Αθήνα - Βρυξέλλες: Η διαφορά είναι ότι εκεί οι τροχήλατες βαλίτσες υπήρχαν και ήταν γεμάτες. Του Νίκου Ηλιάδη
16/12/2022 07:00
16/12/2022 07:00
Είναι πολλοί αυτοί που αναρωτήθηκαν τις τελευταίες ημέρες “τι θα συνέβαινε άραγε εάν μια υπόθεση σαν κι αυτήν του Qatar Gate ξεσπούσε στη χώρα μας; Πως θα τη διαχειριζόταν η Δικαιοσύνη και οι αρμόδιες διωκτικές αρχές;”. Μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα αυτό έσπευσε να δώσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με τρόπο έμμεσο αλλά σαφή ο Αλέξης Τσίπρας είπε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι στην Ελλάδα δεν επρόκειτο να συλληφθεί ποτέ κανένας. “Τι καλά που θα ήμασταν και εδώ στην Ελλάδα, αν είχαμε την αποτελεσματικότητα που έχουν οι θεσμοί, οι διωκτικές αρχές, η δικαιοσύνη και το πολιτικό σύστημα που έχουν στο Κέντρο της Ευρώπης, το Βέλγιο. Αρχίζω και ζηλεύω αυτή χώρα. Βλέπουμε ότι εκεί, ακόμα κι αν είσαι τόσο όμορφος, όπως η κα Καϊλή, και τόσο υψηλά ιστάμενος, η δικαιοσύνη και οι θεσμοί λειτουργούν» ανέφερε με μια δόση μελαγχολίας ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν έχει άδικο, αλλά τι φταίει και στην Ελλάδα όλες οι μεγάλες υποθέσεις, ακόμη και τα “μεγαλύτερα σκάνδαλα του αιώνα” καταλήγουν τελικά στο αρχείο; Η εξήγηση που έδωσε ο κ. Τσίπρας είναι πως στην Ελλάδα «είμαστε κάπως διαφορετικοί, είμαστε λίγο Βαλκάνια». Πράγματι, έτσι είναι, αλλά ποιος αλήθεια ευθύνεται γι' αυτό; Η εύκολη και βολική απάντηση είναι ότι φταίει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και όσες προηγήθηκαν του 2015, φταίνε τα “πετσωμένα” ΜΜΕ που θάβουν τα σκάνδαλα, φταίει ενδεχομένως και μερίδα λειτουργών της Δικαιοσύνης που για λόγους προσωπικής ιδιοτέλειας υπακούει στα κελεύσματα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας.
Ακόμη κι έτσι να είναι, δεν παύει όμως να υπάρχει και μια σημαντική μερίδα ακέραιων δικαστικών λειτουργών οι οποίοι επιθυμούν και πασχίζουν να εκπληρώσουν την αποστολή τους. Πως όμως να το κάνουν αυτό όταν καλούνται να κινηθούν μέσα σε ένα δαιδαλώδες και ναρκωθετημένο νομικό πλαίσιο το οποίο εμποδίζει τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων πολιτικών προσώπων, ακόμη και εάν πρόκειται για μια απλή τροχαία παράβαση;
Τρία παραδείγματα μόνον για να καταλάβουμε τις διαφορές μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.
Παράδειγμα πρώτον: στις Βρυξέλλες οι ξέχειλες από ρευστό τροχήλατες βαλίτσες ήταν πραγματικές και ολοζώντανες, δεν ήταν αποκυήματα φαντασίας ή ψευδορκίες δήθεν προστατευόμενων μαρτύρων.
Παράδειγμα δεύτερον: ο Μισέλ Κλεζ, ο εισαγγελέας που διερευνά την υπόθεση Qatar Gate δήλωσε ότι “χωρίς υποκλοπές δεν καταπολεμάς το έγκλημα”. Αυτά στο Βέλγιο. Στην Ελλάδα για να θέσει η Δικαιοσύνη υπό παρακολούθηση πολτικό στέλεχος θα πρέπει προηγουμένως, μετά την πρόσφατη ψήφιση του νόμου περί ΕΥΠ, να συναινέσει ο πρόεδρος της Βουλής.
Παράδειγμα τρίτον: στις Βρυξέλλες οι δικαστικές αρχές έχουν την άνεση να κινηθούν αυτόνομα, χρησιμοποιώντας κάθε πρόσφορο μέσο, για όσο χρόνο απαιτηθεί, προκειμένου να διαλευκάνουν μια σοβαρή ποινική υπόθεση στην οποία εμπλέκονται υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα. Στην Αθήνα οι εισαγγελικές αρχές, μόλις βρεθούν αντιμέτωπες με ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα στα οποία εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα, είναι υποχρεωμένες να κατεβάσουν τα μολύβια και να μεταβιβάσουν τη δικογραφία, αμελλητί, στη Βουλή. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Εν κατακλείδι, ο έλληνας δικαστικός λειτουργός, άπαξ και κληθεί να διερευνήσει τυχόν ποινικά κολάσιμες πράξεις πολιτικών προσώπων βρίσκεται με δεμένα τα χέρια. Ούτε υποκλοπές μπορεί να κάνει, ούτε ανακρίσεις, πολλώ δεν μάλλον, έφοδο σε σπίτια πολιτικών!
Οι ευθύνες γι' αυτήν την “παραλυσία” της Δικαιοσύνης βαραίνουν πρωτίστως το πολιτικό σύστημα, μηδέ του κ. Τσίπρα εξαιρουμένου ο οποίος, επί πρωθυπουργίας του, αντί να θεραπεύσει, έστω κάποιες ελάχιστες από τις χρόνιες παθογένειες στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, το μόνο που επιδίωξε ήταν να τη χαλιναγωγήσει με σκοπό την κατασυκοφάντηση των πολιτικών αντιπάλων του. Όμως και η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει κάνει το παραμικρό για να “απελευθερώσει” τη δικαστική εξουσία από τις ομηρίες που την καταδειναστεύουν. Αντιθέτως κάνει ό,τι περνά από το χέρι της προκειμένου να δυσχεράνει το έργο της.
Το Qatar Gate προσφέρει μια χρυσή αφορμή για να ανοίξει και εδώ μια ειλικρινής συζήτηση για ριζικές τομές στη Δικαιοσύνη. Την αντέχει το πολιτικό μας σύστημα;
14/12/2022 12:47
Είναι πολλοί αυτοί που αναρωτήθηκαν τις τελευταίες ημέρες “τι θα συνέβαινε άραγε εάν μια υπόθεση σαν κι αυτήν του Qatar Gate ξεσπούσε στη χώρα μας; Πως θα τη διαχειριζόταν η Δικαιοσύνη και οι αρμόδιες διωκτικές αρχές;”. Μια πρώτη απάντηση στο ερώτημα αυτό έσπευσε να δώσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με τρόπο έμμεσο αλλά σαφή ο Αλέξης Τσίπρας είπε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι στην Ελλάδα δεν επρόκειτο να συλληφθεί ποτέ κανένας. “Τι καλά που θα ήμασταν και εδώ στην Ελλάδα, αν είχαμε την αποτελεσματικότητα που έχουν οι θεσμοί, οι διωκτικές αρχές, η δικαιοσύνη και το πολιτικό σύστημα που έχουν στο Κέντρο της Ευρώπης, το Βέλγιο. Αρχίζω και ζηλεύω αυτή χώρα. Βλέπουμε ότι εκεί, ακόμα κι αν είσαι τόσο όμορφος, όπως η κα Καϊλή, και τόσο υψηλά ιστάμενος, η δικαιοσύνη και οι θεσμοί λειτουργούν» ανέφερε με μια δόση μελαγχολίας ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν έχει άδικο, αλλά τι φταίει και στην Ελλάδα όλες οι μεγάλες υποθέσεις, ακόμη και τα “μεγαλύτερα σκάνδαλα του αιώνα” καταλήγουν τελικά στο αρχείο; Η εξήγηση που έδωσε ο κ. Τσίπρας είναι πως στην Ελλάδα «είμαστε κάπως διαφορετικοί, είμαστε λίγο Βαλκάνια». Πράγματι, έτσι είναι, αλλά ποιος αλήθεια ευθύνεται γι' αυτό; Η εύκολη και βολική απάντηση είναι ότι φταίει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και όσες προηγήθηκαν του 2015, φταίνε τα “πετσωμένα” ΜΜΕ που θάβουν τα σκάνδαλα, φταίει ενδεχομένως και μερίδα λειτουργών της Δικαιοσύνης που για λόγους προσωπικής ιδιοτέλειας υπακούει στα κελεύσματα της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας.
Ακόμη κι έτσι να είναι, δεν παύει όμως να υπάρχει και μια σημαντική μερίδα ακέραιων δικαστικών λειτουργών οι οποίοι επιθυμούν και πασχίζουν να εκπληρώσουν την αποστολή τους. Πως όμως να το κάνουν αυτό όταν καλούνται να κινηθούν μέσα σε ένα δαιδαλώδες και ναρκωθετημένο νομικό πλαίσιο το οποίο εμποδίζει τη διερεύνηση ποινικών αδικημάτων πολιτικών προσώπων, ακόμη και εάν πρόκειται για μια απλή τροχαία παράβαση;
Τρία παραδείγματα μόνον για να καταλάβουμε τις διαφορές μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.
Παράδειγμα πρώτον: στις Βρυξέλλες οι ξέχειλες από ρευστό τροχήλατες βαλίτσες ήταν πραγματικές και ολοζώντανες, δεν ήταν αποκυήματα φαντασίας ή ψευδορκίες δήθεν προστατευόμενων μαρτύρων.
Παράδειγμα δεύτερον: ο Μισέλ Κλεζ, ο εισαγγελέας που διερευνά την υπόθεση Qatar Gate δήλωσε ότι “χωρίς υποκλοπές δεν καταπολεμάς το έγκλημα”. Αυτά στο Βέλγιο. Στην Ελλάδα για να θέσει η Δικαιοσύνη υπό παρακολούθηση πολτικό στέλεχος θα πρέπει προηγουμένως, μετά την πρόσφατη ψήφιση του νόμου περί ΕΥΠ, να συναινέσει ο πρόεδρος της Βουλής.
Παράδειγμα τρίτον: στις Βρυξέλλες οι δικαστικές αρχές έχουν την άνεση να κινηθούν αυτόνομα, χρησιμοποιώντας κάθε πρόσφορο μέσο, για όσο χρόνο απαιτηθεί, προκειμένου να διαλευκάνουν μια σοβαρή ποινική υπόθεση στην οποία εμπλέκονται υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα. Στην Αθήνα οι εισαγγελικές αρχές, μόλις βρεθούν αντιμέτωπες με ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα στα οποία εμπλέκονται πολιτικά πρόσωπα, είναι υποχρεωμένες να κατεβάσουν τα μολύβια και να μεταβιβάσουν τη δικογραφία, αμελλητί, στη Βουλή. Η συνέχεια είναι γνωστή.
Εν κατακλείδι, ο έλληνας δικαστικός λειτουργός, άπαξ και κληθεί να διερευνήσει τυχόν ποινικά κολάσιμες πράξεις πολιτικών προσώπων βρίσκεται με δεμένα τα χέρια. Ούτε υποκλοπές μπορεί να κάνει, ούτε ανακρίσεις, πολλώ δεν μάλλον, έφοδο σε σπίτια πολιτικών!
Οι ευθύνες γι' αυτήν την “παραλυσία” της Δικαιοσύνης βαραίνουν πρωτίστως το πολιτικό σύστημα, μηδέ του κ. Τσίπρα εξαιρουμένου ο οποίος, επί πρωθυπουργίας του, αντί να θεραπεύσει, έστω κάποιες ελάχιστες από τις χρόνιες παθογένειες στη λειτουργία της Δικαιοσύνης, το μόνο που επιδίωξε ήταν να τη χαλιναγωγήσει με σκοπό την κατασυκοφάντηση των πολιτικών αντιπάλων του. Όμως και η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει κάνει το παραμικρό για να “απελευθερώσει” τη δικαστική εξουσία από τις ομηρίες που την καταδειναστεύουν. Αντιθέτως κάνει ό,τι περνά από το χέρι της προκειμένου να δυσχεράνει το έργο της.
Το Qatar Gate προσφέρει μια χρυσή αφορμή για να ανοίξει και εδώ μια ειλικρινής συζήτηση για ριζικές τομές στη Δικαιοσύνη. Την αντέχει το πολιτικό μας σύστημα;
ΣΧΟΛΙΑ