυαλό του «αν δεν στραβοπατούσα σε ένα ματς και δεν με αδικούσαν στο άλλο».
Είναι σε αυτή την καλή αφετηρία γιατί: Έχει καλό υλικό, στο δυσκολότερο μέρος του γηπέδου, στο κέντρο και μπροστά.
Έχει λύσεις από τη μεσαία γραμμή και πίσω και οφείλει πια να συνδυάσει δουλειά και διαχείριση για να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που μπήκαν μέχρι στιγμής.
Είναι πιο εύκολο, αν και πιο κουραστικό, όταν αυτοματοποιήσεις το «πώς» κερδίζεις κάθε κατηγορία αντιπάλου, να νικήσεις πολλές φορές τις ομάδες χαμηλότερων στόχων παρά λιγότερες εκείνες των ίδιων στόχων με εσένα. Ζητείται ο συνδυασμός που αν ξεκλειδώσει αυτά τα «βατά» ματς, θα τον απογειώσει.
Και το πρώτο σκληρό τεστ θα είναι το Σάββατο κιόλας στο Χαριλάου, όταν θα υποδεχτεί τη Λαμία. Στο πρώτο από τα δυο σερί εντός έδρας αυτή φορά, το επόμενο είναι με την αποδεδειγμένα επικίνδυνη Καλλιθέα.
Αρχίζουν τα «πρέπει»: Τρίτη συνεχόμενη νίκη θα βάλει τον Άρη στο μυαλό και των -πιο επιτηδευμένα προσποιούμενων ότι δεν τον υπολογίζουν- αντιπάλων του.
Με τέταρτη; Μπορεί και να διαβάσουμε για... «δεύτερες σκέψεις σε λίγκα και ΕΠΟ για πλέι οφ με πέντε ομάδες από του χρόνου»...
Θεωρείστε δεδομένο ότι το Χαριλάου θα είναι γεμάτο, από ένα κοινό που ξέρει πολύ καλά πού βρίσκεται το γκρουπ, τί μπορεί να κάνει σήμερα αλλά και κυρίως πού μπορεί να φτάσει αν τα βήματα που λείπουν, αυτή τη φορά σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες απόπειρες, γίνουν σωστά...
Για το τέλος, μια μικρή αναφορά στην επίδραση της διαιτησίας, τεράστια η συζήτηση στην κιτρινόμαυρη κοινωνία για το θέμα αυτό επί σειρά ετών.
Ο Άρης θα έχει περισσότερες παρουσίες Ελλήνων παρά ξένων στα παιχνίδια του, φάνηκε ήδη σαφέστατα ότι στα ντέρμπι με τους ξένους δεν είχε θέματα.
Για να μην αναλωθούμε σε περιπτωσιολογία, συγκρατήστε αυτό: Δύσκολα διαιτητής θα εκτεθεί τόσο πολύ για να διαμορφώσει αποτέλεσμα αν μια ομάδα με την απόδοσή και την παρουσία της αφήσει όσο πιο λίγα περιθώρια μπορεί για να συμβεί αυτό. Είναι και αυτοί επαγγελματίες.
Δεν αναμένουμε από την άλλη, να δοθεί στην ομάδα της Θεσσαλονίκης ώθηση, μοιάζει με ανέκδοτο αν δει κανείς το οργανόγραμμα της ΕΠΟ, ο Άρης οφείλει να προσπαθήσει να μειώσει τα περιθώρια έκθεσής του σε κινδύνους διαμόρφωσης αποτελέσματος με την απόδοση και την στάση του στο γήπεδο, γιατί μόνο αυτό μπορεί να κάνει.
Αν πράγματι κάποιος θέλει να σφυρίξει «υπέρ βωμών και εστιών» θα ξέρει ότι πρέπει να το κάνει εκτιθέμενος σοβαρά.
Γιατί είναι τόσο αποτελεσματικός ο Άρης στα ντέρμπι; Γιατί νίκησε Ολυμπιακό και ΠΑΟΚ ενώ σκόνταψε με Ατρόμητο και Αστέρα και ηττήθηκε από τον ΟΦΗ, ομάδες της δεύτερης ταχύτητας της λίγκας;
Πού -και κυρίως μέσα από ποιο μονοπάτι- μπορεί να φτάσει, αν με θεμέλιο τις δύο νίκες, συμβεί αυτό που λένε ο προπονητής και οι παίκτες του, «ο χρόνος δουλεύει υπέρ» του, σαν ομάδα με αρκετά νέα πρόσωπα που είναι;
Θα ξεκινήσουμε από το προφανές: Ατομική ποιότητα και παραστάσεις.
Οι φετινές μεταγραφικές προσθήκες έχουν αυτό το κοινό χαρακτηριστικό στη συντριπτική πλειοψηφία τους. Το ευτύχημα είναι ότι η επιλογή του Ντιαντί που αποκτήθηκε στα 18 σαν ένα πρότζεκτ, φάνηκε γρήγορα ως μια επένδυση που αξίζει να παρακολουθήσουμε «ζωντανά», καθώς δείχνει ότι μπορεί να ωριμάσει προσφέροντας.
Στο φετινό ρόστερ, ο Άρης έχει ισορροπημένα καλυμμένες -με δυο επιλογές μίνιμουμ- όλες τις θέσεις, όπως οφείλουν όλες οι ομάδες να κάνουν πριν αρχίσει η χρονιά στο θεωρητικό μέρος της προσέγγισης.
Ξεχωρίζουν δυο τομείς:
α) Υπάρχει βάθος στα φτερά με την άμεση είσοδο των Σίστο και Ντιαντί, ενώ καλοί ποδοσφαιριστές περιμένουν ευκαιρίες και δίνουν επιλογές. Θα μπορούσε -επιζητώντας το τέλειο κανείς- να επιθυμεί αντί κάποιου από τους αναπληρωματικούς, έναν παίκτη με ικανότητα να παίξει με την ίδια πόιότητα, είτε από τη μια πλευρά με ανάποδο πόδι, είτε από την άλλη κινούμενος στη γραμμή, στο πλάτος της επίθεσης δηλαδή.
Χρειάζεται να το διερευνήσει αυτό; Εννοείται, ο Ιανουάριος είναι πολύ πιο κοντά από όσο νομίζουμε σε «ποδοσφαιρικό χρόνο».
β) Υπάρχει βάθος στον κεντρικό άξονα της μεσαίας γραμμής με combo χαφ υψηλής ποιότητας αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Βλάντιμιρ Νταρίντα είναι πια η πρώτη εναλλακτική λύση και πιο πίσω είναι διαθέσιμος και ο Πάρντο.
Υπάρχει έλλειψη εδώ για να θεωρείτε υπερπλήρες το ρόστερ; Ναι υπάρχει: Ένα 6άρι ή τέλος πάντων ένας παίκτης με κύριο στοιχείο του παιχνιδιού του το κομμάτι της ανάκτησης της μπάλας, των διαγώνιων καλύψεων πιο ποιοτικός από τον Ζουλ, πιο κοντά δηλαδή στην ποιότητα των 8αριών ή «εξαροοχταριών» που υπάρχουν.
Υπάρχει και φέτος, όπως πέρσι ο Λόρεν Μορόν, ένας X factor στο δυναμικό του; Βεβαίως και λέγεται Μανού Γκαρθία. Γύρισε μετά από ένα χρόνο απουσίας και είναι καλά γιατί στο χώρο του υπάρχουν... «ευήκοα ώτα» που του δίνουν συνεργασίες και στα μεγάλα ματς που βρηκε χώρους, έκανε με τη μεγάλη ποιότητα και οξυδέρκεια του τη διαφορά.
Τα δυο γκολ στα ντέρμπι είναι διαδοχικά η ένδειξη και η απόδειξη: Εκτελεί σε πρώτο χρόνο τον Τζολάκη εκμηδενίζοντας τον χρόνο αντίδρασής του. Έχοντας τοποθετήσει σωστά το σώμα και το πλασέ πίσω από τη μπάλα, το γκολ είναι νομοτέλεια.
Μπαίνει στην περιοχή του ΠΑΟΚ, προστατεύει τη μπάλα και εφόσον καταφέρνει να μείνει όρθιος διατηρώντας το κοντρόλ μετά το τζαρτζάρισμα που δέχεται, έχει την ταχύτητα της σκέψης και της λήψης της σωστής απόφασης υπό πίεση. Με κλειστή την εστία χαμηλά από την τοποθέτηση του Κοτάρσκι τον εκτελεί με το αναπάντεχο για εκείνον: Σηκώνει τη μπάλα με ένα (οριακά εξωτερικό) δυνατό πλασέ σχεδόν στο πρόσωπο του, κάνοντας του αδύνατον να προλάβει να σηκώσει και να κλείσει τα χέρια για να αποκρούσει. Μόνον αν η μπάλα σταματούσε στο πρόσωπό του Κροάτη, ίσως, δεν έμπαινε στα δίχτυα.
Ο Γκαρθία μπορεί να ξεκλειδώσει παιχνίδια και ατομικά όπως μπορούν να το κάνουν και άλλοι ποιοτικοί παίκτες στη μεσαία γραμμή και την επίθεση.
Τις υπερβάσεις όμως, οι ομάδες που έχουν αυτό το στοιχείο, τις κάνουν όταν τελειοποιήσουν τις άλλες φάσεις του παιχνιδιού: Αρχικά όταν νικούν τις ομάδες που δεν τους δίνουν χώρους, στήνονται χαμηλά και σε μικρές αποστάσεις για να ανακόψουν το παιχνίδι από τον άξονα και επενδύουν στο ότι θα αντέξουν στην πίεση από τους πλάγιους διαδρόμους που αφήνουν, όταν μοιραία η καλύτερη ομάδα επενδύσει στο πλάτος του γηπέδου.
Ο Άρης έχει διαχρονικά πρόβλημα σ' αυτό: Οφείλει να εργαστεί πολύ συστηματικά σε ένα παιχνίδι που θα αξιοποιεί τα προτερήματά του και θα τον οδηγήσει στο να ανοίγει το δρόμο προς την αντίπαλη εστία, όταν δεν τον βρίσκει, ιδιαίτερα μέσα στο Χαριλάου.
Δεν είναι αυτονόητο ότι θα συμβεί, αλλά είναι ένα επίκτητο χαρακτηριστικό όταν υπάρχει καλό υλικό. Και υπάρχει.
Μετά τις υπερβάσεις, έρχονται οι επιτυχίες. Αυτές τελικά, έπειτα από όλα τα παραπάνω τις δίνουν οι άμυνες.
Αυτή είναι η γραμμή στην οποία ο Μάντζιος έχει την πιο δύσκολη δουλειά από όλες τις υπόλοιπες και ο ίδιος σαν καλός αμυντικός ποδοσφαιριστής που ήταν το γνωρίζει καλά.
Αριθμητικά και φαινομενικά ο Άρης έχει τέσσερις στόπερ που του δίνουν πολλά διαφορετικά δίδυμα. Η θεωρία όμως πάντα απέχει από την πράξη. Ο Άρης είχε κακή αμυντική λειτουργία και σοβαρά ατομικά λάθη ήδη στα μισά ματς, αυτή η παθογένεια δεν επιτρέπει την πολυπόθητη ισορροπία στις δυο φάσεις του παιχνιδιού.
Ο Φαμπιάνο θα χρειαστεί χρόνο για να καλύψει το διάστημα της αποσύνδεσής του με το κλαμπ και της επιστροφής στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου.
Ο Μπράμπετς που έδειξε ότι πατούσε καλύτερα στην Τούμπα, ξεκίνησε ξεκάθαρα εκτός φόρμας τη σεζόν, όπως μαρτυρούν τα γκολ που δέχτηκε ο Άρης ως τώρα στα οποία ήταν... σχεδόν παντού πλημμελώς παρών.
Ο Βέλεθ είναι ένα εξαιρετικό κράμα ποιότητας και προσωπικότητας, αλλά δεν είναι μυστικό η ευπάθεια στους τραυματισμούς.
Και ο Ροζ, σήμερα, είναι αυτό που κλήθηκε να κάνει στην Τούμπα: Μια επιλογή για συγκεκριμένες αποστολές, σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα αγώνων, δεν είναι ακόμη σαφές αν είναι σε κατάσταση να σηκώσει με τον τρόπο που μας έδειξε όταν πρωτοήρθε στη λίγκα, ένα σερί 90λεπτων με τον ίδιο σε πρώτο ρόλο.
Ίσως θα ήταν χρήσιμη η παρουσία ενός 5ου στόπερ στο ρόστερ, ενδεχομένως κάποιου νεαρού Έλληνα, που θα μπορούσε να παίζει διαστήματα (και να είναι και πανευτυχής με αυτό) σε αγώνες που έχουν πάρει το δρόμο τους ή στα πρώτα ματς του κυπέλλου, για να δημιουργηθεί το «βάθος» και για τις επόμενες σεζόν, αλλά και για να μην παρθούν ρίσκα που θα μπορούσε να αποφύγει ο προπονητής με τους τέσσερις 30άρηδες της πρώτης γραμμής.
Μιας και ο λόγος για την άμυνα, υπάρχουν και τα άκρα: Ξεκάθαρα ο Μάγιο είναι η πρώτη επιλογή στο δεξί, ο Μοντόγια -αν και έχει μεγαλύτερη καριέρα και περισσότερο χρόνο στο γκρουπ- δεν έχει αποδείξει ότι έχει προσαρμοστεί, κατανοήσει και αποδώσει αυτό που του ζητείται, κυρίως στο κομμάτι των αμυνών, των κινήσεων χωρίς μπάλα, των καλύψεων. Έχει έως ελαφρυντικό το οτι πέρσι έπαιζε κυρίως και από ανάγκη αριστερός μπακ.
Εκεί ο «τίμιος» Φρίντεκ, πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί περισσότερα στο μισό του αντιπάλου. Η φάση που με τη μπάλα μπαίνει με ορμή στην περιοχή του ΠΑΟΚ, έχει καθαρές επιλογές για μια ασίστ και το 0-2 αλλά κάνει την πιο προβλέψιμη και η ευκαιρία χάνεται, σε ματς που θα είχε άλλο σκορ, θα συζητιόταν πολύ.
Πίσω του έρχεται ο «παιγμένος» και έτοιμος ως προς την επίγνωση του περιβάλλοντος Χουάνκαρ, που θέλει όμως χρόνο, όπως δείχνει και ο τραυματισμός του μετά την πρώτη συμμετοχή.
Στην πραγματικότητα είναι ένα στοίχημα για τον Άρη, που έχει πάντως τα χαρακτηριστικά να επιβεβαιώσει.
Στα γκολπόστ, ο Χουλιάν Κουέστα χρειάζεται «πίεση». Είναι πια μια από τις λίγες «πιασμένες φανέλες» στην 11άδα. Το κέρδισε με τη δουλειά, την απόδοση και την αφοσίωση στο κλαμπ, αλλά όλα εξελίσσονται στο ποδόσφαιρο και πρέπει να ακολουθήσουν και οι πιο πιστοί και συνεπείς στρατιώτες.
Ήταν λάθος που έπαιξε στο ματς κυπέλλου με τον Εθνικό. Και γιατί ο Άρης επένδυσε πολλά χρήματα σε έναν πολύ ταλαντούχο γκολκίπερ, τον Καρλ Φίλιπ Σίντκλεφ, που αξίζει να δοκιμαστεί σιγά - σιγά, αλλά και γιατί με το μυαλό στην ετοιμόγεννη σύζυγό του -όπως είναι απόλυτα λογικό και ανθρώπινο- έκανε και ατομικά λάθη που πάντα κλονίζουν τον ψυχισμό του τερματοφύλακα, στο τέλος απλώς σωρεύοντας κούραση από ένα αχρείαστο ταξίδι και παιχνίδι.
Ένα παράδειγμα της αξίας να αισθάνεται πίεση ο βασικός κίπερ και να είναι ανά πάσα στιγμή μάχιμος ο δεύτερος είναι αυτό: Ο ΠΑΟΚ χάνει για ένα διάστημα τον Τσιφτσή και έσπευσε να φέρει έναν ακόμη «δεύτερο με χαρακτηριστικά πρώτου» και όχι «τρίτο» τερματοφύλακα, τον Παβλένκα. Δεν απασχολεί τί θα γίνει όταν και οι τρεις θα είναι καλά, θέλει να είναι σίγουρος ότι αν χρειαστεί ο δεύτερος, θα τον έχει. Ο Άρης δεν δείχνει να το ασπάζεται προς στιγμήν, αν και έχει διαθέσιμο το πρόσωπο αυτό με ένα πολύ εντυπωσιακό CV.
Υπάρχει μια σταθερά στην επίθεση, ο Λόρεν Μορόν είναι ότι καλύτερο έχει το κλαμπ σε στράικερ εδώ και δεκαετίες. Όμως δεν γίνεται σήμερα πια ένας φορ να κάνει συνέχεια τέλεια τη δουλειά, χρειάζεται στήριξη.
Οι ταχύτητες, η πίεση και ο ρυθμός δοκιμάζουν τον επιθετικό κάθε στιγμή. Είναι κρίσιμο να μπει σωστά, δηλαδή όσσο πιο σύντομα γίνεται αλλά χωρίς αυτό να αποβεί σε βάρος της ομοιογένειας και δίχως κίνδυνο έκθεσης σε τραυματισμό, στην εξίσωση ο Ρόμπιν Κουέισον, ένας επιθετικός με σύνθετο παιχνίδι, είτε στον άξονα, είτε στο πλάι και με καλές εκτελέσεις από όλες τις αποστάσεις. Θα δώσει πλουραλισμό και ποιότητα στις επιλογές του Μάντζιου.
Ο Άρης είναι σε μια καλή αφετηρία, έστω κι αν η ώρα είναι... περασμένες έξι αγωνιστικές και πρόλαβε να βάλει στο μυαλό του «αν δεν στραβοπατούσα σε ένα ματς και δεν με αδικούσαν στο άλλο».
Είναι σε αυτή την καλή αφετηρία γιατί: Έχει καλό υλικό, στο δυσκολότερο μέρος του γηπέδου, στο κέντρο και μπροστά.
Έχει λύσεις από τη μεσαία γραμμή και πίσω και οφείλει πια να συνδυάσει δουλειά και διαχείριση για να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που μπήκαν μέχρι στιγμής.
Είναι πιο εύκολο, αν και πιο κουραστικό, όταν αυτοματοποιήσεις το «πώς» κερδίζεις κάθε κατηγορία αντιπάλου, να νικήσεις πολλές φορές τις ομάδες χαμηλότερων στόχων παρά λιγότερες εκείνες των ίδιων στόχων με εσένα. Ζητείται ο συνδυασμός που αν ξεκλειδώσει αυτά τα «βατά» ματς, θα τον απογειώσει.
Και το πρώτο σκληρό τεστ θα είναι το Σάββατο κιόλας στο Χαριλάου, όταν θα υποδεχτεί τη Λαμία. Στο πρώτο από τα δυο σερί εντός έδρας αυτή φορά, το επόμενο είναι με την αποδεδειγμένα επικίνδυνη Καλλιθέα.
Αρχίζουν τα «πρέπει»: Τρίτη συνεχόμενη νίκη θα βάλει τον Άρη στο μυαλό και των -πιο επιτηδευμένα προσποιούμενων ότι δεν τον υπολογίζουν- αντιπάλων του.
Με τέταρτη; Μπορεί και να διαβάσουμε για... «δεύτερες σκέψεις σε λίγκα και ΕΠΟ για πλέι οφ με πέντε ομάδες από του χρόνου»...
Θεωρείστε δεδομένο ότι το Χαριλάου θα είναι γεμάτο, από ένα κοινό που ξέρει πολύ καλά πού βρίσκεται το γκρουπ, τί μπορεί να κάνει σήμερα αλλά και κυρίως πού μπορεί να φτάσει αν τα βήματα που λείπουν, αυτή τη φορά σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες απόπειρες, γίνουν σωστά...
Για το τέλος, μια μικρή αναφορά στην επίδραση της διαιτησίας, τεράστια η συζήτηση στην κιτρινόμαυρη κοινωνία για το θέμα αυτό επί σειρά ετών.
Ο Άρης θα έχει περισσότερες παρουσίες Ελλήνων παρά ξένων στα παιχνίδια του, φάνηκε ήδη σαφέστατα ότι στα ντέρμπι με τους ξένους δεν είχε θέματα.
Για να μην αναλωθούμε σε περιπτωσιολογία, συγκρατήστε αυτό: Δύσκολα διαιτητής θα εκτεθεί τόσο πολύ για να διαμορφώσει αποτέλεσμα αν μια ομάδα με την απόδοσή και την παρουσία της αφήσει όσο πιο λίγα περιθώρια μπορεί για να συμβεί αυτό. Είναι και αυτοί επαγγελματίες.
Δεν αναμένουμε από την άλλη, να δοθεί στην ομάδα της Θεσσαλονίκης ώθηση, μοιάζει με ανέκδοτο αν δει κανείς το οργανόγραμμα της ΕΠΟ, ο Άρης οφείλει να προσπαθήσει να μειώσει τα περιθώρια έκθεσής του σε κινδύνους διαμόρφωσης αποτελέσματος με την απόδοση και την στάση του στο γήπεδο, γιατί μόνο αυτό μπορεί να κάνει.
Αν πράγματι κάποιος θέλει να σφυρίξει «υπέρ βωμών και εστιών» θα ξέρει ότι πρέπει να το κάνει εκτιθέμενος σοβαρά.
ΣΧΟΛΙΑ