ΑΠΟΨΕΙΣ

Ας βάλουμε μυαλό όσο ακόμη προλαβαίνουμε

Καταλαβαίνουν και οι πλέον αφελείς, ψεκασμένοι και αδαείς, ότι η κλιματική κρίση δεν είναι πλέον απειλή για το μέλλον, αλλά είναι εδώ

 14/07/2024 20:00

Ας βάλουμε μυαλό όσο ακόμη προλαβαίνουμε

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Μετά από αυτά που τραβάμε τον τελευταίο μήνα -με τον καύσωνα, την υγρασία, την αποπνικτική ατμόσφαιρα, την αφρικανική σκόνη, τις χαλαζοπτώσεις και τα λοιπά ακραία καιρικά φαινόμενα- πιστεύω πως καταλαβαίνουν και οι πλέον αφελείς, ψεκασμένοι και αδαείς, ότι η κλιματική κρίση δεν είναι πλέον απειλή για το μέλλον, αλλά είναι εδώ.

Είναι εδώ, δυσκολεύει αφόρητα τις ζωές μας, θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των πιο ηλικιωμένων από εμάς και ιδιαίτερα εκείνων που έχουν κάποιο θέμα υγείας. Το κυριότερο όμως που οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, είναι πως όχι τα δισέγγονα ή τα εγγόνια μας, αλλά τα παιδιά μας, θα ζήσουν σε τελείως διαφορετικές συνθήκες από τις δικές μας.

Ούτε καλοκαίρια θα ευχαριστιούνται όπως ευχαριστηθήκαμε εμείς, ούτε χειμώνες. Και εννοείται πως τα εγγόνια μας δεν θα ξέρουν άνοιξη και φθινόπωρο, καθώς οι εποχές θα γίνουν δύο και η μετάβαση από την μία στην άλλη θα γίνεται ξαφνικά και με δραματικό τρόπο.

Το κυριότερο όμως είναι πως δεν θα περιμένουν με την λαχτάρα που είχαμε εμείς το πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη και ούτε θα κάνουν σχέδια για μπάνια το καλοκαίρι, σκι τον χειμώνα, βόλτες το φθινόπωρο, εκδρομές την άνοιξη. Απεναντίας, θα τρέμουν τον καιρό, νιώθοντάς τον ως απειλή παρά ως σταδιακή μεταβολή συνθηκών με τις συνακόλουθες χαρές, δυσκολίες, ανάγκες προσαρμογής.

Αν συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως αυτό που φοβόμασταν, ήρθε νωρίτερα από όταν το περιμέναμε, οφείλουμε να βάλουμε στην κορυφή της ατζέντας του συλλογικού μας ενδιαφέροντος, την κλιματική κρίση. Ως πολίτες θα πρέπει να απαιτήσουμε από τους δήμους μας, τις κυβερνήσεις μας, τις διακρατικές συμμαχίες στις οποίες συμμετέχουμε, τον ΟΗΕ και όλους τους παγκόσμιας εμβέλειας φορείς, να αναπτύξουν ΕΔΩ και ΤΩΡΑ σχέδια και δράσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των επιπτώσεών του.

Παράλληλα καθένας από εμάς πρέπει να βάλει το δικό του λιθαράκι στην ενιαία προσπάθεια. Να γίνει μότο της ζωής μας το: «εγώ θα σώσω τον κόσμο», επιβάλλοντας στο σπίτι μας και στην καθημερινότητά μας συμπεριφορές κι ενέργειες που εμπεριέχουν ένα μικρό ή μεγαλύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Από την πολύπλευρη ανακύκλωση και τον περιορισμό των μετακινήσεων με τα ΙΧ αυτοκίνητά μας, μέχρι την προστασία της θάλασσας από τα πλαστικά και την ρύπανση, από την οικονομία του νερού και της ενέργειας, μέχρι μια γλάστρα στη βεράντα μας και την υιοθέτηση του δένδρου στο πεζοδρόμιο του σπιτιού ή του καταστήματός μας.



Και καθώς η κλιματική κρίση είναι η μεγαλύτερη απειλή για όλους και αφορά καθεμία και καθέναν από εμάς σε καθημερινή βάση, το ζήτημα πρέπει να αναλυθεί και να γίνει κατανοητό σε όλες τις εκφάνσεις του.

Έτσι, για να μην ασχολούμαστε μόνο με τα μεγάλα, δηλαδή να ρίχνουμε την αποκλειστική ευθύνη και το ανάθεμα σε... πλανητάρχες και ηγέτες, ούτε φυσικά για να υιοθετούμε ως μοναδική πηγή του κακού την ατομική ευθύνη, πρέπει να μιλήσουμε και για τον... ενδιάμεσο.

Αναφέρομαι στην αυτοδιοίκηση, τις τοπικές ηγεσίες δηλαδή, που στην ουσία αποτελούν όπως τα κέντρα υγείας, την πρώτη και καθοριστική πηγή ευθύνης και βοήθειας στους πολίτες. Πρέπει, λοιπόν, όλοι μας να αναλογιστούμε και να δούμε από την αρχή τι και ποιες απαιτήσεις έχουμε από τους τοπικούς «άρχοντες» για τον σχεδιασμό των πόλεων και τις στρατηγικές κινήσεις επανόρθωσης, ώστε να γίνουν ανθεκτικές και βιώσιμες.

Η πρώτη απαίτηση που πρέπει να έχουμε ως πολίτες είναι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και αντιμετώπιση των λιγοστών εναπομείναντων ελεύθερων χώρων, οι οποίοι για εμάς τους αστούς, αποτελούν όαση. Ο περιορισμός του τσιμέντου δεν είναι απλώς αισθητικά απαραίτητος, αλλά αναγκαίος για την επιβίωση τη δική μας, των παιδιών μας και των επόμενων γενιών.

Και πώς θα γίνει αυτό; Στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, οι αλλαγές που έγιναν στον αρχικό σχεδιασμό για την ανάπλαση της ΔΕΘ με τη συμπερίληψη πρόβλεψης για Μητροπολιτικό Πάρκο περίπου 100 στρεμμάτων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και, όπως προείπα, κάτι αναγκαίο, ειδικά για τη Θεσσαλονίκη της τόσο μεγάλης που φέρνει ευρωπαϊκά πρόστιμα ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Το ίδιο παράδειγμα πρέπει χωρίς αναβολές και «ναι μεν, αλλά» να ακολουθηθεί στην παραλιακή ζώνη της Καλαμαριάς αλλά και το στρατόπεδο Κόδρα, στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά και εκείνο του Καρατάσιου και γενικά οπουδήποτε υπάρχουν ελεύθεροι και μεγάλοι χώροι προς αξιοποίηση. Πάντα προς όφελος της κοινωνίας και των πολιτών.

Και μιας και αναφέρθηκα στο παραλιακό μέτωπο της Καλαμαριάς (το οποίο ουσιαστικά είναι και εκείνο που δίνει ανάσα και στη Θεσσαλονίκη), μου κάνει πολύ καλή εντύπωση ότι η συμφωνία πώς το αίτημα απόρριψης του σχεδίου του ΤΑΙΠΕΔ για ακραία («φαραωνική» την ονομάζουν δημόσια στην Καλαμαριά) δόμηση μέσα στη θάλασσα της Αρετσούς, είναι πάνδημο. Η νέα δημοτική αρχή, ολόκληρο το δημοτικό συμβούλιο, οι σύλλογοι, οι συλλογικότητες, οι κάτοικοι, όλοι μαζί, ανεξαρτήτως κομμάτων, δημοτικών παρατάξεων ή οτιδήποτε άλλο, συμφωνούν πώς πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν (και ό,τι δε μπορούν) για να προστατεύσουν το «στολίδι» της Καλαμαριάς, την ακτή της.

Και αυτή ακριβώς η ομοφωνία και η συστράτευση στον κοινό και δίκαιο αγώνα είμαι βέβαιος ότι θα οδηγήσει σε επιτυχία.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14.07.2024

Μετά από αυτά που τραβάμε τον τελευταίο μήνα -με τον καύσωνα, την υγρασία, την αποπνικτική ατμόσφαιρα, την αφρικανική σκόνη, τις χαλαζοπτώσεις και τα λοιπά ακραία καιρικά φαινόμενα- πιστεύω πως καταλαβαίνουν και οι πλέον αφελείς, ψεκασμένοι και αδαείς, ότι η κλιματική κρίση δεν είναι πλέον απειλή για το μέλλον, αλλά είναι εδώ.

Είναι εδώ, δυσκολεύει αφόρητα τις ζωές μας, θέτει σε κίνδυνο τις ζωές των πιο ηλικιωμένων από εμάς και ιδιαίτερα εκείνων που έχουν κάποιο θέμα υγείας. Το κυριότερο όμως που οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε, είναι πως όχι τα δισέγγονα ή τα εγγόνια μας, αλλά τα παιδιά μας, θα ζήσουν σε τελείως διαφορετικές συνθήκες από τις δικές μας.

Ούτε καλοκαίρια θα ευχαριστιούνται όπως ευχαριστηθήκαμε εμείς, ούτε χειμώνες. Και εννοείται πως τα εγγόνια μας δεν θα ξέρουν άνοιξη και φθινόπωρο, καθώς οι εποχές θα γίνουν δύο και η μετάβαση από την μία στην άλλη θα γίνεται ξαφνικά και με δραματικό τρόπο.

Το κυριότερο όμως είναι πως δεν θα περιμένουν με την λαχτάρα που είχαμε εμείς το πέρασμα από τη μια εποχή στην άλλη και ούτε θα κάνουν σχέδια για μπάνια το καλοκαίρι, σκι τον χειμώνα, βόλτες το φθινόπωρο, εκδρομές την άνοιξη. Απεναντίας, θα τρέμουν τον καιρό, νιώθοντάς τον ως απειλή παρά ως σταδιακή μεταβολή συνθηκών με τις συνακόλουθες χαρές, δυσκολίες, ανάγκες προσαρμογής.

Αν συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως αυτό που φοβόμασταν, ήρθε νωρίτερα από όταν το περιμέναμε, οφείλουμε να βάλουμε στην κορυφή της ατζέντας του συλλογικού μας ενδιαφέροντος, την κλιματική κρίση. Ως πολίτες θα πρέπει να απαιτήσουμε από τους δήμους μας, τις κυβερνήσεις μας, τις διακρατικές συμμαχίες στις οποίες συμμετέχουμε, τον ΟΗΕ και όλους τους παγκόσμιας εμβέλειας φορείς, να αναπτύξουν ΕΔΩ και ΤΩΡΑ σχέδια και δράσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των επιπτώσεών του.

Παράλληλα καθένας από εμάς πρέπει να βάλει το δικό του λιθαράκι στην ενιαία προσπάθεια. Να γίνει μότο της ζωής μας το: «εγώ θα σώσω τον κόσμο», επιβάλλοντας στο σπίτι μας και στην καθημερινότητά μας συμπεριφορές κι ενέργειες που εμπεριέχουν ένα μικρό ή μεγαλύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Από την πολύπλευρη ανακύκλωση και τον περιορισμό των μετακινήσεων με τα ΙΧ αυτοκίνητά μας, μέχρι την προστασία της θάλασσας από τα πλαστικά και την ρύπανση, από την οικονομία του νερού και της ενέργειας, μέχρι μια γλάστρα στη βεράντα μας και την υιοθέτηση του δένδρου στο πεζοδρόμιο του σπιτιού ή του καταστήματός μας.



Και καθώς η κλιματική κρίση είναι η μεγαλύτερη απειλή για όλους και αφορά καθεμία και καθέναν από εμάς σε καθημερινή βάση, το ζήτημα πρέπει να αναλυθεί και να γίνει κατανοητό σε όλες τις εκφάνσεις του.

Έτσι, για να μην ασχολούμαστε μόνο με τα μεγάλα, δηλαδή να ρίχνουμε την αποκλειστική ευθύνη και το ανάθεμα σε... πλανητάρχες και ηγέτες, ούτε φυσικά για να υιοθετούμε ως μοναδική πηγή του κακού την ατομική ευθύνη, πρέπει να μιλήσουμε και για τον... ενδιάμεσο.

Αναφέρομαι στην αυτοδιοίκηση, τις τοπικές ηγεσίες δηλαδή, που στην ουσία αποτελούν όπως τα κέντρα υγείας, την πρώτη και καθοριστική πηγή ευθύνης και βοήθειας στους πολίτες. Πρέπει, λοιπόν, όλοι μας να αναλογιστούμε και να δούμε από την αρχή τι και ποιες απαιτήσεις έχουμε από τους τοπικούς «άρχοντες» για τον σχεδιασμό των πόλεων και τις στρατηγικές κινήσεις επανόρθωσης, ώστε να γίνουν ανθεκτικές και βιώσιμες.

Η πρώτη απαίτηση που πρέπει να έχουμε ως πολίτες είναι ένα ολοκληρωμένο σχέδιο και αντιμετώπιση των λιγοστών εναπομείναντων ελεύθερων χώρων, οι οποίοι για εμάς τους αστούς, αποτελούν όαση. Ο περιορισμός του τσιμέντου δεν είναι απλώς αισθητικά απαραίτητος, αλλά αναγκαίος για την επιβίωση τη δική μας, των παιδιών μας και των επόμενων γενιών.

Και πώς θα γίνει αυτό; Στη Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα, οι αλλαγές που έγιναν στον αρχικό σχεδιασμό για την ανάπλαση της ΔΕΘ με τη συμπερίληψη πρόβλεψης για Μητροπολιτικό Πάρκο περίπου 100 στρεμμάτων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και, όπως προείπα, κάτι αναγκαίο, ειδικά για τη Θεσσαλονίκη της τόσο μεγάλης που φέρνει ευρωπαϊκά πρόστιμα ατμοσφαιρικής ρύπανσης.

Το ίδιο παράδειγμα πρέπει χωρίς αναβολές και «ναι μεν, αλλά» να ακολουθηθεί στην παραλιακή ζώνη της Καλαμαριάς αλλά και το στρατόπεδο Κόδρα, στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά και εκείνο του Καρατάσιου και γενικά οπουδήποτε υπάρχουν ελεύθεροι και μεγάλοι χώροι προς αξιοποίηση. Πάντα προς όφελος της κοινωνίας και των πολιτών.

Και μιας και αναφέρθηκα στο παραλιακό μέτωπο της Καλαμαριάς (το οποίο ουσιαστικά είναι και εκείνο που δίνει ανάσα και στη Θεσσαλονίκη), μου κάνει πολύ καλή εντύπωση ότι η συμφωνία πώς το αίτημα απόρριψης του σχεδίου του ΤΑΙΠΕΔ για ακραία («φαραωνική» την ονομάζουν δημόσια στην Καλαμαριά) δόμηση μέσα στη θάλασσα της Αρετσούς, είναι πάνδημο. Η νέα δημοτική αρχή, ολόκληρο το δημοτικό συμβούλιο, οι σύλλογοι, οι συλλογικότητες, οι κάτοικοι, όλοι μαζί, ανεξαρτήτως κομμάτων, δημοτικών παρατάξεων ή οτιδήποτε άλλο, συμφωνούν πώς πρέπει να κάνουν ό,τι μπορούν (και ό,τι δε μπορούν) για να προστατεύσουν το «στολίδι» της Καλαμαριάς, την ακτή της.

Και αυτή ακριβώς η ομοφωνία και η συστράτευση στον κοινό και δίκαιο αγώνα είμαι βέβαιος ότι θα οδηγήσει σε επιτυχία.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14.07.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία